Οι άδειες ταξί και η απίστευτη τραγωδία

Η Πολιτεία με την κατάργηση των αδειών ταξί έφερε σε αδιέξοδο χιλιάδες συμπολίτες μας

Πάει ένας μήνας από την αποφράδα μέρα -Τρίτη, 23 Αυγούστου- που η Πολιτεία έκανε γνωστή την απόφασή της να καταργήσει τις άδειες ταξί, φέρνοντας σε αδιέξοδο χιλιάδες συμπολίτες μας. Άτομα που πλήττονται άμεσα σήμερα και άλλα που θα υποστούν τις συνέπειες στο εγγύς μέλλον. Ορισμένοι χάνουν εκατομμύρια για τα οποία εργάστηκαν επί δεκαετίες για να εξασφαλίσουν, ενώ άλλοι, ακόμη και με μία άδεια στην κατοχή τους, κινδυνεύουν όχι μόνο να μείνουν χωρίς ιδιόκτητη στέγη, αλλά και να αποπληρώνουν δάνεια για τα επόμενα 20 χρόνια.

Με την απόφαση της κυβέρνησης Andrews να απελευθερώσει τον κλάδο των ταξί, μηδενίζοντας την ίδια ώρα την αξία των αδειών, έρχονται σήμερα στην επιφάνεια, γεγονότα απίστευτα αιχμηρά. Η απόγνωση είχε ακόμη ως συνέπεια, όπως δηλώνει συμπάροικος, τουλάχιστον επτά άτομα, από ό,τι έγινε γνωστό, να χάσουν τη ζωή τους. Να γίνουν αυτόχειρες για το λόγο ότι δεν έβλεπαν μπροστά τους παρά σκοτάδι.

«Τους έπνιξε η αδικία. Ξαφνικά βρέθηκαν χωρίς εισόδημα, χωρίς κεφάλαιο, με την τράπεζα να ζητά άλλες εγγυήσεις, γιατί η αξία των αδειών είχε μηδενιστεί. Δεν χρειάζεται πολύ για να χάσει ο άνθρωπος τον έλεγχο» είναι η φωνή συμπαροίκου, η οποία, όπως θα δούμε, σ’ αυτήν την έκδοση, σ’ ένα μονόλογο, τα λέει όλα. Ζήτησε να μη διακοπεί η φωνή της και το σεβόμαστε. Εμείς απλώς αποδίδουμε στα ελληνικά εκείνα που λέει στην πρώτη της γλώσσα. Είναι εδώ γεννημένη, παιδί μεταναστών.

«Μας έχουν κρεμάσει» λέει λακωνικά, πριν μου παραδώσει τον μονόλογό της που δημοσιεύεται ξέχωρα.

Μετά, αποφασίζει να πει ότι σ’ αυτήν την άδεια είχαν στηριχθεί, η ίδια και ο σύζυγός της, για το εφάπαξ. Ξαφνικά, το χάνουν μέσα από τα χέρια τους, όπως εκατοντάδες άλλοι. Στην πλειονότητά τους, μετανάστες. Αυτοί που πίστεψαν στο Εργατικό Κόμμα, όπως θα πει η ίδια, και τους πρόδωσε. «Μας πρόδωσε με τον χειρότερο τρόπο. Ληστεύοντας τον μόχθο μας, για να εξυπηρετήσει τα μεγάλα συμφέροντα. Δεν γίνεται, όμως, να σιωπήσουμε, ούτε και να προσποιηθούμε ότι όλα είναι καλά. Όχι, όταν χάνουμε το ψωμί πάνω από το τραπέζι μας. Όταν δεν μπορούμε να πληρώσουμε τα καθημερινά μας έξοδα».

ΨΙΧΟΥΛΑ

«Δεν θα δεχτούμε ψίχουλα για έναν αγώνα ζωής. Δεν μπορούμε να προσποιηθούμε ότι ‘δεν συμβαίνει τίποτε’, όταν άνθρωποι χάνουν κι αυτοί ακόμη τη ζωή τους, με τη νέα συμφορά που τους βρήκε» λέει η Σάντυ Σπανού, πρόεδρος του Victorian Taxi and Hire Car Families.

H ίδια έχει τρεις άδειες. «Χρωστάω πολλά πάνω τους» λέει, γιατί ο νους της τρέχει και σ’ όλους τους άλλους που βλέπει, όπως θα πει να καταστρέφονται. «Οικογένειες διαλύονται, σπίτια κλείνουν και άλλα πουλιούνται όσο-όσο. Δεν είναι η οικονομική μόνο καταστροφή, αλλά και η ηθική. Έχουμε χάσει την εμπιστοσύνη μας σ’ αυτήν τη χώρα που υποτίθεται ότι μία από τις βασικές της αρχές είναι η δικαιοσύνη. Σήμερα αισθανόμαστε ότι δεν μπορούμε πλέον να την εμπιστευόμαστε. Αυτό που ζούμε δεν είναι είναι δυνατόν να λέγεται απόρροια ενός δημοκρατικού συστήματος. Εδώ ζούμε τον φασισμό σε όλη του την έξαρση Αυτά δεν συμβαίνουν ούτε σε τριτοκοσμικές χώρες.

Ο πατέρας μου ήλθε εδώ μ’ ένα πουκάμισο από το νησί και μ’ αυτό το ίδιο, πήγε στη δουλειά την άλλη μέρα. Οι γονείς μας έκαναν μεγάλες θυσίες για να έχουμε εμείς μια άνετη ζωή. Να έχουμε μια οικονομική σταθερότητα. Ξέρεις, όμως, πώς νιώθω σήμερα, ύστερα από τόσων χρόνων δουλειάς; Ότι σε πλεονεκτικότερη θέση είναι μια ανύπανδρη μητέρα που παίρνει το κρατικό επίδομα και μένει σε κυβερνητικό διαμέρισμα. Τόσο κυνικούς μας έχει κάνει η απόφαση της κυβέρνησης να μηδενίσει τις άδειες ταξί. Εκεί που στήριξαν οι περισσότεροι από εμάς τις ελπίδες για μια αξιοπρεπή διαβίωση όταν δεν θα μπορούμε πλέον να εργαστούμε.

Τι θα πούμε στα παιδιά μας αύριο γι’ αυτήν τη χώρα; Ότι μας αδίκησε, ότι μας πήρε το ψωμί από το τραπέζι»;

O ΑΓΩΝΑΣ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

Η αγανάκτηση έντονη, κατανοητή απόλυτα από όσους έχουν πληγεί, αλλά και όλους εμάς που γευόμαστε την πικρή αίσθηση της αδικίας. Το ερώτημα ωμό: Tι γίνεται σήμερα; Πώς αντιμετωπίζεται πρακτικά το σοβαρό αυτό πρόβλημα που πλήττει μεγάλο μέρος των μεταναστών κυρίως σήμερα;

«O αγώνας συνεχίζεται. Η κυβέρνηση οφείλει να μας αποζημιώσει κανονικά για όλες τις άδειες. Είναι το λιγότερο που έχει να κάνει μετά την απόφαση που πήρε για δήθεν απελευθέρωση του χώρου και σκόρπισε τον πανικό, φέρνοντας σε αδιέξοδο εκατοντάδες συνανθρώπους μας. Υπάρχουν άνθρωποι που έβαλαν υποθήκη το σπίτι τους για να αγοράσουν μία άδεια, πιστεύοντας ότι έτσι θα εξασφαλίσουν ένα σταθερό εισόδημα. Σήμερα, κινδυνεύουν να χάσουν την οικογενειακή στέγη. Δεν γίνεται να τα δεχτούμε όλα αυτά αδιαμαρτύρητα».

«Έγιναν οικτρά λάθη, από την πλευρά της κυβέρνησης» θα πει ο Κώστας (προτιμά να μην αναφερθεί το επώνυμό του).

«Η κυβέρνηση, ενώ άργησε τόσο πολύ να πάρει αποφάσεις και άφησε την Uber ανενόχλητη να λειτουργεί παράνομα, σήμερα έρχεται και μας σερβίρει την πιο άδικη λύση που, στην ουσία, δεν λύνει το πρόβλημα που προϋπήρχε όταν εφόρμησε στο χώρο ο νέος εισβολέας.

Ήταν, λοιπόν, επόμενο να υπάρξει, από μέρους μας εξέγερση. Τώρα, η Πολιτεία δίνει την εντύπωση ότι έδεσε μόνη της τα χέρια της.

Το χάος επιδεινώνεται μέρα με τη μέρα. Πολλοί οδηγοί που νοικιάζουν άδειες εκμεταλλευόμενοι όλο αυτό το αλαλούμ που υπάρχει ζητούν να πληρώνουν λιγότερα. Δεν τους αδικώ, πού θα μας βγάλει όμως όλο αυτό;».

Στην ερώτηση «πώς τον επηρεάζει τον ίδιο όλη αυτή η κατάσταση», ο Κώστας απαντά: «Έχω δύο άδειες. Τη μία την αγόρασα το 2003 πληρώνοντας $330.000 και την άλλη το 2006 αντί $385.000. Στη μία, μάλιστα, έβαλα εγγύηση το σπίτι του πατέρα μου. Σήμερα χρωστάω $400.000. Δηλαδή, όχι μόνο θα χάσω το εισόδημα από τις άδειες, αλλά θα αποπληρώνω δάνειο για τα επόμενα 20 χρόνια. Είναι τρελό!».