Με επιτυχία πραγματοποιήθηκε την περασμένη Κυριακή στο Πολιτιστικό Κέντρο του Εργατικού Συνδέσμου «Δημόκριτος», η εκδήλωση/κονσέρτο αφιερωμένο στον Μίκη Θεοδωράκη. Η εκδήλωση οργανώθηκε από τη Γυναικεία Επιτροπή του «Δημόκριτου» σε συνεργασία με τη χορωδία «Παροικία».
Την εκδήλωση χαιρέτησε, με προσωπικό του μήνυμα, ο ίδιος ο συνθέτης στο οποίο ανέφερε τα εξής:
«Αγαπητοί φίλοι και φίλες,
Στη Μελβούρνη ήρθα για πρώτη φορά στα 1972 και οι μέρες, οι ώρες και οι στιγμές που πέρασα εκεί είναι ανεξίτηλα χαραγμένες στη μνήμη μου.
Εσείς νομίζω ότι ζούσατε τις πρώτες μέρες στην ξενιτιά. Εγώ ίσως ήμουν ένας από τους πρώτους Έλληνες καλλιτέχνες που πατούσαν το πόδι τους στην Αυστραλία. Και για τους δυο μας, και για σας και για μένα, ήταν η εποχή της Χούντας και αυτό ήταν που έκανε τόσο πολύ ηλεκτρισμένες τις ημέρες εκείνες.
Κοντά στον νόστο για την Πατρίδα που μόλις είχατε αφήσει, προστέθηκε και ο κοινός μας πόνος για την χαμένη Δημοκρατία, παράλληλα όμως φούντωνε η θέλησή μας να παλέψουμε για την Ελευθερία του Λαού και της χώρας μας.
Μου έκαναν τότε εντύπωση δύο αντίθετα πράγματα Το πρώτο ήταν οι μεγάλες δυσκολίες της προσαρμογής σας στην ξένη χώρα και το δεύτερο η μεγάλη αλληλεγγύη των Αυστραλών στον αγώνα μας για την κατάκτηση της Λευτεριάς μας.
Συνδικάτα, προσωπικότητες και απλός Λαός έδειχναν με κάθε τρόπο την αγάπη τους για την Ελλάδα, γεγονός που μετέτρεπε τις συναυλίες μου σε γιορτές για την Δημοκρατία, την Ελευθερία και την Αλληλεγγύη των λαών μας.
Ήταν και για σας, που αντιμετωπίσατε τόσα και τόσα προβλήματα μια μεγάλη ικανοποίηση και χαρά να διαπιστώνετε πως στη νέα σας πατρίδα υπάρχουν πολλοί καλοί άνθρωποι, ώστε να βλέπετε το μέλλον σας και το μέλλον των παιδιών σας με μεγάλη αισιοδοξία.
Ξαναήλθα στην Μελβούρνη και καμάρωσα μαζί σας τους Έλληνες να διαπρέπουν και την Ελληνική Κοινότητα να έχει κερδίσει την εκτίμηση και τον σεβασμό των καινούριων συμπατριωτών σας. Έτσι είναι… Ο Έλληνας με τους καλούς γίνεται καλλίτερος και με τους κακούς χειρότερος. Φαίνεται πως στα ξένα μέρη υπάρχει κάτι που κάνει τους Έλληνες καλλίτερους, ενώ στον τόπο μας οι καλοί πάνε χαμένοι και γι’ αυτό ξαναπαίρνουν τώρα και πάλι μαζικά τον δρόμο της ξενιτιάς. Και αυτή τη φορά δυστυχώς, μας αφήνουν και φεύγουν τα καλλίτερα μυαλά. Νέοι και νέες που σπούδασαν με τόσες θυσίες για την οικογένεια και την πατρίδα μας, τώρα να χαρίζουν τα δώρα τους στους ξένους.
Σας γράφω με βαριά καρδιά, γιατί η ζωή μού έπαιξε ένα άσχημο παιχνίδι: να βλέπω στα γερατειά μου τον Λαό μας να υποφέρει. Ας ελπίσουμε και ας ευχηθούμε να γίνει το συντομότερο δυνατό η αγαπημένη μας Πατρίδα ευτυχισμένη, γιατί το αξίζει.
Νομίζω ότι εσείς με καταλαβαίνετε καλλίτερα και γι’ αυτό χαίρομαι ιδιαίτερα για τη βραδιά που μου χαρίζετε.
Σας ευχαριστώ και σας χαιρετώ με αγάπη,
Μίκης Θεοδωράκης
Αθήνα, 25.8.2016
Ο Μίκης Θεοδωράκης».