Όταν συναντά κανείς την ελληνικής καταγωγής 24χρονη Lucy Adamopoulos, με το λαμπερό χαμόγελο και την χαρούμενη και γεμάτη αισιοδοξία προσωπικότητα, τίποτα δεν μαρτυρά ότι η νεαρή αθλήτρια, που πρόσφατα επιλέχθηκε να αγωνιστεί με τη φανέλα της ποδοσφαιρικής ομάδας Adelaide United στο W-League (Πρωτάθλημα Γυναικών), έχει ήδη ξεγελάσει τον θάνατο δύο φορές τα τελευταία τέσσερα χρόνια.
«Η αλήθεια είναι ότι έρχονται στιγμές που σκέφτομαι πως απλώς δεν θα έπρεπε να είμαι εδώ ζωντανή» λέει σε συνέντευξή της στο «Νέο Κόσμο» η κόρη του πρώην ποδοσφαιριστή της ελληνικής ομάδας West Adelaide Hellas, Harry Adamopoulos, το αστέρι του οποίου έλαμψε στο ποδόσφαιρο και το αυστραλιανό Aussie Rules τη δεκαετία του 1980.
Η Lucy, η οποία ξεκίνησε την ποδοσφαιρική της καριέρα όταν ήταν μόλις έξι ετών, πειραματίστηκε με το φούτι και το ποδόσφαιρο παρ’ ότι κανένας από τους φίλους της δεν ήθελε ποτέ να παίξει μαζί της.
«Ήμουν και παραμένω κλασικό αγοροκόριτσο, αλλά τότε τα αγόρια δεν με άφηναν να παίζω μαζί τους γιατί ήμουν κορίτσι και τους ενοχλούσε αφάνταστα που σκόραρα εγώ όλα τα γκολ. Αυτή τους η αντιμετώπιση, όμως, όχι μόνο δεν με σταμάτησε, αλλά με πείσμωσε ακόμα περισσότερο και με έκανε τελικά πολύ πιο δυνατή» θυμάται η Lucy, η οποία μετά από ενθάρρυνση της μητέρας της, επέλεξε τελικά το δρόμο του ποδοσφαίρου έναντι του φούτι.
Σε ηλικία επτά ετών ξεκίνησε την καριέρα της στο σύλλογο Seaton Ramblers και, λίγο αργότερα, πήρε μεταγραφή για την Adelaide Olympic της Αδελαΐδας, όπου και έμεινε μέχρι τα 13 της χρόνια.
Η νεαρή ομογενής φλέρταρε για πρώτη φορά με το θάνατο στις 19 Απριλίου 2012, όταν μια μεθυσμένη οδηγός συγκρούστηκε μετωπικά με το SUV αυτοκίνητο της Lucy σε μία πολυσύχναστη διασταύρωση στο προάστιο Medindie, ελάχιστα χιλιόμετρα έξω από το κέντρο της πόλης της Αδελαΐδας.
«Παρά την κατάστασή μου, θυμάμαι να βγαίνω από το αυτοκίνητο και να την ρωτώ τι ήταν αυτό που έκανε» θυμάται η Lucy, η οποία μεταφέρθηκε εσπευσμένα στο νοσοκομείο με κρανιακά κατάγματα. Ως από θαύμα η νεαρή μαχήτρια είχε ανέλπιστα ταχεία ανάρρωση και επέστρεψε στα γήπεδα δύο μήνες αργότερα. Ξεκίνησε να παίζει για την ομάδα του Πανεπιστημίου Αδελαΐδας και τελικά την κέρδισε η επίσης ελληνική ομάδα της Νότιας Αυστραλίας, η West Adelaide Hellas, στην οποία αγωνίζεται μέχρι σήμερα.
«Είχα πλέον αποφασίσει ότι θέλω να ακολουθήσω καριέρα στο ποδόσφαιρο και όταν έμαθα ότι συγκροτούσαν γυναικεία ομάδα στην West Adelaide Hellas, πήγα εκεί και σιγά-σιγά χτίσαμε με τις άλλες αθλήτριες μια δυναμική και επιτυχημένη ομάδα. Αυτό, όμως, για το οποίο είμαι πολύ περήφανη είναι πως όλα τα κορίτσια μαζί κατορθώσαμε να δημιουργήσουμε μια μεγάλη οικογένεια όπου το αίσθημα της αλληλοεκτίμησης και αλληλοβοήθειας είναι διάχυτο».
Λίγο πριν η ομάδα αγωνιστεί στον τελικό Women’s State League Premier Cup, και συγκεκριμένα την 1η Μαρτίου 2014, η μοίρα έπαιξε ακόμα ένα άσχημο παιχνίδι στην Lucy, και πάλι έξω από τα γήπεδα.
«Είχα πάει σε ένα φιλικό σπίτι με την αδερφή μου και όπως στηριζόμουν στον στύλο (ξύλινο δοκάρι) της βεράντας και συνομιλούσα με έναν φίλο μου, ο στύλος έσπασε και πέσαμε και οι δύο κάτω. Δυστυχώς, εγώ έπεσα πάνω σε ένα μεγάλο κομμάτι του κονταριού το οποίο καρφώθηκε με κλίση 45 μοιρών στην κοιλιακή μου χώρα, διαπερνώντας την λεκάνη μου, την μήτρα και την ουροδόχο κύστη, με αποτέλεσμα να μην μπορώ να κουνήσω κανένα μέρος του σώματος μου» θυμάται η Lucy, η οποία χρειάστηκε να εγχειριστεί τρεις φορές στο Royal Adelaide Hospital της Αδελαΐδας για να μπορέσει να σταθεί και πάλι στα πόδια της.
«Θυμάμαι τα πάντα από εκείνη την ημέρα. Τη σκηνή μέσα στο ασθενοφόρο, το έντρομο βλέμμα των φίλων μου που φώναζαν πανικόβλητοι και το αίμα μου να παγώνει το κορμί μου καθώς έρεε ακατάπαυστα από μέσα μου. Αυτό που σίγουρα, όμως, δεν θα ξεχάσω, είναι η ημέρα που ξύπνησα από το «κώμα» στο οποίο με είχαν υποβάλει για να γίνουν οι επεμβάσεις και τη στιγμή εκείνη που άνοιξα για πρώτη φορά τα μάτια μου.
«Ήταν σαν ταινία πραγματική, όλα θολά και εγώ σε απόλυτη σύγχυση και υπό την επήρεια δεκάδων φαρμάκων. Αρχικά, το βλέμμα μου συνάντησε το τρομαγμένο βλέμμα του πατέρα μου και του αδελφού μου που κάθονταν απέναντί μου και περίμεναν να ξυπνήσω. Αμέσως μετά αντίκρισα τη θέα του διασωληνωμένου κορμιού μου».
«Ήμουν ήρεμη, αλλά δεν μπορούσα να αναπνεύσω και το μόνο που κατάφερα να γράψω σε ένα κομμάτι χαρτί ήταν «Βγάλτε το σωληνάκι από το λαιμό μου τώρα».
Η Lucy θυμάται την ημέρα που η γιαγιά της Σοφία, που κατάγεται από την Καλαμάτα, την επισκέφθηκε στο νοσοκομείο χωρίς τον παππού της, ο οποίος δεν άντεχε καν στην ιδέα να δει την εγγονή του στο κρεβάτι της εντατικής.
«Η γιαγιά μου μπήκε μέσα στο δωμάτιο του νοσοκομείου και άρχισε να κλαίει. Της έπιασα το χέρι και της είπα «Γιαγιά όλα θα πάνε ΟΚ». Με κοίταξε και είπε με την ελληνική της γλυκιά προφορά «ΟK»; «Ναι, γιαγιά, όλα ΟΚ».
H Lucy υποσχέθηκε στην γιαγιά της ότι όλα θα πάνε κατ’ ευχήν παρ’ ότι που οι γιατροί της είχαν πει ότι υπήρχε το ενδεχόμενο να μην ξαναπερπατήσει και να μην μπορεί να αποκτήσει παιδιά στο μέλλον. Κι όμως δέκα μέρες μετά το ατύχημα, το κορίτσι–θαύμα πήρε εξιτήριο και υπό την φροντίδα του παππού της Γιώργου (που κατάγεται από την Ηλεία), και της γιαγιάς της Σοφίας, άρχισε να ανακτά τις δυνάμεις της.
«Ακόμα και εγώ η ίδια δεν ξέρω πώς ανάρρωσα μέσα σε τόσες λίγες ημέρες και πολλές φορές σκέφτομαι ότι ίσως τελικά να βοήθησε το νεαρό της ηλικίας μου και ο υγιής τρόπος ζωής μου πριν το ατύχημα. Πάντως, χαίρομαι που βρίσκομαι σήμερα εδώ υγιής, να διηγούμαι την ιστορία μου και χαίρομαι που το ατύχημα αυτό δεν μου άφησε ψυχολογικά κατάλοιπα ή σοβαρές βλάβες σε ζωτικά όργανα».
Η Lucy άρχισε να περπατάει πολύ αργότερα και τα όργανα της επανήλθαν πλήρως μέσα στους επόμενους μήνες. Η ίδια διαβεβαίωνε πλέον τους πάντες πως δεν διατρέχει κανένας λόγος ανησυχίας αφού σίγουρα θα γινόταν καλά.
«Το να προσπαθήσεις να ξαναπερπατήσεις και να βλέπεις ότι το σώμα σου, τελικά, ανταποκρίνεται στην προσπάθεια του μυαλού σου είναι μοναδικό συναίσθημα. Ταυτόχρονα, με χαροποιούσε και μου έδινε δύναμη να βλέπω και να νιώθω την αγάπη όλων αυτών των ανθρώπων που έρχονταν να μου κρατήσουν συντροφιά και να μου δώσουν κουράγιο μετά το ατύχημα.
«Ίσως, τελικά, να βοήθησε και το αυγολέμονο της γιαγιάς μου, η οποία με έβλεπε να τρώω μια κουταλιά γιαούρτι και θύμωνε που δεν μπορούσα να τελειώσω τη σούπα της» λέει γελώντας η Lucy για την κλασική Ελληνίδα γιαγιά της.
Η 23χρονη τραπεζική υπάλληλος δεν είχε καθόλου μυϊκή δύναμη μετά από το ατύχημα, παρόλα αυτά όμως με φυσιοθεραπείες και άσκηση επανήλθε στα γήπεδα όπου αγωνίστηκε στην κατηγορία Women’s Reserve League.
Οι προπονητές της, της επέτρεψαν να παίξει μόνο τα 55 λεπτά του αγώνα κατά τη διάρκεια του οποίου η Lucy σκόραρε και τα τέσσερα γκολ της ομάδας της χαρίζοντας στην West Adelaide Hellas τη νίκη 4-3 έναντι της ομάδας Sturt Marion. Στο τέλος της σεζόν, η Lucy βρέθηκε και πάλι στα γήπεδα για να διεκδικήσει το κύπελλο στον τελικό του Women’s State League Premier Cup κόντρα στην Adelaide City. H West Adelaide Hellas στέφθηκε πρωταθλήτρια με σκορ 3-2.
Είχαν περάσει μόλις τρεις μήνες από το τραγικό ατύχημα.
«Θεωρώ ότι όλα στη ζωή γίνονται για έναν σκοπό, ακόμα κι αν εμείς δεν μπορούμε να το δούμε εκείνη τη δεδομένη στιγμή. Αν έμαθα κάτι από τις δύο αυτές περιπέτειες είναι πως η ζωή είναι πολύτιμη και απρόβλεπτη γι’ αυτό πρέπει να είμαστε πάντα χαμογελαστοί και χαρούμενοι, να μην κρίνουμε τους γύρω μας, αλλά να προσπαθούμε όσο μπορούμε να είμαστε δυνατοί και γενναίοι και να κάνουμε τη ζωή των συνανθρώπων μας καλύτερη.
«Δεν στενοχωριέμαι πλέον για τίποτα. Σκέφτομαι ότι με τον ίδιο τρόπο που κατόρθωσα να ελέγξω το κορμί μου όταν διαλυόταν, έτσι μπορώ και σήμερα να ελέγξω το μυαλό μου και να αποδεχτώ ότι κάποια πράγματα στη ζωή απλά δεν μπορώ να τα ελέγξω» εξηγεί η νεαρή αθλήτρια η οποία εργάζεται ως τραπεζική υπάλληλος σε κεντρική τράπεζα της Αδελαΐδας.
Σήμερα, η Lucy έχει επιστρέψει πλέον στα γήπεδα και είναι ξετρελαμένη με την ιδέα πως θα ανήκει πλέον και στο δυναμικό της Adelaide United αν και θα βρίσκεται εκτός ενεργούς δράσης για λίγες εβδομάδες λόγω ενός κατάγματος κόπωσης στην κνήμη.
«Θα περάσει και αυτό» λέει η ίδια, που δεν φαίνεται να ανησυχεί καθόλου για τον τραυματισμό της.
Πριν λίγους μήνες η Lucy βρέθηκε στην Ελλάδα.
«Λατρεύω το γεγονός ότι είμαι Ελληνίδα, την κουλτούρα, τις παραδόσεις, τα ήθη και τα έθιμα της πατρίδας μας, αλλά δεν περίμενα ποτέ πως θα έφτανα να κλαίω μόλις πάτησα το πόδι μου για πρώτη φορά στη χώρα των παππούδων μου.
«Ένιωσα ένα ιδιαίτερο συναισθηματικό δέσιμο και αυτό μου άρεσε πολύ. Ένιωσα πως εκεί ήταν το σπίτι μου και ότι, τελικά, ναι, είμαι πολύ περήφανη που είμαι Ελληνίδα!».