ΣΗΜΕΡΑ θα αρχίσω από εκεί που άφησα τα «Εμφύλια Πάθη» την περασμένη Πέμπτη.
ΑΠΟ την «Κοινοτοπία του κακού». Το βιβλίο που έγραψε η Γερμανοεβραία φιλόσοφος, Χάνα Άρεντ, το 1963, στην προσπάθειά της να εξηγήσει «τι σόι άνθρωποι ήταν αυτοί» που εμπνεύστηκαν το Ολοκαύτωμα και έθεσαν σε εφαρμογή τη μαζικότερη σφαγή στην ιστορία της ανθρωπότητας.
ΤΗΝ πιο καραμπινάτη, δηλαδή, γενοκτονία που έχει καταγραφεί και είχε ως αποτέλεσμα τον αφανισμό έξι εκατομμυρίων Εβραίων στα γερμανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης κατά τη διάρκεια του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου.
ΤΟ βιβλίο αποτελεί συνέχεια των άρθρων που είχε γράψει, παρακολουθώντας το 1961, ως ανταποκρίτρια του αμερικανικού περιοδικού «The New Yorker», τη δίκη του Γερμανού συνταγματάρχη των SS, Αδόλφου Άιχμαν.
ΜΕΤΑ το τέλος του πολέμου, ο Άιχμαν -που ήταν ένας από τους αρχιτέκτονες του Ολοκαυτώματος-, είχε καταφέρει να ξεφύγει και να βρει καταφύγιο, μαζί με πολλούς αξιωματούχους του χιτλερικού καθεστώτος στην Αργεντινή.
ΕΚΕΙ τον εντόπισε, το 1959, η ισραηλινή μυστική υπηρεσία Μοσάντ και μετά από πολύμηνη παρακολούθηση, τον έπιασαν, τον υπνώτισαν και τον μετέφεραν στο Ισραήλ, όπου το 1961 τον δίκασαν και στις 31 Μάιου 1962 τον απαγχόνισαν.
ΕΠΙΣΤΡΕΦΟΝΤΑΣ μετά τη δίκη στη Νέα Υόρκη, η Άρεντ έγραψε το βιβλίο «Ο Άιχμαν στην Ιερουσαλήμ» και ένα χρόνο αργότερα τη «Κοινοτοπία του κακού» που ξεσήκωσε θυελλώδεις αντιδράσεις, απ’ όλες σχεδόν τις πλευρές, συμπεριλαμβανόμενων και των Εβραίων εθνικιστών, για τους οποίους αποκάλυψε ότι συνεργάζονταν με τους Ναζί.
ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΩΝΤΑΣ τη δίκη, η Εβραία φιλόσοφος περίμενε να δει την επιτομή του ναζισμού να αγορεύει, αλλά αντί αυτού είδε ένα φοβισμένο ανθρωπάκι να σκουπίζει συνεχώς τη μύτη του και να ψελλίζει ότι έκανε αυτό που ωφελούσε τη Γερμανία.
ΣΤΟ δικό του το μυαλό όσα έλαβαν χώρα δεν ήταν μαζικές δολοφονίες που είχαν τις ρίζες τους στην απάνθρωπη ιδεολογία, αλλά η αφοσίωση στο «πατριωτικό» του καθήκον.
ΜΕΤΑ τη δίκη, η Άρεντ, στην προσπάθειά της να ερμηνεύσει τον Άιχμαν και όχι να τον δικαιολογήσει, διατύπωσε τη θεωρία της «Κοινοτοπίας του κακού», τονίζοντας ότι το κακό είναι ένα κοινότυπο κίνητρο για να προσθέσει ότι:
ΤΑ πιο ειδεχθή εγκλήματα, γίνονται από τιποτένιους ή μέτριους ανθρώπους, οι οποίοι αρνούνται την ατομικότητά τους και τη λογική κρίση για να ενταχθούν σε μία ιδεολογία ή μια θεωρία που τους προσδίδει σημαντικότητα.
ΑΥΤΗ, συνήθως, υπηρετούν έως το τέλος, χωρίς να αναρωτιούνται και να την ελέγχουν λογικά.
ΚΑΤΙ παρόμοιο, δηλαδή, που έκαναν και οι πρωταγωνιστές των σφαγών και των εκτελέσεων αθώων πολιτών, κατά τη διάρκεια του ελληνικού εμφυλίου από το 1943 έως το 1949, εν ονόματι της πατρίδας, του βασιλιά ή της ιδεολογίας τους για έναν κόσμο που ονειρεύονταν.
ΑΣ αφήσουμε, όμως, για μια στιγμή, στην άκρη τον δικό μας αιματοβαμμένο εμφύλιο και ας επιστρέψουμε στον ορισμό της ανθρωπογεωγραφίας του κακού που πραγματεύεται η Άρεντ, μήπως και βγάλουμε κάποια άκρη για το ποιόν των ανθρώπων που πρωταγωνιστούν στα διάφορα μακελειά.
ΤΟ μεγαλύτερο κακό σε αυτόν τον κόσμο, έλεγε η Άρεντ, δεν προέρχεται από ανθρώπους που επιλέγουν να είναι κακοί.
ΠΡΟΕΡΧΕΤΑΙ από ανθρώπους που απλώς δεν μπορούν να σκεφτούν καθαρά. Από ανθρώπους που, βλέποντας τα πράγματα μονομερώς, δηλαδή μέσα από παραμορφωτικούς ιδεολογικούς φακούς, κάνουν αδιάντροπα πράγματα, θεωρώντας τα προφανή και κανονικά.
ΣΤΗΡΙΖΟΜΕΝΟΙ σε αυτήν την κανονικότητα, πραγματοποιούν φοβερά πράγματα με έναν οργανωμένο και συστηματικό τρόπο.
ΑΥΤΗ είναι η διαδικασία, με την οποία ασχήμιες, εξευτελιστικές, δολοφονικές, απάνθρωπες και απερίγραπτες πράξεις καταλήγουν να αποτελούν ρουτίνα και γίνονται αποδεκτές ως «ο τρόπος που γίνονται τα πράγματα».
ΑΥΤΟ το φαινόμενο, η Χάνα Άρεντ το ονόμασε «η κοινοτοπία του κακού», ενώ ένα ζωντανό παράδειγμα για την ίδια ήταν η περίπτωση του Αδόλφου Άιχμαν που ήταν επικεφαλής του ναζιστικού γραφείου «εβραϊκών υποθέσεων».
Ο Άιχμαν δεν ήταν για την Άρεντ, παρά η ενσωμάτωση της κοινοτοπίας του κακού: ένας σχολαστικός γραφειοκράτης, ένας υποτελής του Τρίτου Ράιχ που δεν είχε τη διανοητική ικανότητα να σκεφθεί καν τις συνέπειες των πράξεών του.
ΟΧΙ επειδή ήταν ηλίθιος ή τρελός, αλλά επειδή ήταν εγκλωβισμένος σε έναν ορισμένο τρόπο σκέψης που τον εμπόδιζε να δει καθαρά και να αναλογιστεί τις επιπτώσεις και την ηθική διάσταση των εγκλημάτων του, πράγμα που γινόταν φανερό ακόμα και στον τρόπο με τον οποίο υπερασπίζονταν τον εαυτό του στη δίκη.
ΑΥΤΟ ακριβώς το πράγμα συνιστά για την Εβραία φιλόσοφο ένα κλισέ, το οποίο μπορεί να προκαλέσει χειρότερα δεινά ακόμα και από το εσκεμμένο «κακό».
ΤΟ πρόβλημα με τον Άιχμαν είναι ότι ακόμα υπάρχουν πολλοί σαν αυτόν, οι οποίοι, λόγω της αδυναμίας τους να σκεφθούν εκτός του προκαθορισμένου πλαισίου, μπορεί να προκαλέσουν ανεπανόρθωτο κακό στην πορεία της ανθρωπότητας.
ΜΙΑ πιο βαθιά (και ψαγμένη) ματιά να ρίξετε στον ελληνικό εμφύλιο, δεν είναι δύσκολο να διαπιστώσετε πόσο δίκιο έχει.
ΚΑΙ αν, προκειμένου να καταλήξετε σε ένα διδακτικό συμπέρασμα, δεν θέλετε για πολλούς και διάφορους ψυχολογικούς λόγους, να εμβαθύνετε στους δικούς μας παραταξιακούς εμφύλιους, ρίξτε μια ματιά τι γίνεται (και παρακολουθείστε τι πρόκειται γίνει) στους «live» εμφύλιους της Συρίας, του Ιράκ ή της Υεμένης.
ΕΠΙΚΡΑΤΕΙ τέτοια «κανονικότητα» για τις σφαγές αθώων, τις μαζικές εκτελέσεις, τους βάρβαρους αποκεφαλισμούς και τα εκατομμύρια των ξεριζωμένων προσφύγων, που δεν εντυπωσιάζουν πια κανένα, παρά το γεγονός ότι θέτουν σε κίνδυνο ολόκληρη τη Μέση Ανατολή, την πατρίδα μας και την Ευρώπη.
ΟΣΟΙ λαμβάνουν μέρος στους τωρινούς εμφύλιους, για χάρη της πατρίδας τους, της ιδεολογίας και της θρησκείας τους αλληλοσπαράσσονται. Για μια θέση στον Παράδεισο συνωστίζονται και σκοτώνονται…
ΚΑΙ επειδή ο Θεός είναι μεγάλος, δεν θα αφήσει κανέναν παραπονεμένο. Όπως χάρη έδωσε σε όλους τους δοσίλογους και φονιάδες ταγματασφαλίτες το ελληνικό κράτος για να επιστρέψει στην εξουσία, όπως -κατά πάσα πιθανότητα- θα έκανε και το ΚΚΕ αν επικρατούσε.
ΕΔΩ το ΚΚΕ, για λόγους που μόνο εκείνο ξέρει, αν και έχουν περάσει από τον εμφύλιο 67 χρόνια, αρνείται ακόμα να δώσει στη δημοσιότητα τα αρχεία του.
ΓΙΑΤΙ το κάνει, δεν ξέρω. Ενδεχομένως, να μην αισθάνεται καμιά ηθική υποχρέωση απέναντι στη συλλογική μνήμη του ελληνικού λαού, στο όνομα του οποίου υποτίθεται ότι αγωνίστηκε, ή για να μην πληροφορηθούμε τους πραγματικούς λόγους εκείνης της εθνοκτόνου τραγωδίας που ακόμα μας βασανίζει.
ΕΓΩ, για παράδειγμα, ως θύμα εκείνου του εμφυλίου, θέλω και απαιτώ να μάθω, τι κατά βάθος ήταν αυτό που οδήγησε τον πατέρα μου να αγωνιστεί (και να δώσει τη ζωή του το 1948) για λογαριασμό του ΚΚΕ, στο Δημοκρατικό Στρατό.
ΓΙΑΤΙ η μητέρα μου σε ηλικία 19 χρόνων, βρέθηκε μαζί με τη γιαγιά μου στη φυλακή της Ακροναυπλίας, με εμένα στην αγκαλιά και γιατί ταλαιπωρήθηκα, από το ελληνικό κράτος και από τη χούντα στο στρατό.
ΝΑ προσθέσω εδώ ότι, επειδή μεγάλωσα και «ανατράφηκα» με την ηρωική μυθολογία της Αριστεράς που «αγωνίστηκε» κατά των κατακτητών για να ανοίξει το δρόμο στο σοσιαλισμό και σε μια πιο δίκαιη κοινωνία, με πήρε τρεις ολόκληρες δεκαετίες «να ξεχωρίσω την ήρα από το σιτάρι» και να αρχίζω να πιστεύω τα μισά από αυτά που άκουγα.
ΜΕ τα χρόνια και γνωρίζοντας αρκετά υψηλόβαθμα στελέχη του ΚΚΕ και ανθρώπους από την «αντίπαλη» παράταξη, άρχισα να καταλαβαίνω (χοντρικά) ότι η αλήθεια ήταν κάπου στη μέση και ότι ο διάβολος κρύβεται όντως στις «λεπτομέρειες».
ΚΑΠΟΙΑ στιγμή (ελπίζω σύντομα) θα αναφερθώ στα συμπεράσματα που έχω συγκεντρώσει, εμβαθύνοντας και αναλύοντας εκ των υστέρων τις δικές μου εμπειρίες με την Αριστερά και το «αντίπαλο» δέος.
ΕΠ’ ευκαιρία, να προσθέσω εδώ ότι, αν κρίνω από την επιστολή του αναγνώστη μας, Παναγιώτη Σταματόπουλου, που δημοσιεύεται σήμερα στη στήλη της αλληλογραφίας, υπάρχουν ακόμα «αριστεροί», που δεν έχουν διδαχθεί τίποτα από την ιστορία, παρά τις προσπάθειες που καταβάλουν να δείξουν το αντίθετο.
ΤΟ «διάβασμα» και οι ιστορικές αναφορές σε βιβλία… ιδεολογικών διατριβών, δεν βοηθούν τους ανθρώπους, που συνεχίζουν να διαβάζουν φορώντας τις κομματικές τους παρωπίδες.
ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ, οφείλω να ευχαριστήσω το Χρήστο Φίφη για τη διόρθωση. Έχει δίκιο, οι φάκελοι των αντιστασιακών κάηκαν το 1989 από την κυβέρνηση Τζανετάκη και όχι από την πρώτη κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου.
ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ, επίσης, εκ των υστέρων και τον καθηγητή Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, Άλκη Γούναρη, που χωρίς την άδειά του χρησιμοποιούσα αποσπάσματα ενός άρθρου του για την Χάνα Άρεντ.