ΚΑΤΑ τη διάρκεια της επιστροφής από Συρράκο και τους Καλαρρύτες, στα Πράμαντα, όπου μέναμε, περάσαμε και από άλλα μικρά χωριά, που παραδοσιακά χτίζονταν γύρω από μαντριά και περάσματα.
ΜΕΤΑΞΥ αυτών, τα χωριά Σερβιανά, Χουλιαράδες, Καλέτζι, Άγναντα και άλλα και για τελευταία φορά από το παλιό Τελωνείο, που βρίσκεται δίπλα στα λείψανα του γνωστού γεφυριού της Πλάκας που γκρεμίστηκε πέρυσι.
ΤΑ γερασμένα θεμέλιά του, δεν άντεξαν να κρατήσουν στους ώμους τους, το μεγαλύτερο τοξωτό γεφύρι των Βαλκανίων.
ΜΕΤΑ τη περυσινή μεγάλη φθινοπωρινή βροχή, η στάθμη του νερού ανέβηκε και η ασίγαστη πια ορμή του Ασπροπόταμου παρέσυρε το γεφύρι…
Η κυβέρνηση της χώρας, βέβαια, όπως και όλες οι προηγούμενες, είχε αγνοήσει τις εκκλήσεις των ειδικών και των κατοίκων της γύρω περιοχής, που ζητούσαν την ενίσχυση των θεμελίων του γεφυριού.
ΕΤΣΙ, ό,τι άφησαν μισοτελειωμένο οι ελληνικές κυβερνήσεις φρόντισε να το αποτελειώσει ο Ασπροπόταμος και να λυτρώσει το καταταλαιπωρημένο γεφύρι από τον αργό θάνατο της εγκατάλειψής του…
ΤΟ ποτάμι, πρόλαβε να πάρει και την υπόσχεση της αριστερής κυβέρνησης και του πρωθυπουργού της (που έχει «δεσμούς» με τα Τζουμέρκα), ότι σε ένα χρόνο θα είχε ξαναχτιστεί το ιστορικό γεφύρι…
ΣΥΓΝΩΜΗ που επανήλθα στο ίδιο θέμα, αλλά κάθε φορά που περνούσα από εκεί και έβλεπα ό,τι απέμεινε από τα ερείπιά του μου ανέβαινε το αίμα στο κεφάλι.
ΝΑ πούμε εδώ, ότι στον ίδιο τόπο, ήταν και τα σύνορα, μεταξύ Ελλάδας και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, από το 1881, που πέρασε η Θεσσαλία και η Άρτα στην ελληνική επικράτεια, μέχρι και το 1912, που ο ελληνικός στρατός κατέλαβε τα Γιάννενα και έδιωξε τους Τούρκους από την Ήπειρο και την υπόλοιπη Βόρεια Ελλάδα.
ΑΠΟ εκεί πήγαμε στα Πράμαντα, που λόγω της γεωγραφικής τους θέσης, παραμένει το μεγαλύτερο κεφαλοχώρι των Τζουμέρκων, με τον πληθυσμό του να κυμαίνεται σήμερα γύρω στους 1.500 κατοίκους.
ΕΙΝΑΙ ένα όμορφο χωριό, καταμεσής της οροσειράς της Πίνδου, η οποία κατευθύνεται από Βορρά προς Νότο και αποτελείται από τα βουνά, όπως το Περιστέρι (υψόμετρου 2.295 μέτρων), το Καταραχιά (2.280 μ.), την Κακαρδίτσα (2.429 μ.) και τα Αθαμανικά Όρη ή αλλιώς Τζουμέρκα (2.393 μ.) και άλλα.
ΜΙΛΑΜΕ για τον μεγαλύτερο βουνο-συνωστισμό της ηπειρωτικής Ελλάδας, με μεγάλα ποτάμια όπως ο Αχελώος και ο Άραχθος και δεκάδες χείμαρρους, που διασχίζουν πολλές χαράδρες, οι οποίες διαχρονικά δυσκολεύουν τις μετακινήσεις των κατοίκων της περιοχής.
ΓΙΑ τους πιο πάνω λόγους επέλεγαν τα Τζουμέρκα να βρουν καταφύγιο οι κυνηγημένοι της Ηπείρου, της Θεσσαλίας της Στερεάς Ελλάδας και άλλων, ακόμα πιο απόμακρων περιοχών της Ελλάδας.
ΟΙ ίδιοι λόγοι έδωσαν στα Τζουμέρκα, όπως και σε άλλες πολύ ορεινές περιοχές, την ευκαιρία, να αποκτήσουν ένα είδος αυτονομίας απέναντι στους κατακτητές, μιας και οι Τούρκοι ούτε να πάρουν περισσότερους φόρους μπορούσαν (επειδή τα εδάφη ήταν άγονα και κατάλληλα μόνο για γιδοπρόβατα) ούτε βέβαια ήταν εύκολο να κυνηγήσουν τους φοροφυγάδες…
ΤΗ στρατηγική αυτή γεωγραφική τους θέση εκμεταλλεύτηκαν τα Πράμαντα και έγιναν το εμπορικό κέντρο της περιοχής και της κλεφτουριάς, η οποία στα βουνά αυτά «σπούδασε» και εξέλιξε την τέχνη του πολέμου, που φάνηκε χρήσιμη στον απελευθερωτικό Αγώνα.
Η θέα που έχουν τα Πράμαντα στις βουνοκορφές και τις χαράδρες που τα περιτριγυρίζουν, είναι μοναδική. Με τις ώρες καθόμαστε, όταν είχαμε καιρό και χαζεύαμε το άγριο, αλλά πανέμορφο τοπίο. Στα μέσα, μάλιστα, του Ιουνίου που βρεθήκαμε εκεί, η φύση ήταν στα καλύτερά της.
ΤΟ ξενοδοχείο «Ορίζοντες» όπου μέναμε, ήταν στην άκρη του χωριού και ακριβώς κάτω από την απότομη και επιβλητική βουνοκορφή της Στρογγούλας.
ΑΝ και ήταν μέσα Ιουνίου, όπως προανέφερα, οι επισκέπτες ήταν μετρημένοι στα δάχτυλα και τα περισσότερα μαγαζιά του χωριού εντελώς άδεια.
ΟΙ μαγαζάτορες συνεχίζουν να παραπονούνται, αλλά ποιος τους ακούει. Τα νησιά και οι παραλίες κλέβουν την παράσταση και την… Εφορία.
ΝΑ προσθέσω εδώ, ότι την ίδια εποχή τα ελληνικά νησιά ήταν γεμάτα τουρίστες. Αυτό, κατά τη γνώμη μου, σημαίνει ότι η πανέμορφη ορεινή Ελλάδα, το στολίδι της χώρας, παραμένει εντελώς άγνωστη, όχι μόνο για τους ξένους αλλά και για τους μη ορεινούς Έλληνες.
ΟΙ περισσότεροι προτιμούν να πάνε στα νησιά και να κάθονται με τις ώρες να λιάζονται στις παραλίες, πληρώνοντας μάλιστα και για τις ξαπλώστρες…
ΔΕΝ λέω, καλά τα νησιά, η θάλασσα, οι παραλίες, το… life style της ηλιοθεραπείας και του κλάμπινγκ, αλλά ευχαριστώ πάρα πολύ, δεν θα πάρω. Προτιμώ τα ψηλά βουνά, τα έλατα, τα νυχτοπούλια και τις δροσερές βρυσούλες…
ΜΑ, θα μου πείτε -και θα συμφωνήσω μαζί σας-, ότι και τα νησιά, ψηλές βουνοκορφές ήταν κάποτε, πριν αποχωρήσουν από την ενδοχώρα, σαλπάροντας για τα πελάγη, προκειμένου να συνωστισθούν στο Αιγαίο…
ΑΠ’ Ο,ΤΙ διαπίστωσα στη συνέχεια (μετά το ταξίδι αυτό) στα νησιά και, κυρίως, στα πιο τουριστικά, όπως στη Μύκονο, τη Σαντορίνη, την Πάρο, τη Ρόδο και άλλα, πηγαίνουν και οι περισσότεροι Ελληνοαυστραλοί που επισκέπτονται την Ελλάδα.
ΣΤΗΝ ορεινή Ελλάδα πηγαίνουν μόνο οι συμπάροικοι της πρώτης γενιάς, που κατάγονται από εκεί και αυτοί μένουν στα χωριά τους και πού και πού κάνουν και κάποια βόλτα στη θάλασσα…
ΜΕΤΑ τη βόλτα στο χωριό επιστρέψαμε στο ξενοδοχείο και απολαύσαμε τη δροσιά της νύχτας, κάτω από τη Στρογγούλα, ακούγοντας τον γκιώνη. Μοναδική απόλαυση μετά από ένα καλό τσιγάρο…
ΤΗΝ άλλη μέρα φύγαμε για το Λουτράκι Αριδαίας, που βρίσκεται βόρεια της Έδεσσας και ανάμεσα στα βουνά Καϊμακτσαλάν και Πάικο.
«ΣΗΜΕΡΑ», μου λέει ο Χρήστος, «θα περάσουμε και από τον Αυχένα του Μπάρου, εκεί που λίγο έλειψε να με φάνε τα σκυλιά όταν, πριν κάτι χρόνια, πέρασα με τη μηχανή. Είναι τα σκυλιά που σου έλεγα, όταν είπες ότι ήθελες να πας στα Τζουμέρκα με τη μοτοσυκλέτα… ».
ΣΚΥΛΙΑ, βέβαια, μας την «έπεφταν» σε καθημερινή βάση. Όταν έβλεπαν το αυτοκίνητο, το κυνηγούσαν καμιά εκατοστή μέτρα γαβγίζοντας (και κρατώντας αποστάσεις ασφαλείας… ) και στη συνέχεια γυρνούσαν στο κοπάδι τους.
ΚΑΤΑΜΕΣΗΣ, λοιπόν, του δρόμου αυτού, που βρίσκεται σε υψόμετρο 1.940 μέτρων -το υψηλότερο υψόμετρο από το οποίο περνά ασφαλτοστρωμένος δρόμος στην Ελλάδα-, είδαμε ένα κοπάδι έξι-επτά σκυλιών να κατεβαίνει από την πλαγιά και να παρατάσσονται στην άκρη του δρόμου…
ΜΕ το που πλησιάζει το αυτοκίνητο, χωρίς να διστάσουν ούτε δευτερόλεπτο, ορμάνε πάνω του. Και όταν λέω ορμάνε πάνω του, εννοώ ότι πηδούσαν πάνω στο αυτοκίνητο και προσπαθούσαν να δαγκώσουν τις λαμαρίνες…
ΤΟ κυνηγητό και οι προσπάθειές τους να… κατασπαράξουν το Daihatsu, κράτησε περίπου ένα πεντάλεπτο, μιας και ο Χρήστος οδηγούσε αργά να μη χτυπήσει κανένα. Μετά από καμιά πεντακοσαριά μέτρα κατάλαβαν ότι δεν μπορούν να το φάνε…
ΟΤΑΝ σταματήσαμε λίγο πιο κάτω, είδαμε τις γρατσουνιές των δοντιών τους πάνω στις λαμαρίνες του αυτοκινήτου…