Η προοπτική οι νέοι της χώρας να αποκτήσουν πρόσβαση στα χρήματα που προορίζονται για την συνταξιοδότησή τους -το γνωστό σε όλους μας σουπερανιουέισιον- και να μπορούν να τα χρησιμοποιήσουν για να αγοράσουν το πρώτο τους σπίτι, διχάζει το κυβερνητικό στρατόπεδο, προκαλώντας, παράλληλα, νέους «πονοκεφάλους» στον πρωθυπουργό Μάλκολμ Τέρνμπουλ.

Ο πρώην πρωθυπουργός Πολ Κίτινγκ, ο άνθρωπος που καθιέρωσε το σημερινό σύστημα του σουπερανιουέισιον, υποστήριξε ότι “θα υποθηκευτεί το μέλλον μιας γενιάς” αν δοθεί στους νέους η δυνατότητα να χρησιμοποιούν τα χρήματα που προορίζονται για την συνταξιοδότησή τους για την αγορά του πρώτου τους σπιτιού.

Όμως, ο μεγάλος πονοκέφαλος της κυβέρνησης δεν προέρχεται από τις δηλώσεις του κ. Κίτινγκ και τη στάση της αντιπολίτευσης, αλλά από τις εσωκομματικές αντιδράσεις.

Συγκεκριμένα, όπως έγινε γνωστό πριν από δύο μέρες, η κυβέρνηση, στο πλαίσιο της πολιτικής της και προκειμένου να βοηθήσει τους αγοραστές πρώτης κατοικίας να αγοράσουν το πρώτο τους σπίτι, μελετά το ενδεχόμενο να συμπεριλάβει στον επερχόμενο προϋπολογισμό και μέτρα ώστε να τους δώσει την δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν κάποια από τα χρήματα του εφάπαξ τους, για την προκαταβολή της αγοράς τους. 

Το συγκεκριμένο σχέδιο είχε στο παρελθόν χαρακτηριστεί από τον ίδιο τον πρωθυπουργό «πολύ άσχημο», αλλά, όπως έγινε γνωστό, την άποψή του αυτή δεν ασπάζεται ο θησαυροφύλακας της χώρας Σκοτ Μόρισον, με τον οποίο συμφωνεί ο «κλασικός» αντίπαλος του πρωθυπουργού Τόνι Άμποτ, αλλά και άλλα μέλη της κοινοβουλευτικής ομάδας του Συνασπισμού, όπως ο υπουργός Φυσικών Πόρων Ματ Κάναβαν.

Τα στελέχη του Συνασπισμού που συμφωνούν με τη χρήση του εφάπαξ για την αγορά πρώτης κατοικίας,

στα επιχειρήματά τους αναφέρουν ότι είναι απολύτως θεμιτό οι νέοι άνθρωποι να χρησιμοποιήσουν τα δικά τους χρήματα για να επενδύσουν στο δικό τους μέλλον αλλά και ότι σχέδιο παρόμοιο με αυτό ισχύει και σε άλλες χώρες όπως τη Σιγκαπούρη όπου έχει αποδειχθεί πολύ επιτυχημένο. 

Τα μέτρα που συζητούνται θα δίνουν τη δυνατότητα σε νέους ανθρώπους να μεταφέρουν ένα συγκεκριμένο ποσό χρημάτων από το εφάπαξ τους σε τραπεζικό λογαριασμό, τα χρήματα του οποίου μαζί με τις οικονομίες τους που θα κατατεθούν σ’ αυτόν θα χρησιμοποιηθούν αποκλειστικά για την αγορά της πρώτης τους κατοικίας. Ακούγεται, επίσης, ότι τα μέτρα θα προβλέπουν και την επιστροφή των χρημάτων στον λογαριασμό του εφάπαξ του αγοραστή αν αυτός στο μέλλον πουλήσει το σπίτι που αγόρασε με αυτά τα χρήματα. 

Εν τω μεταξύ, εκείνοι που δεν συμφωνούν με τη θέσπιση αυτών των μέτρων, μεταξύ των οποίων είναι και η αντιπολίτευση της χώρας, θεωρούν ότι αυτά δεν πρόκειται να κάνουν τις τιμές των κατοικιών πιο προσιτές για τους αγοραστές πρώτης κατοικίας αλλά θα τις αυξήσουν ακόμα περισσότερο. Οι επικριτές των μέτρων αυτών δεν είναι μόνο πολιτικά πρόσωπα αλλά και οικονομολόγοι όπως ο αντιπρύτανης του Πανεπιστημίου Τασμανίας Σολ Ισλεϊκ (Saul Eslake), που είπε ότι οι κυβερνήσεις των τελευταίων χρόνων προσπαθούν να λύσουν το πρόβλημα, επεμβαίνοντας στην πλευρά της ζήτησης του τομέα της κτηματαγοράς και όχι σ’ αυτήν της προσφοράς, κάτι που όπως έχει αποδειχθεί μέχρι τώρα δεν βοηθά στο να αυξηθεί ο αριθμός των πολιτών που έχουν ιδιόκτητο σπίτι. 

Ο κ. Ισλεϊκ ανέφερε, επίσης, ότι αν η κυβέρνηση θέλει να σταματήσει την ξέφρενη πορεία των τιμών των σπιτιών και να βοηθήσει τους αγοραστές πρώτης κατοικίας θα πρέπει να προωθήσει αλλαγές στο σύστημα παροχής φοροαπαλλαγών λόγω επενδυτικής ζημιάς, το γνωστό σε όλους μας ως negative gearing. 

Τέλος, αίσθηση προκάλεσε η δήλωση του ανεξάρτητου γερουσιαστή Ντέριν Χιντς, που είπε ότι “η αγορά σπιτιού από νέους δεν είναι ρεαλιστική. Πρόκειται για όνειρο και όχι για δικαίωμα”, συμπληρώνοντας ότι πολλοί “όπως στις ΗΠΑ, θα πρέπει να συνηθίσουν στην ιδέα ότι θα ζουν στο ενοίκιο”.