Αν η Μελβούρνη φέρνει τον τιμητικό, όσο και βαρύγδουπο, τίτλο της ‘πιο βιώσιμης πόλης του κόσμου’, ο ορισμός αναπόφευκτα -κρίνω- είναι άρρηκτα δεμένος με εκείνον της αειφόρου ανάπτυξης. Της ανάπτυξης, δηλαδή, που καλύπτει τις ανάγκες του παρόντος, χωρίς να θέτει σε κίνδυνο τη δυνατότητα των μελλοντικών γενεών να καλύψουν τις δικές τους ανάγκες.

Τα οικονομικά συμφέροντα στον πολεοδομικό σχεδιασμό και την ανάπτυξη είναι τέτοια, ώστε χρειάζεται κάτι παραπάνω από συστάσεις προκειμένου να διασφαλίσουμε ότι αυτό που κάνουμε τώρα θα οδηγήσει σε ασφαλείς, κατοικήσιμες πόλεις στο μέλλον.

Τι γίνεται τώρα, αν η πλέον βιώσιμη πόλη του κόσμου, είναι και η ταχύτερα πληθυσμιακά αναπτυσσόμενη πόλη της Αυστραλίας; Αν κάθε εβδομάδα περίπου 1.760 άτομα προστίθενται στον πληθυσμό της Μελβούρνης, σε ποια κατεύθυνση οδεύει το στεγαστικό;

Επιπλέον, με την τιμή των ακινήτων να αναρριχάται καθημερινά σε νέα ύψη, στη Μελβούρνη, πού θα πρέπει να στραφούν οι κάτοικοι της πιο βιώσιμης πόλης του κόσμου, προκειμένου να λύσουν το θέμα της στέγασης;

Μετά, να μη μας διαφεύγει, υπάρχει η κατηγορία αυτή των συμπολιτών μας που έχουν μεν ιδιόκτητη οικία, δεν δύνανται όμως, λόγου του κόστους διατήρησης, να έχουν την πολυτέλεια να ζήσουν την υπόλοιπη ζωή τους εκεί.

ΜΙΑ ΝΕΑ ΤΟΜΗ ΣΤΟ ΣΤΕΓΑΣΤΙΚΟ

Σήμερα σε αρκετούς απ’ αυτούς παρουσιάζεται η ευκαιρία να αξιοποιήσουν το πίσω μέρος της αυλής.

Να το πουλήσουν, αν είναι κατάλληλο και φιλικό προς τους κανονισμούς της Πολιτείας, και να λύσουν ορισμένα από τα προβλήματά τους, που συνδέονται κυρίως με την οικονομική ανεπάρκεια.

Βαθιά γνώση του θέματος με επιτυχείς επιδόσεις και άκρατο ενθουσιασμό, βρήκαμε στην νομικό, ιμπρεσσάριο, επιχειρηματία Μαίρη Τσουβαλάκη.

Μετά από μια εντυπωσιακή πορεία και απίστευτες τομές στα πολιτιστικά δρώμενα της Αυστραλίας, επανασυνδέεται σήμερα με το χώρο της οικοδόμησης σπιτιών στην πίσω αυλή, όπου πριν δύο δεκαετίες είχε σημειώσει μεγάλη επιτυχία και είχε διακριθεί.

«Άρχισα όταν ήμουν 24 χρόνων, αγοράζοντας δύο οικόπεδα-αυλές, στα οποία έχτισα διαμερίσματα που έγιναν ανάρπαστα. Την ιδέα να συνεχίσω και να επεκταθώ σε ευρύτερη κλίμακα, μου την έδωσε μια ευγενική κυρία, ιδιοκτήτρια ενός αρχοντικού στο Malvern η οποία προσπαθούσε να βρει μια λύση στο πρόβλημα που αντιμετώπιζε. Το σπίτι της απαιτούσε ανακαίνιση – στην ουσία ήταν έτοιμο να καταρρεύσει και δεν είχε την απαιτούμενη οικονομική ευχέρεια, να την επιχειρήσει. Η πιο εύκολη βέβαια και οφθαλμοφανής λύση ήταν να το πουλήσει. Αυτό, όμως, εκ των πραγμάτων, το έβρισκε σχεδόν αδύνατο. Ο άντρας της είχε χάσει την όρασή του και θα ήταν τραυματικό να αλλάξει κατοικία. Της πρότεινα να πουλήσει την πίσω αυλή. Δεν πίστευε ότι μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο. Τη βοήθησα να το επιτύχει και με τα χρήματα που πήρε έκανε την απαιτούμενη ανακαίνιση και της έμεινε και ένα ποσό που κατέθεσε στην τράπεζα και είχε ένα εισόδημα.

Ήταν τρισευτυχισμένη. Η εμπειρία αυτή μου έδωσε την ώθηση να ασχοληθώ πιο επισταμένα στο χώρο αυτό.

Εκείνο που διαπίστωσα είναι ότι και αρκετά άτομα στην ελληνική παροικία, βρίσκουν εκεί τη λύση πολλών προβλημάτων, αλλά και τη δυνατότητα να επιχειρήσουν τομές στην προσωπική τους ζωή που πριν ήταν αδύνατο, ακόμη και να σκεφτούν, λόγω των περιορισμένων οικονομικών τους μέσων».

Στη συνέχεια, η Μαίρη Τσουβαλάκη αναφέρεται, σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, όπου η πώληση της πίσω αυλής, άνοιξε στην ουσία, νέες προοπτικές στη ζωή των ανθρώπων.

«Πολλοί από τους ενδιαφερόμενους, έχουν τη δυνατότητα να ανακαινίσουν το σπίτι τους, πράγμα που ήταν αδύνατο πριν και να το σκεφθούν.

Το ότι δεν είναι υποχρεωμένοι να πουλήσουν το σπίτι τους, επειδή δεν μπορούν να το διατηρήσουν, είναι για πολλούς το κυριότερο. Όπως πολύ καλά γνωρίζουμε, ο άνθρωπος όσο μεγαλώνει τόσο πιο δύσκολο είναι να φύγει από το σπίτι και από τη γειτονιά που έζησε εκεί τα περισσότερα και, ίσως, τα ωραιότερα χρόνια της ζωής του. Εκεί που κάθε γωνιά, του θυμίζει και κάτι. Μια γιορτή, ένα αγκάλιασμα, ένα φιλί, ένα φιλικό γλέντι, κάποια γενέθλια. Όλα αυτά που δένονται με το άψυχο περιβάλλον και του δίνουν ζωή».

ΣΠΙΤΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Η ίδια θα αναφερθεί, επίσης, σε περιπτώσεις που με την αξιοποίηση της πίσω αυλής, οι ιδιοκτήτες είχαν τη δυνατότητα να αποπληρώσουν την κατοικία τους. Άλλοι πάλι -και αυτό είναι ένα νέο φαινόμενο- διαθέτουν τα χρήματα, προκειμένου να αγοράσουν σπίτι στην Ελλάδα. Ένα εξοχικό σε κάποιο νησί ή στο χωριό τους, όπου θα πηγαίνουν να μένουν εκεί ένα μεγάλο διάστημα.

«Είναι πράγματα τα οποία πολλοί δεν μπορούσαν καν να τα είχαν ονειρευτεί» λέει η Μαίρη, με ενθουσιασμό και μια ικανοποίηση που σε κάνει να διερωτάσαι από πού πηγάζει. Όχι όμως για πολύ: «Πάντα ένιωθα την ανάγκη, η επαγγελματική μου απασχόληση να είναι ανθρωποκεντρική. Να αποσκοπεί στην ικανοποίηση των ανθρώπων, στη βελτίωση της ζωής τους και, γιατί όχι, να σώζει καταστάσεις.

Η χαρά και η ικανοποίηση που εισπράττω από ομογενείς που έκαναν αυτό το διάβημα, είναι δύσκολο να περιγραφεί». 

Εκείνο, εντούτοις, που δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει, είναι ότι δεν προσφέρονται όλα τα σπίτια ή μάλλον όλες οι πίσω αυλές για οικοδομική ανάπτυξη. 

Ποιες προϋποθέσεις συντρέχουν;

«Κατ’ αρχήν, πρέπει να το επιτρέπει ο τίτλος του σπιτιού. Πάντα ξεκινάμε από κει. Μετά από τους κανονισμούς ανοικοδόμησης στη συγκεκριμένη περιοχή. 

Μια μεγάλη συζήτηση γίνεται αναφορικά με πόση γη θέλουν να κρατήσουν οι ιδιοκτήτες για τον εαυτό τους. Είναι, για παράδειγμα, ορισμένοι συμπάροικοι που ασχολούνται με την κηπουρική. Στην περίπτωση αυτή, θα κρατήσουν ένα μέρος του οικοπέδου γι’ αυτόν το σκοπό».

Εδώ, να προσθέσω εγώ, ότι, στην ουσία … μπορούμε να τα έχουμε όλα! Δεν χρειάζεται πολύς χώρος για ένα καζίμπο, για παράδειγμα, που είναι θεϊκό. 

 Τι είναι καζίμπο; Ένα σκεπαστό πάτιο, όπου ενδέχεται να υπάρχει ένας αναπαυτικός καναπές -ακόμη και δερμάτινος- δύο πολυθρόνες, καρέκλες εξοχής, τραπέζι, λουλούδια και ό,τι άλλο τραβάει η ψυχή και το γούστο σας. Εκεί πίνετε τον καφέ σας, φλερτάρετε με το ταίρι σας, διαβάζετε «Νέο Κόσμο» ή ακόμη και λαγοκοιμάστε. Τι άλλο να ζητήσει ο άνθρωπος για να είναι πλήρης!…

Όλα αυτά δεν απαιτούν πολύ χώρο, γιατί στην ουσία, περί αυτού πρόκειται. Η ευτυχία, όπως έλεγαν οι αρχαίοι ημών πρόγονοι, -και αντίθετα με ό,τι πολλοί νομίζουν- δεν βρίσκεται στο πολύ: «Ουκ εν τω πολλώ το ευ».

Υπάρχει τώρα και το ερώτημα, πώς ο χώρος αυτός, που μόλις περιέγραψα, μπορεί να είναι πριβέ; Οι λύσεις είναι πολλές και γι’ αυτό σίγουρα θα φροντίσει ο αρχιτέκτονας του σχεδίου.

ΕΙΜΑΣΤΕ ΤΥΧΕΡΟΙ

«Είμαστε τυχεροί που ζούμε σε μια πόλη για την οποία υπάρχει σχέδιο, να συνεχίσει να είναι βιώσιμη και στις επόμενες δεκαετίες. Η αύξηση του πληθυσμού είναι ραγδαία και ήδη έχει υπερβεί τα 4 εκατομμύρια.

Υπάρχουν περιοχές όπου επιτρέπεται η πυκνότερη ανοικοδόμηση, όπως αυτή τη στιγμή, για παράδειγμα, είναι ορισμένα κομμάτια του Oakleigh. Η Πολιτεία προσπαθεί να διατηρήσει το πράσινο και το σεβασμό στο περιβάλλον. Τίποτε δεν γίνεται τυχαία, ευτυχώς. 

Αναφορικά τώρα με το συγκεκριμένο θέμα που συζητάμε σήμερα, εκείνο το οποίο θα πρέπει να γνωρίζουν οι ενδιαφερόμενοι, είναι ότι δεν ξοδεύουν χρήματα για τη διαδικασία που απαιτείται, μέχρι να διαπιστωθεί αν η πίσω αυλή προσφέρεται για ανοικοδόμηση. Εμείς φροντίζουμε για όλα τα απαιτούμενα. Αναλαμβάνουμε τα σχέδια και παίρνουμε τις άδειες. Οπότε, δεν υφίσταται ο παράγοντας ‘ρίσκο’, σε καμμία περίπτωση».

Όσοι ενδιαφέρονται τώρα για περισσότερες πληροφορίες μπορούν να επικοινωνήσουν απευθείας με την κ. Τσουβαλάκη στον αριθμό 0412 018 889.