ΑΝ και έχει περάσει πάνω από μια βδομάδα που επέστρεψα στη Μελβούρνη, συνεχίζω να αισθάνομαι όπως αισθανόμουν όταν πρωτοήρθα.
ΠΑΡ’ ΟΤΙ ζω σε αυτή τη χώρα 46 χρόνια, δεν έχω ακόμα καταφέρει να ξεπεράσω το σύνδρομο που καταδιώκει τους νεοφερμένους…
ΟΛΟΥΣ αυτούς, δηλαδή, που αισθάνονται εδώ προσωρινοί και αρνούνται να αποχωριστούν τη βαλίτσα με την οποία ήλθαν, προκειμένου να την έχουν πρόχειρη για το ταξίδι της επιστροφής…
ΚΑΙ όσο η επιστροφή αργεί και αναβάλλεται, τόσο περισσότερο δένονται ψυχολογικά με τη βαλίτσα. Την κιβωτό της επιστροφής…
ΒΕΒΑΙΩΣ και ξέρω ότι δεν αισθάνονται όλοι έτσι και υπάρχουν ανάμεσά μας άνθρωποι, που αποφάσισαν κάποια στιγμή ότι η Αυστραλία είναι πατρίδα τους και προσαρμόστηκαν.
ΑΥΤΟΥΣ τους θεωρώ πολύ τυχερούς, γιατί δεν είναι και λίγο πράγμα να καταφέρνεις να γιατρεύεσαι από τη βασανιστική πληγή του νόστου.
ΔΥΣΤΥΧΩΣ, εγώ δεν είμαι ένας από αυτούς και όλα δείχνουν ότι δεν πρόκειται να τους μοιάσω τα χρόνια που μου απέμειναν…
ΕΤΣΙ θα παραμείνω. Με το ένα πόδι εκεί, το άλλο στο πουθενά και το μυαλό μου να έχει βγει στο «κλαρί» και να μη θέλει με τίποτα να προσαρμοστεί και την πραγματικότητα να αποδεχθεί…
ΣΤΟ μεταξύ, αντί η εξάμηνη παραμονή μου στην πατρίδα (μετά από έξι χρόνια) να βοηθήσει να τη «χορτάσω», λειτούργησε εντελώς αντίστροφα.
ΑΝΤΙ να τη «χορτάσω» μου άνοιξε την «όρεξη» μιας και λειτούργησε σαν ορεκτικό. Έλα, όμως, που δεν πρόλαβα να γευτώ το κυρίως πιάτο…
ΕΦΥΓΑ και πάλι πρόωρα, φθάνοντας εδώ (στην κυριολεξία) με δανεική βαλίτσα, αφού δική μου ποτέ δεν είχα. Ούτε όταν πρωτοήρθα…
ΔΕΝ αγόρασα ποτέ βαλίτσα γιατί βολευόμουν πάντα με λίγα πράγματα, που κουβαλούσα σε έναν μικρό σάκο, μιας και εδώ είχα έλθει για λίγο… καιρό και εκεί πήγαινα να μείνω λιγότερο…
ΑΣ τα αφήσω, όμως, αυτά, γιατί όσο τα σκέφτομαι τόσο μελαγχολώ και τον εαυτό μου δεν συγχωρώ…
ΣΗΜΕΡΑ, σχεδίαζα να γράψω δυο κουβέντες για την επίσκεψή μου στις Κυκλάδες, αλλά θα το αναβάλω για μια άλλη στιγμή, μιας και όσους φίλους και γνωστούς συνάντησα τις τελευταίες μέρες μου έκαναν την κλασική ερώτηση: «Πώς είδες την κατάσταση στην Ελλάδα;».
ΑΡΧΙΖΩ, λοιπόν, λέγοντας με δύο λέξεις, ότι όσο η χώρα φτωχαίνει τόσο περισσότερο ομορφαίνει…
ΞΑΝΑΒΡΙΣΚΕΙ, ρε παιδί μου, τον εαυτό της και επιστρέφει στις ρίζες της. Στην Ελλάδα, που όλοι εμείς γνωρίσαμε, αγαπήσαμε και θυμόμαστε.
ΑΥΤΟ, βέβαια, δεν ισχύει για τους νέους και, κυρίως, για ανθρώπους κάτω των 45 ετών, αφού γι’ αυτούς, η Ελλάδα της κρίσης αρχίζει να μη μοιάζει με τη χώρα που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν.
ΝΑ τονίσω, επίσης, ότι η εικόνα που έχουμε σχηματίσει εμείς εδώ για την κατάσταση στην πατρίδα την τελευταία εξαετία, δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.
ΤΑ Μέσα Ενημέρωσης και, πρωτίστως, η τηλεόραση, στην προσπάθειά τους να αυξήσουν τον αριθμό των αναγνωστών και τηλεθεατών τους, δραματοποιούν υπερβολικά τα πράγματα, μιας και οι «κακές» ειδήσεις είναι αυτές που συζητιούνται και «πουλούν».
ΕΤΣΙ έχει αρχίσει ένα καθημερινό αφοριστικό μοιρολόγι για τις περικοπές των συντάξεων, την αύξηση των φόρων, τον καταποντισμό της οικονομίας, του βιοτικού επιπέδου και πάει λέγοντας, μοιρολογώντας και κλαίγοντας…
ΕΙΜΑΣΤΕ που είμαστε λαός των τραγωδιών, της υπερβολής, της κλάψας, των φωνών και του μαλλιοτραβήγματος, ήλθε απρόσκλητη και η κρίση από πάνω και «έδεσε» το πράγμα.
ΕΧΕΙ επηρεάσει σε τέτοιο βαθμό τον ψυχισμό του κόσμου, τα όσα προβάλλονται και συζητούνται από το πρωί μέχρι το βράδυ στην τηλεόραση, που ακόμα και αν δεν έχεις οικονομικά προβλήματα από τη μείωση των συντάξεων και την αύξηση της φορολογίας, αρχίζεις και εσύ τα παράπονα, τις ύβρεις και το «κλάμα» για να συμπαρασταθείς στους πάσχοντες…
ΟΠΟΥ και αν πας, όπου και αν σταθείς, με το μοιρολόγι για τις συντάξεις αρχίζει κάθε συζήτηση και με κατάρες κατά της κυβέρνησης κλείνει για την αύξηση των φόρων και του ΕΝΦΙΑ…
ΟΛΑ τα υπόλοιπα που συμβαίνουν, είτε δεν τους ενδιαφέρουν είτε τα θεωρούν δευτερεύοντα και ανάξια συζήτησης ή σχολιασμού.
ΟΠΟΙΟΣ λέει ότι είναι καλά και τα βγάζει πέρα, όσοι τον ακούν, του λένε ότι δεν είναι καλά και του συστήνουν να δει κάποιον ψυχίατρο…
ΔΕΝ υπάρχει αμφιβολία, ότι ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων αντιμετωπίζει προβλήματα μετά την οικονομική καθίζηση της χώρας, αφού διαφορετικά είχε σχεδιάσει τη ζωή του και ρυθμίσει τις οικονομικές του υποχρεώσεις και άλλα ξαφνικά τον βρήκαν.
ΣΕ ακόμα δυσκολότερη θέση βρίσκονται οι ηλικιωμένοι και οι άνθρωποι οι οποίοι και πριν την κρίση δυσκολεύονταν να τα βγάλουν πέρα.
ΤΟΝ ίδιο καιρό, μεταξύ αυτών που διαμαρτύρονται, φωνάζουν και χτυπιούνται ότι δεν μπορούν να τα φέρουν βόλτα, είναι και αυτοί που έχουν και στην πραγματικότητα δεν αντιμετωπίζουν προβλήματα.
ΑΥΤΟ έχει ως αποτέλεσμα να μην μπορείς να βρεις μια άκρη και να καταλάβεις τι πραγματικά συμβαίνει, ποιοι έχουν ανάγκη και πρέπει να βοηθηθούν και ποιοι παίζουν θέατρο για να πάρουν κανένα έξτρα επίδομα.
ΠΑΡΤΕ για παράδειγμα το νομοσχέδιο Κατσέλη για την προστασία της πρώτης κατοικίας.
ΑΝ και έχουν περάσει πέντε χρόνια, κανείς δεν μπορεί ακόμα να πει με βεβαιότητα ποιοι πραγματικά δεν έχουν να πληρώσουν τα στεγαστικά τους δάνεια και πρέπει να προστατευτούν και ποιοι μπορούν, αλλά κατέφυγαν εκεί για να μην πληρώνουν φράγκο.
ΑΣ το πω και διαφορετικά: γενικά τα πράγματα δεν είναι καλά, αλλά δεν είναι τόσο μαύρα όσο τα παρουσιάζει η ειδησεογραφία των Μέσων Ενημέρωσης, που δίνουν τον βηματισμό στο εθνικό μοιρολόι…
ΥΠΑΡΧΟΥΝ πολλές επιχειρήσεις που απειλούνται με λουκέτο και ακόμα περισσότερες που τα βγάζουν πέρα με νύχια και με δόντια.
ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ, όμως, υπάρχουν και πολλές άλλες, που ενώ κερδίζουν πολλά λεφτά, συνεχίζουν να φοροδιαφεύγουν και να επιβαρύνουν ακόμα περισσότερο τη θέση των συνταξιούχων και μισθωτών.
ΤΑ μαγαζιά δεν κάνουν πια… φουρτούνες, όπως έκαναν πριν το 2010, αλλά τα μαγαζιά των επιχειρηματιών που ξέρουν τη δουλειά τους και προσέχουν τις υπηρεσίες και τα προϊόντα που προσφέρουν συνεχίζουν να δουλεύουν.
ΑΝ συνέβαλε θετικά σε κάτι η κρίση, είναι «να χωρίσει την ήρα από το σιτάρι» και να βγάζει στο περιθώριο όσους άνοιγαν (και ανοίγουν…) ένα οποιοδήποτε μαγαζί για να κάνουν μια αρπαχτή.
ΓΙ’ αυτούς τα περιθώρια έχουν στενέψει και, χρόνο με το χρόνο συνεχίζουν να στενεύουν. Έτσι στην αγορά μένουν πια αυτοί που αξίζει να μείνουν…
ΜΕ λίγα λόγια, αυτό που θέλω να πω είναι, ότι η κατάσταση είναι δύσκολη, αλλά τα πράγματα δεν είναι όλα μαύρα.
ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΩΣ, η ιστορία μια μέρα να αποφανθεί ότι η κρίση αυτή βοήθησε την Ελλάδα να αλλάξει πραγματικά και να βρει -επιτέλους, μετά 200 χρόνια από την ίδρυση του Νεοελληνικού Κράτους-, τη θέση της στην Ευρώπη και τον κόσμο.
ΟΠΩΣ έχουμε ξαναπεί: όλα τα κακά, έχουν και τα καλά της…