Η Αλεξάνδρα βάζει τον πήχη πολύ ψηλά

Αν το 92 που πέτυχε στις εξετάσεις του VCE, η Αλεξάνδρα Ντούρου δεν εντυπωσιάζει… μάθετε ότι… είναι τυφλή, πάσχει από εγκεφαλική παράλυση και δεν μπορεί να περπατήσει

«Η ζωή γουστάρει να τη βουτάνε από το πέτο και να της λένε: ‘είμαι μαζί σου μικρή μου, φύγαμε’» είχε πει η γνωστή Αμερικανίδα ποιήτρια, Μάγια Αγγέλου. Δανείζομαι τα λόγια της, γιατί αδυνατώ να βρω τις κατάλληλες λέξεις να περιγράψω τη στάση ζωής της 18χρονης Αλεξάνδρας Ντούρου, από τη Μελβούρνη.

Από το πρώτο κλάσμα δευτερολέπτου που ήρθε στον κόσμο, έως σήμερα που κατάφερε να αριστεύσει στις εξετάσεις του VCE, σκοράροντας ένα «στρογγυλό» 92%, η Αλεξάνδρα κάνει αυτό ακριβώς που η ζωή «γουστάρει». Τη βουτά από το πέτο κάθε μέρα και της λέει «μικρή μου φύγαμε… είμαι μαζί σου».

Η Αλεξάνδρα γεννήθηκε πρόωρα. Ήρθε στον κόσμο 14 εβδομάδες πριν την ώρα της. Το γεγονός ότι γεννήθηκε τυφλή δεν εξέπληξε τους γιατρούς -έτσι γεννιούνται πολλά, τόσο πρόωρα μωρά-, το γεγονός, όμως, ότι ένα νεογνό που ζύγιζε 980 γραμμάρια, στο οποίο δεν είχε καν ολοκληρωθεί η ανάπτυξη του εγκεφάλου του, κατάφερε να επιβιώσει τους εξέπληξε. «Μου είπαν ότι είτε θα ήταν διανοητικά ανάπηρη είτε θα είχε ημιπληγία» λέει η μητέρα της, Τζένη.

Τότε κανένας δεν ήξερε πώς θα αναπτυχθεί η Αλεξάνδρα, όπως κανένας δεν μπορούσε να προβλέψει ότι σε 12 μήνες η ζωή θα «έδινε» ένα ακόμα χαστούκι σ’ αυτό το παιδί. «Η Αλεξάνδρα πάσχει από εγκεφαλική παράλυση». Αυτή ήταν η διάγνωση των γιατρών ένα χρόνο μετά τη μέρα που γεννήθηκε. Η Αλεξάνδρα δεν περπάτησε ποτέ… Η Αλεξάνδρα όμως έμαθε να… «πετάει»!

ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΣΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ

Η πρόσφατη επιτυχία της στις εξετάσεις του VCE ήταν η αφορμή που μας οδήγησε στην Αλεξάνδρα. Η ιστορία αυτής της νεαρής κοπέλας, όμως, δεν είναι μόνο η αναπηρία της και η επιτυχία της,

είναι μία ιστορία που ξεπερνά τα στενά όρια του θεαθήναι. Είναι μία ιστορία που αποδεικνύει και εξυμνεί την δύναμη του νου και της ανθρώπινης θέλησης.

«Τι θες να ξέρεις από τη ζωή μου; Είναι γενικά περίπλοκη» μου απάντησε όταν την ρώτησα για το πώς έφτασε σήμερα να βρίσκεται ανάμεσα στους αριστούχους μαθητές της Βικτώριας. Το στακάτο της φωνής της με εξέπληξε.

«Από τα πρώτα μου σχολικά χρόνια ήμουν τυχερή. Βρέθηκα κοντά σε ανθρώπους που με νοιάζονταν, με στήριξαν και με βοήθησαν. Εντάξει, στην αρχή είχα κάποια θέματα όσον αφορά την κοινωνική μου ένταξη στο σχολείο, αλλά και ποιος δεν έχει…» λέει στωικά, προσθέτοντας ότι δεν πήγε ποτέ σε ειδικό ή ιδιωτικό σχολείο, αναφέροντας το Koonung Secondary College από το οποίο αποφοίτησε.

Η πρώτη εικόνα που γεννήθηκε στη σκέψη μου όταν έμαθα ότι η Αλεξάνδρα θα σπουδάσει Νομικά, πριν ακόμα τη γνωρίσω, ήταν η εικόνα μίας νεαρής δικηγόρου που μπαίνει μέσα στην αίθουσα του δικαστηρίου με την αναπηρική της καρέκλα και το ειδικά διαμορφωμένο για την γλώσσα Braille λάπτοπ της για να υπερασπιστεί κάποιον συμπολίτη της.

Την ρωτώ γιατί επέλεξε τα Νομικά. «Η αλήθεια είναι ότι έχουμε πολλούς δικηγόρους στο σόι και δεν ήθελα να γίνω και εγώ δικηγόρος. Σκεφτόμουν λοιπόν, ότι έχω ξαδέρφια δικηγόρους, θείους δικηγόρους και δεν θέλω να γίνω και εγώ δικηγόρος. Είμαι διαφορετική, θέλω να είμαι η εξαίρεση του κανόνα και γενικώς είμαι κατά της ομοιομορφίας. Η αλήθεια είναι ότι πήρα το μάθημα των Νομικών στην τελευταία τάξη του Γυμνασίου γιατί δεν είχα πολλές επιλογές. Μετά οι καλοί βαθμοί άρχισαν να έρχονται ο ένας μετά τον άλλο. Προβληματιζόμουν και ένα βράδυ με αυτόν τον προβληματισμό κατά νου τηλεφώνησα έναν πρώην δάσκαλό μου στην μουσική, ο οποίος άλλαξε καριέρα και έγινε δικηγόρος. Ήθελα τη γνώμη του. Του είπα ‘παίρνω πολύ καλούς βαθμούς στα νομικά, δεν θέλω να γίνω δικηγόρος αλλά κάτι μου λέει ότι πρέπει’. Μου απάντησε ‘ναι’ και αυτό το ναι, μου ακούστηκε σωστό. Τότε πήρα την απόφαση».

Η μητέρα της επεμβαίνει καθώς μιλάμε, προτρέποντάς την να μου τραγουδήσει, γιατί όπως η κ. Τζένη λέει, η Αλεξάνδρα έχει ταλέντο στην μουσική.

«Μαμά όταν νιώσω έτοιμη» της λέει και φέρνει από μόνη της την συζήτηση στη μουσική…

«Η μουσική είναι ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής μου. Οι πρώτες μου παιδικές αναμνήσεις έχουν μουσική επένδυση τα τραγούδια της Χάρις Αλεξίου, η κλασική μουσική με συνόδευε όταν έπαιζα στο πάτωμα, έκλαιγα όταν άκουγα όπερα. Όχι επειδή με ξένιζε, αλλά επειδή με συγκινούσε. Ξεκίνησα μαθήματα φωνητικής από πολύ μικρή ηλικία. Αργότερα ως έφηβη επειδή όλοι άκουγαν ποπ άρχισα και εγώ να ακούω ποπ. Δεν κράτησε πολύ αυτό. Στα 15 μου κατάλαβα ότι δεν υπάρχει καθόλου μουσικότητα στην ποπ και την εγκατέλειψα για πάντα».

Μου εκμυστηρεύεται ότι σε κάποια φάση της γυμνασιακής της ζωής είχε αποφασίσει να σπουδάσει μουσικό θέατρο. «Στόχος μου ήταν να αλλάξω το κατεστημένο, να ανέβω στην σκηνή με την αναπηρική μου καρέκλα και να ανοίξω έναν νέο ορίζοντα για πολλά άλλα παιδιά που έχουν αναπηρίες και δεν θα το τολμούσαν ποτέ αυτό. Ήταν λίγο μετά από ένα σώου ταλέντων που διοργανώσαμε στο σχολείο. Συμμετείχα και εγώ και αποφάσισα να τραγουδήσω ένα μπαρόκ τραγούδι του 17ου αιώνα στα ιταλικά. Εκείνο που μου έκανε εντύπωση είναι όχι μόνο ότι όση ώρα τραγουδούσα εγώ δεν ακουγόταν ούτε ένας θόρυβος στο αμφιθέατρο, κάτι που δεν συνέβαινε όταν τραγουδούσαν οι άλλοι συμμαθητές μου, και στο τέλος με καταχειροκρότησαν αλλά και ότι αυτό το τραγούδι μου βγήκε χωρίς να αγχωθώ κάτι που συνήθως μου συνέβαινε όταν τραγουδούσα ποπ» λέει και γυρίζει απότομα το κεφάλι της προς την κατεύθυνσή μου…

«Ξέρεις τον Μάνο Χατζηδάκι; Είναι ο αγαπημένος μου Έλληνας συνθέτης» απαντά χωρίς να περιμένει την δική μου απάντηση.

Η Αλεξάνδρα πετάει ξανασκέφτομαι… πετάει σε μουσικά μονοπάτια. Τα επόμενα λόγια της απλά το επιβεβαιώνουν…

«Δεν πρόκειται να αφήσω τη μουσική. Θα κάνω το πρώτο έτος στο πανεπιστήμιο και του χρόνου θα δώσω εξετάσεις για να αποκτήσω παράλληλα και το Δίπλωμα Μουσικής (Diploma in Music). Δεν είναι πτυχίο, αλλά μου δίνει κατ’ αρχήν την δυνατότητα να ανέβω στην σκηνή και να τραγουδήσω επαγγελματικά, αλλά και την ευκαιρία να διδαχθώ κλασικό τραγούδι από εξαίρετους επαγγελματίες. Δεν το κάνω φέτος γιατί ξέρω ότι πρέπει πρώτα να μάθω να διαχειρίζομαι το άγχος μου. Θα είναι η πρώτη φορά που θα δώσω μουσικές εξετάσεις και αφού με αγχώνει ακόμα η σκέψη, πρέπει να το εξετάσω αυτό και τελικά να το διαχειριστώ. Ξέρεις γράφω και μουσική. Κλασική. Τα δάκτυλά μου λόγω της εγκεφαλικής παράλυσης από την οποία πάσχω δεν με βοηθούν. Θα ήθελα να μάθω πιάνο αλλά δεν μπορώ. Μέσα απ’ αυτό όμως άρχισα να εκτιμώ τη μουσική θεωρία να καταλαβαίνω τις νότες και πως αυτές συνδυάζονται και ‘απαντούν’ η μία στην άλλη. Δεν χρειάζεται να παίξω εγώ τις συνθέσεις μου αν τις ερμηνεύσει κάποιος θα είμαι εξίσου ικανοποιημένη, θα είναι σα να τις ερμηνεύω εγώ. Θέλω να παράγω, να εργαστώ να βοηθήσω κάποια στιγμή οικονομικά τους γονείς μου».

Ναι, έτσι σκέφτεται αυτό το 18χρονο κορίτσι που γεννήθηκε τόσο πρόωρα με την δαμόκλειο σπάθα της διανοητικής καθυστέρησης να σκίζει απειλητικά τον αέρα, προς την κατεύθυνσή της Αυτό το 18χρονο κορίτσι χείμαρρος που ποτέ δεν είδε φως, που ποτέ δεν περπάτησε…

ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΠΙΤΥΧΙΕΣ

Δεν είναι μόνο η αποφασιστικότητα της Αλεξάνδρας που εντυπωσιάζει, είναι αυτή η «πρώιμη» ωριμότητα, ένα «γνώθι σαυτόν» απαλλαγμένο από κάθε ίχνος αυτο-οίκτου, η γενναιότητά της και η θέληση της.

Το 2014 η Αλεξάνδρα προσφέρθηκε εθελοντικά να λάβει μέρος στο Συνέδριο του οργανισμού SPEVI (South Pacific Educators of Vision Impaired) γράφοντας μία εισήγηση με θέμα «Τα γυμνασιακά χρόνια και πώς μπορεί ένας τυφλός μαθητής να αντεπεξέλθει σ’ αυτά». Φέτος κατά τη διάρκεια του Συνεδρίου η Αλεξάνδρα όχι μόνο προβλημάτισε με την εισήγησή της, αλλά επειδή αυτή θεωρήθηκε ως μία από τις ουσιαστικότερες του συνεδρίου της ζητήθηκε να την παρουσιάσει η ίδια στους συνέδρους. Και, ναι, η Αλεξάνδρα που δεν καταλαβαίνει από περιορισμούς, ανέβηκε στο βήμα και μοιράστηκε με ειδικούς εκπαιδευτικούς και γονείς ατόμων με προβλήματα όρασης τις σκέψεις και τις εμπειρίες της.

Της ζητώ συγνώμη για την επόμενη ερώτηση…

«Η σχολική κοινότητα Αλεξάνδρα είναι σκληρή. Ξέρεις ότι πολλοί έφηβοι -και δεν έχουν τα προβλήματα υγείας που εσύ αντιμετωπίζεις-, βρίσκονται αντιμέτωποι με πολλές δυσκολίες όσον αφορά την ένταξή τους και την αποδοχή τους από τους συνομηλίκους τους. Δεν πιστεύω ότι ήταν όλα ρόδινα για σένα…».

Η φωνή της αρχίζει να τρέμει… Δεν είναι, όμως, κάποια τραύματα που ίσως κουβαλά που ευθύνονται γι’ αυτό, αλλά το πάθος της…

«Στην αρχή ήταν δύσκολα. Βλέπεις, έκανα ό,τι κάνουν όλα τα άλλα παιδιά που είναι τυφλά. Σηκώθηκα μπροστά στην τάξη μου και άρχισα να τους δείχνω τα μηχανήματα που με βοηθούν να διαβάσω, να γράψω και τα λοιπά. Έκανα ακριβώς όπως όλα τα άλλα παιδιά που είναι τυφλά, έκανα όπως μου είπαν. Ξέρεις, πολλά τυφλά παιδιά έχουν υπερβολικές απαιτήσεις ή, να πω καλύτερα, πολλοί από τους τυφλούς που εγώ γνωρίζω. Περιμένουν τα άλλα παιδιά να γίνουν φίλοι τους μόνο και μόνο επειδή είναι τυφλά. Ο κόσμος δεν λειτουργεί έτσι. Και ξέρω ότι θα θυμώσουν αν με ακούσουν να τα λέω αυτά, αλλά έτσι είναι. Εγώ κατάλαβα ότι έτσι δεν θα αποκτούσα ποτέ φίλους. Πέρυσι κατάλαβα το γιατί. Ενώ επιδεικνύουμε τα σύνεργά μας στους άλλους αποφεύγουμε να πούμε αυτό που πραγματικά θέλουμε. Και αυτό που θέλουμε είναι να μας συμπαθήσουν. Αν θέλουμε φίλους, αν θέλουμε επικοινωνία, πρέπει πρώτα να τα δώσουμε εμείς αυτά. Δεν έρχονται από μόνα τους. Σε μένα άργησαν αλλά ήρθαν και όχι επειδή σήκωσα το λάπτοπ μου στην τάξη και είπα ‘αυτή είμαι εγώ’, αλλά επειδή είπα ‘θέλω φίλους, νοιώθω μοναξιά’. Το είπα με τον τρόπο μου, με το να γίνω μέλος μίας ομάδας, με το να μπω στην χορωδία του σχολείου μου, με το να γίνω για ένα χρόνο μέλος της επιτροπής του σχολικού μας περιοδικού, με το να μπω στην ομάδα του ντιμπέιτ, με το να κάνω ιδιαίτερα μαθήματα σε συμμαθητές μου για να τους βοηθήσω, με το να μοιραστώ τις γνώσεις μου μαζί τους. Τις τελευταίες εβδομάδες απέκτησα δύο ακόμα πολύ καλούς φίλους. Ξέρεις γιατί; Τους βοήθησα στην προετοιμασία τους για τις εξετάσεις. Έτσι έκανα φίλους δείχνοντας στους συμμαθητές μου τι μπορώ να κάνω εγώ γι’ αυτούς».

Τα μάτια της σπινθηρίζουν καθώς μιλά. Είναι από ένα φως διαφορετικό απ’ αυτό που βλέπουμε εμείς οι υπόλοιποι αυτές οι μικρές φλόγες.

«Αλεξάνδρα είσαι τυφλή. Νιώθεις όμως τυφλή;»

«Όχι. Βλέπω το φως μέσα από τη μουσική. Ευχαριστώ τη μητέρα μου που με έμαθε να ζω το φως της μουσικής. Βλέπω το φως μέσα από τα βιβλία που υπεραγαπώ, μέσα από τους ήχους, μέσα από τις χροιές των φωνών και την ουσία των λόγων των ανθρώπων. Τυφλή είμαι με την συμβατική έννοια μόνο. Θέλεις να σου τραγουδήσω τώρα…».

Η Αλεξάνδρα μου τραγούδησε… σε άπταιστα Ελληνικά… Με τα μάτια της στραμμένα προς τη μητέρα της… «Σ’ αγαπώ γιατί είσαι ωραία… Σ’ αγαπώ γιατί είσαι εσύ»…