Τα νεοκλασικά σπίτια της οδού Ταρέλλα
Ο Πέτρος Ταρέλλας έπεσε στη μάχη του Πέτα το 1822. Ιταλός στην καταγωγή, ήταν διοικητής του πρώτου συντάγματος τακτικού στρατού που συστάθηκε στην Ελλάδα. Το δρομάκι που θυμίζει τη θυσία του υπέρ των Ελλήνων βρίσκεται ανάμεσα στην πλατεία Βάθης και την πλατεία Καραϊσκάκη, μέσα στη νοητή αγκύλη που σχηματίζουν η Λιοσίων, η Μάρνη και η Καρόλου. Είναι, με άλλα λόγια, στην καρδιά της παλιάς, αστικής Αθήνας.
Συνάντησα την οδό Ταρέλλα σε έναν αναγνωριστικό περίπατο στην περιοχή και αρχικά μου τράβηξε την προσοχή το ογκώδες, πολυώροφο γκαράζ, στη γωνία Ταρέλλα και Μαιζώνος. Είναι ένα μπρουταλιστικό κτίριο, απέναντι από το σχολείο, το 42ο Λύκειο Αθηνών. Υπάρχει, όμως, μία δύναμη που σε τραβάει να περπατήσεις τη μικρή οδό Ταρέλλα και αυτή οφείλεται στη γοητεία των προσόψεών της. Η Ταρέλλα είναι μια εγκάρσια τομή στο μεγάλο τετράγωνο που ορίζουν οι οδοί Κων. Παλαιολόγου, Ακομινάτου, Μαιζώνος και Σωνιέρου. Και είναι αυτό το διακριτικό της μέγεθος που της δίνει αυτή τη μυστηριακή αύρα.
Η μία πλευρά του δρόμου (προς την Ακομινάτου) διασώζει ένα γοητευτικό σύνολο νεοκλασικών διώροφων σπιτιών, κατά τρόπο αντίστοιχο σε δρόμους γύρω από την Αχαρνών. Είναι η ίδια τυπολογία και η ίδια μελαγχολική όψη με τα κλειστά παράθυρα και τις σφραγισμένες εξώθυρες. Υπάρχουν και εξαιρέσεις. Το πρώτο σπίτι αριστερά, όπως θα μπει κανείς από την οδό Μαιζώνος, είναι σε καλή κατάσταση και κατοικείται. Ηγείται αυτής της σειράς σπιτιών που με έναν τρόπο οξύμωρο, μέσα στην εγκατάλειψή τους, μας δείχνουν το αθηναϊκό μέτρο και την αττική κλίμακα της νεοκλασικής πρωτεύουσας. Είναι μία αστική οπτασία.
Παρατηρώντας από κοντά αυτή τη σειρά των τριών σπιτιών, μπορεί να δει κανείς ότι ήταν όλα διπλοκατοικίες. Φαίνεται από τις δύο εξώθυρες ανά σπίτι. Είναι σπίτια παλιά, με αυθεντική έκφραση νεοκλασικής οργάνωσης στην όψη, από τη βαθιά δεξαμενή του αθηναϊκού ύφους που έδινε σπίτια με μέτρο και αισθητική. Κανένα δεν ήταν ίδιο με το άλλο. Αν δεν είχε γκρεμιστεί και το τέταρτο στη σειρά, που είναι κενό οικόπεδο, η εντύπωση θα ήταν σπαρακτικά δυνατή. Το καθένα έχει την ιδιομορφία του. Είναι ισοϋψή, με στέγες και μπαλκόνια στον όροφο. Κάθε σιδεριά είναι διαφορετική. Το σπίτι στον αριθμό 3 (αναστηλωμένο και στέγη της Caritas Hellas) έχει σχέδια από ανθέμια, το σπίτι στον αριθμό 7 έχει ελικοειδή μοτίβα και το σπίτι στον αριθμό 5 έχει τους περίφημους ερωτιδείς, ένα από τα αγαπημένα θέματα του αθηναϊκού νεοκλασικισμού. Πότε να χτίστηκαν αυτά τα σπίτια, πόσο παλιά να είναι; Πιθανώς γύρω στο 1900. Είναι καθαρόαιμα κλασικά, με σωστές αναλογίες, ρυθμό και κλίμακα. Διασώθηκαν ίσως από τύχη, ενώ άλλα σπίτια παρόμοια, απέναντι, δίπλα ή στους γειτονικούς δρόμους, γκρεμίστηκαν και μαζί σαρώθηκε μία πολύ πλούσια αισθητική παλέτα από μοτίβα, σύμβολα, χρώματα, υλικά, παραστάδες και φουρούσια, ένα ολόκληρο απόθεμα καλλιτεχνικής πνοής, λόγιας και λαϊκής, που σφράγιζε την αθηναϊκή γειτονιά στο επίπεδο του δρόμου, στον ρυθμό της καθημερινότητας.
Αναλογίζομαι ποια μπορεί να είναι η τύχη αυτών των σπιτιών. Το μέλλον τους έχει να κάνει και με την εξέλιξη της περιοχής, αλλά το ένα φέρνει το άλλο. Είναι μία βαθιά, αθηναϊκή συνοικία, ακόμη όμορφη μέσα στην παρακμή της. Πρέπει να περπατήσει κανείς σε αυτούς τους δρόμους για να αντιληφθεί τις δυνατότητες. Είναι μια πρόκληση.
Πατησίων 9, το «Μικρό Ρεξ» ως απόηχος μιας στιγμής αισιοδοξίας
Καθώς στέκομαι απέναντι από το «Μικρό Ρεξ», στην Πατησίων 9, το βλέπω λουσμένο στο καλοκαιρινό φως. Από το απέναντι πεζοδρόμιο της οδού Γλάδστωνος έχω πίσω μου την ορειχάλκινη προτομή του Κώστα Περρίκου (1905-1943), του ήρωα αξιωματικού της Πολεμικής Αεροπορίας και αρχηγού της αντιστασιακής οργάνωσης ΠΕΑΝ. Πόσοι άραγε από τους περαστικούς γνωρίζουν ότι εκεί, γωνία Πατησίων και Γλάδστωνος, ήταν τα γραφεία της φιλοναζιστικής ΕΣΠΟ, που ανατινάχθηκε το 1942 μετά το ηρωικό σαμποτάζ του Περρίκου και των συντρόφων του; Έστω. Όταν θα χτίστηκε αυτό που ορισμένοι αποκαλούν «Μικρό Ρεξ», υπήρχε ακόμη απέναντι το τριώροφο νεοκλασικό κτίριο που χρησιμοποίησε η ΕΣΠΟ, όπως και τα παλιά ξενοδοχεία και οι κινηματογράφοι στην Πατησίων.
Χτισμένο λίγο μετά το «Ρεξ» της Πανεπιστημίου, αυτό το μικρό «αντίγραφο» κατά μία έννοια, διαχέει ακόμη και σήμερα εκείνον τον διαυγή, προπολεμικό αέρα αισιοδοξίας της αρ ντεκό. Εγκαινιάστηκε το 1938 και είναι έργο του Κώστα Κιτσίκη, ενός αρχιτέκτονα που πολλοί ατόφιοι μοντερνιστές αργότερα υποτίμησαν, πιστεύω αδίκως. Ο Κιτσίκης είχε προβάλει σημαντική σκέψη πάνω στην Αθήνα και είχε παιδεία και αισθητική.
Αλλά αυτό που μου αρέσει σε αυτό το μοντερνιστικό κτίριο της Πατησίων 9, γνωστό ως Μέγαρο Σαντίκου με στοά και καταστήματα, είναι ότι εκπροσωπούσε εκείνο το ανανεωτικό ρεύμα της καινοτομίας που προπολεμικά είχε φτάσει στα Χαυτεία, στην Ομόνοια και ακόμη παρακάτω. Εκείνα τα χρόνια, στη δεκαετία του 1930, στην πλατεία Ομονοίας, είχε γεννηθεί ο κινηματογράφος «Κρόνος» (μετέπειτα «Κοτοπούλη») με νέα κομψή και μοντέρνα όψη (ξυρίζοντας την αρ νουβό πρόσοψη που είχε δημιουργήσει ο αρχιτέκτων Μιχάλης Λυκούδης για το παλιό θέατρο «Κοτοπούλη» στην ίδια θέση) και λίγο μετά, το 1939, υψώθηκε το μοντέρνο μέγαρο που γνωρίσαμε ως τη γωνία του Μπακάκου (είναι κτίριο του Ρένου Κουτσούρη). Έτσι και το «Μικρό Ρεξ» μετέφερε εκείνο το κοσμοπολίτικο, διεθνές ύφος στην καρδιά της Αθήνας, λίγο κάτω από τα Χαυτεία, απέναντι από τα σινεμά «Ροζικλαίρ» και «Αλάσκα», όπου οι λούστροι έπρεπε να αφήνουν τα κασελάκια στην είσοδο. Λίγο πιο κάτω από τη γωνία με τη Γλάδστωνος ήταν το ψηλό, νεοκλασικό ξενοδοχείο της «Μασσαλίας», που μαζί με μικρομάγαζα, στιλβωτήρια, καφενεία και άλλα ακόμη ξενοδοχεία ιδίως κατά μήκος της Βερανζέρου και της Σατωβριάνδου δημιουργούσε εκείνο το αστικό συνονθύλευμα που παραμένει ιδρυτική και γοητευτική συνθήκη κάθε μεγάλης πόλης.
Και είναι εκείνα τα κτίρια της δεκαετίας του 1930, όπως αυτό της Πατησίων 9, που μπορούν ακόμη και συνδέουν γενιές Αθηναίων μεταφέροντας ζώσα μνήμη. Το 1940, π.χ., πολλά από τα παιδιά που περνούσαν έξω από αυτό το κτίριο, που πιθανώς να τους εντυπωσίαζε, έτσι όπως ξεχώριζε, θα ζουν ακόμη. Όταν ήταν παιδιά θα βάδιζαν στο ίδιο πεζοδρόμιο της οδού Πατησίων με κάποιους ηλικιωμένους της εποχής, που θα είχαν γεννηθεί το 1860 ή το 1870. Αυτές οι σκυταλοδρομίες της μνήμης και της μεταφερόμενης ζώσας μαρτυρίας είναι που κρατούν τις πόλεις πάλλοντες οργανισμούς και που ακόμη και σήμερα αν σταθεί κανείς στη γωνία Πατησίων και Γλάδστωνος και κοιτάξει ολόγυρα θα νιώσει τα ίχνη της Ιστορίας.
Στέκει καλά για τα χρόνια του το κτίριο αυτό του Κώστα Κιτσίκη που ήταν μόλις τεσσάρων ετών όταν ανατινάχθηκε απέναντι η έδρα της ΕΣΠΟ. Κύκλοι του χρόνου στην Αθήνα.
Ακαδημίας και Κανάρη, το παλίμψηστο της πόλης
Στο βιβλίο «Η νεοκλασσική Αθήνα του Παύλου Μ. Μυλωνά» που θα κυκλοφορήσει σύντομα από τις εκδόσεις Καπόν και την Ακαδημία Αθηνών, ανάμεσα στις πολλές, συνταρακτικές φωτογραφίες, υπάρχει και μία ενότητα για το αρχοντικό που υπήρχε στη γωνία Ακαδημίας 8 και Κανάρη. Ηταν το μέγαρο Ιωάννου Αθανασάκη, πρώτου προέδρου του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού. Ενα εξαιρετικής αισθητικής κτίριο, έργο του Αναστασίου Μεταξά: υπέρκομψο, με κήπο και είσοδο από την Ακαδημίας, τρεις εξώστες, μεγάλο υαλογράφημα που φώτιζε τη σκάλα επί της Κανάρη και αύρα βιωμένης αστικής ζωής. Ο Παύλος Μυλωνάς φωτογράφισε την ιδιαίτερη αυτή κατοικία (και στο εσωτερικό της) το 1944-1945, και αυτό αποκτά ιδιαίτερη σημασία καθώς διέσωσε μοναδικές όψεις και πληροφορίες.
Το μέγαρο Αθανασάκη κατεδαφίστηκε ύστερα από λίγα χρόνια και στη θέση του χτίστηκε μια πολυτελής πολυκατοικία σε σχέδια του αρχιτέκτονα Κωνσταντίνου Καψαμπέλη. Έτυχε, πρόσφατα, να έχω μια πανοραμική λήψη αυτής της πολυκατοικίας, από την ταράτσα του μεγάρου Δεληγιώργη, και να δω τον όγκο της, την κλίμακα και τη διάρθρωσή της. Είναι μια κλασική πολυκατοικία της αστικής Αθήνας του ’50. Στην είσοδό της έχει σμιλευτεί σε λευκό μάρμαρο το έτος «1956» κάτω από το όνομα του αρχιτέκτονα.
Η ευκολία με την οποία κατεδαφίζονταν μέγαρα εξαίρετου κάλλους ήταν εντυπωσιακή και αυτό συνέβαινε για πολλές δεκαετίες στην Αθήνα (τουλάχιστον από το 1930 ώς το 1980). Λίγο πιο κάτω, στην Ακαδημίας 4, υπήρχε ένα άλλο κτίριο του Αναστασίου Μεταξά, το μέγαρο Χαροκόπου, ένα πολυτελές σπίτι του 1904, με αμυδρές επιρροές αρ νουβό, που έχει και αυτό κατεδαφιστεί. Η φωτογραφία του υπάρχει στο βιβλίο «Παναγής Α. Χαροκόπος 1835-1911. Η ζωή και το έργο του» της Ευαγγελίας Γεωργιτσογιάννη (εκδ. Λιβάνη, 2000). Πολλά από τα εντυπωσιακά μέγαρα στην Αθήνα έζησαν λίγο, 30, 40 ή 50 χρόνια. Κι έτσι πολλά από τα νεότερα, που τα αντικατέστησαν, έχουν πλέον βαθύτερη σχέση με την πόλη.
Αυτό σκεφτόμουν όταν έβλεπα τη θέα της πολυκατοικίας Ακαδημίας και Κανάρη. Στυλιστικά, θα έλεγε κανείς ότι ακολουθεί το «ύφος Καψαμπέλη», αυτό που ζητούσε, δηλαδή, η ανώτερη μεσαία τάξη μετά τον Πόλεμο: στέρεο αισθητικό λεξιλόγιο εκσυγχρονισμένου κλασικισμού. Με τα δικά μου μάτια είναι μια όμορφη πολυκατοικία, που προσφέρει ευχάριστη διαβίωση, οργανωμένη όψη και ελκυστική ατμόσφαιρα αστικού βίου. Δεν ήταν όλα τα κτίρια για τομές και ρήξεις στην ιστορία της αρχιτεκτονικής. Αλλά, αυτή η πολυκατοικία έχει ήδη ζήσει περισσότερα χρόνια από το προγενέστερο, στην ίδια θέση, μέγαρο Αθανασάκη. Εχει επηρεάσει ως παρουσία και αισθητική αναρίθμητους ανθρώπους, για πάνω από 60 χρόνια, και όπως εκατοντάδες άλλες πολυκατοικίες αυτής της στάθμης και παρόμοιας προϊστορίας αντικατάστασης νεοκλασικού αρχοντικού στην ίδια θέση, ακολουθεί τους κύκλους του αθηναϊκού χρόνου.
Καθώς έβλεπα από κάποια απόσταση αλλά σε εντυπωσιακή εγγύτητα αυτήν την πολυκατοικία, αναρωτήθηκα για τη θέα της ίδιας γωνίας σε 30, 50 ή 100 χρόνια. Αν το κτίριο αυτό διασώζεται το 2117, σε έναν αιώνα δηλαδή, θα έχει άραγε χαρακτήρα μνημείου καθώς θα είναι δείγμα κτιρίου κατοικιών με ζωή 160 και πλέον ετών; Σαν να είχα δηλαδή απέναντί μου όχι ένα κτίριο του 1956, αλλά ένα κτίριο του 1856. Ο χρόνος συστέλλεται και διαστέλλεται.
*Πηγή: Η Καθημερινή.