ΤΟ ΕΡΧΟΜΕΝΟ Σάββατο ψηφίζουμε στην Αυστραλία. Ψηφίζουμε έπειτα από μια μακρά προεκλογική εκστρατεία.

ΚΑΙ, όμως, στο διάστημα αυτό, δεν έπεσε «ούτε τουφεκιά» εκ μέρους της ελληνικής παροικίας!

ΟΥΤΕ καν ο… «συνήθης ύποπτος» Γιώργος Ζάγκαλης, δεν μίλησε. Υποπτεύομαι ότι κι εκείνος (όπως και άλλοι «επαναστάτες») παραθερίζει στην καλοκαιρινή Ελλάδα, μακριά από τη χειμωνιάτικη και μουντή Αυστραλία, αφήνοντας την «επανάσταση» σε εμάς.

ΕΜΕΙΣ, όμως, πέσαμε σε «χειμερία νάρκη» και, οργανωμένα και συντονισμένα, δεν πλησιάσαμε τις πολιτικές παρατάξεις για να τους θέσουμε κάποια ζητήματα που μας απασχολούν και για τα οποία γκρινιάζουμε (μεταξύ μας) σε κάθε ευκαιρία!

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΩ, βεβαίως, ότι η Ελληνική Κοινότητα Μελβούρνης «έκανε τη δουλειά της». Πλησίασε τις δυο μεγάλες παρατάξεις και έλαβε δεσμεύσεις ότι θα στηρίξουν οικονομικά κάποια προγράμματά της.

ΟΜΟΛΟΓΩ ότι και ο όλος τρόπος που έγινε αυτό δεν με… ενθουσίασε. Πολύ καλά έκανε η Κοινότητα, αλλά αυτές οι υποσχέσεις της τελευταίας στιγμής φαίνονται και ως προσπάθεια «εξαγοράς» ψήφων…

ΟΙ ΔΕΣΜΕΥΣΕΙΣ (για να μην πω και τα λεφτά) θα μπορούσαν να είχαν δοθεί πολύ νωρίτερα…

ΓΙΑ το θέμα αυτό έγραψε και ένα εύστοχο σχόλιο ο Θεόδωρος Σκάλκος στον «Ελληνικό Κήρυκα» της Πέμπτης. Από την περασμένη εβδομάδα ήθελα να γράψω κάτι για τον «Κήρυκα», που παίρνει κάποια θέματα του «Νέου Κόσμου» και τα δημοσιεύει επί λέξει ως δικά του.

Όλοι μας «αναπαραγάγουμε» (ωραία λέξη) θέματα από τον ελλαδικό Τύπο, αλλά όχι και να «κλεβόμαστε» μεταξύ μας…

ΕΛΕΓΑ, λοιπόν, να κάνω ένα «αφιέρωμα» στον «Κήρυκα» γι’ αυτό το φαινόμενο, αλλά μου άρεσε το κείμενο του Σκάλκου «Λεφτά του κοσμάκη πεταμένα στην προεκλογική καμπάνια» και του την… χάρισα (για την ώρα).

ΔΕΝ είναι, λοιπόν, αυτό το θέμα μου σήμερα… Το θέμα μου είναι ποιος άλλος φορέας (πέρα από την Κοινότητα Μελβούρνης) πίεσε τα κόμματα για να προωθήσει κάποια θέματα που αφορούν την ομογένεια.

ΚΑΙ αν το έκανε, γιατί δεν το δημοσιοποίησε, όπως η Κοινότητα; Η οποία Κοινότητα, πέρα από την προσπάθειά της να εξασφαλίσει και κάποια κονδύλια για λογαριασμό της) μετά από πρόταση του «Νέου Κόσμου» «κωδικοποίησε» και κάποια άλλα θέματα που αφορούν την ομογένεια.

ΚΑΙ αυτά τα θέματα, μαζί με άλλα που μας προώθησαν αναγνώστες μας, ανέλαβε ο «Νέος Κόσμος» να τα θέσει στην πολιτική ηγεσία και να τους ζητήσει να δεσμευτούν γι’ αυτά.

ΣΗΜΕΙΩΝΟΥΜΕ, ότι, ζητήσαμε δημόσια από αναγνώστες και ομογενειακούς φορείς να μας πουν τι θέλουν να θέσουμε στους πολιτικούς αρχηγούς και τους υποψηφίους.

ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΘΗΚΑΝ πολλοί αναγνώστες, αλλά από φορείς μόνο η Κοινότητα Μελβούρνης και η ΠΑΣΕΚΑ. Κανείς άλλος! Αυτό δείχνει και πόσο «σοβαρά» μερικοί λαμβάνουν το ρόλο τους.

ΕΜΕΙΣ, πάντως, τα «κωδικοποιήσαμε» όλα αυτά και τα θέσαμε στα κόμματα και στους αρχηγούς της.

Δεν είναι τυχαίο -και το σημειώνω αυτό- ότι και σε αυτή την εκλογική αναμέτρηση (όπως και σε προηγούμενες) τόσο ο πρωθυπουργός, όσο η υπουργός Εξωτερικών και ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά και (όπως αναμένεται) ο «ρυθμιστής» της επόμενης γερουσίας μίλησαν αποκλειστικά στο «Νέο Κόσμο» και δεσμεύτηκαν για εθνικά θέματα (Κυπριακό, Μακεδονικό), συντάξεις, SBS, γλώσσα κ.λπ.

ΘΕΛΩ να πω ότι εμείς λαμβάνουμε σοβαρά το ρόλο μας ως εφημερίδα (εδώ και 59 χρόνια) και αυτό το γνωρίζει πολύ καλά η παροικία και γι’ αυτό μας εμπιστεύεται παρά τα όποια λάθη και τις αδυναμίες μας.

ΕΚΕΙ που έχουμε πρόβλημα, είναι με μια μικρή ομάδα νεαρών Ελλήνων φιλάθλων, που εδώ και χρόνια μας θεωρούν «ανθέλληνες». Τα έγραψα αυτά διεξοδικά, πριν δυο εβδομάδες, αλλά επανέρχομαι.

ΑΦΟΡΜΗ μου έδωσε η επίθεση που εξαπέλυσε η Χρυσή Αυγή εναντίον του Φώτη Καπετόπουλου, λόγω άρθρου που έγραψε ο τελευταίος στην εφημερίδα μας για τα επεισόδια που έκαναν κάποιοι χούλιγκαν πριν τον πρόσφατο αγώνα μεταξύ των εθνικών ομάδων Αυστραλίας-Ελλάδας στη Μελβούρνη.

H ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ γράφει, μεταξύ άλλων, ότι ο «Νέος Κόσμος» είναι μια μαρξιστική «ελληνική» εφημερίδα (το ελληνική σε εισαγωγικά) που πεθαίνει γιατί κανείς δεν την διαβάζει.

Και γιατί ασχολούνται με το «Νέο Κόσμο»; «Γιατί είναι απόλαυση να κλωτσάς ένα νεκρό άλογο σαν το «Νέο Κόσμο»» συμπληρώνουν.

ΕΚΕΙΝΟ που έχει σημασία είναι ότι η Χρυσή Αυγή στην Αυστραλία, όπως και κάποιοι άλλοι νέοι μας, με αφορμή το άρθρο του Φ. Καπετόπουλου -αλλά και ένα άλλο του Κ. Καλύμνιου-, «διαστρεβλώνουν» τα γεγονότα και θέλουν να εμφανίσουν το «Νέο Κόσμο» ότι επιτίθεται στη νεολαία μας.

ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ, βεβαίως, για χονδροειδές ψέμα! Η εφημερίδα αυτή στηρίζει όσο κανείς τη νεολαία μας. Απλώς, επικρίνει μια μικρή, πολύ μικρή μειοψηφία, που δημιουργεί προβλήματα, βρίζει, προπηλακίζει και πετά φωτοβολίδες σε κόσμο, θέτοντας τη ζωή τους σε κίνδυνο. Θέλουμε τα παιδιά αυτά να καταλάβουν ότι αυτό που κάνουν είναι λάθος. Απειλεί ζωές και διασύρει και την παροικία μας.

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ αυστηροί υπήρξαμε και με τα αγγλόφωνα μέσα ενημέρωσης που διόγκωσαν τα επεισόδια και προέβησαν σε όργιο παραπληροφόρησης που «μύριζε» ρατσισμό.

ΚΑΙ μιας και ο λόγος για τον Κ. Καλύμνιο να σημειώσω ότι έκανε μια ενδιαφέρουσα ανάρτηση στο facebook για την προσπάθειά μας να κάνουμε mainstream τα Ελληνικά Φεστιβάλ.

ΤΟ «Γλέντι» έγινε Lonsdale Street Festival και το Oakleigh Greek Glendi έγινε σκέτο Oakleigh Glendi. Εκείνο που έχει πιο πολύ σημασία όμως είναι η «προτεραιότητα» στην αφίσα του Oakleigh Glendi και όχι η αφαίρεση του «Greek». Τι θα προσφέρει λοιπόν; Πρώτα φαγητό, μετά μουσική και μετά «κουλτούρα» (ότι και αν σημαίνει αυτό)… Και μετά λέμε για τους νέους μας…

ΚΑΙ μιας και είμαστε στα «πολιτιστικά» τι έγινε με τους λογοτέχνες μας; Τόσοι ποιητές και λογοτέχνες στην παροικία μας και δεν έστειλαν συμμετοχές στο λογοτεχνικό διαγωνισμό του Πολιτιστικού; Διαφορετικά, ποιος ο λόγος να δοθεί παράταση ώς τις 15 Ιουλίου;

ΘΑ περίμενε κανείς ότι σε μια πόλη με «900.000 Έλληνες» η συμμετοχή στο διαγωνισμό θα ήταν μεγαλύτερη.

ΝΑΙ, καλά διαβάσατε! Σύμφωνα με ανταπόκριση της ΕΡΤ από την… Κομοτηνή (καμιά ευθύνη γι’ αυτό οι εδώ ανταποκριτές της ΕΡΤ για να μην υπάρχει καμιά παρεξήγηση), οι Έλληνες της Μελβούρνης ανέρχονται στις 900.000 και έχουν μόνο έναν βουλευτή ελληνικής καταγωγής! (Πέντε έχουμε για την ακρίβεια).

Η ΕΡΤ, λοιπόν, φιλοξένησε έναν ομογενή που, μεταξύ άλλων, είπε τα ακόλουθα:

«Στη Μελβούρνη, πριν είκοσι χρόνια είχαμε τέσσερις βουλευτές με ελληνική καταγωγή, τώρα έχουμε μόνο έναν», μιλώντας με καμάρι για τους 900.000 Έλληνες της Μελβούρνης. «Είμαστε πολλοί. Οι περισσότεροι θέλουν να επενδύσουν στην Ελλάδα, αλλά δεν ξέρουν τον τρόπο. Φοβούνται με τη ρευστή κατάσταση της ελληνικής πολιτικής σκηνής, αλλά και με την πολιτική υπερφορολόγησης των ακινήτων. Για καλή ζωή σαν την Ελλάδα δεν υπάρχει, αλλά η Αυστραλία σου προσφέρει φθηνή ζωή και πολλά λεφτά, αν πεις να εργαστείς». Αυτά είπε ο ομογενής… Δεν έρχεται και σε μένα να μου πει πού βρήκε τις «900.000 Έλληνες, τη φθηνή ζωή και τα πολλά λεφτά»;

ΜΟΥ κάνει εντύπωση ο παθητικός τρόπος με τον οποίο οι ομογενείς (γονείς και φορείς) δέχονται την «έξωση» της ελληνικής γλώσσας από τα δημόσια σχολεία της Βικτώριας.

Δεν «ιδρώνει» το αυτί κανενός. Ούτε εκπαιδευτικών ούτε πολιτιστικών ούτε λογοτεχνικών φορέων. Ούτε καν της Εκκλησίας που «νοιάζεται» για τα «safe schools», αλλά για το γεγονός ότι η γλώσσα μας χάνει έδαφος, σφυρίζει αδιάφορα…

ΕΝΑΣ τρόπος υπάρχει να κινητοποιηθούμε! Να ενταχθεί στο Northcote High και σε άλλα σχολεία η γλώσσα των «ακατανόμαστων». Να δείτε τότε πόσο άμεση, μαζική και δυναμική θα είναι η αντίδρασή μας. Μας αρέσει να αντιδρούμε και όχι να δρούμε προληπτικά!

ΚΑΙ μιας και ο λόγος σε αντιδράσεις να πούμε ότι ο πιστός αναγνώστης του «Νέου Κόσμου», Ange Kenos, είναι έξω φρενών, γιατί η Φιλελεύθερη υπουργός, Michaelia Cash, φέρεται να είπε σε τηλεοπτική συνέντευξή της ότι «όπως όλοι οι καλοί Αυστραλοί έτσι και εγώ, έχω συγγενείς στη Βρετανία».

Και μας γράφει ο Ange Kenos: «Μόνο όσοι κατάγονται από τη Βρετανία είναι καλοί Αυστραλοί; Γιατί ο μεταναστευτικός Τύπος, αλλά και οι πολιτικοί δεν έβαλαν την Michaelia Cash στη θέση της;».

ΚΛΕΙΝΩ με ένα μικρό μέρος ενός κειμένου που «δανείστηκα» από την «Καθημερινή» και το αφιερώνω σε όσους μας σχολιάζουν στα social media:

«Είναι δικαίωμα του καθενός να έχει οποιαδήποτε γνώμη θέλει για τις εφημερίδες και τους δημοσιογράφους. Όμως κι αυτοί που με ευκολία βρίζουν, αυτοί που απαξιώνουν κι αυτοί που επιμένουν σε πείσμα των καιρών να παραμένουν φανατικοί αναγνώστες, οφείλουν να ξέρουν ότι χωρίς μέσα ενημέρωσης η δημοκρατία θα είναι λειψή. Και ας μην τρέφουν ψευδαισθήσεις ορισμένοι ότι στην εποχή του Διαδικτύου και των social media δεν υπάρχει η ανάγκη ενημέρωσης από τα παραδοσιακά μέσα. Το χάος, ο ενθουσιασμός και η ασυδοσία δεν αποτελούν τα καλύτερα εχέγγυα για πλουραλιστική ενημέρωση, όσο καλές προθέσεις κι αν υπάρχουν.

ΕΧΟΥΝ περάσει πολλά χρόνια από τότε που ο Χέγκελ έγραφε ότι η ανάγνωση της εφημερίδας έχει αντικαταστήσει την πρωινή προσευχή γιατί φέρνει τον αναγνώστη σε επαφή με το πνεύμα του κόσμου. Αυτή την ανάγκη της ανάγνωσης και της γνώσης έχουμε υποχρέωση να την κρατήσουμε ζωντανή παρ’ όλα τα προβλήματα και τις παθογένειες που ενδημούν σε όλο το φάσμα του Τύπου».