Μετά από 27 χρόνια στην πρώτη γραμμή της ενημέρωσης και της ψυχαγωγίας, το Mega οδεύει στο τέλος, μετά τον οριστικό αποκλεισμό του από τη διαδικασία διεκδίκησης τηλεοπτικής άδειας
Ύστερα εποχής για το πάλαι ποτέ κραταιό κανάλι σηματοδοτεί ο οριστικός αποκλεισμός του από τη διαδικασία διεκδίκησης τηλεοπτικής άδειας. O αποκλεισμός του MEGA αποτελεί ουσιαστικά και τη ληξιαρχική πράξη θανάτου ενός τηλεοπτικού σταθμού για τον οποίο οι περισσότεροι πίστευαν ότι ισχύει η φράση του Φραγκλίνου Ρούζβελτ «too big to fail».
Κανένα άλλο τηλεοπτικό δίκτυο δεν είχε ταυτιστεί τόσο πολύ με την απαρχή της ιδιωτικής τηλεόρασης, με την είσοδο της Ελλάδας στον αστερισμό μιας νέου τύπου ενημέρωσης και ψυχαγωγίας. Στις 15.00 της 20ής Νοέμβρη του 1989 το τρισδιάστατο σήμα με μουσική, λαμπερά και εντυπωσιακά γραφικά που αιωρούνταν σ’ έναν ουρανό με σύννεφα ήρθε να δηλώσει το τέλος της μονοκρατορίας του φορέα της δημόσιας τηλεόρασης. Το MEGA αποτέλεσε επί δεκαετίες για τους Έλληνες στην Ελλάδα αλλά και σε πολλές άλλες γωνιές του κόσμου τα τελευταία χρόνια το παράθυρό τους στον κόσμο ή, πιο σωστά, σε μια εκδοχή του κόσμου.
Της γέννησης του Mεγάλου Kαναλιού είχε προηγηθεί το σπάσιμο του κρατικού μονοπωλίου από την κυβέρνηση του Τζαννή Τζαννετάκη, η οποία και έφερε προς ψήφιση στη Βουλή τη νομιμοποίηση της ιδιωτικής ραδιοφωνίας και τηλεόρασης. Έτσι, λοιπόν, στις 27 Απριλίου 1989 ιδρύθηκε η Τηλέτυπος, το καταστατικό της οποίας δημοσιεύτηκε στις 2 Μαΐου της ίδιας χρονιάς. Ως σκοπός της αναγραφόταν «η παραγωγή και εμπορία τηλεοπτικών προγραμμάτων και εκπομπών, η εγκατάσταση, λειτουργία και εκμετάλλευση τηλεοπτικών σταθμών σε όλη την Ελλάδα, όταν επιτραπεί και με τις προϋποθέσεις που θα επιτραπεί».
Μεγαθήρια ένωσαν τις δυνάμεις τους για τη δημιουργία του. Η χρυσή συμμαχία του 1989 (ημερομηνία ίδρυσής του) περιελάμβανε την ελίτ του τότε εκδοτικού κατεστημένου της χώρας και την κορυφή της οικονομικής ολιγαρχίας: ο Χρήστος Λαμπράκης του ΔΟΛ, ο Κίτσος Τεγόπουλος της «Ελευθεροτυπίας», ο Αριστείδης Αλαφούζος που είχε μόλις αποκτήσει την ιστορική εφημερίδα «Καθημερινή», ο Γιώργος Μπόμπολας του «Έθνους» και ο Βαρδής Βαρδινογιάννης.
Το μετοχικό της κεφάλαιο ήταν ύψους 5 εκατ. δραχμών, καταβεβλημένο σε μετρητά και αποτελούνταν από 5.000 ονομαστικές μετοχές, αξίας 1.000 δραχμών εκάστη. Στο πρώτο Διοικητικό Συμβούλιο συμμετείχαν ο Χρήστος Λαμπράκης, ο Γιώργος Μπόμπολας, ο Χρήστος Τεγόπουλος, ο Σταύρος Κίμωνας Τριανταφυλλίδης που εκπροσωπούσε την πλευρά Βαρδινογιάννη και ο Αριστείδης Αλαφούζος. Και οι πέντε είχαν ισόποσα μερίδια, από 20%.
Η μετοχική σύνθεση δεν άργησε να αλλάξει εξαιτίας εσωτερικών διαφωνιών. Αποχώρησε νωρίς ο όμιλος Αλαφούζου και πολύ αργότερα ο Τεγόπουλος. Το τελικό σχήμα διοίκησης ήταν η τριανδρία Βαρδινογιάννης, Μπόμπολας και Ψυχάρης, ως διάδοχος ιδιοκτήτης του ΔΟΛ.
Η οικογένεια Βαρδινογιάννη, αν και διατήρησε όλα αυτά τα χρόνια τη συμμετοχή της στο MEGA, έστησε παράλληλα το 1993 και τη Νέα Τηλεόραση Α.Ε. Το STAR CHANNEL στόχευε στο νεότερης ηλικίας κοινό. Ειδικά μετά τον θάνατο του Θεόδωρου Βαρδινογιάννη, η οικογένεια άρχισε να μειώνει το ποσοστό της στο MEGA, με αποτέλεσμα να φτάσει κάποια στιγμή στο 6%.
Το MEGA μπήκε το 1994 στο Χρηματιστήριο και κατόρθωσε αφενός να αντλήσει επιπλέον κεφάλαια, αφετέρου να βγει αλώβητο από την περιβόητη φούσκα. Η οικονομική κρίση, όμως, δεν άφησε τίποτε αλώβητο. Ούτε το Μεγάλο Κανάλι. Την κατάσταση δεν βοήθησαν οι αλλεπάλληλες τριβές και ενίοτε οι συγκρούσεις των μεγαλομετόχων.
ΕΝ ΑΡΧΗ ΗΝ ΤΟ ΧΑΟΣ
Λίγους μήνες μετά την πρεμιέρα του MEGA, εξέπεμψε για πρώτη φορά και ο ΑNT1. Στη συνέχεια εμφανίστηκαν και άλλοι τηλεοπτικοί σταθμοί που ο χρόνος δικαίωσε ή αφάνισε. Είχε προηγηθεί, όμως, το κανάλι που έμελλε να κρατήσει για δεκαετίες τα σκήπτρα ταράζοντας τα λιμνάζοντα τηλεοπτικά ύδατα και εγκαινιάζοντας την εποχή των ιδιωτικών σταθμών.
Τo MEGA παρουσίασε στους τηλεθεατές του αρχικά ένα οκτάωρο πρόγραμμα. Αν και στη συνείδηση των περισσοτέρων ήταν η Λιάνα Κανέλλη που καλωσόρισε τους τηλεθεατές για πρώτη φορά στον θαυμαστό κόσμο της ενημέρωσης από ιδιωτικό κανάλι, στην πραγματικότητα το πρώτο δελτίο στην ιστορία του MEGA το εκφώνησε η δημοσιογράφος Εύα Μαυρογένη καθισμένη σ’ ένα μικρό τραπέζι, νομίζοντας ότι πρόκειται για ένα ακόμη δοκιμαστικό. Αμέσως μετά το τέλος του ρώτησε τον σκηνοθέτη αν είναι έτοιμη να βγει στον αέρα ή χρειάζεται και άλλη προετοιμασία. Η αρχή είχε γίνει.
Η Λιάνα Κανέλλη που παρουσίαζε το κεντρικό δελτίο ειδήσεων των 20.30 φορώντας μοβ σακάκι και εντυπωσιακά σκουλαρίκια, κοίταξε για πρώτη φορά την κάμερα και με ένα ελαφρύ χαμόγελο αναφώνησε: «Αρχίζουμε το εσπερινό, το μεγάλο δελτίο ειδήσεων του σταθμού μας με τους τίτλους των κυριοτέρων ειδήσεων από την Ελλάδα και το εξωτερικό».
Ο Γιάννης Πρετεντέρης ήταν ένας από τους δημοσιογράφους που την πλαισίωναν.
Στις 21.00 ξεκινούσε η ελληνική ταινία, που θα διακόπτονταν όμως μία ώρα αργότερα από το τελευταίο δελτίο ειδήσεων της ημέρας. Η ταινία που επέλεξε ο σταθμός για την πρώτη του ημέρα στον αέρα ήταν το «Θανάση, πάρε τ’ όπλο σου».
Το επόμενο πρωί όλες οι εφημερίδες είχαν χύσει τόνους μελάνι για την περιβόητη πρεμιέρα. Ως επί το πλείστον φιλοξενούσαν διθυραμβικές κριτικές, χαρακτηρίζοντας το νέο τηλεοπτικό εγχείρημα κάτι «φρέσκο, διαφορετικό και πολύ μοντέρνο». Σύμφωνα με τα στοιχεία της AGB, όπως δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 26/11/1990, η τηλεθέαση του MEGA την πρώτη μέρα εκπομπής ξεπέρασε το 30%, ενώ η τηλεθέαση της ΕΤ1 κυμαινόταν στο 26,86% και της ΕΤ2 περίπου στο 18%.
ΤΑ ΣΙΡΙΑΛ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΑΣ
Μέχρι την εμφάνιση του MEGA οι ελληνικές σειρές ήταν αποκλειστικό προνόμιο της δημόσιας τηλεόρασης. Το νέο κανάλι λοιπόν μπήκε δυναμικά στην παραγωγή σειρών αναπτύσσοντας την εγχώρια αγορά. Το «Πατήρ, Υιός και Πνεύμα» ήταν η πρώτη σειρά που έκανε πρεμιέρα τη δεύτερη μέρα της λειτουργίας του καναλιού.
Επί δεκαετίες το Mεγάλο Kανάλι μετέδιδε στην prime time ζώνη του σειρές που εδραίωσαν στο μεγάλο κοινό νέα ταλέντα της σεναριογραφίας, της υποκριτικής και της σκηνοθεσίας και ανέβασαν το κασέ τους στα ύψη. Οι νέοι καλλιτέχνες βρήκαν εύφορο έδαφος υιοθετώντας ένα διαφορετικό στυλ σκηνοθεσίας με πολλές κάμερες και εναλλασσόμενα πλάνα και άλλαξαν για πάντα το μέχρι τότε συμβατικό τηλεοπτικό χιούμορ.
Οι «Αυθαίρετοι» είναι η δεύτερη σειρά που έκανε πρεμιέρα στο κανάλι το βράδυ της τρίτης ημέρας λειτουργίας του. «Λίγο πριν το 1992 και ενώ όλοι οι Έλληνες αγαπημένοι και μονιασμένοι «εργάζονται πυρετωδώς» για την ενοποίηση της Ευρώπης, το MEGA CHANNEL έψαξε και βρήκε τους πρωτοπόρους». Οι «Τρεις Χάριτες» είναι μία ακόμα κωμική σειρά που ταυτίστηκε με την ιστορία του Mεγάλου Kαναλιού. Προβλήθηκε στο δεύτερο μισό της πρώτης χρονιάς κερδίζοντας μεγάλη απήχηση. Πέτυχε τα πρώτα πολύ υψηλά νούμερα τηλεθέασης. Η σειρά περιέγραφε την καθημερινότητα τριών αδελφών οι οποίες αποφάσισαν να συγκατοικήσουν στο ίδιο σπίτι. Εκτός από το γεγονός ότι έφερε τους ηθοποιούς του νέου θεάτρου στη μικρή οθόνη, ανέδειξε το σεναριακό ταλέντο των Μιχάλη Ρέππα και Θανάση Παπαθανασίου.
Aπό την παρακαταθήκη που αφήνει το MEGA δεν θα μπορούσε να λείπει «Το Ρετιρέ», η σειρά που σχεδόν ταυτίστηκε με το καλοκαίρι του μέσου Έλληνα, λόγω των ετήσιων επαναπροβολών της, ειδικά μετά το 2000. Παρά το γεγονός ότι δεν αντιμετωπίστηκε με ιδιαίτερη θέρμη από τους τηλεκριτικούς, η σειρά που είχε τη βαριά υπογραφή του Γιάννη Δαλιανίδη αγαπήθηκε ιδιαίτερα από τους τηλεθεατές. Ηθογραφική και σατιρική, περιέγραφε τη μικροαστική ελληνική κοινωνία που επιχειρεί να προσαρμοστεί ευρισκόμενη τότε στο μεταίχμιο του νέου αιώνα.
Καμία σειρά, όμως, δεν ταυτίστηκε με το συγκεκριμένο κανάλι όσο οι «Απαράδεκτοι», που ανέδειξαν το συγγραφικό ταλέντο της Δήμητρας Παπαδοπούλου και μια φουρνιά πρωτοεμφανιζόμενων ηθοποιών που σήμερα θεωρούνται κορυφαίοι στο είδος τους. Η απαράδεκτη τετραμελής παρέα μπήκε στα σαλόνια της συντριπτικής πλειονότητας των Ελλήνων για δύο σεζόν (1991-1993). Ακόμα και σήμερα έχει μείνει η κλασική ατάκα του Σπύρου Παπαδόπουλου κοιτάζοντας στην κάμερα «Τι έγινε ρε παιδιά…;» ή «Εγώ πέρασα και ένα Πολυτεχνείο».
Πρόκειται για την πρώτη φορά που ένας ανοιχτά ομοφυλόφιλος χαρακτήρας έκανε την εμφάνισή του στη μικρή οθόνη. Η σειρά παραμένει σημείο αναφοράς όχι μόνο γιατί ήταν μια επιτυχημένη προσπάθεια, αλλά γιατί μετά από 25 χρόνια οι πραγματικά καλές κωμωδίες στην ελληνική τηλεόραση μετριούνται στα δάχτυλα των δύο χεριών.
Ακολούθησαν οι «Φρουροί της Αχαΐας», η «Αναστασία», το «Δις Εξαμαρτείν» που ήταν το δεύτερο «χτύπημα» του σεναριογραφικού διδύμου Ρέππα – Παπαθανασίου μετά τις «Τρεις Χάριτες», το «Λαβ Σόρρυ» και πολλές άλλες σειρές και φτάσαμε στο «Κάτω Παρτάλι» μία σειρά την οποία πολλοί χαρακτηρίζουν το κύκνειο άσμα του καναλιού.
Ιδιαίτερο κεφάλαιο για τις σειρές μυθοπλασίας αποτελεί ο Χριστόφορος Παπακαλιάτης, οι σειρές του οποίου αποτέλεσαν ένα ιδιαίτερο είδος που πολέμιοι και θαυμαστές ονόμασαν «Παπακαλιατιάδα». Το τηλεοπτικό ντεμπούτο του έγινε το 1999, όταν ο ίδιος ήταν μόλις 24 ετών. «Η ζωή μας μια βόλτα» στέφθηκε από απόλυτη επιτυχία και δημιούργησε τηλεοπτική σχολή. Ερωτικά θρίλερ, ανατροπές, ερωτικές προδοσίες και τραβηγμένες από τα μαλλιά συμπτώσεις αποτελούν τη συνταγή επιτυχίας. Χωρίς αμφιβολία, ο Παπακαλιάτης την κατέχει καλά. Γι’ αυτό και είδε τις δουλειές του να γίνονται εθιστικές για όλους τους εφήβους ανά την ελληνική επικράτεια.
ΣΤΗΝ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ
Μετά την Λιάνα Κανέλλη, τη σκυτάλη στην παρουσίαση του δελτίου πήρε για πολλά χρόνια ο Νίκος Χατζηνικολάου. «Ευχαριστούμε που μας παρακολουθήσατε και σήμερα. Εγώ και οι συνεργάτες μου στο MEGA CHANNEL σας ευχόμαστε να έχετε ένα καλό βράδυ», έλεγε καθημερινά ο κεντρικός παρουσιαστής μέσα από τους τηλεοπτικούς δέκτες. Αναδείχθηκε στον απόλυτο κυρίαρχο του δελτίου των 8, αλλά και σε ένα από τα αγαπημένα παιδιά της διοίκησης του σταθμού. Ποιος θα ξεχάσει τον αργό ρυθμό ομιλίας του, αλλά και τα εντυπωσιακά μεγάλα γυαλιά μυωπίας που λάνσαρε στα πρώτα τηλεοπτικά χρόνια του;
Ο νεαρός δημοσιογράφος, εκτός από το πρόσωπο του κεντρικού δελτίου, εγκαινίασε τα πολιτικά talk shows στην ιδιωτική τηλεόραση. Η εκπομπή «Ενώπιος Ενωπίω» διήρκεσε έως το 2002 και φιλοξένησε μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα του πολιτικού και καλλιτεχνικού χώρου. Μία από τις συνεντεύξεις που θα μείνουν αξέχαστες ήταν αυτή της Αλίκης Βουγιουκλάκη, η οποία για πρώτη φορά είχε μιλήσει για την ηλικία της, τον γάμο της με τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ και τις άλλες ερωτικές της σχέσεις.
Ακολούθησαν στο τιμόνι της ενημέρωσης ο Αιμίλιος Λιάτσος, ο Αντώνης Λιάρος, η Μάρα Ζαχαρέα, η Όλγα Τρέμη και μιαν ανάσα πριν το τέλος η Μαρία Σαράφογλου.
Μία ακόμη εκπομπή που πέρασε στην τηλεοπτική αθανασία είναι και η «Ανατροπή». Ο Γιάννης Πρετεντέρης μέτρησε 16 σεζόν στον αέρα με την ίδια εκπομπή που συχνά πυκνά γινόταν ρινγκ πολιτικών αντιπαραθέσεων, ενώ παράλληλα διατήρησε και τη θέση του σχολιαστή στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων.
Το MEGA επένδυσε πολλά στην ενημέρωση και για σχεδόν δύο δεκαετίες ανταμείφθηκε καταφέρνοντας να γίνει το brand name στο είδος. Αποτίναξε τον συντηρητισμό και τη σοβαροφάνεια που κυριαρχούσε μέχρι τότε στον τομέα αυτό και υιοθέτησε σταδιακά ένα αμερικανικό πρότυπο δελτίου ειδήσεων με «παράθυρα» και σχολιαστές.
Το MEGA επένδυσε ιδιαίτερα σε αυτούς, δίνοντάς τους χώρο να ξεφύγουν από τις αυστηρές τηλεοπτικές νόρμες της ενημέρωσης. Υιοθέτησε έναν άμεσο λόγο και ένα προφίλ που στη συνείδηση του κόσμου παρέμεινε για δεκαετίες σοβαρό και έγκυρο.
Η πολιτική επιρροή του ήταν μεγάλη και η αποκαθήλωσή του τα τελευταία έξι χρόνια σηματοδότησε με τον πιο γλαφυρό τρόπο το τέλος μιας εποχής. Το MEGA, εξάλλου, αναδύθηκε μέσα από μια πολύ συγκεκριμένη πολιτικά και κοινωνικά εποχή και κλείνει μέσα σε μια πολύ διαφορετική.
Τα τελευταία χρόνια έχασε την απήχησή του, ερχόμενο σε κόντρα με το κοινό αίσθημα και τα προβλήματα που αντιμετώπιζε ο ελληνικός λαός. Ενόχλησε, επίσης, και η όχι και τόσο διακριτική μάχη μεταξύ των μετόχων για την εκπαραθύρωση ή επιβολή στελεχών, με τα γνωστά αποτελέσματα στην αξιοπιστία του ενημερωτικού προϊόντος.
Ως αποτέλεσμα ήρθε η απαξίωση κερδίζοντας το προσωνύμιο του καθεστωτικού και προπαγανδιστικού δελτίου. Οι μέχρι τότε πρωτοκλασάτοι δημοσιογράφοι του, που είχαν εν τω μεταξύ μετατραπεί σε τηλεαστέρες, άρχισαν να ενοχλούν με τη λάμψη τους το ταλαιπωρημένο από την κρίση κοινό.