Ξεκινήσαμε Σάββατο πρωί. Με σνακ στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου, πρωινό καφέ στο χέρι και φιλικές κουβέντες, υπολογίσαμε ότι σε περίπου τρεις ώρες θα φτάναμε στα Grampians, ένα από τα μεγαλύτερα εθνικά πάρκα της Αυστραλίας.

Μέσα στα τόσα χρόνια, το μέρος αυτό αναγεννήθηκε κυριολεκτικά από τις στάχτες του. Ταλαιπωρήθηκε από πυρκαγιές το 2006 και ξανά το 2014 και από πλημμύρες το 2011. Όμως η φύση με την εκατομμύρια χρόνων εμπειρία βρήκε το δρόμο της ξανά και σε περιμένει να την απολαύσεις.

Μπροστά σε αυτή τη μεγαλειώδη ομορφιά, μόνο δέος μπορεί να νιώσει κανείς.

Χάρη στην ποικιλία κλίματος και τοπογραφίας, υπάρχει ένας πλούτος βιοποικιλότητας στα Grampians, με την περιοχή να φιλοξενεί περισσότερα από 900 φυτικά είδη, μερικά από τα οποία δεν βρίσκονται πουθενά αλλού στον κόσμο. Ενώ τα φωτογενή αγριολούλουδα προσελκύουν τουρίστες κατά τη διάρκεια της άνοιξης, υπάρχουν δασικές εκτάσεις, ορεινά και υποαλπικά εδάφη, τα οποία φιλοξενούν μια ποικιλία θηλαστικών, ερπετών, αμφιβίων και ειδών εντόμων.

Φτάσαμε στους πρόποδες του βουνού Halls Gap, αφήσαμε τα πράγματά μας στην καλύβα που νοικιάσαμε και ξεκινήσαμε για την πρώτη μας βόλτα.

Ακολουθήσαμε τα μονοπάτια του ‘The Pinnacle’, μέσω του Grand Canyon. Μια από τις πιο δημοφιλείς διαδρομές, όχι μόνο για τη μαγευτική θέα που απολαμβάνεις από τα φυσικά «μπαλκόνια», αλλά και για την έντονη παρουσία χλωρίδας και πανίδας καθ’ όλη την διάρκεια της πεζοπορίας, αφού η ανθρώπινη παρέμβαση σε αυτά τα βουνά είναι ελάχιστη.

Τη νύχτα επιστρέψαμε στο Halls Gap, όπου καθίσαμε έξω από την καμπίνα μας με την συντροφιά των κοκατού και των καγκουρό. Είχαμε αγοράσει από την τοπική κάβα κόκκινο κρασί και λίγες μπύρες. Ολοκληρώσαμε την πρώτη μας μέρα με αλκοόλ, ελιές, τυρί και ντόπια κρέατα, συντροφιά με τις νότες που έβγαιναν από την κιθάρα του Γιώργου.

Ήμασταν μια παρέα ευτυχισμένων εξερευνητών που παραδόθηκαν εύκολα στον ύπνο εκείνη τη νύχτα.

Την επόμενη μέρα στόχος μας ήταν η κορυφή, το Mount William, σε υψόμετρο 1.167 μέτρων. Στα μισά, όμως, της διαδρομής τα πόδια μου είχαν αρχίσει να με προδίδουν… Και, όμως, η απεραντοσύνη του τοπίου αυτού συνέχιζε να με ανταμείβει. Έβλεπα πλέον και την άγρια ομορφιά αυτού του μέρους.

Συναντήσαμε πολλούς θεαματικούς καταρράκτες με τους MacKenzies Falls να διατηρούν τα πρωτεία. Περπατούσαμε δίπλα σε γκρεμούς και σε αιωνόβια δέντρα με τις καιρικές συνθήκες να αλλάζουν συνέχεια, σαν εναλλασσόμενο σκηνικό ταινίας. Ψιλόβροχο, ατμοσφαιρική ομίχλη, αιχμηρό αεράκι και ο ήλιος να παίζει κρυφτό. Στα τελευταία χιλιόμετρα το μόνο που ακουγόταν ήταν οι ανάσες μας, καθώς αγωνιζόμασταν να κρατηθούμε όρθιοι πάνω σε παραπλανητικά ολισθηρούς βράχους. Όταν τελικά φτάσαμε στην κορυφή η θέα ήταν απλά αφοπλιστική, έχοντας στα πόδια μας ολόκληρη την Victoria Valley.

Το μόνο που έχω να πω είναι ότι άξιζε η κάθε σταγόνα ιδρώτα που χύσαμε και το κάθε χιλιόμετρο που διανύσαμε.

Από τους πρόποδες μέχρι τις παρυφές του βουνού, το μέρος αυτό υπόσχεται να σου κόψει την ανάσα, κυριολεκτικά και μεταφορικά.

Φυσικές ομορφιές που σου κόβουν την ανάσα

*Για περισσότερες πληροφορίες http://www.visitgrampians.com.au