Οι προσπάθειες του εκπαιδευτικού και ιστορικού από το Σίδνεϊ, Βασίλη Βασίλα, να συλλέξει προσωπικές εμπειρίες ομογενών παλαίμαχων μαχητών στους διαφόρους πολέμους, είχαν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός εντυπωσιακού βιβλίου, το οποίο φέρει τον τίτλο «Between the Shots and the Silence: Hellenes at War (World War II and Korean War)».
Ένα ιστορικό ντοκουμέντο στο οποίο παρατίθενται ζωντανές ιστορίες-στιγμιότυπα, από ομογενείς που πολέμησαν στον Ελληνο-ιταλικό Πόλεμο (1940-1941), άλλους που ανήκαν στις ελληνικές δυνάμεις που εστάλησαν στη Βόρεια Αφρική, την Ιταλία, την Ελλάδα (1941-1944) καθώς και στον πόλεμο της Κορέας (1950-1958).
Στο ίδιο βιβλίο, παρατίθεται, επίσης, κεφάλαιο που αναφέρεται στους Αυστραλούς ελληνικής καταγωγής που πολέμησαν με τις αυστραλιανές στρατιωτικές δυνάμεις στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο στη Βόρεια Αφρική και την Ιταλία, καθώς επίσης και οι ιστορίες τριών Ελληνοκυπρίων παλαίμαχων του βρετανικού στρατού την ίδια εποχή.
Εξήντα έξι παλαίμαχοι ανατρέχουν στο παρελθόν και ξετυλίγουν τις μνήμες τους στο βιβλίο αυτό του Βασίλη Βασίλα, που αναμένεται να προκαλέσει μεγάλο ενδιαφέρον.
«Κάθε χρόνο, ανατρέχουμε στην εποχή του ’40, στο ένδοξο ‘Όχι’, εορτάζοντας ποικιλοτρόπως. Είναι, όμως, τόσο διαφορετικό και ενδιαφέρον να ακούς τι συνέβη από τους ίδιους τους στρατιώτες που πήραν μέρος στον πόλεμο, αυτούς που ήταν στην πρώτη γραμμή.
Οι βετεράνοι, για παράδειγμα, ανακαλούν τη συμμετοχή τους στην κατάκτηση της Στενωπού της Κλεισούρας ή την απελευθέρωση του Τεπελενίου. Μιλούν για τις φοβερές καιρικές συνθήκες, πολεμώντας στην καρδιά του χειμώνα, στις χιονισμένες βουνοκορφές στην Αλβανία.
Πέρα από τις ένδοξες νίκες, ήταν οι απίστευτες δυσκολίες και ο αγώνας επιβίωσης που αντιμετώπιζαν οι στρατιώτες κάθε μέρα.
Οι παλαίμαχοι εξομολογούνται επίσης τους φόβους και την ανασφάλεια που ένιωθαν» λέει ο συγγραφέας.
-Τι ήταν για τον ίδιο όλη αυτή η εμπειρία;
«Κατ’ αρχήν, έμαθα πολλά, για να το θέσουμε απλά. Οι προσωπικές αφηγήσεις, έδωσαν χρώμα και βάθος στα γνωστά ιστορικά γεγονότα. Υπάρχουν, για παράδειγμα, πολλά ιστορικά βιβλία που αναφέρονται στα Δεκεμβριανά του 1944. Πολλοί από τους Έλληνες εξ Αιγύπτου που ήταν αυτή τη δεδομένη στιγμή στην Αθήνα, δεν είχαν ιδέα από τις ίντριγκες της πολιτικής σκηνής της Ελλάδας, για το λόγο ότι είχαν γεννηθεί και μεγαλώσει στο εξωτερικό. Βρέθηκαν, εντούτοις, να είναι στα όπλα. Για παράδειγμα, ο Γιώργος Καρδασιλάρης και ο Κωνσταντίνος Τρίκας, τραυματίστηκαν κατά τη διάρκεια μιας συμπλοκής. Εκείνο που τους ξάφνιασε, όπως εξομολογήθηκαν, ήταν ότι είχαν στρατολογηθεί για να πολεμήσουν τους Ιταλούς και τους Γερμανούς. Και όμως ήταν Έλληνες εκείνοι οι οποίοι άνοιξαν πυρ εναντίον τους και τους τραυμάτησαν. Δεν μπορούσαν να πιστέψουν στα μάτια τους» λέει ο Βασίλας.
-Υπήρχαν ερωτήματα που οι παλαίμαχοι το έβρισκαν δύσκολο ν’ απαντήσουν;
«Σίγουρα. Το να προσπαθείς να σκάψεις στην ψυχή και στο νου του άλλου, μετά από τόσα χρόνια, και να τους ζητάς να φέρουν στην επιφάνεια εμπειρίες σκληρές, είναι εξαιρετικά δύσκολο και οδυνηρό για μερικούς παλαίμαχους. Υπήρξα τυχερός, από την πλευρά ότι μου δόθηκε η ευκαιρία να μιλήσω με τρεις Έλληνες από το 2ο/4ο Αυστραλιανό Τάγμα Πυροβολικού, Τζακ Κύρου, Ντες Κολυβά και Πίτερ Δημόπουλο οι οποίοι είχαν πιαστεί αιχμάλωτοι από τους Γιαπωνέζους μετά την πτώση της Σιγκαπούρης το 1942. Να πω εδώ, ότι, ως αιχμάλωτοι πολέμου, έζησαν απίστευτες εμπειρίες.
Θα σταματήσω στην περίπτωση του Πίτερ Δημόπουλου, ο οποίος εργαζόταν ώρες ατελείωτες στον σιδηροδρομικό σταθμό Burma της Σιγκαπούρης.
Όταν τον ρώτησα ‘τι ακριβώς έκανε εκεί’, απέφυγε να απαντήσει. Τον ξαναρώτησα και φανερά ταραγμένος, μου απάντησε, ότι ‘έθαβε τους άρρωστους συναδέλφους του που είχαν πεθάνει’. Κατανοητό που το έβρισκε δύσκολο να ανατρέξει σ’ αυτήν την εποχή και στον σκληρό ρόλο που του είχε ανατεθεί».
Από τις τραγικότερες αφηγήσεις και αυτή του Τζακ Κύρου ο οποίος είχε επίσης πιαστεί αιχμάλωτος, όπως είπα νωρίτερα, και ζούσε μέσα στα χαρακώματα, τόσο άρρωστος που δεν μπορούσε να φάει απολύτως τίποτε. Ένας φίλος του, ονόματι Ρον Λιμ, για να του δώσει λίγη πρωτεΐνη, έβρασε ένα σκυλάκι και προσπάθησε να τον πείσει να φάει λίγο κρέας.
Δεν το κατόρθωσε. Ήταν εντούτοις τυχερός που επέζησε».
-Και οι φωτογραφίες πώς ήλθαν στα χέρια σου;
«Eίναι πραγματικά απίστευτο τι φωτογραφικό υλικό είχαν στην κατοχή τους οι βετεράνοι που περιλαμβάνονται στο βιβλίο μου.
Για παράδειγμα, ο Στέλιος Ιωαννίδης, εργάστηκε ως φωτογράφος στην Ελληνική Αεροπορία κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, γι’ αυτό και διέθετε πολλές σπάνιες φωτογραφίες από εκείνες του Έλληνα πρωθυπουργού Γιώργου Παπανδρέου, όταν επιθεωρούσε την Αεροπορία, μέχρι την ταφή εκείνων που σκοτώθηκαν στα Δεκεμβριανά.
Κάθε ιστορικός ονειρεύεται να έχει στα χέρια του τέτοιες φωτογραφίες όπως αυτές του Ιωαννίδη που είναι πραγματικός θησαυρός.
-Από τον πόλεμο στην Κορέα υπάρχουν αξιόλογες φωτογραφίες για την παρουσία των Ελλήνων εκεί;
«Σίγουρα. Υπάρχουν φωτογραφίες από την πρώτη γραμμή και την καθημερινή ζωή, όπως εκείνες που απαθανατίζουν τους στρατιώτες να γιορτάζουν το Πάσχα, κάποιες άλλες από την ταφή συναδέλφου στο Κοιμητήριο των Συμμάχων, ακόμη και μία από τη βάπτιση ενός αγοριού».
-Μέσα από τις αφηγήσεις των παλαίμαχων, είδες να αναδύεται το ‘ανθρώπινο πρόσωπο’ του πολέμου;
«Aκριβώς αυτό. Οι αφηγήσεις, αναμφίβολα, προσφέρουν την άλλη όψη του πολέμου, την ανθρώπινη, αν θέλεις. Βλέπεις την ανδρεία, το φόβο, την αυτοθυσία, το κουράγιο, την αντοχή στις κακουχίες, όπως ακριβώς τα έζησαν οι παλαίμαχοι. Υπάρχουν τραγικές ιστορίες, απίστευτες, αλλά και άλλες με χιούμορ που συναρπάζουν».