Με πρόσφατη απόφασή του, ο Δήμος Georges River Σίδνεϊ ζητά από ζευγάρι ηλικιωμένων συμπαροίκων να εγκαταλείψει την εδώ και 40 χρόνια κατοικία του, προκειμένου να κατασκευάσει στη θέση του χώρο πάρκινγκ.

Η Κρυστάλλα και ο Χαράλαμπος Κουτσούλλης, έλαβαν λίγο πριν τα Χριστούγεννα τη σχετική ειδοποίηση που κήρυσσε την αναγκαστική απαλλοτρίωση του σπιτιού τους, προγραμματισμένη για τον Απρίλιο του νέου έτους, ενημερώνοντάς τους ότι είχαν στη διάθεσή τους 60 ημέρες να καταθέσουν τα έγγραφα εκτίμησης αξίας του ακινήτου.

Υποστηρίζουν, όμως, ότι η απόφαση, που πάρθηκε με… συνοπτικές και αδιαφανείς διαδικασίες, είναι άδικη και με τη βοήθεια της οικογενείας τους είναι έτοιμοι να δώσουν μάχη για να την ανατρέψουν.

Η απόφαση εμπίπτει εντός του πλαισίου αρμοδιότητας της τοπικής αυτοδιοίκησης, καθώς η νομοθεσία επιτρέπει την αναγκαστική απαλλοτρίωση ακινήτων εφόσον υπηρετεί σκοπούς της δημοτικής Αρχής ή το δημόσιο συμφέρον, ενώ αφορά τόσο την κατοικία των Κουτσούλλη όσο και την γειτονική.

Ωστόσο, όπως μας πληροφορεί η εγγονή του ζεύγους, Κρυστάλλα Φιάκου, ύστερα από επικοινωνία με το Δήμο γίνεται αντιληπτό ότι δεν υπάρχει ούτε συγκεκριμένο σχέδιο ούτε και η απαραίτητη χρηματοδότηση για την κατασκευή του δημοσίου πάρκινγκ, γεγονός που κινεί υποψίες.

Εν τω μεταξύ, το 2014 ο τότε Δήμος Hurstville -που πρόσφατα συγχωνεύθηκε με τον Δήμο Kogarah στον τωρινό Georges River- είχε ζητήσει έγκριση από το Υπουργείο Τοπικής Αυτοδιοίκησης για την έναρξη της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης των δύο ακινήτων, κάτι που, όμως, δεν είχε γνωστοποιηθεί στους ενδιαφερόμενους με το ζεύγος Κουτσούλλη να το μαθαίνουν τυχαία διαβάζοντας τη σχετική ανακοίνωση σε τοπική εφημερίδα.

Είχαν μονάχα γνώση των προθέσεων του Δήμου να αγοράσει την ιδιοκτησία τους, προσφορά που είχαν απορρίψει.

Το ζήτημα έδειχνε να έχει λήξει έως ότου έλαβαν χωρίς περαιτέρω προειδοποίηση την επιστολή κήρυξης αναγκαστικής απαλλοτρίωσης.

Η Κρυστάλλα Φιάκου προσθέτει, μάλιστα, ότι και ο γείτονας των παππούδων της που επηρεάζεται από την απόφαση, βρίσκεται σε δυσχερή θέση. Παρ’ ότι δεν διαμένει ο ίδιος στην ιδιοκτησία που κηρύχθηκε απαλλοτριωτέα, σχεδίαζε να ετοιμάσει την κατοικία για τα παιδιά του, ενώ την ίδια στιγμή βρίσκεται και αυτός σε αδιέξοδο τα τελευταία τρία χρόνια καθώς δεν μπορεί να πουλήσει ένα ακίνητο που όλοι γνωρίζουν ότι ο Δήμος επιδιώκει να απαλλοτριώσει.

«Η απόφαση πάρθηκε πίσω από κλειστές πόρτες.

«Δεν αποκλείουμε να υπάρχει απώτερο κίνητρο» αναφέρει χαρακτηριστικά η κ. Φιάκου, δεδομένου ότι ανεπίσημα έχει σχολιαστεί από δημοτικούς συμβούλους στο παρελθόν η πρόθεση του Δήμου να προχωρήσει σε ανοικοδόμηση πολυκατοικιών στην περιοχή.

Στη διαδικασία της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης προβλέπεται η παροχή αποζημίωσης βάσει της έκθεσης εκτίμησης αξίας των ακινήτων από τον αρμόδιο υπάλληλο του Δήμου και αφότου ληφθεί υπόψη η αντίστοιχη έκθεση που ετοιμάζεται ανεξάρτητα από τους ιδιοκτήτες.

Το ειδοποιητήριο της δημοτικής Αρχής έδινε στους ιδιοκτήτες των δύο κατοικιών που επηρεάζονται από την απόφαση, προθεσμία έως τις 8 Φεβρουαρίου για να να καταθέσουν τα απαιτούμενα έγγραφα.

Το γεγονός ότι η περίοδος συνέπιπτε με τις διακοπές των Χριστουγέννων δημιούργησε στην οικογένεια Κουτσούλλη έναν επιπλέον πονοκέφαλο.

«Τα γραφεία που προσφέρουν τοπογραφικές υπηρεσίες είναι κλειστά κατά τη διάρκεια των Χριστουγέννων και η πλειοψηφία των εταιριών δεν αναλαμβάνει νέες υποθέσεις το διάστημα κοντά στο τέλος του έτους καθώς πρέπει να «κλείσουν» τις εργασίες που έχουν ήδη αναλάβει. Λόγω αυτών των συγκυριών είχαμε ουσιαστικά πολύ λιγότερο χρόνο [από 60 ημέρες] στη διάθεσή μας» εξηγεί η κ. Φιάκου.

Τελικώς, κατάφεραν να καταθέσουν όλα τα απαιτούμενα έγγραφα εντός της προθεσμίας, όμως, σύμφωνα με την κ. Φιάκου, αυτό υπήρξε εφικτό λόγω του ότι βασίστηκαν σε προηγούμενες αξιολογήσεις και χάρη στις επαγγελματικές επαφές που διαθέτει η ίδια.

«Εάν οι παππούδες μου ήταν μόνοι τους χωρίς βοήθεια σε αυτή την μάχη, δεν υπήρχε περίπτωση να το φέρουν σε πέρας σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα» τονίζει.

Αξίζει να αναφερθεί ότι ο ιδιώτης τοπογράφος που ανέλαβε την υπόθεση της οικογένειας εκτιμά ότι η αξία μόνο του οικοπέδου, χωρίς να συνυπολογίζεται η αξία της κατοικίας ή της αποζημίωσης ανέρχεται σε $1,5 εκατομμύριο, ενώ στην πιο πρόσφατη αξιολόγηση που είχαν λάβει από το Δήμο Hurstville το ποσό ήταν αισθητά μικρότερο, $930.000, χρήματα που σύμφωνα με την κ. Φιάκου, δεν επαρκούν για την αγορά αντίστοιχης κατοικίας από τους παππούδες της.

Η οικογένεια Κουτσούλλη έχει ήδη προσεγγίσει δικηγόρο και πρόκειται να συναντηθεί με την υπουργό Τοπικής Αυτοδιοίκησης την επόμενη εβδομάδα, τη μοναδική που έχει επί του παρόντος εξουσία ανάκλησης της απόφασης απαλλοτρίωσης.

Εναλλακτικά, και εάν οι προσπάθειες διαπραγμάτευσης με το Δήμο αποβούν άκαρπες, σκοπεύουν να ακολουθήσουν ως ύστατη λύση τη νομική οδό.

Όμως όποια και αν είναι η έκβαση της υπόθεσης, έχει ήδη αφήσει το στίγμα της στην υγεία του ζευγαριού.

«Η υγεία των παππούδων μου έχει επιδεινωθεί τα τελευταία τρία χρόνια και ειδικά το άγχος που βιώνει η γιαγιά μου με τις πρόσφατες εξελίξεις, είναι ακόμη πιο επιβαρυντικό καθώς πρέπει να υποβληθεί σύντομα σε σοβαρή εγχείρηση στην σπονδυλική της στήλη» λέει η κ. Φιάκου.

Παράλληλα, ο 83χρονος κ. Χαράλαμπος Κουτσούλλης αντιμετωπίζει πρόβλημα σταδιακής απώλειας όρασης, γεγονός που σε ενδεχόμενη μετακίνησή του καθιστά την προσαρμογή του σε νέο περιβάλλον σχεδόν αδύνατη σε τέτοια ηλικία.

Όσον αφορά το ψυχολογικό κόστος που θα συνεπαγόταν η εγκατάλειψη του σπιτιού τους, θα ήταν ίσως ανεπανόρθωτο.

Οι συμπάροικοι έχουν αποκτήσει συναισθηματικό δεσμό με την κατοικία στην οποία έχουν περάσει τη μισή τους ζωή από τότε που κατέφθασαν από την Κύπρο στην Αυστραλία το 1976.

«Στεναχωρεθήκαμε πάρα πολύ εξαιτίας αυτής της ιστορίας. Έχω μεγαλώσει έξι παιδιά και 15 εγγόνια σε αυτό το σπίτι που έφτιαξε και επισκεύασε ο άνδρας μου. Είμαστε ηλικιωμένοι πλέον 77 χρονών εγώ, 83 ο σύζυγος, γιατί να μας διώξουν και πού να πάμε; Θέλουμε να μείνουμε στο σπίτι μας όσο είμαστε ακόμη στη ζωή» μας λέει συγκινημένη η κ. Κρυστάλλα Κουτσούλλη.