Έπεσε στην αντίληψή μου άρθρο της εφημερίδας «Νέος Κόσμος», ημερομηνίας 27 Απριλίου 2017, με τίτλο «Μήπως ήρθε επιτέλους το πλήρωμα του χρόνου να γεφυρώσουμε το χάσμα;», με αφορμή μια απλή κατάθεση στεφάνων στην οποία συμμετείχα ως πρόεδρος της Ελληνικής Ορθόδοξης Κοινότητας Ν.Α. (ΕΟΚΝΑ), σε τελετή που έγινε στο μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη κατά την επίσκεψη τμήματος της Προεδρικής Φρουράς στην Αδελαΐδα.

Κατ’ αρχήν, θέλω να τονίσω ότι η Ελληνική Ορθόδοξη Κοινότητα Νότιας Αυστραλίας, στην 87χρονη ιστορική της πορεία, ουδέποτε επιδίωξε την όποια αντιπαράθεση και ανωμαλία στους κόλπους της παροικίας μας. Η πολιτική της είναι πάντοτε ενωτική, φιλολαϊκή και έχει ως γνώμονα τα καλώς νοούμενα συμφέροντα της παροικίας και του Ελληνισμού γενικότερα. Κατά τα άλλα, αν κάποιοι τείνουν να σπέρνουν τη διχόνοια, την αντιπαλότητα ή ακόμη και το μίσος στην παροικία, σε αυτό δεν ευθύνεται η Κοινότητά μας.

Πρέπει, επιτέλους, κάποτε να γίνει αντιληπτό, ότι οι δυο πλευρές, δηλαδή η Ιερά Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας και η Ελληνική Ορθόδοξη Κοινότητα Νότιας Αυστραλίας, διέπονται από εντελώς διαφορετικές φιλοσοφίες και αρχές, τις οποίες θεωρείται εντελώς απίθανο να αποτάξουν. Η μεν Αρχιεπισκοπή διοικείται από έναν αρχιεπίσκοπο, ο οποίος έχει πάντοτε τον τελευταίο λόγο στις αποφάσεις των Ενοριών-Κοινοτήτων που εξουσιάζει, η δε ΕΟΚΝΑ δραστηριοποιείται σε όλους τους τομείς της κοινοτικής ζωής, περιλαμβανομένης της ορθόδοξης πίστης, αλλά έχει ως θεμέλιο λίθο της σύγχρονες, δημοκρατικές πρακτικές όπου όλη η εξουσία εναπόκειται στη συνέλευση των μελών με εκτελεστικό όργανο το εκλεγμένο Διοικητικό Συμβούλιο. Συνεπώς, εδώ όντως υπάρχει τεράστιο «χάσμα» αλλά αυτό αφορά τη φιλοσοφία και τον τρόπο λειτουργίας των δυο διαφορετικών οντοτήτων.

Υπενθυμίζω ότι η σημερινή διοίκηση της ΕΟΚΝΑ, εξελέγη από τη συντριπτική πλειοψηφία στις εκλογές της Κοινότητάς μας τον Δεκέμβριο 2016, με διακηρυγμένες θέσεις που τόνιζαν πίστη στις αρχές του δημοκρατικού Καταστατικού μας για μια Κοινότητα ανεξάρτητη και αυτοτελή όπως την οραματίστηκαν οι πρώτοι θεμελιωτές της πριν 87 χρόνια, για μια Κοινότητα που θα διασφαλίζει την ενότητα και πρόοδο του Ελληνισμού της Αυστραλίας, την συνέχιση των κοινοτικών προγραμμάτων για Ελληνική παιδεία και πολιτισμό και τη στήριξη των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων ιδιαίτερα των ηλικιωμένων. Επίσης τη διατήρηση του Ελληνικού Γηροκομείου Ρίντλεϋτον ως μη κερδοσκοπικό ευαγές ίδρυμα υπό τη διαχείριση της Ελληνικής Κοινότητας που το ίδρυσε και το ανέπτυξε και κυρίως, την ενδυνάμωση και συνέχιση της Αυτοκέφαλης Ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας Αυστραλίας, ώστε η Κοινότητα να διατηρήσει τα δικαιώματα της και να μην καταστεί υπόλογη σε οποιαδήποτε ξένη εκκλησιαστική αρχή.

Θεωρώ το δημοσίευμα του «Νέου Κόσμου» διχαστικό, εφόσον δίνει αφορμή για αντιπαράθεση και παραπλανητικό διότι δημιουργεί εσφαλμένες εντυπώσεις στον δημοκρατικό κόσμο της Αυστραλίας που προσβλέπει στην Ελληνική Ορθόδοξη Κοινότητα Νότιας Αυστραλίας και στην Αυτοκέφαλη Εκκλησία ως το αντίπαλο δέος στην εκκλησιαστική απολυταρχία και δεσποτοκρατία. Είναι, επίσης, προσβλητικό και υπονομευτικό σε βάρος μου και αξιώνω από τη συντάκτρια να επανορθώσει με την απόσυρση του άρθρου και την απολογία της προς το πρόσωπό μου και την ΕΟΚΝΑ.

Τέλος, θέλω να τονίσω ότι η κατάθεση στεφάνου από μέρους μου, πλάι στον εκπρόσωπο των ενοριών της Αρχιεπισκοπής, ήταν πράξη ευγένειας, ανωτερότητας, σεβασμού απέναντι στους τιμώμενους νεκρούς της Ελλάδας και της Αυστραλίας και απόδειξη ότι πάντα επιδιώκουμε καλές ανθρώπινες σχέσεις με όλους τους συμπολίτες μας πόσο μάλλον με τους ομογενείς μας. Ουδέποτε όμως διανοήθηκα ότι η κίνηση αυτή θα γινόταν αντικείμενο εκμετάλλευσης για την παραπλάνηση του αναγνωστικού κοινού και την πρόκληση αναστάτωσης στη δημοκρατική παροικία.

Για την Ελληνική Ορθόδοξη Κοινότητα Νότιας Αυστραλίας

Σ.Σ.: Ο «Νέος Κόσμος» εκφράζει ειλικρινά την έκπληξή του για το ότι ο κ. Γκόνης σπεύδει να χαρακτηρίσει «διχαστικό» ένα δημοσίευμα που μιλά για την ανάγκη της παροικιακής ενότητας. Η εφημερίδα μας δεν έκανε τίποτα άλλο από το να περιγράψει το κλίμα που επικράτησε από την κοινή κατάθεση στεφάνων, κάτι που εξάλλου αναγνωρίζει και ο κ. Γκόνης με την επιστολή του. Εξάλλου, στο ίδιο δημοσίευμα είχε κάνει και ο ίδιος δηλώσεις που καταγράφηκαν όπως ακριβώς ειπώθηκαν. Σημειώνουμε ακόμα, ότι ο «Νέος Κόσμος» προβάλει συστηματικά τις δραστηριότητες της Κοινότητας, όπως και θα συνεχίζει να το κάνει και γι’ αυτό μας ξαφνιάζει επιπλέον η οξύτητα της επιστολής του κ. Γκόνη. Τέλος, στη σημερινή μας έκδοση φιλοξενούμε δηλώσεις του κ. Θεοφάνη Μάρα, πρώην προέδρου της Ελληνικής Κοινότητας Ν. Αυστραλίας και πρώην προέδρου της Ομοσπονδίας Ελληνικών Κοινοτήτων, στις οποίες υπογραμμίζει την ανάγκη για παροικιακή ενότητα. Και από τον χώρο αυτό, απευθύνουμε (και) δημόσια πρόσκληση στον κ. Γκόνη να καταθέσει τις δικές του απόψεις.