Με αφορμή την επίσημη έναρξη του ευρωπαϊκού προγράμματος KIC στην Αυστραλία -ενός προγράμματος που στοχεύει στην ανάπτυξη καινοτόμων επιστημονικών, νομικών και επιχειρηματικών μοντέλων για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής-, βρέθηκε στην Μελβούρνη ο πρέσβης της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Αυστραλία κ. Sem Fabrizi.

O ιταλικής καταγωγής καριερίστας διπλωμάτης, που -εκτός από την πολυετή του πείρα του στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή, έχει διατελέσει και ανώτατος διπλωματικός αξιωματούχος της Ε.Ε. στο Πεκίνο, θεωρείται ως ένας από τους πλέον έμπειρους διπλωμάτες της «Γηραιάς Ηπείρου» καθώς μέσα από τα διαφορετικά του πόστα υπηρέτησε την ευρωπαϊκή οικογένεια σε χρόνους κυρίως χαλεπούς.

Ο κ. Fabrizi στην εφ’ όλης της ύλης συνέντευξή του στο «Νέο Κόσμο», μίλησε για την Ελλάδα, το θέμα των προσφύγων, το πώς η Ευρώπη αντιμετωπίζει τις «νέες» γεωπολιτικές βλέψεις της Ρωσίας, αλλά και για την κλιματική αλλαγή σε συνάρτηση με το ενεργειακό πρόβλημα της Αυστραλίας.

Ξεκινήσαμε την κουβέντα μας από το θέμα των ημερών, τη σημαντικότερη πρόκληση που αντιμετωπίζει η Ε.Ε. στα 60 χρόνια ύπαρξής της… To λεγόμενο Brexit και το πώς αυτό θα επηρεάσει την ισορροπία των δυνάμεων στους κόλπους της Ε.Ε., την οικονομία της, αλλά και την ιδεολογική της κατεύθυνση.

-«Είναι ένα πολύπλοκο θέμα και είναι πολύ δύσκολο για μένα ή οποιονδήποτε άλλον, να έχει μία καθαρή εικόνα του τι θα συμβεί και το πώς η έξοδος του Ηνωμένου Βασιλείου θα επηρεάσει την ευρωπαϊκή οικογένεια. Η διαδικασία μόλις άρχισε και κανένας δεν γνωρίζει την έκβαση των διαπραγματεύσεων. Δεν θα αποκαλούσα, όμως, το Brexit τη σημαντικότερη πρόκληση της ένωσης. Στην 60χρονη ιστορία της, η ενωμένη Ευρώπη αντιμετώπισε και άλλες εξίσου ‘δύσκολες στιγμές’. Ναι, είναι γεγονός ότι μέχρι τώρα μόνο μεγαλώναμε, συνεπώς δεν έχουμε την εμπειρία της αποχώρησης ενός κράτους-μέλους. Η Ε.Ε. ξεκίνησε χωρίς την Βρετανία και μπορεί να συνεχίζει να υπάρχει χωρίς αυτήν. Ας μην ξεχνάμε ότι η Ε.Ε. δημιουργήθηκε το 1957 και το Ηνωμένο Βασίλειο έγινε μέλος της το 1973. Ακόμα και μετά την έξοδο της Βρετανίας η Ε.Ε. θα είναι μία οικονομία 17 τρισεκατομμυρίων δολαρίων Αμερικής, στην οποία θα ζουν 445 εκατ. άνθρωποι. Είναι γεγονός ότι χωρίς το Ηνωμένο Βασίλειο η Ε.Ε. δεν θα είναι πλέον η μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη και θα βρεθεί στη δεύτερη θέση, αλλά θα συνεχίσει να είναι η μεγαλύτερη αγορά για εξαγωγές, ύψους 3 δις ευρώ ετησίως, αλλά και η οικονομία με το μεγαλύτερο αριθμό εισαγωγών και εξαγωγών επενδύσεων. Αυτό που θέλω να τονίσω είναι ότι η Ευρώπη θα συνεχίζει να είναι μία από τις σημαντικότερες οικονομικές δυνάμεις του κόσμου. Το Ηνωμένο Βασίλειο είναι μία χώρα με μεγάλη παράδοση στις δημοκρατικές αξίες και, βέβαια, η προσφορά της στην Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν μεγάλη από κάθε άποψη και είναι σίγουρο ότι η Ε.Ε. θα την στερηθεί. Εμείς ευθύς εξαρχής δηλώσαμε ότι θέλαμε να παραμείνει στην Ε.Ε.. Αν μου έκανες αυτήν την ερώτηση πριν από μερικούς μήνες θα άρχιζα την απάντησή μου απ’ αυτό το σημείο, αλλά μετά τις 29 του Μάρτη δεν έχει πλέον καμία σημασία».

ΜΕ ΘΕΜΑ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΡΩΣΙΑ

Με δεδομένες κάποιες εκτιμήσεις διπλωματών αλλά και πολιτικών αναλυτών για το πώς η έξοδος του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ε.Ε. ενδέχεται να επηρεάσει την στάση της Ε. Ε. απέναντι στην δοκιμαζόμενη από την οικονομική κρίση Ελλάδα ρωτήσαμε τον πρέσβη αν η άποψη ότι τα υπόλοιπα μέλη της ευρωζώνης, μετά το Brexit και την αλλαγή της ισορροπίας δυνάμεων εντός της Ε.Ε. μπορεί να μην είναι εξίσου πρόθυμα να δείξουν την ανάλογη ευελιξία για τα θέματα του ελληνικού χρέους, ευσταθεί.

-«Θα πρέπει να πούμε ότι το Ηνωμένο Βασίλειο δεν ήταν ποτέ μέλος της Ευρωζώνης, οπότε από πολιτικής άποψης ήταν πολύ εύκολο για την Βρετανία να επιδεικνύει ευελιξία και συμπάθεια για την ελληνική οικονομική κρίση. Η Γερμανία, η Ιταλία, η Ισπανία όπως και η Ελλάδα έχουν κοινό νόμισμα συνεπώς ακόμα πιο στενή σχέση. Όταν, λοιπόν, έχεις να κάνεις με την διάθεση οικονομικών πόρων και προϋπολογισμούς δεν μοιράζεσαι μόνο ένα νόμισμα αλλά και πολλές ευθύνες απέναντι στα υπόλοιπα μέλη της Ευρωζώνης. Η Ελλάδα θα συνεχίσει την στενή της σχέση με τα υπόλοιπα μέλη της Ευρωζώνης και η έξοδος του Ηνωμένου Βασιλείου δεν θα παίξει κανένα ρόλο κατά την δική μου εκτίμηση στον βαθμό ευελιξίας που δείχνει αυτήν την στιγμή η Ε.Ε. για τα θέματα του ελληνικού χρέους. Το Brexit δεν θα αλλάξει την στάση της Ε.Ε. προς την Ελλάδα».

Αναφέρω στον κ. Fabrizi την άποψη ενός διάσημου Βρετανού φιλοσόφου και συγγραφέα του Τζορτζ Όργουελ, άποψη που εξέφρασε στο διάσημο δοκίμιό του «Προς την Ευρωπαϊκή Ενότητα». Ήταν το 1947 όταν ο Όργουελ στο συγκεκριμένο δοκίμιο, ανάμεσα στις χώρες και άλλους θεσμούς που εχθρεύονταν την ιδέα της ένωσης των ευρωπαϊκών χωρών, ανέφερε και την Ρωσία. Από τότε πέρασαν 60 χρόνια αλλά από τις εξελίξεις των τελευταίων δύο χρόνων στην Ουκρανία αλλά και τις φήμες για εμπλοκή της Ρωσίας στις αμερικανικές εκλογές, μπορεί κανείς να δει ότι δεν άλλαξαν πολλά στις γεωπολιτικές βλέψεις της «νέας» Ρωσίας. Ο Βλαντιμίρ Πούτιν έχει βάλει ως στόχο του την αποδυνάμωση του ΝΑΤΟ αλλά και της Ε.Ε., προκειμένου να ενισχύσει την γεωπολιτική θέση της χώρας του. Του ζητώ να σχολιάσει την συγκεκριμένη άποψη.

-«Η συνεργασία μεταξύ της Ε.Ε. και της Ρωσίας ξεκίνησε πριν από 25 χρόνια. Έχεις δίκιο η πολιτική της Ρωσίας έχει αλλάξει τα τελευταία τρία-τέσσερα χρόνια προς την κατεύθυνση που αναφέρεις. Εμείς όσον αφορά το θέμα της Ουκρανίας και της Κριμαίας, είμαστε ξεκάθαροι και πιστοί στις αρχές του Παγκοσμίου Δικαίου εξαρχής, γι’ αυτό και επιβάλαμε οικονομικές κυρώσεις στην Ρωσία, κυρώσεις που δεν θα άρουμε αν δεν αλλάξει την στάση της στο θέμα της Κριμαίας.

Ανησυχούμε βέβαια, αλλά ανησυχούμε επί του θέματος, και εννοώ την προσάρτηση της Κριμαίας στη Ρωσία. Αυτό δεν σημαίνει ότι βλέπουμε την Ρωσία ως εχθρό. Ας μην ξεχνάμε ότι συνεργαστήκαμε εποικοδομητικά στο παρελθόν για να επιτευχθεί η συμφωνία-ορόσημο για τον περιορισμό του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν. Αυτό που θέλω να πω είναι ότι υπάρχουν κάποια θέματα στα οποία μπορούμε να συνεργαστούμε με τη Ρωσία και κάποια όπου αυτό δεν είναι εφικτό λόγω διαφορετικού αξιακού συστήματος. Θα έλεγα ότι οι όροι της συνεργασίας μας έχουν αλλάξει σε σχέση με αυτήν που είχαμε πριν από πέντε χρόνια και θα χαρακτήριζα την συνεργασία μας πλέον ως ‘επιλεκτική’».

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΣΗΜΕΡΙΝΟΥΣ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥΣ… ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟΥΣ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ

Το προσφυγικό είναι ένα θέμα που δεν θα μπορούσε να μείνει άθικτο όταν μιλά κάποιος με τον πρέσβη της Ε.Ε. στην Αυστραλία. Με αφετηρία πρόσφατο δημοσίευμα των αυστραλιανών εφημερίδων για πιθανή υιοθέτηση της ιδιαίτερα σκληρής αυστραλιανής πολιτικής περιφρούρησης των συνόρων, ρωτώ τον κ. Fabrizi αν αυτό ευσταθεί, αλλά και αν η Ε.Ε. προσπαθεί να πείσει την αυστραλιανή πλευρά να αυξήσει τον αριθμό Σύρων προσφύγων που θα δεχτεί, από αυτόν των 12.000 που είχε ανακοινώσει πριν από περίπου ενάμισι χρόνο.

-«Με την Αυστραλία, όπως και με την ευρύτερη παγκόσμια κοινότητα, αυτό που έχουμε κοινό είναι το παγκόσμιο πρόβλημα εκτοπισμού 60 εκατ. ανθρώπων που προσπαθούν να βρουν προστασία σε άλλες χώρες. Πρέπει να τονίσω ότι η Ε.Ε. έχει την δική της δυναμική, την δική της νομοθεσία, διαφορετική γεωγραφική θέση και μορφολογία απ’ αυτή της Αυστραλίας. Και, βέβαια, προσπαθούμε να βελτιώσουμε την προστασία των συνόρων μας αλλά δεν θα έλεγα ότι προσβλέπουμε στο να αντιγράψουμε ή ότι μας εμπνέει η αυστραλιανή πολιτική περιφρούρησης των συνόρων. Η στάση μας και η δέσμευσή μας στην Σύμβαση της Γενεύης για τα δικαιώματα των προσφύγων παραμένει ο βασικός πυλώνας της πολιτικής της Ε.Ε. Τώρα για το αν έχουν υπάρξει συνομιλίες για την αύξηση του αριθμού των Σύρων και Ιρακινών προσφύγων που δέχεται η Αυστραλία, θα πω ότι η Ε.Ε. συνομιλεί με όλους και ζητά από κάθε κράτος-μέλος της παγκόσμιας κοινότητας να βοηθήσει. Δεν κάνουμε διάλεξη σε κανέναν. Οι ίδιες συνομιλίες γίνονται και εντός της Ε.Ε. μεταξύ των κρατών-μελών της όπως είναι και αναμενόμενο εξάλλου λόγω της γεωγραφικής εγγύτητας του προβλήματος και του μεγέθους της ανθρωπιστικής κρίσης».

Ολοκληρώνουμε τη συνομιλία μας με το θέμα των κλιματικών αλλαγών, ενόψει της επίσημης έναρξης του ευρωπαϊκού προγράμματος KIC στην Αυστραλία, του προβλήματος επάρκειας των αποθεμάτων ενέργειας που αντιμετωπίζει η χώρα μας, αλλά και του γεγονότος ότι η Ευρώπη κατά κοινή ομολογία βρίσκεται «έτη φωτός» μπροστά από την Αυστραλία στον τομέα ανάπτυξης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, στο νομοθετικό πλαίσιο για τη μείωση των επιτρεπόμενων ορίων για τις εκπομπές ρύπων, αλλά και στο ποσοστό μείωσης ρύπων που δεσμεύτηκε ότι θα επιτύχει έως το 2030, ποσοστό που ορίστηκε στο 40% και είναι σχεδόν διπλάσιο από το 26-28% που δεσμεύτηκε ότι θα επιτύχει η Αυστραλία. Τον ερωτώ για τα μαθήματα που μπορεί να πάρει η Αυστραλία από την Ευρώπη αλλά και για το τι έχει να προσφέρει το KIC στην χώρας μας.

-«Όσον αφορά τη διαμόρφωση της εσωτερικής πολιτικής της Αυστραλίας στο θέμα της αντιμετώπισης των κλιματικών αλλαγών δεν θα ήθελα να τοποθετηθώ, αλλά πιστεύω ότι η ηγεσία της χώρας θα πρέπει να συμβιβάσει την περιβαλλοντική με την ενεργειακή της πολιτική και την χρήση των φυσικών της πόρων.

Εν τω μεταξύ, η Αυστραλία, όπως και άλλες 196 χώρες του πλανήτη που υπέγραψαν την συμφωνία του Παρισιού για τις κλιματικές αλλαγές έχουν δεσμευτεί για μείωση των ρύπων και το πρόγραμμα KIC μπορεί να βοηθήσει με καινοτόμα μοντέλα προς αυτήν την κατεύθυνση. Το πρόγραμμα αυτό είναι υπεράνω πολιτικής. Βασίζεται στην σύμπραξη ατόμων με ταλέντο που προέρχονται από την ακαδημαϊκή κοινότητα, τον επιχειρηματικό τομέα, κρατικούς και άλλους φορείς αλλά και την επιστημονική κοινότητα, οι οποίοι συνεργάζονται για τον ίδιο στόχο, την μείωση των ρύπων. Το πρόγραμμα KIC ξεκίνησε από την Ευρώπη πριν από τέσσερα χρόνια και συνέβαλε σημαντικά στην προσπάθεια της EE για την μείωση των ρύπων, προσπάθεια που αρχίσαμε την δεκαετία του ’90. Στην συμφωνία του Παρισιού η Ευρώπη δεσμεύτηκε για 40% μείωση των εκπομπών ρύπων έως το 2030 και αυτή η σημαντική δέσμευσή μας είναι αποτέλεσμα πολύ σκληρής δουλειάς.

Η ανάπτυξη καινοτόμων επιχειρηματικών, νομοθετικών, αλλά και επιστημονικών μοντέλων κάτι που γίνεται μέσα από το KIC καθώς είναι ένα εκκολαπτήριο νέων ιδεών πιστεύω ότι θα συμβάλει σημαντικά στο να επιτύχει και η Αυστραλία τους στόχους της για μείωση των ρύπων μέχρι και 28% έως το 2030».