Είχα υποσχεθεί σε φίλες και φίλους λογοτέχνες ότι, αν μου δοθεί η ευκαιρία, θα αναφερθώ στο θέμα που συζητήσαμε παλαιότερα, στο θέμα της «μπαλάντας» και του «νατουραλισμού». 

Πριν μπω, όμως, στο θέμα που ενδιαφέρει πολύ λίγους, αφήστε με να ρωτήσω όλους τους άλλους, τους… πολυπληθείς αναγνώστες μου, αν κατεβήκατε στην πόλη το Σαββατοκύριακο, αν ακούσατε τον εκλεκτό καλλιτέχνη και, γενικότερα, ποια είναι η γνώμη σας για το Φεστιβάλ. Γράψτε μου, αν θέλετε, αλλά ένας-ένας για να προλαβαίνω να απαντώ. 

Επανέρχομαι στο σημερινό θέμα, στο θέμα της μπαλάντας που, όπως θα θυμούνται οι φίλοι του αυτοσχέδιου φιλολογικού απογεύματος, είχαμε ξεχάσει, όλοι μας, τον τίτλο της περίφημης μπαλάντας «Η μπαλάντα των κυριών του αλλοτινού καιρού» που έγραψε ο Γάλλος,  Φρανσουά Βιγιόν, και την μετέφρασε στα ελληνικά, ο Κώστας Καρυωτάκης. Αν μείνει χώρος, αφού κρατήσω την υπόσχεσή μου και αναφερθώ, για λίγο, στον νατουραλισμό, θα παραθέσω και τη μεταφρασμένη από τον Καρυωτάκη «Μπαλάντα των κυριών του αλλοτινού καιρού». 

Ας ξεκινήσουμε με λίγα λόγια για την μπαλάντα: «Στην παλιά ιταλική (κυρίως προβηγκιανή) ποίηση, το λυρικό ποίημα λαϊκής προέλευσης, συνοδευόμενο από χορό και τραγούδι, το βάπτιζαν «μπαλάντα». Στη ρομαντική ποίηση, ποίημα με λυρικό και αφηγηματικό χαρακτήρα, αποτελούμενο από τρεις οκτάστιχες στροφές και μία τετράστιχη (επωδός, κουπλέ), που καταλήγουν όλες στον ίδιο στίχο. 

Για τον «νατουραλισμό» – ας το βαπτίσουμε κι εμείς πνευματικό και λογοτεχνικό κίνημα-, που εμφανίστηκε τον προπερασμένο αιώνα στη Γαλλία και συνεχίστηκε, δυνατά, από τους πρωτεργάτες του κινήματος, τον Μπαλζάκ και τον Φλομπέρ, κατά της ρομαντικής σχολής (με τις αισθηματικές και φανταστικές υπερβολές της) και οδήγησε την αντίδραση αυτή ως τις ακραίες της συνέπειες. Διαποτισμένος με υλιστικό και θετικιστικό πνεύμα, ο νατουραλισμός θεωρεί χρέος του καλλιτέχνη την ακριβή απόδοση της πραγματικής ζωής, που νοείται ως ντοκουμέντο, χωρίς προσωπικές αποσυνθέσεις. Στην πραγματικότητα, ο νατουραλισμός περιορίστηκε, τις περισσότερες φορές, να απεικονίσει μία μόνο όψη της σύγχρονης ζωής, την πιο θλιβερή, μελετώντας τις κατώτερες τάξεις, κινούμενος, παράλληλα, και από σκοπούς ανθρωπιστικούς και κοινωνικούς. Κυριότεροι εκπρόσωποι του νατουραλισμού θεωρούνται: στη Γαλλία οι Γκονκούρ, Ζολά, Ντωντέ, Μωπασσάν, στην Ιταλία ( όπου το κίνημα του νατουραλισμού πήρε το όνομα Βερισμός) ο Βέργκα και ο Καπουάνα, στη Γερμανία οι Κόνραντ και Χάουπτμαν. Αλλά, όπως συμβαίνει πάντοτε, η μεγαλοσύνη των συγγραφέων αυτών είναι εντελώς ανεξάρτητη από την πιστή εμμονή στις φόρμουλες και τις θεωρίες της σχολής στην οποία ανήκουν. Ο Ανδρέας Καρκαβίτσας, από τους παλιούς, με τον «Ζητιάνο» (1897), μπορεί να θεωρηθεί σαν εκπρόσωπος του νατουραλισμού στην Ελλάδα. Θα επανέλθω στην Μπαλάντα, προσπαθώντας να στριμώξω, όσους στίχους μπορέσω, από την διάσημη μπαλάντα του Βιγιόν σε μετάφραση Καρυωτάκη: 

Πέστε μου που, σε ποιο μέρος της γης,/είναι η Φλώρα, η ωραία από τη Ρώμη,/η Αλκιβιάδα, κι’ ύστερα η Θαΐς,/ η εξαδέλφη της με τη χρυσή κόμη;/Ηχώ απαλή, σκιά σε λίμνη, τρόμοι/ των φύλλων, ροδοσύννεφα πρωινά,/η εμορφιά τους δεν έδυσε ακόμη./ Μα που είναι τα χιόνια τα’ αλλοτινά;/

Πούναι η αγνή και φρόνιμη Ελοΐς;/ Γι’ αυτή είχε τότε καλογερέψει/ο Πέτρος Αμπαγιάρ. Άλλος κανείς / όμοια στον έρωτα δεν θα δουλέψει./ Κι’ η βασίλισσα που έκανε τη σκέψη /κι έριξε στο Σηκουάνα, αληθινά,/ το σοφό Μποριντάν για να μουσκέψει;/ Μα πού ‘ναι τα χιόνια τ’ αλλοτινά;

Η ρήγισσα Λευκή, ρόδο αυγής, /με τη φωνή της τη γλυκά ακουσμένη, /η Βέρθα, η Βεατρίκη, η Αρεμβουργίς/ του Μάιν, η Σπαρτιάτισσα η Ελένη/ κι η καλή Ιωάννα απ τη Λωρραίνη;/ Όλες ανοίξεως όνειρα τερπνά./ Η ανάμνησή τους ζωηρή απομένει. /Μα πού ‘ναι τα χιόνια τ’ αλλοτινά;

Πρίγκιψ, αν τις αναζητείτε τώρα/ τάχα θα τις εύρετε πουθενά, /τάχα θα υπάρχουν σε καμιά χώρα;/ Μα πού ‘ναι τα χιόνια τ’ αλλοτινά; 

 Συγχωρέστε μου την περιορισμένης εμβέλειας επιλογή του σημερινού θέματος. Θα τα πούμε, πρώτα ο Θεός, την ερχόμενη εβδομάδα. Γεια σας.