Την παράταση της φυλάκισης των καταδικασμένων για τρομοκρατικές ενέργειες και μετά το πέρας της ποινής τους, πρότεινε χθες ο πρωθυπουργός, στο πλαίσιο της Σύσκεψης Κορυφής του Συμβουλίου Αυστραλιανών Κυβερνήσεων (Council of the Australian Governments – COAG). Δεν πρόκειται για κάποια καινοφανή πρόταση, καθώς εφαρμόζεται ήδη σε περιπτώσεις φυλακισμένων για ειδεχθή εγκλήματα -δολοφονίες, βιαιοπραγίες και βιασμούς ανηλίκων-, ωστόσο η επέκτασή της και στις περιπτώσεις τρομοκρατών, αποτελεί σαφή ένδειξη των προθέσεων της κυβέρνησης να προχωρήσει σε δραστικές λύσεις για την απειλή του εξτρεμισμού. 

Ο πρωθυπουργός κάλεσε τους ηγέτες των Πολιτειών και των περιοχών της Αυστραλίας να υποστηρίξουν την προληπτική παράταση της ποινής των καταδικασμένων τρομοκρατών, ώστε να μειωθεί η πιθανότητα νέου τρομοκρατικού χτυπήματος στην Αυστραλία, πρόταση που επισκίασε τα ζητήματα που, κατά κύριο λόγο, κυριαρχούσαν στην ατζέντα της COAG, όπως είναι η φορολογική πολιτική και η χρηματοδότηση της Υγείας και της Παιδείας, κυριαρχώντας στον δημόσιο διάλογο. Αν γίνει δεκτή η πρότασή του, θα πρέπει να εφαρμοστεί από κάθε Πολιτεία ξεχωριστά, ενταγμένη στην ποινική νομοθεσία κάθε Πολιτείας, ενώ δεν αποκλείεται να οδηγήσει και στην ισόβια κράτηση των πιο επικίνδυνων τρομοκρατών. 

Σύμφωνα με την πρόταση, η οποία εντάσσεται στο πλαίσιο της ευρύτερης αντιτρομοκρατικής πολιτικής της κυβέρνησης, η ομοσπονδιακή αστυνομία ή οι κατά τόπους εισαγγελείς θα έχουν τη δυνατότητα να αιτηθούν από το ανώτατο δικαστήριο την παράταση της ποινής των καταδικασμένων τρομοκρατών για ορισμένο χρονικό διάστημα, αν κριθεί ότι συνεχίζουν να αποτελούν κίνδυνο για την κοινωνία. Αυτήν την στιγμή κρατούνται εννέα καταδικασμένοι τρομοκράτες σε φυλακές στην Νέα Νότια Ουαλία και τέσσερις στη Βικτώρια. 

Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, όταν εκτίσουν την ποινή τους, θα αφεθούν ελεύθεροι, ακόμη και αν παραμένουν επικίνδυνοι για τη δημόσια ασφάλεια. Η πρόταση του πρωθυπουργού έρχεται εν μέσω επικρίσεων εις βάρος του για ήπια στάση απέναντι στην τρομοκρατία, ειδικότερα σε σύγκριση με τον προκάτοχό του, Tony Abbott. Η βασική διαφορά της ρητορικής των δύο ανδρών έγκειται στο ότι ο πρώην πρωθυπουργός ακόμη και τώρα καταφέρεται συνολικά εναντίον της θρησκείας του Ισλάμ, περιγράφοντάς το ως πολιτισμό υποδεέστερο του Δυτικού, με εγγενή ροπή προς την βαρβαρότητα, ενώ ο νυν πρωθυπουργός φρόντισε, στην καταδίκη των τρομοκρατικών χτυπημάτων να αναφερθεί στους τζιχαντιστές ως ανθρώπους που δυσφημίζουν τους μουσουλμάνους.