Terra Nullius – ένας μύθος-στίγμα

Είναι καιρός να φωτιστεί η αλήθεια, έστω και σήμερα

Μια φωνή που πάλλεται από συγκίνηση, όταν η συζήτηση στρέφεται στους πρώτους κατοίκους αυτής της γης. Στους αυτόχθονες που η γλωσσολόγος Βάσω Ελευσινιώτη, εδώ και δεκαετίες έχει γνωρίσει από κοντά και µέχρι σήµερα, η ζωή της η επαγγελµατική και όχι µόνο, δένεται µαζί τους.

«Ο γιος µου είναι Αβορίγινας», λέει µε καµάρι και σε κάνει να µην ξέρεις από πού να ξεκινήσεις.

Το πιο ασφαλές …από τις ρίζες της.

Γεννήθηκε στο Μπρίσµπαν, έζησε ένα διάστηµα στη Μελβούρνη και από επτά µέχρι 10 χρόνων στη Σαλαµίνα, πατρίδα του πατέρα της.

«Ήταν τα πιο ευτυχισµένα χρόνια της ζωής µου» λέει µε παιδικό σχεδόν ενθουσιασµό. «Αυτή η αίσθηση της ελευθερίας, στο νησί, η αγάπη των γιαγιάδων και παππούδων, η εγκαρδιότητα και ζεστασιά των ανθρώπων, τα παιχνίδια έξω, χωρίς το φόβο που ελέγχει και περιορίζει την ελευθερία των ανθρώπων σήµερα».

Μέχρι τα 18 της χρόνια έζησε, σε καθαρά δίγλωσσο περιβάλλον. «Ο πατέρας απαιτούσε να µιλάµε Eλληνικά µαζί του, ενώ µε τη µητέρα µας η οποία είναι Αυστραλή, µιλούσαµε Aγγλικά. Τα πράγµατα ήταν ξεκάθαρα και υπήρχε απόλυτος σεβασµός για τις δύο γλώσσες. Οι περισσότεροι φίλοι µας, εξάλλου, ήταν Έλληνες, οπότε µπορείς να πεις ότι στο περιβάλλον µου υπερτερούσε η ελληνική κουλτούρα».

Όση ώρα µου µιλά για το διάστηµα αυτό της ζωής της, φλέγοµαι από επιθυµία να µάθω για τους δεσµούς της µε τους Αβορίγινες. Μου έχουν µιλήσει µε θαυµασµό για τη δουλειά της ως γλωσσολόγου, αλλά και τους στενούς δεσµούς της µε τους Αβορίγινες. «Ο γιος της είναι Αβορίγινας» µε πληροφορεί κοινός γνωστός ο οποίος µε φέρνει σ’ επαφή µαζί της.

Η Βάσω µιλά άπταιστα Eλληνικά, η ειδικότητά της όµως ως γλωσσολόγου είναι οι γλώσσες των Αβορίγινων αυτής της χώρας, όπως είναι η Wajarri για την οποία έχει γράψει βιβλία και λεξικό, πληροφορούµαι από την ίδια.

ΣΕ ΑΝΥΠΟΠΤΟ ΧΡΟΝΟ

Στο ερώτηµα πώς ‘ξεκίνησε ο δεσµός της µε τους Αβορίγινες’, η απάντηση είναι «σε χρόνο ανύποπτο. Είχα φύγει από το σπίτι όταν ήµουν 18 χρόνων και κοιτάζοντας για δουλειά, γνωρίστηκα µε µια οικογένεια Αβορίγινων στο Carlton. Είχαν τέσσερα παιδιά. Ο άντρας ήταν συγγραφέας ενώ η σύζυγός του εκδότρια. Πάντα µου άρεσαν οι γλώσσες, αυτές όµως των Αβορίγινων, ασκούσαν πάντα µια ιδιαίτερη έλξη πάνω µου. Αποφάσισα να γίνω γλωσσολόγος, µε ειδικότητα τις γλώσσες των Αβορίγινων».

Για την ιδιαίτερη έλξη που ένιωθε από παιδί για τους πρώτους κατοίκους αυτής της γης, θα πει: «Πιστεύω ότι ο βασικός πυρήνας έλξης είναι ότι έχουµε πολλά κοινά σηµεία µ’ εκείνους. Πολύ περισσότερα µάλιστα από εκείνα που έχουµε µε τους αγγλοσάξονες. Είναι άνθρωποι που σέβονται τους οικογενειακούς δεσµούς, περήφανοι, εκδηλωτικοί, µε µεγάλο σεβασµό για τους ηλικιωµένους, κάτι που ανέκαθεν µε συγκινούσε ιδιαίτερα. Επίσης θαυµάζω την υποµονή τους, τον τρόπο που επικοινωνούν µεταξύ τους, την προσήλωση στην κουλτούρα τους και στις αξίες της φυλής τους. Έχουν κατανόηση για τον άνθρωπο, υποµονή και πάθος για τη ζωή. Οι δεσµοί τους µε τη φύση και η προσήλωση στα πιστεύω τους, µου ενέπνεαν πάντα το ενδιαφέρον, αλλά και τον απεριόριστο σεβασµό στο πρόσωπό τους. Ο δυναµισµός των γυναικών επίσης, ιδιαίτερα των γιαγιάδων, µε άφηνε άφωνη».

Ο γιος της Βάσως (από πατέρα Αβορίγινα) με τον θείο του Godfrey Simpson στο

H Βάσω Ελευσινιώτη

Ως γλωσσολόγος, αισθάνεται περισσότερο ίσως από κάθε άλλον, τη σηµασία της απώλειας των περισσότερων γλωσσών των αυτόχθονων.

«Eίναι γνωστό ότι δεν τους επιτρεπόταν να µιλούν τη γλώσσα τους. Οι λευκοί, οι αποικιοκράτες, δεν είναι ότι δεν τους αναγνώρισαν ως τους πρώτους κατοίκους αυτής της γης και είπαν εκείνο το επαίσχυντο «terra nullius» -ένα στίγµα που δεν έχει σβηστεί ακόµη-, αλλά τους απαγόρευαν να µιλούν τη γλώσσα τους. Βαριά η τιµωρία για όσους αψηφούσαν τη διαταγή. Χαρακτηριστική η περίπτωση γιαγιάς που σε καταυλισµό που ήταν περιορισµένη µε πολλούς άλλους, στο Healesville της Βικτώριας, και τους µοίραζαν συσσίτιο, την τιµώρησαν να περάσει ένα µήνα χωρίς τρόφιµα, όταν την άκουσαν οι φύλακες να µιλά στη γλώσσα της. Με την ίδια ποινή τιµωρούσαν και εκείνους οι οποίοι τολµούσαν να µοιραστούν τα λιγοστά τρόφιµα µε τους τιµωρηµένους».

 

Η ΑΛΗΘΕΙΑ

 

Η Βάσω έχει εργαστεί, ως γλωσσολόγος σε οργανισµούς των αυτόχθονων, εδώ και πολλά χρόνια, µε τα περισσότερα από αυτά στο Geraldton της Δυτικής Αυστραλίας, όπου ζει ένας µεγάλος αριθµός αυτόχθονων.

Στη Μελβούρνη βρίσκεται τα τελευταία επτά χρόνια. Τα ευχάριστα νέα σήµερα είναι ότι οι γλώσσες των Αβορίγινων, αργά µα σταθερά αρχίζουν να κάνουν την είσοδό τους στο εκπαιδευτικό σύστηµα. Έτσι, πληροφορούµαστε από την ίδια σήµερα ότι η γλώσσα Woiwurrung την οποία µιλούσαν οι Wurundjeri στη Μελβούρνη, διδάσκεται εδώ και πέντε χρόνια στο Thornbury Primary School, καθώς επίσης στο Swan Hill Primary School και Heywood and Districts Secondary School στη νοτιοδυτική Βικτώρια.

Άλλα σχολεία τα οποία διδάσκουν την τοπική γλώσσα των Αβορίγινων είναι: Melton Primary School, Mildura Primary School, Gowrie St. Primary School στο Shepparton και Bright P-12 College.

«Κανονικά θα πρέπει να καθιερωθούν σ’ όλα τα σχολεία της χώρας, µαζί µε την ιστορία και τον πολιτισµό των Αβορίγινων. Να αποκατασταθεί η αλήθεια. Κανείς, για παράδειγµα, δεν µιλά για το γεγονός ότι οι αποικιοκράτες είχαν 30 χρόνια πόλεµο µε τους Αβορίγινες. Η κλεµµένη γενιά, είναι ακόµη µια επαίσχυντη πλευρά της ιστορίας η οποία θα πρέπει να έλθει στην επιφάνεια και να φωτιστεί στις πραγµατικές της διαστάσεις, δεδοµένου ότι µέχρι σήµερα κάθε οικογένεια έχει να επουλώσει και ένα τραύµα.

Η διατήρηση της γλώσσας και του πολιτισµού των Αβορίγινων είναι κάτι που τους οφείλεται δικαιωµατικά.

Το άλλο είναι να σεβαστούν οι ιθύνοντες το γεγονός ότι οι Αβορίγινες έχουν το δικαίωµα να ζήσουν µε τον τρόπο που επιθυµούν οι ίδιοι. Είναι, οι παλιοί ιδιαίτερα, άρρηκτα δεµένοι µε τη γη των προγόνων τους και σε καµιά περίπτωση δεν θέλουν και δεν µπορούν να εγκαταλείψουν τον τόπο όπου πιστεύουν ότι βρίσκεται το πνεύµα των προγόνων τους».

 

ΛΑΘΟΣ ΕΙΚΟΝΕΣ

 

Αναφορικά µε τις εικόνες που προβάλλονται συχνά προς τα έξω, η ίδια θα πει ότι «δεν ευσταθούν. Απλά, υπάρχει παραπληροφόρηση, προκατάληψη και ωµός ρατσισµός. Έχω δουλέψει 18 χρόνια µαζί τους και είµαι σε θέση να γνωρίζω. Όταν ζουν σε αποµακρυσµένες κοινότητες είναι δύσκολο να βρουν δουλειά. Θα πρέπει να δηµιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες και να µελετηθεί το όλο θέµα από τους δικούς τους ανθρώπους. Να δροµολογηθούν προγράµµατα, για παράδειγµα, που ανταποκρίνονται στις ανάγκες τους. Να ερωτηθούν οι ίδιοι.

Είναι µύθος ότι περιµένουν τα έτοιµα».

Αν η Πολιτεία δαπανά κονδύλια, που αυτό δεν αµφισβητείται, υποστηρίζει η ίδια, θα πρέπει να καρποφορήσουν.

Είναι γεγονός, ότι τα ποσά που κατευθύνονται κάθε χρόνο για τη µελέτη και κάλυψη των αναγκών των αυτόχθονων είναι υπέρογκα, σύµφωνα µε τελευταία µελέτη. Το πρόβληµα είναι ότι στο σχεδιασµό των προγραµµάτων, δεν ερωτούνται οι άµεσα ενδιαφερόµενοι, µε αποτέλεσµα, να διαιωνίζονται και να επιδεινώνται τα προβλήµατα τα οποία θα µπορούσαν να επιλυθούν µε πιο αποτελεσµατικό τρόπο.

Η Βάσω Ελευσινιώτη, στο ερώτηµα, «τι θα ήθελε η ίδια να δει να γίνεται προς την κατεύθυνση αυτή», θα πει: «Κατ’ αρχήν περισσότερους αυτόχθονες πολιτικούς, και σε διοικητικές θέσεις όπου παίρνονται οι αποφάσεις.

Πιο πολύ σεβασµό, διαφώτιση που ξεκινά από το σχολείο για τους πρώτους κατοίκους αυτής της γης. Είναι πράγµατα που τους οφείλονται» καταλήγει η Βάσω Ελευσινιώτη.