Ως παράδοξες, και αντιφατικές, μπορούν να χαρακτηρισθούν κάποιες πρόσφατες εξελίξεις στην Ελλάδα. Πριν από λίγες ημέρες είχε ανακοινωθεί πως, σύμφωνα με την Ελληνική Στατιστική Αρχή, το πρωτογενές πλεόνασμα για το 2016 είχε σημειώσει αύξηση 3,9% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ), έναντι του αρχικού στόχου για την αύξησή του κατά 0,5%.

Η αύξηση αυτή σημαίνει ότι το 2016 τα δημόσια έσοδα της Ελλάδας ξεπέρασαν τις δημόσιες δαπάνες κατά 7 περίπου δισεκατομμύρια ευρώ. Σημειώνω πως από το πρωτογενές πλεόνασμα δεν αφαιρούνται οι τόκοι που η Ελλάδα πληρώνει ετησίως για το χρέος της. 

Αυτή μπορεί να θεωρηθεί μια θετική εξέλιξη για την Ελλάδα, καθότι φαινομενικά της δίνει τη δυνατότητα να εξυπηρετεί το υπάρχον χρέος της, χωρίς την ανάγκη να προσθέτει σε αυτό με νέα δάνεια. Θα πρέπει όμως να σημειωθεί πως το υψηλό αυτό πλεόνασμα οφείλεται κατά κύριο λόγο στην αύξηση των φόρων από τη μια, και τη μείωση των δημόσιων δαπανών, και κυρίως των συντάξεων, από την άλλη.

Με άλλα λόγια, δεν είναι αποτέλεσμα της μεγαλύτερης οικονομικής δραστηριότητας, από την οποία αυξάνονται τα δημόσια έσοδα, ενώ παράλληλα βελτιώνεται και η οικονομική κατάσταση του ιδιωτικού τομέα της χώρας με την αυξημένη παραγωγή αγαθών, καθώς και την προσφορά υπηρεσιών, που συμβάλλουν στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.

Αναφορικά με το πρωτογενές πλεόνασμα του 2016 ιδιαίτερα σημαντικές είναι οι ακόλουθες απόψεις που εκφράζουν οι καθηγητές του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών Γ. Παγουλάτος και Π. Τσακόγλου, στο άρθρο τους με τίτλο «Έξι σημεία για το πρωτογενές πλεόνασμα», εφημερίδα Η Καθημερινή, 1/5/17: 

«Ήταν υγιής ο τρόπος δημιουργίας του πλεονάσματος; Κυρίως όχι. Υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα απαιτούν υψηλούς φόρους ή/και χαμηλές δαπάνες. Όμως φαίνεται ότι το τεράστιο πλεόνασμα του 2016 επετεύχθη με συνδυασμό μέτρων που υπονομεύουν τις μακροχρόνιες προοπτικές της οικονομίας. Και υπερβολική φορολόγηση αλλά και σημαντική περιστολή του κονδυλίου με τα μεγαλύτερα πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα (δημόσιες επενδύσεις). Αντίθετα, αν κάτι αυξήθηκε στις δαπάνες του 2016 ήταν το κόστος μισθοδοσίας του Δημοσίου. Οι αριθμοί δείχνουν πρώτη φορά από την αρχή των μνημονίων σημαντική αύξηση του αριθμού απασχολουμένων στο Δημόσιο. Θέλει ανθρώπινα κεφάλια το χτίσιμο του κομματικού κράτους…

Η εποχή που ο κ. Τσίπρας κατήγγελλε το πλεόνασμα της κυβέρνησης Σαμαρά είναι μακρινό παρελθόν, κι αυτό είναι σίγουρα θετικό. Όμως ο απολογισμός του πλεονάσματος Τσίπρα καταδεικνύει τα όρια αυτής της διαχείρισης, τη βραχυπρόθεσμη λογική της, το τίμημα του βεβαρημένου παρελθόντος που πληρώνουν η χώρα κι οι φορολογούμενοι. Για αυτούς τους λόγους, η προσδοκία επιστροφής στην ανάκαμψη με αυτή την κυβέρνηση φαίνεται να έχει πολύ χαμηλό ταβάνι».

Η ειρωνεία στα παραπάνω σχόλια είναι εμφανής, καθώς και η έμμεση επίκριση της Κυβέρνησης πως κατά τη δύσκολη αυτήν περίοδο για την Ελλάδα, και αυτή, όπως οι προηγούμενες κυβερνήσεις, αύξησε τον αριθμό των δημοσίων υπαλλήλων. Αυτό είναι ιδιαίτερα επιλήψιμο ενόψει της παρούσας οικονομικής κρίσης.

 

ΑΥΞΗΣΗ ΤΗΣ ΦΤΩΧΙΑΣ ΚΑΙ ΕΞΟΔΟΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΩΝ

 

Σύμφωνα με πρόσφατα στατιστικά στοιχεία, το 2016 ενάμισι εκατομμύριο Έλληνες, αριθμός που αντιστοιχεί με το 13,6% του πληθυσμού, ζούσαν σε κατάσταση ακραίας φτώχιας. Όταν λάβουμε υπόψη πως το ποσοστό των Ελλήνων που το 2009 ζούσαν σε φτώχια ήταν μόνο 2% του συνολικού πληθυσμού, διαπιστώνομε πως τα τελευταία 7 χρόνια το ποσοστό των Ελλήνων που ζει σε φτώχια εξαπλασιάσθηκε.

Σύμφωνα με την Eurostat, τον περασμένο Μάρτιο η ανεργία στην Ελλάδα βρισκόταν στο επίπεδο του 23,5%, ενώ στην Ευρωπαϊκή Ένωση ο μέσος όρος ήταν 8%. Η Ελλάδα βρίσκεται επίσης στην κορυφή της λίστας με τους περισσότερους νέους άνεργους κάτω των 25 ετών, με το ποσοστό τους να φτάνει το 40,8% .

Ο Ξενοφών Κοντιάδης, Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου, και Πρόεδρος του Ιδρύματος Τσάτσου, σε ένα σημείο του άρθρου του με τίτλο «Αδιόρθωτοι και απατημένοι», εφημερίδα Έθνος, 2/5/17, κάνει τις ακόλουθες παρατηρήσεις:

«Όταν το 1/3 του ενεργού πληθυσμού τελεί σε καθεστώς ανεργίας, άλλο 1/3 ψευτοαπασχολείται και υποαμείβεται σε συνθήκες εργασιακής «ευελιξίας», όταν 420 χιλιάδες νέοι έχουν ξενιτευθεί, κάποιοι απεργάζονται τη διατήρηση πρακτικών που οδήγησαν στη χρεοκοπία. Ότι οι συνθήκες δεν επιτρέπουν πλέον τέτοιες πρακτικές δεν το αντιλαμβάνονται ούτε όσοι τις αναπαράγουν με «αριστερό πρόσημο».

Τέλος, κάποιοι άλλοι, που βιώνουν σκληρά τις συνέπειες της διάλυσης της κοινωνικής συνοχής, ζουν με την ψευδαίσθηση ότι μπορεί ο χρόνος να ξαναγυρίσει στο 2009, να σκιστούν τα Μνημόνια, να επιστραφούν οι συρρικνωμένοι μισθοί και συντάξεις, να καταργηθεί ο ΕΝΦΙΑ και να ξαναμοιράζουν δάνεια οι τράπεζες. Είναι ιδίως αυτοί που πίστεψαν στις «αυταπάτες» το 2015. Όσοι ανήκουν στις προηγούμενες κατηγορίες, καθένας με το δικό του μερίδιο ευθύνης, συμβάλλουν στην κατάρρευση της χώρας».

Με την μνεία στο «Είναι ιδίως αυτοί που πίστεψαν στις «αυταπάτες» το 2015» ο Καθηγητής Ξ. Κοντιάδης σίγουρα εννοεί τον κ. Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος το 2015 δήλωνε πως «Θα έσχιζε τα μνημόνια».

Ο Απόστολος Λακασάς, σε άρθρο του με τίτλο «Αυξήθηκε η διαρροή σαραντάρηδων» στην εφημερίδα Η Καθημερινή (3/5/17), αναφέρει ότι ολοένα και περισσότεροι επιστήμονες 35 με 40 ετών, πολλοί παντρεμένοι με παιδιά, βλέπουν τη μετανάστευση από την Ελλάδα ως μονόδρομο επιβίωσης. Σύμφωνα με τον Α. Λακασά, περίπου 500.000 Έλληνες έφυγαν από την Ελλάδα κατά την περίοδο 2008-2016 για να αναζητήσουν εργασία σε άλλες χώρες.

Υπολογίζεται πως από τους νέους που μετανάστευσαν τα τελευταία χρόνια, το 64% είναι κάτοχοι μεταπτυχιακού ή διδακτορικού κυρίως στις επιστήμες της Πληροφορικής, της Τεχνολογίας, της Μηχανικής και των Μαθηματικών. 

Αυτό δείχνει πως σημαντικός αριθμός Ελλήνων επιστημόνων, που θα μπορούσαν να συμβάλουν στην ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, βλέπουν πως δεν έχουν μέλλον στην πατρίδα τους, και καταφεύγουν στο εξωτερικό.

 

ΕΠΙΒΛΑΒΕΙΣ ΟΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ

 

Ως οι κυριότεροι λόγοι για τη μετανάστευση των νέων αναφέρονται η μειωμένη αξιοκρατία, η οικονομική κρίση και η αβεβαιότητα που επικρατούν στην Ελλάδα.

Ενώ σε έρευνα το 2016 το 35% των νέων που μετανάστευσαν σχεδίαζαν να μείνουν στο εξωτερικό για πάνω από 5 χρόνια ή για πάντα, το 2017 σε παρόμοια έρευνα το ποσοστό ανήλθε στο 42%, γεγονός που θα πρέπει να προβληματίζει την Κυβέρνηση. 

Σε πρόσφατη ομιλία του ο . Κυριάκος Μητσοτάκης, Πρόεδρος της ΝΔ, αναφέρθηκε στις αρνητικές επιπτώσεις για την Ελλάδα της μετανάστευσης μεγάλου αριθμού νέων με επιστημονικά προσόντα, και τόνισε πως η κατάσταση αυτή πρέπει να αντιστραφεί άμεσα. 

Σύμφωνα με τον κ. Μητσοτάκη, αυτό θα επιτευχθεί μόνο μέσα από μία οικονομία η οποία αναπτύσσεται, ευημερεί και η οποία μπορεί να δημιουργήσει καλά αμειβόμενες θέσεις απασχόλησης για τη νέα γενιά, η οποία είναι μια ιδιαίτερα καλά καταρτισμένη γενιά.

Χαρακτηριστικά ο κ. Μητσοτάκης τόνισε τα ακόλουθα:

«Κινδυνεύει, όμως, να είναι μία νέα γενιά η οποία, αν συνεχίσουμε να βαδίζουμε με αυτόν τον τρόπο, να είναι φτωχότερη, και κυρίως πιο απελπισμένη από την προηγούμενη γενιά των πατεράδων και των μανάδων σας. Και αυτό είναι κάτι το οποίο για εμένα, δεν είναι αποδεκτό», εφημερίδα Έθνος, 6/5/17.

Σε δημοσίευμά της με τίτλο «Η νέα γενιά της απαισιοδοξίας», η εφημερίδα Το Βήμα (5/5/17), αναφέρεται σε στατιστικά στοιχεία, σύμφωνα με τα οποία το 50-60% των Ελληνίδων και Ελλήνων έως 25 ετών είναι άνεργοι. Από αυτούς, τέσσερις στους πέντε θεωρούν ότι θα έχουν χειρότερη τύχη από τους γονείς τους.

Στο άρθρο μου από τη στήλη αυτή με τίτλο «Ο πληθυσμός της Ελλάδας μειώνεται με ανησυχητικά γρήγορο ρυθμό» (20/4/17) αναφέρθηκα σε στοιχεία δημογράφων και πανεπιστημιακών καθηγητών, σύμφωνα με τα οποία η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια αντιμετωπίζει μια ανησυχητική συρρίκνωση του πληθυσμού της, δεδομένου ότι κατά τη διάρκεια της πενταετίας 2011-2015, για την οποία υπάρχουν σχετικά δημογραφικά στοιχεία, ο αριθμός των θανάτων ήταν μεγαλύτερος από τον αριθμό των γεννήσεων, με αποτέλεσμα τη σταδιακή μείωση του πληθυσμού.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις επιστημόνων, οι δημογραφικές αυτές εξελίξεις, σε συνδυασμό με το συνεχώς αυξανόμενο ρεύμα μετανάστευσης Ελλήνων νέας ηλικίας, μπορεί να οδηγήσουν στη μείωση του πληθυσμού της Ελλάδας σε λίγες δεκαετίες από τα 11 εκατομμύρια που είναι τώρα στα 10, και πιθανόν στα 7,5 εκατομμύρια.

Με άλλα λόγια, παράλληλα με την απώλεια μεγάλου αριθμού νέων με πανεπιστημιακά προσόντα, η οποία επηρεάζει αρνητικά την οικονομική ανάπτυξη της χώρας, αλλά και τη δημογραφική της σύνθεση, η σταδιακή μείωση του πληθυσμού σε απόλυτους αριθμούς μελλοντικά ενδέχεται να έχει σοβαρές γεωπολιτικές επιπτώσεις για την Ελλάδα.