Η μοναξιά ήταν πάντα για μένα ένας γνώριμος τόπος: Ένας παιδικός έρωτας…

ΕΝΑΣ «έρωτας» που μεγαλώνοντας τον καλλιέργησα και επειδή μου άρεσε τον έκανα σύντροφό μου.

ΜΟΥ άρεσε να είμαι μόνος, να κοιμάμαι και να ξυπνώ όποια ώρα γουστάρω, να κάνω βόλτες, να πίνω με τις ώρες καφέδες καπνίζοντας και να μην είμαι υποχρεωμένος να λογοδοτήσω σε κανέναν.

ΕΙΝΑΙ ένας είδος ελευθερίας. Μια συνήθεια θα έλεγα, ή μια εξάρτηση, από την οποία είναι δύσκολο να απαλλαγείς: κάτι σαν τα ναρκωτικά…

ΜΕΤΑ, λοιπόν, από 13 χρόνια εξάρτησης με τη μοναξιά μου, μπήκα ξαφνικά στο στάδιο της… αποτοξίνωσης, όταν άρχισε να μοιράζομαι τα 40 τετραγωνικά του διαμερίσματος με τη συγκάτοικο μου.

ΣΤΗΝ αρχή δυσκολεύτηκα, μέχρι που σιγά-σιγά, όχι μόνο προσαρμόστηκα, αλλά μου συνέβη και το εξής «παράδοξο»: άρχισε να μου αρέσει και η παρέα…

ΚΑΙ επειδή το ένα φέρνει το άλλο, από τη στιγμή που έφυγε για την Ελλάδα, πριν ένα δίμηνο, βιώνω και το… στερητικό σύνδρομο.

Η απουσία της, με ανάγκασε να κάνω ένα resetting, και να βρω τον παλιό «καλό» εαυτό μου και τις συνήθειες του.

ΑΡΧΙΣΑ να καθαρίζω το σπίτι σε πιο αραιά διαστήματα, να ξαπλώνω περισσότερο στον καναπέ και να επεκταθώ μέχρι και στο γραφείο της, γεμίζοντάς το βιβλία…

ΜΕΤΑΞΥ των βιβλίων που έχουν πιάσει σειρά να ξαναδιαβαστούν είναι τα κλασικά μου: το «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο» του Προυστ, το «Ταξίδι στην άκρη της νύχτας» του Σελίν και σχεδόν καμιά δεκαριά βιβλία του Κωστή Παπαγιώργη.

ΤΙΣ τελευταίες δυο εβδομάδες, ανέγνωσα το «Περί μνήμης» και τα «Τρία μουστάκια: Ψιχία του μηδενισμού» του Παπαγιώργη και στο ενδιάμεσο για να χαλαρώνω, έριχνα καμιά ματιά στην ελληνική μυολογία του Κακριδή, διάβαζα καμία ραψωδία από την Ηλιάδα και Οδύσσεια του Ομήρου και πριν κοιμηθώ αναπολούσα τα ασπρόμαυρα παιδικά μου χρόνια βλέποντας καμιά ταινία.

ΧΘΕΣ το βράδυ, λοιπόν, ψάχνοντας στο internet να βρω κάποια πληροφορία για τον Παπαγιώργη –που πέθανε τον Μάρτιο του 2014- βρήκα ένα άρθρο που είχε γράψει στην εφημερίδα «Ο κόσμος του επενδυτή» το 2010.

ΕΠΕΙΔΗ το άρθρο μου άρεσε, στέφτηκα ότι, ενδεχομένως, να ενδιαφέρει και ορισμένους από εσάς μια και (χοντρικά) στο γιατί η Αριστερά δεν έχει τίποτα να πει την εποχή μας και γιατί όλο και περισσότερο αλληθωρίζει προς τη Δεξιά.

ΣΕ κάποιο σημείο μάλιστα, γράφει ότι: «Το να δηλώνει σήμερα ο πολίτης ότι είναι κομμουνιστής αγγίζει τα όρια του γελοίου, ενώ αντίθετα ο φιλελεύθερος, αυτός που πιστεύει στην ελεύθερη αγορά και στον εκσυγχρονισμό, έχει επαφή με το ιστορικό παρόν».

ΑΥΤΟ, ουσιαστικά, που εννοεί ο Παπαγιώργης είναι ότι ο κομμουνισμός έδωσε εξετάσεις και απέτυχε παταγωδώς και η Αριστερά σήμερα δεν μπορεί να επικαλεστεί το «ένδοξο» παρελθόν της και τις «αγωνιστικές» της περγαμηνές.

ΣΤΗ συνέχεια θα δημοσιεύσω ορισμένα αποσπάσματα από το άρθρο και βγάλτε τα συμπεράσματά σας. Να πώς έχει:

«ΑΣΦΑΛΩΣ δεν υπερβάλλουμε αν ισχυριστούμε ότι η Αριστερά (ό,τι κι αν δεικνύει ή υποκρύπτει η λέξη) αποτέλεσε πολιτική θρησκεία τα τελευταία εκατόν πενήντα χρόνια, θρησκεία μάλιστα που «απέτυχε» ή τέλος πάντων ακολούθησε φθίνουσα πορεία.

ΣΤΟΝ άλλον πόλο, ενώ η Δεξιά τρομοκράτησε την Ευρώπη με τις γνωστές παραφθορές της (φασισμός, ναζισμός, καπιταλισμός), σήμερα εμφανίζεται συμφιλιωμένη με την εποχή μας και την ευημερία. Ως εκ τούτου, δεν πρέπει να μας ξαφνιάζουν τα πολυάριθμα βιβλία που διερωτώνται για το «αν έχει μέλλον η Αριστερά» ή για το αν τη χωρίζει κάποια ουσιαστική διαφορά από τη Δεξιά.

ΑΠΟ αμιγώς ρεαλιστική σκοπιά, ενώ οι στόχοι και οι διατυμπανιζόμενες αξίες της Αριστεράς διαστρεβλώθηκαν ή απέβησαν κενό γράμμα (ισότητα, δικαιοσύνη, ταξική πάλη, κοινωνικό κράτος), η Δεξιά δεν διακρίθηκε τόσο για τις πολιτικές επαγγελίες της, όσο για την ταύτισή της με τη νεωτερικότητα, τον εκσυγχρονισμό και την πάσης αποχρώσεως ευημερία.

ΧΩΡΙΣ καμιά υπερβολή, «η Αριστερά σήμερα μετανιώνει πικρά όταν δεν βρίσκεται στην εξουσία, ενώ, όταν επιτέλους κατακτά την εξουσία, τότε κλαίει και οδύρεται». Άρα, δεν μπορούμε να μιλήσουμε για εκσυγχρονισμένο κομμουνισμό, για καταναλωτική ισότητα, για δίκαιη ευημερία, όπως άλλωστε ούτε για «τρίτο δρόμο», για «σοσιαλισμό της αγοράς» ή για «κοινωνικό κράτος».

ΣΤΗΝ καλύτερη περίπτωση, η Αριστερά κοιτάζει προς τη Δεξιά. Μάλιστα, όταν της αποδίδουν όλες τις φρικαλέες αρετές του σταλινισμού (την ανέχεια, τον τρόμο και τον θάνατο), ουσιαστικά δεν μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό της. Εφόσον ο σοσιαλισμός ενδιαφέρεται περισσότερο για την παραγωγή παρά για την κατανάλωση…

ΤΟ συναρπαστικό είναι ότι ο νέος υλικός πολιτισμός, που κατακτά τον κόσμο καλπάζοντας, δεν αφορά μια συγκεκριμένη πολιτική δύναμη· είναι τρόπος ζωής, προσαρμογή στη νέα κοινωνία, αποδοχή νέων αναγκών, υποταγή στον καταναλωτισμό και συμπόρευση με τη νεωτερικότητα.

«ΔΕΝ είναι καν απαραίτητο να δημιουργηθούν συστήματα πολιτικής κατήχησης για να διαδώσουν τις αρχές της» όσο για την απορρόφησή της, αρκεί να παρακολουθεί κανείς τα Μέσα Ενημέρωσης (κυρίως την τηλεόραση), να κοιτάζει ολόγυρα και να ζει».

«ΑΛΛΩΣΤΕ, η ταξική άποψη για την κοινωνία (από την οποία δυσκολεύεται να αποσπαστεί η Αριστερά) δεν ταυτίζεται πλέον με τη νέα Δεξιά, που είναι μεν τεχνολογική και καπιταλιστική, αλλά με τη διαφορά ότι αφορά έναν καπιταλισμό χρηματοπιστωτικό μάλλον παρά βιομηχανικό – δεν απασχολεί εργάτες πλέον, αλλά μόνο υπαλλήλους αόρατους για τον εργοδότη.

ΣΤΗΝ οικονομία αντιτάσσεται στην κρατική παρέμβαση, ευνοεί το εμπόριο και τον ιδιωτικό τομέα, ενώ στην πολιτική είναι ολοκληρωτική και ριζοσπαστική.

ΔΕΝ διαπραγματεύεται με τον αντίπαλο, απλώς τον αποδοκιμάζει μέχρι να τον γελοιοποιήσει. H χρηματοπιστωτική αριστοκρατία που διέκρινε ο Μαρξ επί Λουδοβίκου Φιλίππου, αφορούσε τη χυδαία απόλαυση όπου ανακατεύεται το χρυσάφι, με τη λάσπη και το αίμα.

ΣΗΜΕΡΑ, αυτό το στοιχείο τείνει να περιλάβει άπασα την κοινωνία. Ο υπερκαπιταλισμός, γράφει ο Σιμόνε, αποτελεί την πολιτική και οικονομική έκφραση της νέας Δεξιάς.

«ΔΙΑΘΕΤΕΙ μιαν ιδιαιτερότητα που από ιστορική άποψη είναι νεοφανής: συσσωρεύει κέρδη, όχι απλώς εκμεταλλευόμενος τους δικούς του εργάτες (όπως παλαιά), αλλά αιχμαλωτίζοντας και καταπιέζοντας τη δική του παγκόσμια πελατεία.

Η τελευταία αφέθηκε να παγιδευτεί (χωρίς να το αντιληφθεί κανείς στην Αριστερά) σε μια δίνη παραγόντων που δεν είναι πια μόνο οικονομικοί, αλλά περιλαμβάνουν διάφορες άλλες διαστάσεις της ατομικής και συλλογικής ζωής.

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ διαφήμιση, προϊόν, μάρκετινγκ, εύκολη πίστωση στους μικροκαταναλωτές, μακρά νεότητα και παράταση των απολαύσεων της σεξουαλικής ζωής, την αόριστη προσδοκία για έναν άνετο και πλούσιο βίο, ένα πασπάλισμα θρησκευτικής πνευματικότητας και πάθους…

ΣΕ αυτή τη διάφανη συσκευασία, οι πολίτες, έχοντας μετατραπεί σε πελάτες καταδικασμένους να παραμείνουν σε ένα παιδικό στάδιο (δηλαδή έχοντας μετατραπεί σε χρήστες και καταναλωτές), έχουν δώσει έναν όρκο πίστης.

ΕΧΟΥΝ γίνει αιχμάλωτοι της βούλησης του πωλητή, που μπορεί, λίγο-πολύ, να τους κάνει ό,τι θέλει.

ΔΕΝ μπορούν πια να απαλλαγούν από τον στρόβιλο της εύθυμης και φανταχτερής κατανάλωσης, διότι αποτελεί έναν από τους ζωτικούς μηχανισμούς της παγκοσμιοποιημένης ζωής, δηλαδή της δικής τους ζωής».

ΑΥΤΑ έγραφε ο Κωστής Παπαγιώργης το 2010. Δηλαδή, τον ίδιο καιρό που ο… σοσιαλιστής Γιωργάκης Παπανδρέου υπέγραφε το πρώτο μνημόνιο και πέντε χρόνια πριν οι… κομουνιστές του ΣΥΡΙΖΑ αναλάβουν την εξουσία.

ΤΑ υπόλοιπα είναι γνωστά: ο Τσίπρας, όχι μόνο δεν έσκισε τα δύο δυο μνημόνια που είχαν υπογραφεί –όπως είχε υποσχεθεί στο «λαό» ότι θα κάνει- αλλά, υπέγραψε και ένα χειρότερο από αυτό των Σμαροβενιζελέων.

ΤΟΝ ίδιο καιρό οι «αγορές», όχι μόνο αρνήθηκαν να χορέψουν πεντοζάλη που τους έπαιζαν τα όργανα του Τσίπρα, αλλά, υποχρέωσαν τον ίδιο και τον Καμμένο, να κάνουν τάματα και μετάνοιες, για να δεχτούν τα ομόλογα που θα εκδώσει η… ισχυρή Ελλάς.

ΟΣΟ για όλους εμάς τους αριστερούς, που κάποτε περάσαμε τις πύλες της μεγάλης κομμουνιστικής πλάνης πιστεύοντας ότι με τσιτάτα της πεντάρας θα αλλάξουμε τον κόσμο, περαστικά μας…