Οι διανοούμενοι και κάποια «κακώς κείμενα» επί Χούντας

50 χρόνια από τη Δικτατορία: 1967-2017

Εδώ και χρόνια, την 21η Απριλίου κάθε ενιαυτού, είθισται να κάνω ένα αφιέρωμα στην επάρατη Χούντα των Συνταγματαρχών. Και κάθε φορά αναρωτιέμαι: γιατί αυτή η εμμονή με τούτο το ετήσιο… τάμα; Διότι προσωπικά δεν βίωσα τα πέτρινα χρόνια της επταετίας (1967–1974) καθότι ζούσα εκτός Ελλάδος – άρα, λογικά, δεν έχω κάποιους σοβαρούς λόγους να ασχολούμαι με αυτό το θέμα. Και όμως… Και μυθιστόρημα έγραψα, και μεταπτυχιακή μελέτη εκπόνησα, και διηγήματα δημοσίευσα, και πολλά άλλα κείμενα κατέθεσα σχετικά με τη Δικτατορία. Αλλά επανέρχομαι: προς τι και γιατί όλα αυτά;

Πιστεύω για δύο βασικούς λόγους: Πρώτον, επειδή υπήρξε μια καθόλα συναρπαστική περίοδος. Τόσο σε προσωπικό επίπεδο (αφού σφράγισε τα εφηβικά και νεανικά μου χρόνια) όσο και σε εθνικό (αφού αποτέλεσε ίσως το πιο μελανό κεφάλαιο της μεταπολεμικής μας Ιστορίας). Δεύτερον, επειδή αυτό το γραφικό φαινόμενο των εθνοσωτήρων (ως καρικατούρες) ανέκαθεν αποτελούσε αντικείμενο διακωμώδησης από τους γελιογράφους, κωμωδιογράφους, σκηνοθέτες κτλ. Αλλά και του κοινού, των απλών ανθρώπων που ξέδιναν παρωδώντας τα ιλαροτραγικά καμώματα των αστείων καραβανάδων. Όπως π.χ. του Παττακού που… μάζευε τα αποτσίγαρα απ’ τους δρόμους, για να δείχνει το καλό παράδειγμα στους πολίτες, ή που έκανε χρέη… μπαρμπέρη κόβοντας τα μακριά μαλλιά των γεγέδων, όταν δεν ασχολείτο με τις… μίνι φούστες των νεανίδων, προκειμένου για να τις επαναφέρει στα χρηστά ήθη της φυλής! Για να μην αναφέρω το «κόλλημα» του πρωτεργάτη της «Εθνικής Επανάστασης» Παπαδόπουλου, να χρησιμοποιεί ένα ιδιότυπο αλαλούμ ακαταλαβίστικης καθαρεύουσας, καταργώντας σημεία στίξης όπως το κόμμα και την τελεία…

Ο δεύτερος είναι, ίσως, ο σημαντικότερος λόγος που επιμένω να ασχολούμαι ετησίως με τα ευτράπελα καμώματα και μνημειώδη λεχθέντα των ανεγκέφαλων Συνταγματαρχών. Διότι μόνο κρετίνοι θα αποτολμούσαν με το έτσι θέλω (δια του «αποφασίζωμεν και διατάσσωμεν») να βάλουν στο «γύψο» έναν ολόκληρο λαό για επτά συναπτά έτη προκειμένου να τον συνετίσουν ή «φρονηματίσουν» – για να χρησιμοποιήσω τη χουντική ιδιόλεκτο).

Ανακαλώντας διάφορες άγνωστες πτυχές εκείνης της αλήστου μνήμης εποχής, μέσα απ’ το μαύρο χιούμο τους, ξαναζούμε νοερά εκείνη τη μοναδική αύρα ιλαρότητας που εξέπεμπαν οι φαιδροί γαλονάδες. Εξού και φέτος παρουσιάζουμε δύο επιλεγμένα συναρπαστικά κείμενα κορυφαίων συγγραφέων μας διαφορετικών τεχνοτροπιών και ιδεολογικοπολιτικών καταβολών (των Θανάση Βαλτινού και Βασίλη Βασιλικού), εν πολλοίς άγνωστα στο ευρύ κοινό. Σ’ αυτά αναπαρασταίνεται εναργώς το γενικότερο κλίμα κυνισμού και μισαλλοδοξίας που επικρατούσε εκείνα τα δίσεχτα χρόνια, κυρίως απέναντι στους επώνυμους πνευματικούς ανθρώπους, ανεξαρτήτως ιδεολογικοπολιτικών πεποιθήσεων, καθώς αποτελούσαν «κόκκινο πανί» για τη Χούντα, τα όργανά της και τους οπαδούς της.

Το πρώτο κείμενο είναι του πολυβραβευμένου λογοτέχνη και ακαδημαϊκού Θανάση Βαλτινού, στο οποίο ο επιφανής συγγραφέας αφηγείται ένα άγνωστο περιστατικό που σχετίζεται με τις περιπέτειές του με τη Χούντα εν έτει 1969. Πρωτοεμφανίσθηκε υπό τον τίτλο «Ο Σεφέρης του υπαστυνόμου» στην εφημερίδα «Τα Νέα» (16 Απριλίου 2011) και αναδημοσιεύεται στο έξοχο βιβλίο του Κώστα Αρκουδέα «Το χαμένο Νόμπελ – μια αληθινή ιστορία» (εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 2015), απ’ όπου και το αλίευσα. Απολαύστε το!

*

«Το 1969 ο Γιώργος Σεφέρης έκανε τη γνωστή του δήλωση κατά της Χούντας. Την προσυπογράψαμε μερικοί ακόμα συγγραφείς – αυτοί κυρίως που συγκρότησαν την ομάδα των 18. Με αυτή τη δήλωση άρχισαν και οι δοσοληψίες μου με την Ασφάλεια. Λίγες μέρες μετά τη δημοσίευσή της, ο υπαστυνόμος Μ. με κάλεσε στο γραφείο του στη Μεσογείων. Με άφησε να περιμένω κάμποσο όρθιος, ενώ εκείνος διεκπεραίωνε αδιάφορα τηλεφωνήματα. Στο τέλος, εξίσου αδιάφορα και σε έναν ενικό ρουτίνας, μου επισήμανε:

«Εσύ υπέγραψες κάτι με έναν Σεφέρη».

«Κανένα Σεφέρη», είπα. Είχα αποφασίσει κιόλας να τον βάλω στη θέση του. «Πρόκειται για τον ποιητή Γιώργο Σεφέρη, πρώτο και μοναδικό μέχρι τώρα ελληνικό βραβείο Νόμπελ».

Η απάντηση, χωρίς καμία έκπληξη και στο ίδιο βαριεστημένο ύφος, ήταν πάντως αποστομωτική.

«Στα ‘απαυτά’ μου».

Τα εισαγωγικά στα απαυτά του, τα έβαλα εγώ. Ο υπαστυνόμος Μ. κυριολεκτούσε».

*

Το δεύτερο κείμενο δημοσιεύται από τον διάσημο Έλληνα συγγραφέα του «Ζ» Βασίλη Βασιλικό. Πρόκειται για μια άκρως προκλητική επιστολή-λίβελλο που του απέστειλε ανώνυμος φιλοχουντικός αναγνώστης του. Ο λόγος; Επειδή σε δύο άρθρα του (που δημοσιεύτηκαν στη στήλη που διατηρούσε στην εφημερίδα «Τα Νέα») τόλμησε να θίξει τα… ιερά πρόσωπα των δικτατόρων Ιωάννη Μεταξά, Γεωργίου Παπαδόπουλου, και αυτά των αξιωματικών Δ. Ιωαννίδη και Δ. Παπαποστόλου. Σκοπός δημοσίευσης της εν λόγω επιστολής, κατά τον Βασιλικό, είναι να αναδείξει το κλίμα τραμπουκισμού που επικρατούσε, ακόμη και λίγο μετά την πτώση της Χούντας. Η εν λόγω επιστολή τιτλοφορείται «Ο Τραμπούκος (ανώνυμη επιστολή)» και συμπεριλαμβάνεται στον πολυσελλεκτικό τόμο του συγγραφέα: «Σαρξ και Μαρξ, Οδοιπορικά, Μονόλογοι, Γιάννης Ακίνδυνος, Διάφορα, Νεκρικές φιγούρες, Ο Παναγούλης ζει», εκδ. Γ. Λαδιά, Αθήνα 1977) απ’ όπου και την εντόπισα. Απολαύστε την!

*

««Γελοίο και δειλό ανθρωπάκι!!

Τσιράκι των Σλαύων ΒΑΣΙΛΙΚΕ!!!

Διάβασα στην συνοδοιποριακή παλιοφυλλάδα «ΝΕΑ» τις εμετικές βλακείες σου με τους τίτλους, την μεν 15.3.76 «Ο Νεκροτόμος» και την 29.3.76 «Ο Μαστοδοντόσαυρος».

Ώστε οι Εθνικοί Ηγέται Ι. ΜΕΤΑΞΑΣ και Γ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ είναι κομπλεξικοί;

Άνδρες τιμημένοι με αριστεία εις τα πεδία των μαχών, άνδρες που παίζουν τη ζωή τους κορώνα-γράμματα, που αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες, που ηγούνται, που διοικούν, που αναλαμβάνουν τις ευθύνες τους, που δεν το σκάζουν «αυτοεξόριστοι», σαν και σένα, γελοίο ανθρωπάκι, μόλις δουν τα «σκούρα» αλλά επιμένουν να μείνουν δια να απολογηθούν δια τας πράξεις των, άνδρες που δεν κάνουν συμβιβασμούς, τέτοιοι άνδρες, λέγω, είναι κομπλεξικοί, ενώ εσύ ένας ανοησιογράφος, ένας εκ του ασφαλούς υβριστής, ένας υπηρέτης των συμφερόντων των Σλαύων, ένας ψευτοδιανοούμενος κίναιδος είσαι σωστός άνθρωπος;

Ώστε κατ’ εσέ η ακεραιότης ενός ανθρώπου μετράται με το σωματικό και όχι με το ηθικό ανάστημα;

Το ηθικό ανάστημα των δύο αυτών ανδρών είναι γιγαντιαίο (όλος ο κόσμος μιλά γι’ αυτούς), το δικό σου, παρ’ όλο που μπορεί να είσαι 10 πόντους ψηλότερος απ’ αυτούς, είναι τόσο μηδαμινό όσο ενός σιχαμερού σκώληκος!!!

Είναι γνωστόν ότι ο κομμουνισμός, σαν θεωρία και σαν πράξις, μιλάει μόνο στα ταπεινά ένστικτα του ανθρώπου. Μυριάδες ανόητα και αληθώς και εξ αντικειμένου ΚΟΜΠΛΕΞΙΚΑ ΑΝΘΡΩΠΑΚΙΑ σαν και ΣΕΝΑ, γεμίζουν την ψυχή τους με μίσος και φθόνο για τους ανωτέρους τους.

Άλλωστε, αν δεν ήταν κομπλεξικοί και ανόητοι δεν θα ήσαν κομμουνισταί.

Τι να πω δε πάλι, Γιούδα του Έθνους Βασιλικέ, για το ότι το κόμπλεξ σου σε παρακίνησε να ανατρέξης την παλαιοντολογία δια να χαρακτηρίσης τους γενναίους, ανδρείους, πατριώτας αξιωματικούς Δ. ΙΩΑΝΝΙΔΗ και Δ. ΠΑΠΑΠΟΣΤΟΛΟΥ!!

Εσύ μου θυμίζεις τα οστρακόδερμα και δη αηδέστατον μαλάκιον!! (Εδώ που τα λέμε, η φυσιογνωμία σου προδίδει καλώς καμουφλαρισμένο κίναιδο)!!

Ανθρωπάριον ΒΑΣΙΛΙΚΕ, άνανδρε, φυγάδα που στερείσαι… (εδώ μας πιάνει ο νόμος περί Τύπου). Θυμίσου, θρασύτατο κάθαρμα, την Ούλεν, το Περιστέρι, τον Φαινεό, τον Μελιγαλά, την Αρδέα και μετά να μιλάς για νεκροτομεία, νεκροτόμους και πτώματα!!!

Θάρθη όμως η ώρα σου και σένα και των ομοϊδεατών σου και των συνοδοιπόρων σας και αυτή την φορά δεν θα υπάρξη κανείς οίκτος και επιείκεια (τα παθήματα – μαθήματα).

Ο Ελλαδικός χώρος θα ξεκαθαρίση από τα σκουπίδια!!!

Λυπούμαι που δεν σου αποκαλύπτω το όνομά μου, αλλά εν εποχή Συνοδοιπορικής Καραμανλικής Δικτατορίας, δεν θα χαραμίσω την κοινωνική μου θέσι για τα μούτρα σου!!!

Όταν σε σκοτώσω με μια πιστολιά στο κεφάλι (όχι με κονσερβοκούτι όπως εσείς) θα βρεθούμε φάτσα με φάτσα και τότε θα σου συστηθώ.

(Σε έχουνε άλλωστε υποσχεθή σε μένα!!)

Σε πληροφορώ και σένα και τους ομοίους σου ότι σας παρακολουθούμε συνεχώς και όταν έρθη η ευλογημένη ώρα, η οδός της διαφυγής σας για να σωθήτε, είτε εδώ είτε στο εξωτερικό, θα έχει αποκοπή ολοσχερώς.

Η ΕΛΛΑΣ ΘΑ ΖΗΣΗ!! Δεν θα υποδουλωθή στα αδέλφια σου τους Σλαύους.

Μετά βδελυγμίας και ύβρεων προς εσέ

ΥΠΕΡΗΦΑΝΟΣ ΕΛΛΗΝ ΕΘΝΙΚΙΣΤΗΣ!!!»

Από την στήλη αυτή, όπως θα ξέρει ο αναγνώστης, δεν έχω ξανασχοληθεί με την αλληλογραφία των επιστολογράφων μου. Σε όσες περιπτώσεις γίνεται, προσπαθώ να απαντώ ιδιωτικώς.

Αλλά αυτή εδώ η επιστολή, ξεφεύγει απ’ τα καθιερωμένα και λόγω του γενικώτερου, όπως πιστεύω, ενδιαφέροντός της, και λόγω της αναβίωσης του κλίματος του τραμπουκισμού.

Είναι γραμμένη πάντως από άνθρωπο που γνωρίζει ανάγνωση και γραφή, χωρίς λάθη. Από εκφράσεις σαν «Ελλαδικός χώρος», «οστρακόδερμα» και από την ένθετη σύνταξη «σε έχουνε υποσχεθή σε μένα», εικάζεται ότι είναι νεοταξικός εγκέφαλος.

Κρατώ το πρωτότυπο πάντα στη διάθεση κάθε εισαγγελικής αρχής που πιθανώς να ενδιαφερόταν για γραφολογικές συγκρίσεις.

Το μόνο που με κούρασε στην αντιγραφή είναι τα πολλά θαυμαστικά. Τις υπογεγραμμένες τις παράλειψα. Τις επιστρέφω στον επιστολογράφο μου. Για να τις χρησιμοποιεί σαν υπόθετα» (ό.π., σ. 308-311).

Επειδή τα σχόλια περιττεύουν, θα ήθελα να κλείσω με τις εξής σκέψεις: Μπορεί κείμενα σαν τα παραπάνω να μας προκαλούν σήμερα, όπως και τότε, θυμηδία. Δυστυχώς όμως η Ιστορία ανακυκλούται επαναλαμβανόμενη. Άλλοτε σαν φάρσα και άλλοτε σαν τραγωδία. Πενήντα χρόνια μετά την άνοδο της Χούντας στην εξουσία (διά των όπλων), νέου είδους μεταλλαγμένες χούντες (εγχώριες και αλλοδαπές) έχουν βάλει ανεπαίσθητα τη χώρα μας επ’ αόριστον, για μια ακόμη φορά στο «γύψο». Όπως και τότε, η Ελλάς έχει αυτοπαγιδευτεί σε μια επώδυνη όσο κι επικίνδυνη παγίδα-περιπέτεια από την οποία είναι άγνωστο πότε και εάν θα απεγκλωβιστεί. Καιρός ο ελληνικός λαός να κάνει επιτέλους την αυτοκριτική του και να αναλογισθεί «τις πταίει;», αντί να αυτομαστιγώνεται, με εύκολους και ευφυολόγους μεν, ανώφελους δε αφορισμούς, όπως διατυπώνει το εξής σύνθημα στα Εξάρχεια: «Έλληνας δεν γεννιέσαι, ούτε γίνεσαι. Καταντάς» (βλ. Σταμάτης Φασουλής, «Ένα βότσαλο στη μνήμη», εκδ. Ιωλκός, Αθήνα 2015).

Σημ.:

(i): Το παραπάνω κείμενο του Βασίλη Βασιλικού δημοσιεύτηκε με το πολυτονικό σύστημα γραφής που ίσχυε το 1976. Δυστυχώς, για καθαρά τεχνικούς λόγους, εδώ αναπαράγεται με το μονοτονικό σύστημα, αφαιρώντας κάτι απ’ την πρωταρχική του αίγλη. Συγνώμη.

(ii) Δύο επεξηγήσεις: Πρώτον, ο Θανάσης Βαλτινός ουδέποτε ανήκε στην Αριστερά. Δεύτερον, όσο για τον Β. Βασιλικό, ουδέποτε ανήκε στο επίσημο ΚΚΕ, όπως δηλώνει κατηγορηματικά στο τελευταίο βιβλίο μου: «Η δική μου συμμετοχή ήταν πάντα με την ανανεωτική Αριστερά. Δεν ήταν ποτέ με το επίσημο Κομμουνιστικό Κόμμα είτε όταν ήταν παράνομο είτε όταν νομιμοποιήθηκε. Και πάντα υποστηρίζω αυτή την Αριστερά η οποία μετεξελίσσεται σε Ευρωκομμουνισμό και με τις οικολογικές της μεταμορφώσεις μέχρι τις μέρες μας. Ποτέ δεν μετανιώνω που την υποστήριξα, που ήμουν αριστερός, ούτε μπορώ να της χρεώσω τίποτα απ’ τα εγκλήματα που έγιναν» (βλ. Γιάννης Βασιλακάκος, «Τα Αμαρτύρητα: Σχέδιο Βιογραφίας του Βασίλη Βασιλικού», εκδ. Οδός Πανός, Αθήνα 2016, σ. 150).