Δύο χρόνια μετά τη μουσική τους συνεργασία που ξεπέρασε κάθε κατηγοριοποίηση, ο Γιώργος Ξυλούρης και ο Jim White επιστρέφουν με ένα δεύτερο άλμπουμ, το ‘Black Peak’. Πολλά συνέβησαν σ’ αυτά τα δύο χρόνια που ο Κρητικός λαουτιέρης και ο Αυστραλός ντράμερ δουλεύουν μαζί. Το ντουέτο ταξιδεύει σχεδόν ασταμάτητα ανά τον κόσμο, περουσιάζοντας ζωντανά την μουσική του σε ένα ετερόκλητο ακροατήριο. Κάποιοι έρχονται να δουν τον «Ψαρογιώργη», πρέσβη της κρητικής μουσικής και φορέα ενός ονόματος με ειδικό βάρος στον κρητικό πολιτισμό και όχι μόνο.
Άλλοι έλκονται από τη φήμη του Jim White, ενός από τους πιο ιδιοφυείς και αξιοσέβαστους μουσικούς του ανεξάρτητου ροκ. Ελάχιστοι είναι προετοιμασμένοι γι’ αυτό που βλέπουν και ακούν στις συναυλίες: ένα υποδειγματικό πάντρεμα διαφορετικών ειδών και στιλ μουσικής, έναν διάλογο πολιτισμών, μια μουσική που ενσωματώνει στοιχεία του ροκ και του ελεύθερου αυτοσχεδιασμού, με την κρητική παράδοση, μια μουσική ταυτόχρονα μοντέρνα και αρχαία, που απευθύνεται εξίσου στο πνεύμα και το σώμα. Όταν η επί σκηνής συνομιλία τους, τους μεταφέρει σε ένα είδος έκστασης, τότε είναι που ο «Ψαρογιώργης» αρχίζει να τραγουδά, με την φωνή του να φέρει τον απόηχο των βουνών της αγαπημένης του πατρίδας.
«Εντάξαμε το τραγούδι όλο και πιο πολύ στις συναυλίες μας και μάς άρεσε πολύ αυτό» λέει ο Jim White, εξηγώντας την απόφαση του σχήματος να συμπεριλάβει τραγούδια στο ‘Black Peak’, το οποίο περιγράφει ως πιο «περιεκτικό», «ευθύ» και «ροκ» από το πρώτο άλμπουμ των Xylouris White. Η απόφαση αυτή αποτελεί σίγουρα μια τολμηρή, ριψοκίνδυνη κίνηση, δεδομένου ότι το ορχηστρικό ντεμπούτο του ντουέτου απόσπασε διθυράμβους από την διεθνή κριτική και κατέκτησε ένα ακροατήριο το οποίο δεν έχει κατ’ ανάγκη σχέση με την ελληνική μουσική.
«Ούτε εγώ καταλαβαίνω ελληνικά» απαντά ο Jim. «Αλλά αγαπώ τα λόγια και το τραγούδι. Είναι καταπληκτικό το να καταλαβαίνεις τους στίχους, αλλά η μουσική είναι κάτι πολύ περισσότερο από αυτό. Είναι ήχος, είναι συναίσθημα και πιστεύω ότι αυτό είναι κάτι οικουμενικό, οι άνθρωποι ταυτίζονται. Οι προθέσεις σου, αυτό που θέλεις να πεις, περνά μέσω της μουσικής».
Αυτό που περιγράφει είναι μία σχεδόν μεταφυσική σύνδεση με το κοινό, κάτι που βρίσκει σύμφωνο και τον Γιώργο Ξυλούρη. «Όταν τραγουδάω σε ένα αγγλόφωνο ακροατήριο, συγκεντρώνομαι κυρίως στον ήχο παρά στα λόγια. Αυτό μου δίνει τη δυνατότητα να παίξω με τη φωνή μου περισσότερο από ό,τι όταν τραγουδάω στην Ελλάδα και η αντίδραση του κοινού με ξαφνιάζει πάντα. Αυτοί οι άνθρωποι που δεν ξέρουν την γλώσσα και για ποιο πράγμα μιλάω, συγκεντρώνονται στην μουσική μου και μετά έρχονται και μου λένε αυτό που φαντάζονται ότι λέει το τραγούδι.»
Από την πλευρά του, ο ντράμερ το θέτει ως εξής: «Το κοινό είναι μέρος αυτού που κάνουμε κι εμείς με την σειρά μας γινόμαστε μέρος του ακροατηρίου». Πρόκειται για ένα έντονο συναισθηματικό ταξίδι, στο οποίο ο ίδιος μαθαίνει συνέχεια κάτι καινούριο. Δεν είναι πολλοί οι βετεράνοι ροκ ντράμερ που είναι ανοιχτοί και πρόθυμοι να αφήσουν πίσω τις ευκολίες τους για να ανοίξουν ακόμη περισσότερο τους ορίζοντές τους, αλλά βέβαια, ο Jim White απέχει πολύ από τον μέσο όρο, έχοντας συνεργαστεί με ονόματα όπως ο Nick Cave, η P.J. Harvey, η Cat Power. «Ελπίζω να συνεχίσουμε να διασκεδάζουμε με αυτό που κάνουμε» λέει, περιγράφοντας ότι πλέον οι Xylouris White είναι πλέον το βασικό του σχήμα – κάτι που ισχύει και για το έτερο καλλιτεχνικό του ήμισυ.
«Ό,τι άλλο κάνουμε είναι διάλειμμα» συμφωνεί ο Γιώργος Ξυλούρης που δεν κρύβει τον ενθουσιασμό του γι’ αυτό το μουσικό ταξίδι. «Δεν ξέρουμε στ’ αλήθεια τι είναι αυτό που ψάχνουμε, αλλά αυτό που κάνουμε μας οδηγεί, μας έχει στρέψει σε μια κατεύθυνση. Μού αρέσει πολύ ο ήχος που βγάζουμε με τον Jim και τροφοδοτούμε ο ένας τον άλλο με την αγάπη μας γι ‘αυτό που κάνουμε. Είμαστε φανατικοί, είμαστε αφοσιωμένοι ασταμάτητα, 24 ώρες το 24ωρο σ’ αυτό. Καμιά φορά γίνεται βαρετό για τους ανθρώπους γύρω μου, γιατί το μόνο που θέλω συνέχεια είναι να παίζω μουσική και να μιλάω γι’ αυτό. Ακόμη κι όταν μιλάμε για άλλα πράγματα, το μυαλό μου είναι εκεί. Τώρα κάνουμε συνέντευξη και το μόνο που σκέφτομαι είναι ότι περιμένω να τελειώσει, να βαλω δυο ρακές για μένα και τον Jim και να αρχίσουμε πάλι να παίζουμε και να κάνουμε πρόβα και να δοκιμάσουμε νέα πράγματα».
Και οι δύο συμφωνούν ότι αυτού του είδους η πρόσμιξη των διαφορετικών ειδών, έχει εμπλουτίσει σημαντικά την καλλιτεχνική τους ταυτότητα, επηρεάζοντας και τις άλλες δουλειές τους. «Όλα είναι ένα συνεχές, το ένα είδος τροφοδοτεί το άλλο» εξηγεί ο Jim, τονίζοντας και μία άλλη διάσταση του να παίζει κανείς ‘μουσική χωρίς σύνορα’: την επιρροή που ασκεί στον τρόπο που βλέπει κανείς τον κόσμο και την ανθρώπινη κατάσταση.
«Συναντάμε πολλά μέλη της ελληνικής διασποράς ανά τον κόσμο» λέει. «Όχι τους παλιούς, αλλά αυτούς που έφυγαν τώρα, για να βγάλουν τα προς το ζην όπου μπορούν. Έρχονται συχνά να δουν τον Γιώργο στην Ελβετία ή στην Αγγλία και είναι πολύ ενδιαφέρον να συνειδητοποιείς ότι αυτό είναι κάτι που οι άνθρωποι πλέον είναι αναγκασμένοι να κάνουν, εκεί τους έχουν οδηγήσει οι συνθήκες». Αυτό δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο, φυσικά. «Οι Xylouris White μού έχουν δώσει την ευκαιρία να ταξιδεύω σε πολλές χώρες του κόσμου και να συναντώ ανθρώπους και να αποκτώ κκαινούριες εμπειρίες. Αυτό που διαπιστώνω είναι ότι τα προβλήματα είναι ίδια για τους ανθρώπους σε όλον τον κόσμο» λέει ο Ψαρογιώργης, τονίζοντας ότι η κατάσταση είναι άσχημη σήμερα. «Πρέπει να φτιάξουμε τον κόσμο, να προσέξουμε το περιβάλλον, τη φύση, τους ανθρώπους, να φροντίσουμε ο ένας τον άλλο. Πρέπει να κάνουμε περισσότερα».
Ο δίσκος ‘Black Peak’ των Xylouris White κυκλοφορεί από την εταιρία Caroline Australia.
Οι Xylouris White θα περιοδεύσουν την Αυστραλία τον Δεκέμβριο.
Το Σάββατο, 17 Δεκεμβρίου θα εμφανιστούν στο Melbourne Recital Centre. Εισιτήρια διατίθενται στην ιστοσελίδα melbournerecital.com.au
Την Παρασκευή, 28 και το Σάββατο, 29 Δεκεμβρίου θα παίξουν στο Woodford Folk Festival. Εισιτήρια διατίθενται στην ιστοσελίδα woodfordfolkfestival.com
Την Παρασκευή, 30 Δεκεμβρίου θα βρίσκονται στο Factory Theatre, στο Σίδνεϊ. Εισιτήρια διατίθενται στην ιστοσελίδα factorytheatre.com.au