Ο Μάης φέτος δεν έφερε μόνο τη συνηθισμένη του πραμάτεια, δηλαδή, χρώματα, λουλούδια και αρώματα, αλλά και ό,τι ξέχασε ο χειμώνας…

ΤΙΣ δύο πρώτες εβδομάδες έκανε κρύο και έβρεχε, ενώ που και που, έριχνε για να μη ξεχνιόμαστε και κανένα προειδοποιητικό χαλάζι για να μας κρατά σε εγρήγορση.

Η ανοιξιάτικη κακοκαιρία με ανάγκασε να τροποποιήσω τα σχέδιά μου και να περιορίσω τις ολοήμερες βόλτες μου.

ΠΗΓΑΙΝΑ μόνο στο καφενείο και μέχρι την Τρίπολη να αγοράσω εφημερίδα και γυρνούσα στο χωριό.

ΑΠΟΛΑΜΒΑΝΑ τη ζεστασιά της σόμπας, τη θέα, τη μοναξιά του κάμπου (που για χάρη του έγινε και λίμνη) την ομίχλη των βροχών και τη μοναδική ησυχία του χωριού.

ΟΥΤΕ φωνή ούτε βουή ούτε κορνάρισμα και θόρυβοι από τις μηχανές των αυτοκινήτων.

ΚΑΝΕΝΑ σημάδι… πολιτισμού και αστικής δραστηριότητας. Απόλυτη γαλήνη. Η φύση της σε όλο της το μεγαλείο.

ΤΟ ότι στο χωριό ζουν και άλλοι άνθρωποι, μπορείς να το συμπεράνεις, μόνο από τα γαβγίσματα των σκύλων που έχουν απομείνει.

ΤΑ σποραδικά γαβγίσματά τους, ιδιαίτερα τη νύχτα, τονίζουν την απόλυτη ησυχία.

Η γειτονιά γύρω από το πατρικό μου σπίτι, είναι αδιαίρετα ήσυχη, αφού δεν ζει πια κανένας γείτονας.

Η θεία Ρεβέκκα ζει εντελώς μόνη της, από τότε που πέθανε και η τελευταία γειτόνισσα πριν από μια δεκαετία.

Η απολαυστική αυτή ρουτίνα διήρκησε για περισσότερο από δύο βδομάδες. Μέχρι που έφτιαξε ο καιρός και άρχισα να κάνω ολοήμερες βόλτες.

ΟΤΑΝ επέστρεφα, η θεία μου έκανε καφέ και στηνόταν μπρος στην τηλεόραση για να δει μια σειρά στον ΑΝΤΕΝΝΑ που παρακολουθούσε ανελλιπώς.

ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ για μια ελληνική σειρά του συρμού, που πριν αρχίσει, επειδή δεν ακούει καλά, άνοιγε την ένταση του ήχου και για μία ώρα, μέχρι να τελειώσει, δεν κουνιόταν από την καρέκλα της.

ΜΕ το που τελείωνε η σειρά, τηλεφωνούσε (ή της τηλεφωνούσαν) δυο-τρεις φίλες της και σχολίαζαν τα διαδραματιζόμενα στο επεισόδιο που είδαν.

ΠΟΥ και πού, για τον ίδιο λόγο, της τηλεφωνούσε και μια ανιψιά της από την Αθήνα, που από τα συμφραζόμενα κατάλαβα ότι δεν έχανε καμιά σειρά που αναφερόταν σε μεγάλους… έρωτες, με πολλά δάκρυα και πόνο…

Η ίδια, μάλιστα, της έλεγε να μη χάσει (ούτε με σφαίρες) και τη νέα τουρκική σειρά με τον… φοβερό τίτλο «KARA SEVDA», που θα άρχιζε σε λίγες μέρες να δείχνει το MEGA.

ΕΠΕΙΔΗ απ’ ό,τι φαίνεται η θεία, εκτιμούσε πολύ τις ερωτικές… τηλεοπτικές απόψεις της ανιψιάς της από την Αθήνα, μου είπε με έμφαση:

«ΜΠΑΜΠΗ, μην ξεχάσεις να μου θυμίσεις ότι την άλλη Κυριακή στις επτά το βράδυ, αρχίζει στο MEGA η τουρκική σειρά που είπε η Τούλι».

ΕΓΩ της το θύμιζα και μισή ώρα κάθε βράδυ, πριν αρχίσει η σειρά, έβαζε την πολυθρόνα της μπροστά στην τηλεόραση και την παρακολουθούσε.

Η θεία Ρεβέκκα είπε και στις φίλες της να παρακολουθούν το «KARA SEVDA» και όταν τελείωνε η σειρά, άρχιζαν τα τηλεφωνήματα και η… κριτική.

ΕΝΑ βράδυ και αφού είδε και τις δύο σειρές, της λέω: ρε θεία νομίζω ότι οι Τουρκάλες είναι πολύ πιο ωραίες από τις δικές μας. Εσύ τι λες;

«ΑΚΟΥ τι λέει. Και πιο όμορφα κοράσια είναι και πιο σεμνά ντύνονται από τις δικές μας τις βρώμες, που χωρίζουν τους άνδρες τους και ξεπορτίζουν με τον ένα και τον άλλο…

»ΑΣΕ που αφήνουν και τα παιδάκια τους στο σπίτι μόνα τους. Παλιοθήλυκα είναι εδώ τα σημερινά κορίτσια, παιδάκι μου. Έχει χαλάσει ο κόσμος…

«ΟΛΕΣ οι παντρεμένες στην Τρίπολη έχουν γκόμενους. Δεν τις νοιάζει πια, ούτε για τα παιδιά ούτε για το σπίτι. Μόνο για κινητά τηλέφωνα και για γκόμενους μιλάνε… ».

ΚΑΘΕ μια ή δυο μέρες, όλο και κάποια φιλενάδα της την επισκέπτεται και αφού λένε τα δικά τους για τα νέα του χωριού, στη συνέχεια μιλούν για τις σειρές που βλέπουν και, κυρίως, για τους τουρκικούς… σεβντάδες.

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ τις απασχολεί ο… σεβντάς του Κεμάλ , παρά οι δικές μας οι βρώμες, που δεν αφήνουν σερνικό σε χλωρό κλαρί…

ΕΝΑ απόγευμα επισκέφθηκε την θεία μια φιλενάδα της που είχε πολλές μέρες να φανεί.

ΣΕ κάποια στιγμή και ενώ μιλούσαν για το πώς έχει καταντήσει η νεολαία και ο κόσμος σήμερα, και αναρωτιούνταν «πώς κρατιέται ο θεός ακόμα και δεν έχει ρίξει φωτιά να μας κάψει» τις ρώτησα τι έκαναν αυτές στο χωριό όταν ήταν ακόμα νέες.

«ΘΑ σου πω τι κάναμε», απαντά η φιλενάδα της, που είναι καμιά δεκαριά χρόνια νεότερη από την θεία, και αρχίζει:

«ΑΡΧΙΖΑ να δουλεύω στα χωράφια και να πηγαίνω στα πρόβατα από τα ξημερώματα και όταν γύριζα στο σπίτι το βράδυ νηστική και κατάκοπη, ο άντρας μου και η πεθερά μου με πλάκωναν στο ξύλο…

«ΞΥΛΟ να δουν τα μάτια σου. Τόσο ξύλο που όταν πού και πού περνούσε από το χωριό και ο αδελφός μου να με δει, κρυβόμουν ή έκρυβα όλο το πρόσωπό μου με τη μαντήλα, για να μη δει τα σημάδια ή τα μάτια μου που ήταν πιο μαύρα από το μαντίλι που φορούσα…

»ΑΥΤΟ γινόταν για χρόνια, μέχρι που πέθανε η πεθερά μου, που κακή και μαύρη ώρα να έχει όπου και να έχει πάει. Μόνο όταν πέθανε αυτή η λυσσασμένη κακούργα, άρχισε ο άντρας μου να με χτυπά λιγότερο…

»ΣΤΑΜΑΤΗΣΕ να με δέρνει τακτικά όταν μεγάλωσαν πολύ τα παιδιά και δεν δινόταν. Όταν άρχισε να με φοβάται…

»ΠΑΡ’ ΟΛΟ, όμως, ότι είναι μεγαλύτερος από τη θεία σου και δεν μπορεί να πάρει τα πόδια του, συνεχίζει να με βρίζει και να με καταριέται ο σκατόψυχος. Αν δεν ντρεπόμουν τα παιδιά και τα εγγόνια μας, θα τον άφηνα να πεθάνει από την πείνα…

»ΚΑΙ όχι μόνο αυτός. Άτιμο σόι ήταν όλη του η οικογένειά του. Και τα αδέλφια του και τα ξαδέλφια του έδερναν τις γυναίκες τους….

ΜΗΝ κοιτάς που δεν μιλάει, αλλά τα ίδια τράβαγε και η θεία σου και η μάνα σου από την γιαγιά σου την Παναγιώτα. Στις μέρες μας οι περισσότεροι άνδρες στο χωριό της έδερναν τις γυναίκες τους…

ΗΤΑΝ παλικαριά για τους άνδρες τότε να δέρνουν τις γυναίκες. Έχουν τραβήξει πολλά οι γυναίκες. Τι να λέμε τώρα… ».

ΕΙΧΑ μείνει με το στόμα ανοιχτό και την άκουγα. Πρώτη φορά άκουγα από γυναίκα μια τόσο συγκλονιστική εξομολόγηση.

ΚΡΑΤΗΣΕ ώρες η συζήτηση και μου είπε και άλλα πολλά, στα οποία θα αναφερθώ μια μέρα.

ΛΕΩ να ψάξω το θέμα αυτό λίγο πιο πέρα. Θα τα ξαναπούμε…