Εκτενές αφιέρωμα για το πώς η μετανάστευση Ελλήνων στη Μελβούρνη της Αυστραλίας διαμόρφωσε την πόλη, φιλοξένησε η εφημερίδα Herald Sun.
Ειδικότερα, το άρθρο, επεσήμανε τα εξής:
«Επισκεφτείτε το προάστιο Oakleigh στα νοτιοανατολικά της Μελβούρνης και είναι πιθανό να μυρίσετε αρνάκι στη σούβλα και γλυκά -δύσκολα να προφέρετε- (γαλακτομπούρεκο κανείς;) στο δρόμο.
Το Oakleigh αναπτύσσεται χάρη στον δυναμικό πληθυσμό Ελλήνων μεταναστών που έχουν ζήσει εκεί για χρόνια.
Αλλά δεν είναι μόνο στο Oakleigh —οι Έλληνες μετανάστες βοήθησαν σημαντικά ώστε να διαμορφωθεί η Μελβούρνη σε πολιτιστικός πυλώνας, εξηγεί η ομογενής καθηγήτρια πολιτιστικής ιστορίας της Αυστραλίας στο University of Melbourne, Τζόι Δαμούση (Joy Damousi).
«Από κάθε πλευρά, η ελληνική παρουσία άλλαξε θεμελιακά την κουλτούρα της Μελβούρνης με την άμεση διαφορετικότητά της, σε τομείς όπως το φαγητό και άλλους πολιτιστικούς συνδυασμούς», πρόσθεσε, υπογραμμίζοντας: «Οι Έλληνες είχαν μία σπουδαία επιτυχημένη ιστορία μετανάστευσης».
Οι πρώτοι Έλληνες που ταξίδεψαν ποτέ στην Αυστραλία φέρονται να ήταν 7 ναυτικοί που είχαν καταδικαστεί για πειρατεία από το βρετανικό ναυτικό δικαστήριο. Όπως πολλοί άλλοι κατάδικοι μεταφέρθηκαν στην Αυστραλία στις αρχές του 19ου αιώνα.
Έκτοτε, η πρώτη μεγάλης κλίμακας μετανάστευση ήρθε με τον «Πυρετό του Χρυσού» και το 1901 τα αυστραλιανά στοιχεία καταγράφουν 878 ανθρώπους που είχαν γεννηθεί στην Ελλάδα.
Η πρώτη ελληνόφωνη εφημερίδα εκδόθηκε το 1913, αλλά τρία χρόνια αργότερα, η Αυστραλία απαγόρευσε σε Έλληνες και Μαλτέζους να εισέρχονται στη χώρα από φόβο ότι θα πάρουν τις δουλειές Αυστραλών στρατιωτών.
Το 1920 η Αυστραλία χαλάρωσε λίγο το σχετικό νόμο, επιτρέποντας μόνο σε 100 μη Βρετανούς μετανάστες να έρχονται στη χώρα κάθε μήνα.
Αλλά η μεγαλύτερη εισροή Ελλήνων, μαζί με Ιταλούς, έγινε μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Και όταν η αυστραλιανή κυβέρνηση παρείχε υποβοηθούμενη μετανάστευση σε δεκάδες χιλιάδες Έλληνες το 1952.
Στην κορύφωση, 160.200 γεννημένοι στην Ελλάδα ζούσαν στην Αυστραλία, σύμφωνα με την απογραφή του 1971. Από αυτούς οι μισοί ζούσαν στη Μελβούρνη. Σήμερα, σχεδόν 400.000 Αυστραλοί έχουν ελληνική καταγωγή, σύμφωνα με τα στοιχεία της τελευταίας απογραφής.
Και η Μελβούρνη έχει το μεγαλύτερο πληθυσμό Ελλήνων εκτός Ελλάδας, ενώ έχει γίνει «αδελφή» πόλη με τη Θεσσαλονίκη. Αν και αυτό δεν είναι επίπτωση της μετανάστευσης, αλλά μία συμβολική κίνηση, αναγνώρισης της μεγάλης ελληνικής κοινότητας.
Η καθηγήτρια Damousi είπε πως η Μελβούρνη ήταν ελκυστική για τους μετανάστες λόγω των ευκαιριών επαγγελματικής απασχόλησης, που παρείχε. Εκείνη την εποχή ο κατασκευαστικός κλάδος είχε μεγάλη ανάπτυξη. «Οποιοσδήποτε μετανάστης πάει εκεί που υπάρχουν δουλειές» διευκρίνισε.
Πριν από τους μετανάστες, πρόσθεσε, η Μελβούρνη ήταν πολύ «μονοπολιτιστική», με τους περισσότερους ανθρώπους να προέρχονται από το Ηνωμένο Βασίλειο ή την Ιρλανδία. «Οποιοσδήποτε εκτός αυτής της ομάδας θεωρούνταν ξένος και διαφορετικός».
Πλέον, η ελληνική κουλτούρα γιορτάζεται σε όλη τη Μελβούρνη.
Η μεταναστευτική πολιτική της Αυστραλίας είχε ως αποτέλεσμα οι ανύπαντροι άντρες να είναι πολλοί περισσότεροι από τις γυναίκες, καθώς εν μέρει εξαιτίας των σωματικών ικανοτήτων, μπορούσαν να ανταπεξέλθουν στις κατασκευές και στην αγροτική εργασία.
Πολλοί ήταν αυτοί που κανόνισαν να τους σταλούν γυναίκες από τα χωριά τους στην Ελλάδα για να τις παντρευτούν στην Αυστραλία
Η κ. Παναγιώτα (ή Μπέτυ) Μπατσάκη από το West Brunswick που μετανάστευσε από την Ελλάδα το 1957 ήταν τότε 21 ετών και μία από αυτές τις «νύφες». Ο συγχωρεμένος σύζυγός της ταχυδρόμησε ένα γράμμα στη μητέρα της να στείλει «το κορίτσι με τα σγουρά μαλλιά».
Ήταν μία από τις 935 νύφες που στάλθηκαν από την Ελλάδα στην Αυστραλία με ένα πλοίο.
«Δεν ήξερα κανέναν και τρεις εβδομάδες μετά ήμουν παντρεμένη», είπε η κ. Μπατσάκη. «Πήρα μαζί μου ένα λεξικό για να βρω δουλειά. Με ρωτούσαν ‘έχεις προϋπηρεσία;’. Και απαντούσε ‘τι σημαίνει προϋπηρεσία;». Η κ. Μπατσάκη, σημείωσε πάντως πως οι άνθρωποι στη Μελβούρνη σε γενικές γραμμές ήταν φιλικοί όταν έφτασε και πάντα της προσέφεραν βοήθεια όταν τα γλωσσικά εμπόδια αποτελούσαν πρόκληση.
Είναι γνωστό πως οι Έλληνες ξεκίνησαν τα «milk bars» στην Αυστραλία, αλλά αντί να πωλούν ελληνικό φαγητό, έδιναν αμερικανικό, όπως σοκολατούχο γάλα και milkshakes. Τα μπαρ αυτά «γάλακτος» είχαν μεγαλοπρεπή ονόματα όπως «Olympia» και «Paragon» και μερικές δεκαετίες από το πρώτο «milk bar» το 1932, υπήρχε ένα τέτοιο κατάστημα σε κάθε προάστιο.
Η κ. Μπατσάκη και ο σύζυγός της είχαν δύο «milk bars»: Το πρώτο στο Coburg και έπειτα ένα ακόμη στο Brunswick.
Αποταμίευε όλα τα νομίσματα των 50 σεντς των πελατών και χρησιμοποίησε τα χρήματα για να χτίσει μία μικρή εκκλησία στο χωριό της τη Λυκόβρυση στη γενέτειρά της.