Χιλιάδες ζευγάρια που ισχυρίζονται ότι είναι χωρισμένοι προκειμένου να «εισπράξουν» περισσότερα σε επιδόματα από το σύστημα κοινωνικής πρόνοιας, θα πρέπει στο εξής να έχουν αποδεικτικά στοιχεία ότι, όχι μόνο δεν ζουν μαζί, αλλά ότι δεν υπάρχει και συναισθηματικός δεσμός μεταξύ τους. Επιπλέον, απαιτείται και η δήλωση τρίτου προσώπου προκειμένου να διαπιστωθεί η διαφάνεια της όλης υπόθεσης.
Πιο συγκεκριμένα, από τον Σεπτέμβρη του 2018, οι χωρισμένοι είναι υποχρεωμένοι να βρουν ένα τρίτο άτομο το οποίο θα δηλώσει υπεύθυνα ότι ο χωρισμός είναι όντως πραγματικός και όχι εικονικός.
Το μέτρο αυτό αποτελεί μέρος του νέου οικονομικού προϋπολογισμού, κρίθηκε δε απαραίτητο να εφαρμοστεί, όταν αποκαλύφθηκε ότι πάνω από 15.000 άτομα λάμβαναν επιδόματα χωρισμένου γονέα χωρίς στην πραγματικότητα να ισχύει αυτό.
Να τονιστεί ότι οι μάρτυρες που προβαίνουν σε ψευδείς δηλώσεις θα τιμωρούνται με φυλάκιση μέχρι και 12 μηνών.
Γονείς χωρίς σύντροφο δικαιούνται $264,50 περισσότερα το δεκαπενθήμερο που μεταφράζεται σε $6.800 περισσότερα το χρόνο.
Το σύστημα αναγνωρίζει γάμους του ιδίου φύλου, δεσμούς ντε φάκτο και άτομα με πολλαπλούς συντρόφους, το επίδομα εντούτοις μοναχικών γονέων θα το δίδει μόνο σ’ αυτούς που όχι μόνο ζουν χωριστά αλλά δεν έχουν συναισθηματικό δεσμό μεταξύ τους.
Αξίζει εδώ να αναφερθεί ότι μια γυναίκα καταδικάστηκε σε φυλάκιση δύο χρόνων όταν διαπιστώθηκε ότι σε διάστημα επτά χρόνων, είχε λάβει $90.326 σε επιδόματα μοναχικού γονέα χωρίς να τα δικαιούται. Αποκαλύφθηκε ότι όλο αυτό το διάστημα ζούσε μ’ έναν άντρα τον οποίο
αργότερα και παντρεύτηκε.
Μια άλλη γυναίκα η οποία ψευδώς ισχυρίστηκε ότι ήταν μοναχική μητέρα φυλακίστηκε για 18 μήνες, αφού είχε λάβει επιδόματα πάνω των $60.000 σε διάστημα οχτώ χρόνων.
Η κυβέρνηση υπολογίζει ότι 7.400 γονείς που λαμβάνουν επίδομα μοναχικού γονέα θα δουν τις παροχές τους να μειώνονται, ενώ σε άλλες 7.400 θ περιπτώσεις θα κοπούν εντελως.
Ο υπουργός Κοινωνικών Υπηρεσιών Christian Porter, δήλωσε ότι πρόκειται περί απλής λογικής. Τα επιδόματα θα τα λαμβάνουν μόνο εκείνοι οι οποίοι τα δικαιούνται».
Από την πλευρά του το Αυστραλιανό Συμβούλιο Κοινωνικών Υπηρεσιών χαρακτήρισε το μέτρο ως «περιττή εισβολή στην προσωπική ζωή των πολιτών».