ΡΕ παιδιά, μήπως, τελικά, έχει δίκιο η έρμη persona του Facebook, Shelley Floryd, από τη Σουηδία;

ΜΗΠΩΣ η Αυστραλία, στην πραγματικότητα δεν υπάρχει; Μήπως ο κόσμος που μας περιβάλλει και αυτό που ζούμε, είναι μια καλοσχεδιασμένη εικονική πραγματικότητα;

ΛΕΤΕ να ήταν ψεύτικα τα ευζωνάκια που πλημμύρισαν την πόλη μας την περασμένη Κυριακή;

ΝΑ έπαιζαν δηλαδή και αυτά ανάλογο ρόλο με αυτόν του Agent Smith στην κινηματογραφική ταινία Matrix, που -ας σημειωθεί- γυρίστηκε στην Αυστραλία πριν 18 χρόνια;

ΕΠΕΙΔΗ ενδεχομένως να μην είστε… σινεφίλ όπως εγώ, να σας πω ότι το Matrix, είναι μια ταινία επιστημονικής φαντασίας, που αναφέρεται σε έναν κόσμο ο οποίος δημιουργήθηκε και συντηρείται από νοήμονες μηχανές, προγραμματισμένες να συμπεριφέρονται όπως οι άνθρωποι, για να μας ξεγελούν…

ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ, δηλαδή, για έναν κόσμο παραισθήσεων, που δίνει τη δυνατότητα στους σχεδιαστές του να εκμεταλλεύονται τον ανίδεο πληθυσμό ως πηγή ενέργειας και εκμετάλλευσης…

ΛΕΤΕ, δηλαδή, να ζούμε σε μια χώρα ανύπαρκτη και να μην το έχουμε ακόμα καταλάβει;

ΚΑΙ ο λόγος που το λέω αυτό, δεν οφείλεται στο ότι η ανάρτηση της Σουηδής «persona» στο Facebook έγινε «viral» και συγκέντρωσε 32.000 «likes», από τους… ευφυείς facebookάδες, αλλά και στα όσα είδαν τα μάτια μου και άκουσαν τα αυτιά μου τις τελευταίες εβδομάδες…

ΔΕΝ ξέρω, αν ζω μια παρατεταμένη ψευδαίσθηση, αλλά όπου και αν πήγα το μήνα που μας πέρασε -και όχι μόνο στον πεζόδρομο του Όκλι- άκουγα τους πάντες να μιλούν Ελληνικά…

ΚΑΙ απ’ ό,τι φαίνεται, δεν έχουν γίνει viral μόνα τα Ελληνικά, λόγω της τρίτης συνεχόμενης εκστρατείας «Μιλάμε Ελληνικά το Μάρτη», αλλά και η φουστανελολατρεία…

ΤΙΣ τελευταίες εβδομάδες γέμισε ο «Νέος Κόσμος» με παιδάκια που φορούν φουστανέλες και κοριτσάκια που ήταν ντυμένες Αμαλίες…

ΕΚΑΤΟΝΤΑΔΕΣ φωτογραφίες έχουμε λάβει ηλεκτρονικά το τελευταίο δεκαήμερο από γονείς, Κοινότητες, σχολεία, δασκάλους, βουλευτές, Συλλόγους, ιερείς, παππούδες και γιαγιάδες, που μας στέλνουν να δημοσιεύσουμε παιδάκια που φορούν εθνικές ενδυμασίες…

ΤΕΤΟΙΟ χαμό και γαλανόλευκο συνωστισμό για τη δημοσίευση μιας φωτογραφίας, δεν έχω ξαναζήσει στην εφημερίδα τα προηγούμενα 42 χρόνια που βρίσκομαι εδώ…

ΜΕΧΡΙ και στον ύπνο μου ευζωνάκια και Αμαλίες βλέπω και ότι οδηγώ τη μοτοσυκλέτα φορώντας φουστανέλα…

ΕΠΕΙΔΗ, λοιπόν, κατάλαβα ότι η ελληνική γλώσσα και η φουστανέλα έχουν γίνει… viral (επιδημία, δηλαδή) θα πρότεινα στις Κοινότητες, τους Συλλόγους και, γενικά, στην ηγεσία της παροικίας, να ηγηθούν μιας παναυστραλιανής (αρχικά και παγκόσμιας αργότερα…) εκστρατείας, να μιλάμε υποχρεωτικά Ελληνικά για ένα εξάμηνο κάθε χρόνο και ολόκληρο το Μάρτιο να φοράμε όλοι φουστανέλες…

ΕΝΝΟΕΙΤΑΙ, βέβαια, ότι οι γυναίκες θα ντύνονται Αμαλίες, οι Κρητικοί και άλλοι νησιώτες θα φορούν τις βράκες τους και τις παραδοσιακές τοπικές τους ενδυμασίες οι υπόλοιποι μη φουστανελοαναθρεμμένοι…

ΜΗ βιαστείτε να το απορρίψετε, πριν σκεφτείτε τι θα γίνει στη Μελβούρνη (και τον υπόλοιπο κόσμο) αν για ένα μήνα βλέπουν 350.000 (και βάλε…) ανθρώπους να πηγαίνουν στις δουλειές τους, να κυκλοφορούν σε δρόμους, κινηματογράφους, δημόσιες συγκοινωνίες και εστιατόρια ντυμένοι έτσι…

ΚΑΙ επειδή αυτές οι ενδυμασίες είναι καλές, φανταχτερές, δοκιμασμένες στο χρόνο και συνοδεύονται από πολλά accessories (κεντητά γιλέκα, ζώνες, σελάχια, φέσια, κάλτσες, τσαρούχια και λοιπά) δεν αποκλείεται να γίνουν μόδα με το καλημέρα και να κάνουμε και χρυσές δουλειές…

ΑΣΕ, που και πιτζάμες θα μπορούμε να πουλάμε σε στυλ φουστανέλας για το καλοκαίρι και κρητικής βράκας για το χειμώνα, ενώ, παράλληλα, θα βοηθήσουν και την προώθηση του πολιτισμού και της γλώσσας μας, μιας και οι οδηγίες χρήσης τους θα είναι γραμμένες στα Ελληνικά…

ΕΔΩ 500 ευζωνάκια με τις γαλανόλευκες σημαιούλες τους ξεχύθηκαν στη Μελβούρνη την περασμένη Κυριακή και έγινε το «έλα να δεις»…

ΑΝ κάποιος από εσάς, έχει να προσθέσει τίποτε άλλο, για να βελτιωθούν οι προτάσεις που έκανα, ευχαρίστως να το ακούσω. Στο μεταξύ, μέχρι να το σκεφτείτε, προχωρώ σε ένα άλλο θέμα…

ΔΕΝ ξέρω, πόσοι από εσάς διαβάσατε στην ελληνική έκδοση του «Νέου Κόσμου» το περασμένο Σάββατο, το άρθρο του συναδέλφου Νίκου Φωτάκη, που έφερε τον τίτλο «Άνθρωποι σαν εμάς»…

ΟΣΟΙ δεν το έχετε διαβάσει, καλά θα κάνετε να το διαβάσετε και αν δεν έχετε κρατήσει την εφημερίδα, μπορείτε να το βρείτε στην ηλεκτρονική μας έκδοση στις στήλες των «απόψεων»…

ΣΤΗ συνέχεια θα γράψω δυο κουβέντες για όσους δεν είναι εξοικειωμένοι με το internet και δεν έτυχε να το διαβάσουν στην έντυπη έκδοση…

Ο Νίκος ήλθε από την Ελλάδα με την σύζυγό του και τα δύο μικρά παιδιά τους, πριν δυόμισι χρόνια, εκ των οποίων τα δύο εργάζεται στο «Νέο Κόσμο»…

ΜΕ το που ήλθε εδώ, το πρώτο πράγμα που προσπάθησε να κάνει ήταν ό,τι έκαναν και οι υπόλοιποι νεοφερμένοι που ξερίζωσε η κρίση…

ΚΑΤ’ ΑΡΧΗΝ να βρει δουλειά και να καταλάβει σε ποια χώρα έφτασε σαν «φτερό στον άνεμο». Ξεπέζεψε, λοιπόν, στον πεζόδρομο του Όκλι για να «ρωτήσει» (όπως γράφει) «Πού ζουν οι άνθρωποι σαν εμάς»…

ΜΕΧΡΙ να συνειδητοποιήσει ότι έκανε τη λάθος ερώτηση σε λάθος τόπο, μιας και ο πεζόδρομος αυτός έμοιαζε περισσότερο με ανάλογους πεζόδρομους των Φαρσάλων και των Καλαβρύτων και όχι της Μελβούρνης, τα πρώτα συμπεράσματα, περισσότερο τον σύγχυσαν παρά τον βοήθησαν να προσανατολιστεί…

ΑΣ δώσω, όμως, το λόγο στον ίδιο που τα ξέρει (και τα γράφει) καλύτερα από εμένα, αναδημοσιεύοντας μερικά αποσπάσματα από το άρθρο του. Καλή ανάγνωση:

«ΤΟ Όκλι, στο δρόμο με τα καφεζαχαροπλαστεία και τα σουβλατζίδικα που μοιάζει σαν να ξεκόλλησε από κάποια ελληνική κωμόπολη και βρέθηκε μέσα στο βικτωριανό μικροαστικό όνειρο.

ΓΥΡΩ-γύρω σπιτάκια με καταπράσινους κήπους, βεράντες, κεραμίδια και ‘φένσια’, πανομοιότυπα, τακτοποιημένα, ανάμεσα σε πάρκα και ησυχία.

ΚΑΙ στη μέση, φραπεδομάνι, βαβούρα, τσιγάρα, πιτόγυρα, τσίκνα, σκυλάδικα στη διαπασών και πιο κάτω μπακάλικα, ελιές, φέτα, λουκάνικα, ταραμάς. «Πού ζουν οι άνθρωποι σαν εμάς;».

ΣΩΣΤΗ ερώτηση. (Δηλαδή «πού μένουν άνθρωποι σαν εμάς» αλλά πρέπει να προηγηθεί μία άλλη: Ποιοι είμαστε εμείς; Για την στατιστική, είμαστε οι 427 χιλιάδες -πάνω-κάτω- που φύγαμε από την Ελλάδα από τότε που ξέσπασε η Παγκόσμια Οικονομική Κρίση, το 2008, κυρίως όμως τα τελευταία 4-5 χρόνια.

ΓΙΑ την Ελλάδα, είμαστε το ‘brain drain’. Για το αυστραλιανό κράτος, μερικά ακόμη γρανάζια σε μία καλολαδωμένη μηχανή. Για τους λίγους ευαισθητοποιημένους Αυστραλούς πολίτες, είμαστε κάποιοι που αξίζουν την συμπόνια τους, καθώς ερχόμαστε από μία εξωτική χώρα που πτώχευσε.

ΓΙΑ λίγους όχι και τόσο ευαισθητοποιημένους Ελληνοαυστραλούς, οι τεμπέληδες που καταστρέψαμε την χώρα επειδή ‘δεν δουλεύαμε και δεν πληρώναμε φόρους’ και τώρα ήρθαμε να τους χαλάσουμε τη σούπα».

ΣΤΗ συνέχεια, αφού διευκρινίζει, «ότι είμαστε όλα αυτά και τίποτα», αναφέρεται και σε άλλες περιπτώσεις νεοφερμένων που βρέθηκαν ξαφνικά στο «πουθενά», ξανακάνει το ίδιο ερώτημα και για λογαριασμό των άλλων:

«ΠΟΙΟΙ είμαστε; Πού ανήκουμε; Πού ζουν οι άνθρωποι σαν εμάς; Δεν είμαστε κάτι ιδιαίτερο. Είμαστε απλώς το πιο κραυγαλέο παράδειγμα μίας κρίσης ταυτότητας που δεν την πολυσυζητάμε, αλλά ήρθε μαζί με την οικονομική κρίση. Και δεν είναι μόνο ελληνική.

ΤΙ κάνεις τότε; Κάποιοι τρέχουν στις πλατείες, βαράνε κατσαρόλες, ζητάνε κρεμάλες, φωνάζουν, διαδηλώνουν.

ΑΛΛΟΙ, νομίζουν ότι παραμένουν μεσαία τάξη, επειδή δουλεύουν για μεσοαστούς εργοδότες.

ΑΛΛΟΙ περιχαρακώνονται γύρω από άλλα στοιχεία ταυτότητας: Το κόμμα, την ομάδα, τον σεξουαλικό προσανατολισμό, ένα χόμπι.

ΕΓΩ, πάλι, όταν πρωτοήρθα στην Μελβούρνη, κατέβασα ένα application για να βρίσκω meetups. Βρέθηκα να πίνω καφέ με ‘φανατικούς των σόσιαλ μίντια’ (κάτι βαρεμένες ινσταγκραματζούδες που μετράνε τη ζωή σε λάικ), να παρακολουθώ ξεθυμασμένες τζαζ συναυλίες με μεσήλικες και -το καλύτερό μου- να πίνω μπύρες και κοκτέιλ ανάμεσα σε ένα πύρκαυλο πλήθος που περιμένει να πάει 6μμ Παρασκευή, για να αφήσει πίσω του την δουλειά και να εκμεταλλευτεί το Happy Hour, ξεκινώντας το Σαββατοκύριακο, όσο πιο γρήγορα γίνεται.

ΤΙΠΟΤΑ δεν σου προσφέρει πιο απλόχερα την αίσθηση του να ανήκεις κάπου, όσο το να σε περιτριγυρίζουν φλερτάροντας μεθυσμένοι υπάλληλοι γραφείου, κάθε φύλου και σεξουαλικού προσανατολισμού, απόγευμα Παρασκευής.

ΟΥΤΕ καν το να σε κερνάνε φραπέ στην ελληνική γειτονιά που βρίσκεται 15 χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από την Ελλάδα. Αλλά το να ανήκεις κάπου δεν είναι εύκολη υπόθεση.

Ο καθένας μας κουβαλάει καμιά δεκαριά διαφορετικές πολιτισμικές ταυτότητες, πέρα από την εθνική και την ταξική και είναι όλες διαπλεκόμενες και ασταθείς, διαχέεται η μία μέσα στην άλλη.

ΑΝ μας έμαθε κάτι η Κρίση, είναι ότι όλες είναι υπό αίρεση. Κινδυνεύουμε να τις χάσουμε ανά πάσα στιγμή. Ακόμη κι αυτές που δεν μας ενδιαφέρουν».

ΓΙΑ περισσότερα διαβάστε ολόκληρο το άρθρο. Αξίζει τον κόπο. Καλό Σαββατοκύριακο…