O Στάθης Γράψας δεν βλέπει την ώρα να ξαναμπεί στην φυλακή. Όχι, δεν έχει διαπράξει κάποιο αδίκημα, πηγαίνει οικειοθελώς στις φυλακές νέων Αυλώνα, όπου διεξήγαγε επί τρία χρόνια ένα πρόγραμμα ‘προσωπικής ανάπτυξης’ για κρατουμένους, χρησιμοποιώντας το θέατρο ως εργαλείο.
Όλα ξεκίνησαν με τη συμμετοχή του σε ένα πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με θέμα τη χρησιμότητα του θεάτρου στον λεγόμενο ‘τρίτο τομέα’ – τις φυλακές, τα αναμορφωτήρια, τα νοσοκομεία.
“Ψάχνω πάντα να βρω πού χωράω, πού νιώθω χρήσιμος, πού μπορώ να προσφέρω στην κοινωνία”, λέει ο ίδιος. Έτσι, βρέθηκε το 2001 στο Βελιγράδι, να δουλεύει με παιδιά που έμειναν ορφανά και άστεγα εξ αιτίας του εμφυλίου πολέμου, εμπειρία που άλλαξε την οπτική του για το θέατρο. “Κατάλαβα ότι είμαι πολύ πιο χρήσιμος στο θεατρικό εργαστήρι παρά ως ηθοποιός στην σκηνή”, λέει και παραδέχεται ότι είναι “από τους τυχερούς”. “Για 18 χρόνια δεν σταμάτησα να δουλεύω και σε καλές συνθήκες”.
Γέννημα-θρέμμα της Αυστραλίας, ο Στάθης Γράψας βρέθηκε στην Ελλάδα σε ηλικία 26 ετών, όταν άφησε πίσω του μία καριέρα στο μάρκετινγκ, για να απαντήσει στην πρόσκληση του Κώστα Καζάκου, ο οποίος πρόσφερε τρεις υποτροφίες σε ισάριθμους Ελληνοαυστραλούς, προκειμένου να σπουδάσουν στην σχολή του. Μετά το πέρας των σπουδών του, ο Στάθης εργάστηκε με θέατρο ‘Άττις’ του Θόδωρου Τερζόπουλου, ενός από τους σημαντικότερους δημιουργούς του σύγχρονου ελληνικού θεάτρου, αλλά και με το Εθνικό Θέατρο. “Αλλά δεν μου έφτανε. Ειδικά το 2009-2010, όταν ξεκίνησε η κρίση, αισθανόμουν ότι κάτι μου λείπει, δεν ένιωθα καλά. Οπότε έψαξα και βρήκα ότι στον Αυλώνα, η φυλακή ήταν σε άθλια κατάσταση. Ζητούσαν δωρεές, δεν είχαν ούτε χαρτί τουαλέτας. Οπότε τους τηλεφώνησα και είπα ότι δεν έχω να τους δώσω προμήθειες, αλλά μπορώ να τους φτιάξω ένα θεατρικό εργαστήρι προσωπικής ανάπτυξης για τους κρατουμένους. Μου είπαν ότι δεν έχουν χρήματα, οπότε προσφέρθηκα να το κάνω δωρεάν”.
Έτσι ξεκίνησε μία συνεργασία που κράτησε πάνω από τρία χρόνια, με την φυλακή νέων και τον διευθυντή του σχολείου, τον Νίκο Αρμένη. Ο τρίτος χρόνος ήταν και ο πιο δημιουργικός. “Κάναμε μια ‘παράσταση’ με τίτλο ‘Μαρτυρίες’, όπου οι κρατούμενοι συζητούσαν τις εμπειρίες της παιδικής τους ηλικίας. Ήταν πολύ σημαντικό να βλέπεις όλους αυτούς τους ανθρώπους που έχουν αυτήν την εικόνα για τον εαυτό τους, του σκληρού, να μιλάνε για την εμπειρία τους, να θυμάσαι ότι ήταν κι αυτοί παιδιά κάποτε και ότι στην πορεία κάτι στράβωσε”, λέει ο δραματουργός.
ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΩΣ ΕΡΓΑΛΕΙΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
Παρά το ότι η συγκεκριμένη ενασχόληση καρποφορούσε, η βασική του δουλειά, του ηθοποιού, τον έφερε σε αδιέξοδο. Το 2013 βρέθηκε χωρίς δουλειά, οπότε αποφάσισε να επιστρέψει στην Αυστραλία, όπως έκαναν κι άλλοι σαν αυτόν. Εδώ, συνέχισε να δουλεύει πάνω στο θέατρο ως εργαλείο προσωπικής ανάπτυξης, κυρίως μέσα στα σχολεία της Ελληνικής Κοινότητας (όπου πρόσφατα παρουσίασαν την παράσταση ‘Θυμάμαι Πάντα’, στην οποία τα νεοφερμένα παιδιά μοιράστηκαν τις αναμνήσεις τους από την Ελλάδα), αλλά προσέγγισε επίσης και το Υπουργείο Δικαιοσύνης.
“Είπαν ότι τους ενδιαφέρει αυτό που κάνω, γιατί ενώ υπάρχουν θεατρικά προγράμματα στις γυναικείες φυλακές, όπου ανεβαίνουν παραστάσεις, δεν υπάρχει κάτι αντίστοιχο στις ανδρικές”, λέει, περιγράφοντας την εμπειρία του με τις φυλακές υποδίκων (Metropolitan Remand Centre). “Εγκρίθηκε Φεβρουάριο και ξεκίνησε Οκτώβριο, με την γραφειοκρατία και τους ελέγχους και την ασφάλεια, πήρε δέκα μήνες – είναι λίγο ευθυνόφοβοι και θέλουν να είναι καλυμμένοι από παντού. Στην Ελλάδα, αντιστοίχως, εγκρίθηκε τον Σεπτέμβριο και ξεκίνησε τον Οκτώβριο. Βέβαια, θα μου πεις, στην Ελλάδα δεν πληρωνόσουν”, γελάει και εξηγεί: “Εδώ δεν είναι το θέατρο στην κουλτούρα τους, ενώ εκεί είναι”.
Αλλά η μεγαλύτερη πρόκληση ξεκίνησε με την έγκριση. “Δεν φτάνει που γίνεται για πρώτη φορά στην Βικτώρια, μού δίνουν και μία ομάδα που είναι με φαρμακευτική αγωγή, λέγοντάς μου ότι αν πάει καλά, τότε θα ανοίξει το πρόγραμμα και στον γενικό πληθυσμό. Ήταν ένα πρόγραμμα δέκα εβδομάδων και μου είπαν ότι θα ήμουν τυχερός αν έρχονταν τις δύο. Οι περισσότεροι ήρθαν και τις δέκα. Έκαναν ό,τι μπορούσαν και φάνηκε ότι κάτι ψάχνουν, την ανθρώπινη επαφή μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον. Έναν μήνα αργότερα με ξανακάλεσαν”. Στο μεταξύ όμως, μεσολάβησε μια άλλη περίοδος αναμονής, μέχρι να είναι διαθέσιμο το γυμναστήριο της φυλακής, ενώ η εξέγερση κρατουμένων που συνέβη μετά, έθεσε τέλος σε όλα τα προγράμματα.
Ο Στάθης Γράψας
“Η διαφορά ανάμεσα στην Ελλάδα και την Αυστραλία, είναι ότι εδώ οι εγκαταστάσεις είναι εξαιρετικές, οι συνθήκες είναι ανθρώπινες, αλλά η συμπεριφορά δεν είναι. Στην Ελλάδα, οι φυλακές είναι σε άθλια κατάσταση, αλλά οι φύλακες αντιμετωπίζουν τους κρατουμένους με περισσότερη ανθρωπιά και σεβασμό, νιώθεις ότι δεν έχουν χαθεί όλα. εδώ οι φυλακές είναι ιδιωτικές, πέφτουν πολλά χρήματα, όλα πρέπει αν είναι μετρήσιμα, αλλά πρόκειται για βιτρίνα. Πίσω από αυτό, το σύστημα χωλαίνει”. Αυτό δεν τον αποθαρρύνει, βέβαια. “Δεν είμαι αισιόδοξος για το σωφρονιστικό σύστημα”, εξηγεί. “Είμαι όμως αισιόδοξος για το ότι η ανθρώπινη επαφή, η ουσιαστική επαφή, μπορεί να δώσει λίγο φως. Ο ρόλος του θεάτρου ήταν πάντοτε να εκπαιδεύσει, να ψυχαγωγήσει, να δώσει διέξοδο”, εξηγεί. “Στην Αρχαία Ελλάδα ήταν προσβάσιμο και απελευθερωτικό για όλους, ήταν ο πιο εύκολος τρόπος να βγουν στην επιφάνεια τα θέματα που κρύβουμε που δεν θα συζητούσαμε αλλιώς. Είναι απενοχοποιητικό να βρίσκεσαι σε ένα πλήθος και να μοιράζεσαι συναισθήματα”. Γι’ αυτό και θέλει να επιστρέψει στον Αυλώνα – και στην Θήβα, όπου έχει στήσει ένα αντίστοιχο πρόγραμμα σε ένα κέντρο αποτοξίνωσης. “Αυτή την φορά υπάρχει και κάποια συζήτηση για χρηματοδότηση, ιδιωτική, όχι κρατική. Αλλά θα πάω ούτως ή άλλως”, λέει.
ΗΡΩΕΣ ΜΕ ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ
Το εισιτήριό του είναι ανοιχτό, δεν ξέρει πότε θα επιστρέψει, αλλά προτού αναχωρήσει έχει μία τελευταία εκκρεμότητα, την τελευταία παράσταση του έργου ‘Ήρωες του Χθες και του Σήμερα’, το οποίο δημιούργησε σε συνεργασία με τρεις ηθοποιούς που έχουν κάποια μορφή νοητικής αναπηρίας. “Με τραβάνε οι προκλήσεις”, λέει, περιγράφοντας την δραματουργική διαδικασία. “Καθίσαμε και τους ρώτησα τι τους απασχολεί και κατάλαβα ότι αυτά που σκέφτονται είναι τα ίδια θέματα που έχουν ειπωθεί στις αρχαίες τραγωδίες. Ο Andy McKinnon είπε ότι τον απασχολεί το προσφυγικό, οι άνθρωποι που πνίγονται στην θάλασσα, οπότε μου ήρθε στο μυαλό ο αγγελιαφόρος από τους ‘Πέρσες’ που περιγράφει τον χαμό των ανθρώπων. Ο Αισχύλος προσωποποιεί τους νεκρούς, δεν είναι απλώς ο εχθρός”. Το δεύτερο μέλος του θιάσου, η Katrina Welsby, είναι μία δυναμική νέα γυναίκα. “Ήρθε και έλεγε πώς μπορεί να κάνει τα πάντα, παρά την αναπηρία της. Κάνει μαθήματα μαγειρικής, μαθηματικών, έχει πάρει την ζωή της στα χέρια της. Οπότε σκέφτηκα την Ιφιγένεια, η οποία μπαίνει μπροστά και παίρνει τις τύχες της Δύσης στα δικά της χέρια”, εξηγεί ο δραματουργός.
Όσο για το τρίτο μέλος της ομάδας, τον Άλεξ Λιτσούδη, “είχε στο μυαλό του τα παιδιά και τον τρόπο που τούς φερόμαστε, ειδικά αυτά που υποφέρουν στα χέρια ενηλίκων και όπου γίνεται πόλεμος. Οπότε στραφήκαμε στον Αίαντα, όπου ο Σοφοκλής ουσιαστικά περιγράφει την Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες. Κάναμε μία πιο μοντέρνα εκδοχή του Αίαντα, όπου οι στρατιώτες μιλάνε για τα παιδιά που έχουν σκοτώσει άθελά τους”. Το αποτέλεσμα υπήρξε εξαιρετικά επιτυχημένο. “Παίξαμε στο θέατρο Emerald και στο κοινό ήταν ένας από τους ιδρυτές του θεάτρου, ο οποίος τώρα βοηθά. Στο τέλος της παράστασης έγραψε στο βιβλιο επισκεπτών ότι ξεκίνησε αυτό το θεατρικό ταξίδι πριν από 38 χρόνια και χάρη στην δική μας παράσταση ένιωσε πως άξιζε τον κόπο”. Για τον ίδιο, το ‘μυστικό’ ήταν πολύ απλό: “Δεν τους αντιμετώπισα ως ανθρώπους με ειδικές ανάγκες, αλλά ως επαγγελματίες ηθοποιούς, γιατί αυτό είναι”, λέει και εξηγεί αυτό που έμαθε ο ίδιος, ότι “η ανθρώπινη δύναμη και η ψυχική δύναμη δεν έχει όρια”.
*Το ‘Heroes of the past & Present’ θα παρουσιαστεί στο Κέντρο Σύγχρονου Ελληνικού Πολιτισμού της Κοινότητας (180 Lonsdale Street) το Σάββατο 22 Ιουλίου, στις 3μμ και τις 7μμ.