Είναι ένα ωραίο τραγουδάκι που οι στίχοι του, αν θυμάμαι καλά, είναι κάπως έτσι… «Στον άλλο κόσμο που θα πας, κοίτα μη γίνεις σύννεφο/ κοίτα μη γίνεις σύννεφο κι άστρο λαμπρό της χαραυγής/ και σε γνωρίσει η μάνα σου που καρτερεί στην πόρτα…». 

Οι περισσότεροι από εμάς, κάπου-κάπου αναφέρουμε τον άλλο κόσμο, απλά και λακωνικά. 

– Τι έγινε ρε παιδιά ο Θανάσης; 

– Ο Θανάσης; Τώρα πια, μας… έφυγε, τον χάσαμε, είναι στον άλλο κόσμο. 

Αν ρωτήσεις κάποιον που θα σου μιλήσει για τον… άλλο κόσμο, πού βρίσκεται αυτός, πώς περνάνε εκεί και πώς είναι ο… άλλος κόσμος, απάντηση καμία. Μουγγαμάρα και σιωπή. Ακόμη και αυτοί που συγκεντρώνονται γύρω από ένα στρογγυλό τραπέζι και περιμένουν ν’ αρχίσει το τραπέζι να… υψώνεται και να έλθει το αγαπημένο τους άτομο από τον… παράδεισο, ούτε κι αυτοί ξέρουν για τον άλλο κόσμο. 

Περιμένει τον άνδρα της να έλθει στη σύναξη, να καθίσει στο σαλόνι χωρίς να φαίνεται και η… θλιμμένη, η απαρηγόρητη χήρα, να τον ρωτάει: Εσύ είσαι Βαγγέλη μου; Από το διπλανό δωμάτιο κάποιος χτυπάει το ταβάνι με το σκουπόξυλο, δύο ποθητά χτυπήματα που σημαίνουν… ναι. 

Η χήρα τον παρακαλεί να μη φύγει. Τον ρωτάει αν είναι καλά και δύο χτυπήματα ακούγονται πάλι στο… ταβάνι. Τι ευτυχία στην ομήγυρη. Αν ρωτήσει η χήρα τον αγαπημένο της Βαγγέλη πώς είναι στον άλλο κόσμο η κατάσταση, ο καιρός και το περιβάλλον ή αν βλέπει την κουμπάρα τους που πέθανε μία εβδομάδα αργότερα. Νέκρα και σιωπή παντού. Απάντηση καμία. 

Και, σύμφωνα με τις πληροφορίες μου, σοβαρές, βεβαιωμένες και τεκμηριωμένες πληροφορίες, απαγορεύεται σε όποιον κατοικεί στον άλλο κόσμο να αναφέρει οποιαδήποτε σχετική πληροφορία. Εγώ ό,τι έμαθα και από τα οποία θα σας πω μόνο λίγα, τα πληροφορήθηκα από έφεδρο, βοηθητικό άγγελο, δικό μου πρόσωπο. 

Οι παλιοί έλεγαν ότι όλοι έχουμε, δίπλα μας, τον δικό μας άγγελο. Δεν ξέρω. Εγώ όσες φορές τον ζήτησα και όσες φορές του μίλησα, απάντηση δεν έλαβα. Κατά πάσα πιθανότητα θεώρησε τον βίο μου έντιμο και σύμφωνο με τους… κανόνες και έφυγε για να βοηθήσει κάποιον άλλο… αμαρτωλό. 

Δεν θέλω ερωτήσεις, τηλεφωνήματα, επιστολές στην εφημερίδα και διαμαρτυρίες έξω από το κτίριο της Κοινότητας για τα λίγα που θα σας εκμυστηρευτώ. Ξέρω πολλά για τον άλλο κόσμο, αλλά… αρκεστείτε στα λίγα: Στον «Άλλο Κόσμο» που το άλλο του όνομα είναι «ο Άλλος, ο Ωραίος Κόσμος» αυτός που δεν υπάρχει θλίψη, πόνος και στεναγμός αλλά ζωή ατελεύτητος, είναι ένας κόσμος-όνειρο. Όλοι, άνδρες-γυναίκες φορούν έναν κάτασπρο χιτώνα. Δεν κρυώνουν, δεν ζεσταίνονται, δεν πεινάνε. Όσοι πεθάνουν πάνω από εβδομήντα, άνδρες-γυναίκες, κατά την είσοδό τους στον «Άλλο Ωραίο Κόσμο», τους γίνεται μια έκπτωση δέκα ετών και φαίνονται, όλοι όπως ήταν στα εξήντα τους. 

Όταν θελήσουν να κοιμηθούν, όσοι θέλουν να ονειρευτούν, απλώς ξαπλώνουν κάτω. Το έδαφος, μόλις ξαπλώσουν, μαλακώνει και παίρνει τη μορφή του κορμιού τους και τα όνειρά τους, μόνο όνειρα γλυκά. Μια τεράστια βιβλιοθήκη, δίπλα στη λίμνη. Ό,τι βιβλίο διαλέξεις γίνεται αμέσως στη γλώσσα που θέλεις. Απέναντι ακριβώς από τη βιβλιοθήκη βρίσκεται το τεράστιο θέατρο για το οποίο θα σας μιλήσω ευθύς αμέσως. 

Δύο ή τρεις φορές μεγαλύτερο από το θέατρο της Επιδαύρου ή από το Ηρώδειο της Αθήνας, με σκαλοπάτια για καθίσματα, όπως ακριβώς είναι στα θέατρα που προανέφερα. Μια μεγάλη, μπλε βελούδινη αυλαία που ήταν στερεωμένη στο δικό τους ουρανό, έφτανε μέχρι το έδαφος του δικού τους κόσμου. Κόσμος αρχίζει κάποια ώρα και γεμίζει το θέατρο. Όλοι, άνδρες-γυναίκες, έρχονται μόνοι τους και κάθονται στις θέσεις τους, αφήνοντας τη διπλανή τους θέση άδεια, σαν να περιμένουν κάποιον που θα έλθει από μακριά. Για να μη σας κουράζω, έμαθα τι ακριβώς γίνεται. 

Ακούστε: Ξαφνικά ακούγεται ο ήχος μια «γλυκιάς» καμπάνας και η τεράστια αυλαία ανοίγει. Μουσική απαλή, κλασική, ακούγεται σαν να κατεβαίνει από το δικό τους ουρανό. Μπετόβεν, Στράους, Σοπέν και ό,τι άλλο θείο γέννησε η κλασική μουσική εδώ στη γη και ότι συνεχίστηκε στον «άλλο ωραίο κόσμο». Οι άγγελοι εκεί γνωρίζουν ποιον επιθυμεί πολύ να ξαναδεί αυτός που «ζει» εκεί που δεν υπάρχει πόνος, λύπη και στεναγμός, αλλά ζωή ατελεύτητος, στον άλλο ωραίο κόσμο. 

Έχει ειδοποιηθεί ο τυχερός, του έχουν πει σε ποια θέση να πάει να καθίσει και να αφήσει την διπλανή κενή και ξέρει ότι σε κάποια στιγμή ο άγγελος θα φέρει και θα βάλει δίπλα του ή δίπλα της το αγαπημένο πρόσωπο που περιμένει διπλωμένο σε ένα απαλό γαλάζιο σύννεφο. Σιγά-σιγά γεμίζουν όλες οι άδειες θέσεις. Η μάνα που έχασε το παιδί της το ξαναβρίσκει, ο σύζυγος τη γυναίκα του, ο αγαπημένος την αγαπημένη του, ο γονιός το σπλάχνο του και το σπλάχνο τη μάνα ή τον κύρη του, ο αδελφός τον αδελφό. 

Δεν ακούγονται φωνές, κλάματα ή γέλια. Κραυγές χαράς πνιγμένες, ακούγονται καμιά φορά, ποιος ξέρει, ίσως γιατί περίμενε αρκετά τον ερχομό του ή τον ερχομό της. Σαν γεμίσει η αίθουσα και συμπληρωθούν οι άδειες θέσεις, ακούγονται χαμηλόφωνες συζητήσεις που τις συνοδεύει η μουσική. Ήρθε η ώρα. Ο σύντροφος άγγελος αγκαλιάζει το ζευγάρι, το οποιοδήποτε ζευγάρι, το σκεπάζει με τα φτερά του κι ένα ανάλαφρο σύννεφο και το συνοδεύουν μέχρι το πάρκο δίπλα στη λίμνη. Εκεί θα τους αφήσει μόνους τους. Και οι δύο ξέρουν ότι ο γήινος επισκέπτης, μόλις χαράξει και ο δικός τους ουρανός χρωματιστεί με πρωινές ανταύγειες στο χρώμα του κυκλάμινου, πρέπει να φύγει. 

Ας κάνουμε μια αίτηση κι ίσως σταθούμε τυχεροί.