Ένας ξεχωριστός ιστορικός του καιρού μας

Ο Jim Claven φωτίζει το χτες με τη ζωντάνια του σήμερα

Γνωρίζοντας προσωπικά τον γνωστό ιστορικό, συγγραφέα, αρθρογράφο, Jim Claven, και ακούγοντάς τον να μιλά για τον τρόπο που ζει και γράφει ιστορία, ο χρόνος φαίνεται να σταματά.

Οι ώρες χάνουν τη χρονική τους διάσταση, απλώς και μόνο γιατί ζεις μια πρωτόγνωρη εμπειρία. Έχεις απέναντί σου, έναν άνθρωπο ο οποίος σε «ταξιδεύει» πίσω-μπρος -μέσα από τους αιώνες- απλά, ήρεμα, με βαθιά γνώση αλλά και παθιασμένη προσήλωση στην ουσία των γεγονότων και εντυπωσιακή ευκινησία στο ιλιγγιώδες αυτό ταξίδι του χθες και του σήμερα.

Ο Jim Claven είναι ο μοντέρνος, πολυδιάστατος ιστορικός, ο καλλιτέχνης φωτογράφος και λογοτέχνης αρθρογράφος, ο προικισμένος ομιλητής και ευσυνείδητος ανιχνευτής της ζωής του χτες και του σήμερα.

Ευρύτερα γνωστός είναι για τις μελέτες και τα συγγράματά του, τα εντυπωσιακά άρθρα του που αναφέρονται στους δεσμούς της Ελλάδας και της Αυστραλίας, από τη συμμετοχή των ANZACs και στους δύο Παγκόσμιους Πολέμους.

Έχει ερευνήσει και περπατήσει κυριολεκτικά σε όλα σχεδόν τα σημεία που περπάτησαν και πολέμησαν εκείνοι, συνδέοντας την ιστορία με τον πολιτισμό και την πραγματική φυσιογνωμία του τόπου.

Τον ενδιαφέρει να ζωντανέψει την προσωπική διάσταση αυτών των δεσμών, αποκαλύπτοντας πώς οι Αυστραλοί συνδέθηκαν με τους Έλληνες, τι σήμαινε για εκείνους, αλλά και τους ντόπιους η γνωριμία αυτή μέσα από τον πόλεμο.

Είναι αξιόλογο ότι τοποθετεί όλες αυτές τις εμπειρίες στο πλούσιο πλαίσιο της ιστορίας και του πολιτισμού της Ελλάδας, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα.

TO ΚΟΥΣΤΟΓΕΡΑΚΟ

Συχνά, επιλέγει να φέρει στο φως τόπους οι οποίοι ίσως παίρνουν, για πρώτη φορά, θέση στην ιστορία μ’ έναν τρόπο πραγματικά αφοπλιστικό, όπως για παράδειγμα, όταν αναφέρεται στο Κουστoγέρακο της Κρήτης.

Παραθέτω χαρακτηριστικά αποσπάσματα: «Το Κουστογέρακο είναι ένα απομακρυσμένο ορεινό χωριό, νότια της Κρήτης, ένα χωριό πλούσιο σε ιστορία και συνδεδεμένο στενά με τους ANZACs. Ήταν ο Κώστας Πατεράκης, ο οποίος μένει σήμερα στο Doncaster, που με προέτρεψε να επισκεφθώ το χωριό» λέει, ως εισαγωγή, ο συγγραφέας και συνεχίζει με μια περιγραφή του τοπίου που σε φέρνει να ταξιδέψεις μαζί του: «Όπως ο δρόμος ανηφορίζει από την πεδιάδα γύρω από την πανέμορφη πόλη των Χανίων, ξαφνικά μένεις έκθαμβος από την επιβλητική εικόνα που σου προσφέρουν τα Λευκά Όρη.

O δρόμος στρέφεται γύρω από τους πρόποδες λόφων. Λόφων που ξαφνικά μοιάζουν με ολόγυμνους βράχους και μετά κατεβαίνεις σε μια πεδιάδα με πεύκα και άπλετο φως που θα μπορούσε να είναι ένα τοπίο από τις αυστριακές Άλπεις. Βέβαια, θα πρέπει να είναι κανείς προσεκτικός γιατί, χωρίς να το περιμένεις, μπορεί να βρεθείς μπροστά στα αγριοκάτσικα, γνωστά στην Κρήτη ως κρι-κρι, ή οι δρόμοι να πλημμυρίσουν από κοπάδια κατσικιών που ζητούν στην άκρη του δρόμου την τροφή τους».

Μιλώντας πιο κάτω για την ιστορία του συγκεκριμένου χωριού, ο συγγραφέας λέει ότι «στο Κουστογέρακο, που σκιάζεται από τα Λευκά Όρη, γεννήθηκε ο Γεώργιος Κανδανολέων, ο αρχηγός του κινήματος κατά των Βενετών κατακτητών, το 1527. Επίσης, οι κάτοικοι του χωριού είχαν ξεσηκωθεί κατά των Τούρκων το 1821, παίζοντας το δικό τους ρόλο στον μεγάλο απελευθερωτικό αγώνα».

Πιο κάτω εξομολογείται: «Ο λόγος που επέλεξα να έλθω στο Κουστογέρακο, οφείλεται στο γεγονός ότι η γενναιότητα των κατοίκων του υπήρξε παροιμιώδης. Ο αγώνας και η αυτοθυσία τους στον αντιστασιακό αγώνα θα μείνει στην ιστορία. Ήταν ο τόπος που έζησαν και έδρασαν οι πέντε αδελφοί Πατεράκη».

Ο Γιώργος Πατεράκης ζει βέβαια και κινείται ανάμεσά μας. Είναι ο τρόπος που έχει ο ιστορικός να μας φέρνει όσο το δυνατόν πιο ζωντανά και πιο παραστατικά από το παρελθόν, το κοντινό ή το μακρινό, στο παρόν.

ΣΤΑ ΦΑΡΣΑΛΑ

Σ’ ένα άλλο άρθρο του που φέρει τον τίτλο «Στις πεδιάδες της Θεσσαλίας με τον στρατιώτη Felix Craig από το Ararat, το 1941», βρίσκουμε να κάνει ακριβώς αυτό: να μας ταξιδεύει στο χρόνο, εντελώς ανεπάντεχα, με πρόσωπα και γεγονότα που δένονται ιστορικά με τον τόπο. Ξεκινώντας από τον Αυστραλό στρατιώτη, Felix Craig, που πολέμησε γενναία και έπεσε ηρωικά στα Φάρσαλα, στις 18 Απριλίου 1941, δένει τον τόπο με την «Ιλιάδα» του Ομήρου, με τον Οδυσσέα που επισκέφθηκε στα ταξίδια του τη Θεσσαλία, τον Ιάσωνα και τους Αργοναύτες που ξεκίνησαν από εκεί με πλοίο το οποίο κατασκεύασαν με ξύλα από τα δάση της Θεσσαλίας, χωρίς να παραλείψει να μας φέρει στο σήμερα με τα μοναστήρια των Μετεώρων.

Ενδεικτικό του τρόπου με τον οποίο εκπλήσσει τον αναγνώστη, είναι ότι αμέσως μετά φέρνει πίσω εικόνες από τους περσικούς πολέμους, και όταν ο Καίσαρας νίκησε τον Πομπήιο στα Φάρσαλα το 48 π.Χ.

Ερχόμενος στο σήμερα, επιθυμία του είναι, να αναγερθεί στα Φάρσαλα, εκεί που έπεσε γενναία μαχόμενος ο Αυστραλός Felix Craig από το Αrarat, μνημείο το οποίο θα κρατά ζωντανές τις μνήμες και θα τονίζει τους δεσμούς μεταξύ Ελλήνων και Anzacs.

Ο ίδιος θα πει ότι ρίχνοντας φως στους δεσμούς μεταξύ των δύο λαών που πολλοί σφυρηλατήθηκαν κάτω από απίστευτα αντίξοες συνθήκες, ελπίζει οι νέες γενιές των δύο χωρών να βρουν κοινό έδαφος επαφής. Ένα έδαφος που θα ήθελαν σήμερα να περπατήσουν και οι ίδιοι στα χνάρια των προγόνων τους. Εδώ, δεν πρόκειται, διαπιστώνει κανείς, για μεταφορικό λόγο.

Ο Jim Claven πιστεύει ότι μια τέτοια διαδρομή, όχι μόνο θα κρατήσει ζωντανές τις μνήμες, αλλά θα συντείνει και στην αύξηση του αριθμού των επισκεπτών στην Ελλάδα.

Στο νου μου έρχονται τα λόγια του Φρέντυ Γερμανού το 1992: «H ιστορία, από τη φύση της, είναι νεκρή. Ο μόνος τρόπος να μας ελκύσει, είναι να της δώσουμε ζωή». Εκείνος, βέβαια, το έκανε γράφοντας για τον Ίωνα Δραγούμη και τον ασίγαστο ερωτά του για την Πηνελόπη Δέλτα. Ή τον ανεκπλήρωτο έρωτα της Σοφίας Τρικούπη για τον Θεόδωρο Δεληγιάννη. Το είδος το ονομάζει ιστορικό μυθιστόρημα. Φαινομενικά καμία σχέση με αυτό που κάνει σήμερα ο ιστορικός, Jim Claven. Το βέβαιο, όμως, είναι ότι σίγουρα θα ενθουσίαζε τον Φρέντυ Γερμανό που ήξερα. Κι αυτό γιατί ο συνομιλητής μου έχει απλώς το ίδιο πιστεύω με τον Φρέντυ Γερμανό. Γνωρίζει και εκείνος πώς να δώσει πνοή στην ιστορία. Πώς να τη φέρει -ανεπάντεχα-, από τα βάθη του χρόνου και να τη δέσει μ’ αυτό που βλέπουμε και ζούμε σήμερα.

«Όταν γράφω για την Καλλίπολη, θέλω να δω πραγματικά τον ήλιο να βάφει κόκκινα τα σύννεφα το ξημέρωμα, όπως αυτό το πρωϊ στις 25 Απρίλη 1915. Όταν γράφω για τη Μάχη στα Φάρσαλα, θέλω να περπατήσω στα ίδια χώματα που έδωσαν τη μάχη οι ANZACs. Kαι πάντα γράφω, όταν είμαι ακόμη εκεί. Μιλώ με τους ανθρώπους, αναπνέω τον αέρα του τόπου και φέρνω πίσω όλα όσα γνωρίζω, από την αρχαιότητα που συνδέονται μ’ αυτό που υπάρχει σήμερα» εξομολογείται ο Jim Claven, δίνοντάς μας -απλά όσο και αφοπλιστικά- τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί ο ίδιος.