Η πρώτη προσφυγική κρίση που έζησα από κοντά, ήταν το 2007, όταν βρισκόμουν στην Ιορδανία. Τότε η χώρα δεχόταν κύματα Ιρακινών προσφύγων, οι οποίοι ζούσαν σε ιδιαίτερα δύσκολες συνθήκες και όλοι όσοι ήμασταν εκεί βιώναμε καθημερινές ιστορίες σκληρότητας.

Πέρασαν κάποια χρόνια από τότε. Μετακόμισα στην Ανατολική Αφρική, έζησα από κοντά τις συνέπειες της 20ετούς διαμάχης στη Βόρεια Ουγκάντα, τα ακρωτηριασμένα σώματα των παιδιών στρατιωτών, την τρέλα και την απόγνωση στο βλέμμα τους. Γι’ αυτή την κρίση, είχα γράψει πολύ αργότερα ένα τετρασέλιδο ρεπορτάζ στην έντυπη «Ελευθεροτυπία», το οποίο μπορείτε να διαβάσετε ολοκληρωμένο από το The Press Project.

Ακολούθησαν και άλλα ταξίδια. Βρέθηκα στο Μπαγκλαντές, όπου μεγάλο μέρος του πληθυσμού είναι πλέον αυτό που αποκαλούμε «περιβαλλοντικοί πρόσφυγες» και ας μην το συζητάμε πολύ. Το ξαναέζησα από πολύ κοντά στις Φιλιππίνες κατά τη διάρκεια του Τυφώνα Χαϊγιάν, που άφησε πίσω του 7.000 νεκρούς και εκατοντάδες χιλιάδες εκτοπισμένους, για να ξαναβρεθώ πάλι στην πρώτη γραμμή στη Νιγηρία και τον πόλεμο εναντίον της Μπόκο Χαράμ.

Ταξίδεψα στο Καμερούν, έζησα δίπλα στους πρόσφυγες, έμεινα στο Μπόρνο, στη Γιόλα, έκλαψα με τις γυναίκες και τα παιδιά και είδα από κοντά τη φρίκη των τζιχαντιστών. Έχω γράψει πάρα πολλά για την Μπόκο Χαράμ σε ελληνικά και ξένα Μέσα, έχω δώσει πολλές σχετικές συνεντεύξεις, σε μια προσπάθεια να μοιραστώ αυτά που έβλεπα με την Ελλάδα που τότε δεχόταν τα πρώτα κύματα προσφύγων από τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική.

Με τον συνάδελφό μου, Στυλιανό Παπαρδέλα, είχαμε γράψει (και είχαμε δεχτεί απίστευτη επίθεση λάσπης) ήδη από το 2013, για τις συνθήκες των ξένων εργατών στην ελληνική επαρχία. Είχαμε καλύψει τις διαμαρτυρίες των Σύρων προσφύγων στο Σύνταγμα και ήμασταν από τους πρώτους που βρεθήκαμε στον Ασύρματο, στον Άγιο Δημήτριο, όπου μια ομάδα αλληλέγγυων, πολύ πριν γίνει «μόδα» η αλληλεγγύη, περιέθαλπε δεκάδες οικογένειες Σύρων.

Συνέχισα πάντα να γράφω για το προσφυγικό θέμα και τις καταστροφικές πολιτικές της Ευρώπης. Με τον Στυλιανό επιστρέψαμε στην Ιορδανία και βρεθήκαμε πάλι στις περιοχές των προσφύγων, προσπαθώντας και εμείς να καταλάβουμε τι συμβαίνει, επιτέλους, στην γειτονιά μας. Τα έχουμε πει αρκετές φορές απο τότε, σε συνεντεύξεις και άρθρα. Κάποια στιγμή σταμάτησα να μιλάω για το θέμα.

Το προσφυγικό υπήρξε αφορμή, όχι μόνο για ένα κύμα αλληλεγγύης, αλλά –δυστυχώς- και πεδίο αυτοπροβολής και επαγγελματικής αποκατάστασης πολλών «εμπλεκομένων», τόσο σε ιδιωτικό όσο και σε επίπεδο οργανώσεων.

Σίγουρα, όλη αυτή η κινητοποίηση του απλού κόσμου ήταν κάτι υπέροχο. Σε αυτό δεν υπάρχει καμία αμφιβολία. Άνθρωποι διαφορετικοί μεταξύ τους, ο καθένας με τον τρόπο του και τις δυνάμεις του, στάθηκαν στο πλευρό των προσφύγων, με απίστευτη αυταπάρνηση και ανιδιοτέλεια. Δεν αναφέρομαι σε εκείνους, φυσικά.

Όπως, όμως, συμβαίνει πάντοτε, το μέτρο χάθηκε, η αλληλεγγύη για πολλούς έγινε «επάγγελμα», το οποίο διαφημίζουν συνεχώς στα μέσα δικτύωσης – και όχι μόνο. Δίπλα σε εκείνους πολλές και διάφορες ΜΚΟ και μεγάλοι οργανισμοί. ΜΚΟ που κανείς δεν είχε ξανακούσει, συστάθηκαν μέσα σε μια νύχτα, «αλληλέγγυοι» διαφήμιζαν προσωπικούς λογαριασμούς στο facebook, ζητώντας χρήματα για να κάνουν δράσεις υπέρ των προσφύγων και ποτέ κανείς δεν έδινε λογαριασμό για τα χρήματα αυτά.

Στο παιχνίδι της χρηματοδότησης μπήκαν όλοι. Μικροί και μεγάλοι. Το χρήμα ρέει άφθονο σε αυτή την προσφυγική κρίση, η οποία έχει εξελιχθεί στην ακριβότερη ανθρωπιστική επιχείρηση των τελευταίων δεκαετιών. Υπό την πίεση της κοινής γνώμης, οι κυβερνήσεις (οι λεγόμενοι δωρητές) και η Ευρωπαϊκή Ένωση, μοιράζουν χρήμα για να δείξουν ότι νοιάζονται. Το κύριο μέλημα όλων αυτών είναι να κοπούν οι ροές προς την Ευρώπη και να καθησυχαστεί η κοινή γνώμη. Το κύριο μέλημα των επαγγελματιών του ανθρωπισμού, μικρών και μεγάλων, είναι να έχουμε νούμερα, ώστε να δικαιολογήσουμε χρηματοδότηση.

Πλέον, βρισκόμαστε ήδη ένα χρόνο μέσα στην «κρίση». Τα σύνορα έκλεισαν, η συμφωνία Τουρκίας-Ε.Ε. τέθηκε σε ισχύ και η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από το πώς θα διατηρηθεί η συμφωνία και πόσα καινούρια και καλύτερα προσφυγικά στρατόπεδα θα χτίσουμε.

Ίσως κάποιος θεωρήσει ότι υπερβάλλω, αλλά η προσφυγική κρίση, μετά τον Ψυχρό Πόλεμο και τον Πόλεμο κατά της Τρομοκρατίας, έχει εξελιχθεί στη νέα «παγκόσμια απειλή». Διεθνείς οργανισμοί δημοσιεύουν μακροσκελείς εκθέσεις, με έμφαση στον αριθμό των προσφύγων τις οποίες τα διεθνή μέσα τρέχουν να αναπαράγουν με βαρύγδουπους τίτλους, δίνοντας την εντύπωση ότι ο «κόσμος» μας βρίσκεται αντιμέτωπος με κύματα προσφύγων που μας πολιορκούν έτοιμα να εισβάλλουν στις χώρες μας, και επομένως πρέπει να λάβουμε άμεσα μέτρα να τους κρατήσουμε μακριά.

Στην πραγματικότητα, βέβαια, οι πρόσφυγες αποτελούν το 3% του παγκόσμιου πληθυσμού και το 86% από αυτούς δεν χτυπάει καν τις πόρτες της πλούσιας Δύσης, αλλά έχει καταφύγει στον αναπτυσσόμενο κόσμο και τις γειτονικές τους χώρες (στην Κένυα, για παράδειγμα, υπάρχει ο μεγαλύτερος προσφυγικός καταυλισμός του πλανήτη).

Η επίσημη αφήγηση, όμως, παραμένει διαφορετική και η πολιτική ίδια: κλείσιμο συνόρων και άνοιγμα καταυλισμών.

Τα σύνορά μας στρατιωτικοποιούνται και στο όνομα του πολέμου κατά των διακινητών (οι οποίοι, όσο επαίσχυντοι και αν είναι, δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι είναι το αποτέλεσμα και όχι η αιτία), έχει στηθεί μια βιομηχανία δισεκατομμυρίων με χρήματα των Ευρωπαίων φορολογούμενων. Καθώς τα μέσα ενημέρωσης επικεντρώνονται στο θέμα των διακινητών και σπέρνουν τον πανικό της «ανεξέλεγκτης» μετανάστευσης, η οποία απειλεί τη Δύση, η πολεμική βιομηχανία βρίσκει νέους πελάτες και πεδίο δράσης. Σύμφωνα με την πολύ καλή έρευνα των Migrant Files, τέσσερις κορυφαίες ευρωπαϊκές βιομηχανίες όπλων μονοπωλούν τα συμβόλαια για τη φύλαξη των ευρωπαϊκών συνόρων: οι Airbus, Thales, Finmeccanica και BAE, ενώ η Saab, Indra, Siemens και Diehl είναι οι κύριες εταιρίες που προσφέρουν την αντίστοιχη τεχνολογία. Παράλληλα, η επίσημη στρατηγική παραμένει ο εγκλεισμός των ανθρώπων στα στρατόπεδα, για τα οποία δαπανώνται επίσης εκατομμύρια ευρώ ανθρωπιστικής βοήθειας, σε πανάκριβες δράσεις με αναμφίβολα αποτελέσματα (δεν χρειάζεται να είναι κάποιος «ειδικός» για να το διαπιστώσει αυτό, μια βόλτα στους καταυλισμούς και μια συζήτηση με όσους πέρασαν από εκεί αρκεί).

Σε αυτή την προσφυγική κρίση το πρόβλημα δεν είναι οικονομικό, ούτε μόνο ανθρωπιστικό. Είναι –πρωτίστως- πρόβλημα έλλειψης συνεργασίας και αλληλεγγύης σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Οι κυβερνήσεις αρνούνται να αντιμετωπίσουν την κρίση στις αληθινές της διαστάσεις, αρνούνται να συνεργαστούν ακόμα και στον αριθμό των ανθρώπων που θα δεχθούν στο έδαφος τους.

Σίγουρα, εύκολες λύσεις δεν υπάρχουν, όμως οι επίσημες πολιτικές μέχρι τώρα έχουν αποτύχει.

Γιατί τις συνεχίζουμε;