Η Μαριρένα είναι η έφηβη νεομετανάστρια που όλοι σας γνωρίσατε πριν από ένα χρόνο μέσα από τις σελίδες του «Νέου Κόσμου». Τότε η Μαριρένα κατάθεσε σε όλους μας τις προκλήσεις και δυσκολίες που τόσο αυτή όσο και πολλά άλλα νεαρά παιδιά της ηλικίας της που μετανάστευσαν τα τελευταία χρόνια στην Αυστραλία αντιμετωπίζουν. Φέτος η Μαριρένα επέστρεψε στην Ελλάδα για διακοπές. Επέστρεψε στο σπίτι της, όπως χαρακτηριστικά μας είπε και ήθελε να μοιραστεί μαζί μας και μαζί σας αυτήν την τόσο προσωπική της εμπειρία. Σας την παρουσιάζουμε….
«Ο καιρός περνάει πολύ γρήγορα τελικά.. Πέρυσι τέτοια εποχή έζησα τον πρώτο μου χειμώνα στη Μελβούρνη ο οποίος, δεν ήταν και ότι καλύτερο μου είχε συμβεί. Ήταν πολύ δύσκολη εμπειρία για μένα. Φέτος όμως ήταν πολύ καλύτερα. Περίμενα να έρθει ο Ιούνιος πως και πως γιατί μαζί με τον Ιούνιο ήρθε και η Ελλάδα ή μάλλον πήγα εγώ σε εκείνη.
Τα λόγια δεν είναι αρκετά για να περιγράψω την χαρά μου όταν κατέβηκα από το αεροπλάνο στην Αθήνα και αντίκρισα τον καταγάλανο ουρανό.. Ήταν σαν να ξανά ζωντάνεψα, όπως όταν ένα ψάρι παλεύει στην στεριά και κάποιο ανθρώπινο χέρι του δίνει ζωή πετώντας το στην θάλασσα έτσι και γω ανέπνευσα ξανά. Από την πρώτη στιγμή ένιωσα ελεύθερη. Λίγοι μπορούν να καταλάβουν τι εννοώ, όχι πως εδώ είμαι φυλακισμένη αλλά ο αέρας της πατρίδας σου είναι διαφορετικός. Όλα μου φαινόταν όμορφα το οτιδήποτε αντίκριζα ακόμα και ένα πετραδάκι στον δρόμο το έβλεπα και χαμογελούσα. Περπατούσα στο αεροδρόμιο και άκουγα κόσμο να μιλάει ελληνικά, καθαρά ελληνικά. Τότε ήταν η στιγμή που ένιωσα πως έφτασα επιτέλους σπίτι μου, με όλη την σημασία της λέξης.
Επισκέφτηκα την Κέρκυρα για μια εβδομάδα. Ήταν αξέχαστη εμπειρία. Μου είχε λείψει πολύ η ομορφιά αυτού του νησιού και για άλλη μια φορά επιβεβαίωσα την γνώμη μου πως σαν τα ελληνικά νησιά δεν υπάρχουν άλλου στον κόσμο. Μετά πήγα στην πανέμορφη Ιθάκη μου. Ακριβώς όπως μου το έλεγαν όλοι, ήταν εκεί και με περίμενε ακόμα πιο όμορφη από όσο την είχα αφήσει. Με τα καταπράσινα της βουνά και την απέραντη θάλασσα τα πανέμορφα ηλιοβασιλέματα και τις κρυστάλλινες παραλίες.
Μόλις πάτησα το πόδι μου στο λιμάνι η ψυχή μου γαλήνεψε ακόμα περισσότερο. Μόνο κάποιος που μένει μακριά καταλαβαίνει τι εννοώ. Εκείνη την στιγμή ήταν σαν όλη μου η ζωή να περνά μπροστά από τα μάτια μου και ένιωσα πως δεν πέρασε ούτε μια μέρα από όταν έφυγα. Λες και όλα συνέβησαν χθες.
Είδα τους φίλους μου, όλους τους ανθρώπους που αγαπώ και φυσικά την οικογένεια μου. Ευχαριστήθηκα την φροντίδα της γιαγιάς μου. Πήγα στα μέρη που πήγαινα παλιά, κολύμπησα στις αγαπημένες μου παραλίες και φυσικά έφαγα ελληνικό αυθεντικό σουβλάκι. Ήταν όλα εκεί και με περίμεναν να τα ζήσω σαν να μην υπάρχει αύριο. Γνώρισα εξαιρετικούς ανθρώπους που γέμισαν το καλοκαίρι μου ευτυχία και όμορφες στιγμές. Απόλαυσα το ηλιοβασίλεμα κάθε μέρα και από άλλη γωνία του νησιού. Με λίγα λόγια ερωτεύτηκα ξανά την ομορφιά της Ιθάκης μου.
Ήρθε η ώρα λοιπόν να ξανά αφήσω το νησί μου και να γυρίσω πίσω στην Μελβούρνη. Στεναχωρήθηκα παρά πολύ, ήταν λες και ο ίδιος εφιάλτης επαναλαμβάνονταν. Κατάλαβα όμως πως πάντα θα αφήνουμε κάποιον πίσω που και το γύρο του κόσμου να κάνουμε θα είναι εκεί να μας περίμενε, θα είμαστε πάντα μαζί του. Έτσι δεν το έβαλα κάτω, σήκωσα το κεφάλι ψηλά και κράτησα μόνο τα καλά αυτού του ταξιδιού, δεν σκέφτηκα πως φεύγω γιατί και που έφυγα θα ξανά γυρίσω, σύντομα. Μέσα από αυτό το ταξίδι έμαθα πολλά όπως ποιοι είναι οι άνθρωποι που αξίζει να είναι δίπλα μου και χαίρομαι που τους έχω στην ζωή μου ακόμα και αν είμαι μακριά.