Τιμήθηκε από την Αυστραλία με το «Μετάλλιο του Αιώνα» όταν συμπληρώθηκαν 100 χρόνια από την ίδρυση της Κοινοπολιτείας.
Μια ζωή μόχθου και δημιουργίας, προσφοράς και αγώνων, είναι η πορεία του Σωτήρη Παπαφωτίου, που έχει πολλά κοινά με τις ζωές άλλων συμπαροίκων που ήρθαν νέοι από την Ελλάδα και ρίζωσαν στην Αυστραλία.
Με αφορμή τη γαμήλια επέτειο των πενήντα χρόνων που γιόρτασε ο γνωστός συμπάροικος με την σύζυγό του, Αγγελική, μοιράστηκε μαζί μας μια ανασκόπηση της κοινής τους ζωής, ονείρων, αγώνων και ελπίδων.
Ο κ. Παπαφωτίου είναι από τα δραστήρια μέλη της ελληνικής παροικίας, έχει υπηρετήσει σε πολλούς κοινοτικούς και πολιτιστικούς συλλόγους στο πέρασμα των χρόνων, βάζοντας έτσι το δικό του λιθαράκι στην ομογένεια της Μελβούρνης.
O καταγόμενος από το χωριό Πράσινο Αρκαδίας, διετέλεσε πετυχημένος πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας St. Albans, και έχει τιμηθεί, μεταξύ άλλων, από τον Γενικό Κυβερνήτη της Αυστραλίας και άλλους φορείς, για τον εθελοντισμό και τη γενικότερη προσφορά του.
Τη μεγαλύτερη, όμως, επιτυχία της ζωής του θεωρεί την οικογένειά του, που αποτελείται από είκοσι ένα άτομα, εκ των οποίων έντεκα είναι τα εγγόνια. «Αυτά είναι η περιουσία μας» αναφέρει «και είμαστε πολύ χαρούμενοι».
Η ζωή «έχει τα καλά έχει και τα ανάποδα» λέει χαρακτηριστικά ο κ. Παπαφωτίου και έχει πολλά να μας εξιστορήσει, ξεκινώντας από τη γνωριμία με την σύζυγό του η οποία κατέληξε σε γάμο μέσα σε μερικούς μήνες»
«Γνώρισα την σύζυγό μου από μία ξαδέλφη μου και με μια-δυο συναντήσεις πειστήκαμε ότι ταιριάζουμε». Έκτοτε, μαζί στις δυσκολίες και στις χαρές με συστατικά ενός ευτυχισμένου γάμου κατά τον ίδιο να αποτελούν η συνεννόηση στο ζευγάρι, ο σεβασμός, η αγάπη, η κατανόηση, καθώς και γενικότερα στη ζωή η υπομονή και η επιμονή.
Με αυτές τις αξίες λοιπόν και σκληρή και πολλή δουλειά και θυσίες, όπως οι περισσότεροι μετανάστες της εποχής εκείνης, προχώρησαν στη ζωή τους, δημιούργησαν οικογένεια, απέκτησαν πέντε παιδιά, αλλά και δοκιμάστηκαν σκληρά όταν απεβίωσε η μία τους κόρη σε ηλικία δεκαεπτά ετών.
«Η τύχη μας κτύπησε απότομα, σκληρά και ανεπανόρθωτα. Μαύρο σκοτάδι έπεσε στο σπίτι μας» δηλώνει και συνεχίζει «Ο ερχομός των εγγονιών σιγά-σιγά απάλυνε τον μεγάλο πόνο και αυτό ήταν το καλύτερο φάρμακο για μας».
Σε αυτόν τον εορτασμό της 50ής γαμήλιας επετείου, συμμετείχε όλη η οικογένεια, έκοψαν την τούρτα και το γιόρτασαν σε εστιατόριο της περιοχής, αφού πρώτα, όμως, το ζευγάρι έκανε ένα «προσκύνημα» στον ιερό ναό Αγίου Νικολάου Yarraville, όπου παντρεύτηκαν πριν πενήντα χρόνια, γνώρισαν τον τωρινό ιερωμένο και συνέχισαν στο χολ όπου είχε ακολουθήσει το γαμήλιο γλέντι.
«Αυτή η γιορτή θα πρέπει να γιορτάζεται κάπως διαφορετικά από κάθε άλλη γιορτή, έρχεται μία φορά σε κάθε ζεύγος και δεν πρέπει να την αφήνουμε να περνάει απαρατήρητη» σημειώνει ο κ. Παπαφωτίου.
Η ζωή, όμως, πέρα από το «ωραίο ταξίδι», του χάρισε και ωραία ταξίδια καθώς και την εκπλήρωση νεανικών ονείρων όπως να επισκεφθεί και να περπατήσει στην Κόκκινη Πλατεία της Μόσχας, να προσκυνήσει τους Αγίους Τόπους με την σύζυγό του, να επισκεφθεί συγγενείς στον Καναδά, να πατήσει τα άγια χώματα της Αγίας Σοφιάς, να κάνει ένα μνημόσυνο για τους αποθανόντες συγγενείς στο χωριό του το Πράσινο.
Από την επίσκεψη στην Αγιά Σοφιά περιγράφει με δέος το συναίσθημα που τον κατέκλυσε απ’ την είσοδο ακόμα «με τα πρώτα βήματα όλο μου το σώμα κάτι έπαθε, το αίμα μου, το μυαλό μου, μια ανεξήγητη παγωνιά μέχρι να φτάσω στο μέσο του ναού. Πέρασαν μερικά λεπτά για να καταλάβω τι μου συμβαίνει» και συνειρμικά του ήρθε στο μυαλό το ποίημα «Σώπασε κυρα-Δέσποινα και μην πολυδακρύζεις, πάλι με χρόνια με καιρούς, πάλι δικά μας θα ‘ναι».
Κάνοντας τον απολογισμό του, ο κ. Παπαφωτίου μας εξομολογείται πως άκουσε, είδε και χάρηκε πολλά στη ζωή του και θέλει να ζήσει και να χαρεί πολλά ακόμα.
«Πόσα χρόνια δεν λέω» σχολιάζει και συνεχίζει «όσα και να ‘ναι θέλω να τα περάσω με υγεία, ηρεμία και ειρήνη». Την επιθυμία του για ένα καλό τέλος την εναποθέτει στην ελπίδα «η ελπίδα θα έχει πάλι το λόγο, ότι θα μας παρηγορεί, έως ότου έρθει η ώρα να μας αποχαιρετήσει» καταλήγει.