ΑΣ εξηγηθώ πριν παρεξηγηθώ και τον μπελά μου

(πάλι!) βρω.

«ΑΝΑΓΚΑ», όμως, «και οι Θεοί πείθονται», όπως έλεγαν και οι αρχαίοι πρόγονοι του υπαρκτού ελληνισμού…

…ΑΝ και στη δική μου περίπτωση, ταιριάζει καλύτερα η μεταγενέστερη και πιο… ορθόδοξη (και mild) εκδοχή της παραπλήσιας και πιο εύχρηστης ρήσης που λέει ότι: «και να θέλεις να αγιάσεις δεν σε αφήνουν».

ΑΥΤΟ που ουσιαστικά θέλω να πω, στην αιθεροβαμόνια διάλεκτο που κοπιαστικά έχω επινοήσει για να αποφεύγω τις νοηματικές κακοτοπιές και να ξεστομίζω ό,τι γουστάρω, όπως μου αρέσει (και με βολεύει), είναι το εξής απλό και όχι εύκολα κατανοητό, λόγω της γενικευμένης πνευματικής (και

γλωσσικής) ρηχότητας:

ΞΕΡΩ, ή έτσι τουλάχιστον νομίζω, παρ’ ότι δεν διαθέτω επιστημονικές και φιλοσοφικές γνώσεις και μισώ τις τεκμηριωμένες «αλήθειες» του… Ορθού και λογοτεχνικά βασανισμένου Λόγου, ότι η στήλη αλληλογραφίας του «Νέου Κόσμου» είναι ένα ξέφραγο και άκρως

επικίνδυνο… ναρκοπέδιο!

ΕΝΑ ναρκοπέδιο που έχει στηθεί με την ίδια απαράμιλλη και δομημένη τεχνική που η αράχνη στήνει τον ιστό της, πάνω στη θρησκεία, την επιστήμη, τη Φιλοσοφία, τη Δημοκρατία, την Ποίηση, την ευαισθησία και όλες τις μεγάλες… αλήθειες που συγκροτούν τον ανατολίτικο ανθρώπινο πολιτισμό.

ΟΛΑ τα πιο πάνω τα γνώριζα και είχα προχθές το βράδυ που ξάπλωσα να κοιμηθώ όλο το χρόνο να

τα ξανασκεφτώ…

ΕΠΕΙΔΗ, όμως, τούτο τον καιρό κοιμάμαι (πάλι) μόνος μου και είχα τη δυνατότητα να αλλάζω εύκολα

πλευρό, αποκοιμήθηκα…

ΕΤΣΙ, χθες το πρωί, με ξάστερο μυαλό και αφού διάβασα προσεκτικά τη σελίδα της αλληλογραφίας, είπα να αφήσω και εγώ για χάρη της ιστορικής… αλήθειας, το δικό μου «πνευματικό στίγμα», ώστε να εμπνεύσω (αν τα καταφέρω) τους γνωμοδότες της εφημερίδας μας.

ΑΡΧΙΖΟΝΤΑΣ, όμως, το γράψιμο της στήλης, διαπίστωσα στην πορεία ότι δεν είναι εύκολη υπόθεση να αντιμετωπίσεις τους… παντογνώστες και επαγγελματίες επιστολογράφους μας που αφιερώνουν πολλά 24ωρα να γράψουν

μια επιστολή.

ΤΗ στιγμή που ένας… επαγγελματίας επιστολογράφος σαν τον Πάνο Σταματόπουλο (που ζει για να βλέπει δημοσιευμένες στον «Ν.Κ» τις επιστολές του), γράφει ότι: «Δεν συνηθίζω ν’ ασχολούμαι με διαλογικές διαμάχες στον Τύπο», γιατί θεωρεί κάτι τέτοιο, όπως λέει, «τραγική κατάντια», ποιος είμαι εγώ που θα υψώσω το πνευματικό ανάστημά μου λαμβάνοντας μέρος σε μια διαλογική συζήτηση μεταξύ των πιο «ψαγμένων» επιστολογράφων που στο κάτω-κατω της γραφής ξέρουν

τι λένε;

ΤΗΡΟΥΜΕΝΩΝ των αναλογιών, είναι σαν να βάζω «το κεφάλι της επαγγελματικής και πνευματικής μου αξιοπιστίας στο ντορβά» όπως έκαναν δηλαδή οι κλέφτες και οι αρματολοί όταν έβγαιναν στο κλαρί.

ΝΑ προσθέσω εδώ, επίσης, ότι εγώ ακολουθώ στο γράψιμο το ακριβώς αντίθετο μονοπάτι από αυτό του (κόκκινου) Πάνου που ερευνά «τις δικές του πηγές οι οποίες τον βοηθούν να βγάζει συμπεράσματα, αφού πρώτα διασταυρώσει την αληθή

τους υπόσταση.

ΕΓΩ από την πλευρά μου γράφω ό,τι να ‘ναι, όπως να ‘ναι, χωρίς αναφορές σε πηγές και διασταυρώσεις για την αληθή… υπόσταση των γραπτών μου. Άσε που τέτοια… υπόσταση ποτέ δεν διεκδίκησα για τα γραπτά μου.

ΑΛΛΑ αυτό που μου έκοψε κάθε διάθεση να τον κοντράρω ήταν η κοφτή απάντηση που έδωσε στην επιστολή του Λουκά Γαβριηλίδη, υπογραμμίζοντας «Εξυπνάδες δεν δέχομαι

από κανέναν».

ΚΑΙ όταν δεν μπορεί να του κάνει τον έξυπνο ούτε ο Λουκάς που παίζει στα δάχτυλα τη βιογραφία (και τα γενέθλια) του Ιησού Χριστού, τι μπορώ να προσθέσω ή να αφαιρέσω εγώ από τη μεταξύ τους αντιπαράθεση;

ΕΙΝΑΙ ατελείωτες και τσεκαρισμένες οι γνώσεις που έχει ο Πάνος στην επιστήμη και τη φιλοσοφία, ρε παιδί μου, αυτό είναι που του δίνει και τη δυνατότητα, όπως έγραψε, «να μπορεί να υψώσει το ανάστημά του χωρίς να ντρέπεται για τις πνευματικές του επιλογές».

Συνεπώς: respect.

«ΜΕ την πρώτη και τελευταία απάντηση» που έδωσε στην επιστολή του, ο καλός μου φίλος (και συνάδελφος) Θωμάς Ηλιόπουλος στην κυρία Μι Ζήτα δεν θα ασχοληθώ, για να μη βρω και εγώ τον μπελά μου από τη διάσημη επιστολογράφο μας.

ΑΠΟΡΩ πώς ο Θωμάς που ασχολείται με τη γλώσσα δεν έχει ακόμα αντιληφθεί ότι, στην εποχή μας, οι λέξεις έχουν σε τέτοιο βαθμό χάσει τις έννοιες που πραγματικά αντιπροσωπεύουν και είναι ευκολότερο «να βρεις ψύλλο στα άχυρα» παρά ανθρώπους που να γνωρίζουν τις αρχικές

τους έννοιες.

ΟΠΟΤΕ, προκειμένου να γλυτώσω από τα «φαρμακερά βέλη» της Μι Ζήτα (που πάσχει από το αλληλο-γραφικό σύνδρομο του «κόκκινου» Πάνου) και θα επανέλθει στη… διαλογική αντιπαράθεση, αφήνω τον έρμο τον Θωμά να βγάλει πέρα μόνος του το φίδι απ’ την τρύπα και συνεχίζω…

ΠΡΟΧΘΕΣ η στήλη αλληλογραφίας απέκτησε έναν ακόμα θαμώνα, γεγονός που μου έδωσε την ευκαιρία να γνωρίσω, έστω μέσω του γραπτού του λόγου την ύπαρξη ενός λάτρη της Δημοκρατίας.

ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ για τον κύριο Κώστα Τσακούμη που πριν ένα μήνα και κάτι αποφάσισε να προσφέρει τις υπηρεσίες του στην Ελληνική Κοινότητα Μελβούρνης θέτοντας υποψηφιότητα στις εκλογές που θα γίνουν αύριο για την ανάδειξη του νέου Διοικητικού Συμβουλίου.

ΝΑ τονίσω εδώ ότι την ύπαρξή του και το όνομά του το έμαθα στις 16 Δεκεμβρίου, όταν ανακοινώθηκαν στη Γενική Συνέλευση της Κοινότητας τα ονόματα των υποψηφίων για τις αυριανές εκλογές.

ΜΕΧΡΙ εκείνη στη στιγμή είχα ακούσει ότι, «κάποιος» Τσακούμης έβαλε υποψηφιότητα, αλλά επειδή αρχικά πίστεψα ότι επρόκειτο για «αστείο» μιας και παρακολουθώ από κοντά εδώ και 40 χρόνια τις κοινοτικές εξελίξεις και κάτι παρόμοιο δεν είχε ξανασυμβεί. (Δηλαδή να βάζει κάποιος από το «πουθενά» υποψηφιότητα).

ΠΑΡ’ ΟΛΑ αυτά, δεν σας κρύβω ότι μου έκανε εντύπωση το γεγονός ότι ένας «άγνωστος» (και… εξωγήινος) στα πολιτικά κοινοτικά δρώμενα έθεσε υποψηφιότητα και περίμενα με ανυπομονησία να διαβάσω έστω μια δήλωσή του, για το τι τον «έσπρωξε» στην απελπισμένη αυτή απόφαση που πήρε.

ΟΤΑΝ, μάλιστα, πληροφορήθηκα ότι εκτός από εκπαιδευτικός είναι και δημοσιογράφος, υπέθεσα ότι κάποια στιγμή θα βγάλει, έστω και στο «γόνατο», μια ανακοίνωση που να εξηγεί, τουλάχιστον στα λίγα ενδεχομένως μέλη που ενδιαφέρονται, γιατί βάζει υποψηφιότητα.

ΤΙ δηλαδή προτείνει ότι πρέπει να κάνει το νέο Συμβούλιο ή, τέλος πάντων, πώς βλέπει την Κοινότητα και με τι σκοπεύει να ασχοληθεί, αν βέβαια εκλεγεί.

ΑΥΤΟΣ ήταν και ο λόγος που πριν τρεις εβδομάδες , μετά τον ντόρο που ξεσήκωσε η υποψηφιότητά του για τα έξοδα των εκλογών για έναν υποψήφιο που δεν υπάρχει πιθανότητα να εκλεγεί, σημείωνα να του προτείνει η Κοινότητα να πληρώσει τα έξοδα και να εφαρμόσει το «προεκλογικό πρόγραμμα» των 11.000 λέξεων που… επεξεργάζεται ο Τσακούμης.

ΠΙΣΤΕΥΑ ότι ενδεχομένως το πειρακτικό σχόλιο (που θα του μετέφερε ο Χρήστος Τσίρκας μιας και λειτουργεί και σαν σύμβουλός του) θα του έδινε το ερέθισμα να γράψει δυο κουβέντες και να εξηγεί στα μέλη «για ποιο λόγο τους κάνει την τιμή να θέσει υποψηφιότητα και τους ζητά να τον ψηφίσουν».

ΤΕΛΙΚΑ δεν έγραψε ούτε λέξη. Ή, για να είμαι ακριβής, έγραψε 1.000 λέξεις στην προχθεσινή επιστολή του και το μόνο που βρήκε να πει και άξιζε τον κόπο να σχολιαστεί, είναι ότι η Δημοκρατία (Σημ: άλλη μια λέξη, Θωμά, που έχει φθαρεί εντελώς και χάσει την πραγματική της έννοια) τού δίνει το δικαίωμα, επειδή είναι μέλος, να θέσει… υποψηφιότητα!

ΕΓΡΑΨΕ βέβαια και πολλά άλλα, αλλά αυτά είναι άλλου παπά Ευαγγέλιο και δεν μου πέφτει λόγος. Αυτά για σήμερα και καλές εκλογές να έχουμε…