Σε κατάσταση πολιορκίας βρίσκεται από την Τρίτη το πρωί ο αρχηγός του Φιλελεύθερου Κόμματος της Βικτώριας, Μάθιου Γκάι, μετά από αποκαλύψεις δημοσιογραφικής έρευνας ότι πριν από μερικούς μήνες δείπνησε με τον Τόνι Μανταφέρι, άτομο που έχει κατηγορηθεί στο παρελθόν τόσο από την Αστυνομία της Βικτώριας όσο και από την Ομοσπονδιακή Αστυνομία, για εμπόριο ναρκωτικών, δολοφονίες και ξέπλυμα μαύρου χρήματος.

Μετά τις αποκαλύψεις, ο κ. Γκάι δεν αρνήθηκε ότι δείπνησε με τον Μανταφέρι, αλλά ισχυρίστηκε ότι δεν γνώριζε ότι στο δείπνο θα ήταν παρών και ο Μανταφέρι, καθώς η συνάντηση είχε οργανωθεί από τον Φρανκ Λαματίνα, μέλος του Φιλελεύθερου Κόμματος και επί σειράν ετών χρηματοδότη, ο οποίος είχε πει με «ανέμελο» τρόπο στον κ. Γκάι ότι στο δείπνο, θα παραβρεθούν και κάποια εξαδέλφια του.

Λίγη ώρα αργότερα, ο κ. Γκάι αποκάλυψε ότι το γραφείο του είχε πληροφορηθεί ότι στο δείπνο θα βρισκόταν και κάποιος Άνθονι Μανταφέρι αλλά δεν υποψιάστηκε ότι επρόκειτο για τον γνωστό Μανταφέρι που κατηγορείται από τις αρχές για δεσμούς με την Καλαβρέζικη μαφία. Να σημειώσουμε σ’ αυτό το σημείο ότι ο Μανταφέρι έχει «παρελάσει» πολλές φορές από τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων της χώρας και λόγω της δράσης του έχει αποκλειστεί ακόμα και από το Crown καζίνο της Μελβούρνης.

Προσπαθώντας να περάσει στην αντεπίθεση ο κ. Γκάι ανακοίνωσε την Τρίτη το απόγευμα ότι ζήτησε από την Επιτροπή για την Καταπολέμηση της Διαφθορά (Independent Broad-Based Anti-Corruption Commission – IBAC) να ερευνήσει αν έκανε κάτι μεμπτό ενώ σε ερωτήσεις των δημοσιογράφων αν κατά το δείπνο συζητήθηκε η προοπτική χρηματικής ενίσχυσης του κόμματός του από τον Μανταφέρι και την υπόλοιπη παρέα που δείπνησε μαζί του, ο κ. Γκάι δήλωσε ότι ουδέποτε ετέθη τέτοιο θέμα.

Η απόφαση του Μάθιου Γκάι να παραπέμψει τον εαυτό του στην IBAC δεν κατάφερε να εκτονώσει το σκάνδαλο που ξέσπασε μετά από τα όσα αποκάλυψε η από κοινού έρευνα των δημοσιογράφων του εκδοτικού οίκου Fairfax και του κρατικού δικτύου ABC.

Το θέμα πήρε νέες διαστάσεις την Τετάρτη όταν οι δημοσιογράφοι που διεξήγαν την έρευνα δημοσιοποίησαν μαγνητοφωνημένες συνομιλίες ενός αξιωματούχου του Φιλελεύθερου κόμματος του Μπάρι Μακμίλαν, από τις οποίες προκύπτει ότι ο Μανταφέρι, ο Λαματίνα και δύο ακόμα άτομα προσκείμενα σ’ αυτούς ήθελαν να δωρίσουν στο κόμμα ένα «λεφτά με το τσουβάλι» και ο Μακμίλαν θα βοηθούσε προκειμένου να το καταφέρουν χωρίς να αποκαλυφθεί η ταυτότητα των δωρητών.

«Ο Φρανκ με πήρε τηλέφωνο και μου είπε ότι οι τέσσερις τους θέλουν να δώσουν κάμποσα χρήματα στον Μάθιου. Του εξήγησα ότι θα πρέπει να είμαστε πολλοί προσεκτικοί και ο Φρανκ δεν είναι χαζός ξέρει ότι η Εκλογική Επιτροπή τα ερευνά αυτά τα πράγματα» φέρεται να λέει ο Μακμίλαν, ο οποίος στην συνέχεια κάνει λόγο για δωρεά «εκατοντάδων χιλιάδων δολαρίων» μέσα στην επόμενη χρονιά.

Μεταξύ άλλων ο Μακμίλαν αναφέρει ότι οι τέσσερις δωρητές με τα παχιά πορτοφόλια θέλουν να δειπνήσουν και πάλι με τον Μάθιου ενώ παραδέχεται ότι ο κ. Γκάι δεν πρέπει να έχει οποιαδήποτε σχέση με την δωρεά και ότι ο Μακμίλαν θα αναλάβει τον ρόλο του μεσάζοντα.

Σε κάποια άλλη μαγνητοφωνημένη τηλεφωνική του συνομιλία ο Μακμίλαν αναφέρει ότι τα χρήματα θα δοθούν στο κόμμα τμηματικά και σε ποσά των $13,000 την κάθε φορά προκειμένου οι δωρητές να διατηρήσουν την ανωνυμία τους και οι δωρεές να αποφύγουν τον έλεγχο της Εκλογικής Επιτροπής.

Να αναφέρουμε σε αυτό το σημείο ότι σύμφωνα με την εκλογική νομοθεσία αν μία δωρεά δεν ξεπερνά τις $13,200, το κόμμα δεν είναι υποχρεωμένο να αποκαλύψει τα στοιχεία του δωρητή.

Ο Μακμίλαν αναφέρει επίσης ότι για την προοπτική της μεγάλης δωρεάς προς το Φιλελεύθερο Κόμμα, είχε μιλήσει και με τον πρόεδρο του κόμματος Μάικλ Κρόγκερ.

Μετά τις αποκαλύψεις τόσο ο κ. Κρόγκερ όσο και ο κ. Γκάι σε δηλώσεις του ξεκαθάρισαν ότι το κόμμα τους δεν έχει λάβει καμία δωρεά από τα άτομα αυτά από την στιγμή που ο κ. Γκάι ανέλαβε την εξουσία του κόμματος, κάτι που θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι όντως ισχύει.

Μάλιστα ο κ. Γκάι επανέλαβε ότι ουδέποτε συζήτησε με τους τέσσερις άνδρες την προοπτική δωρεάς τους στο κόμμα.

Η συνάντηση του κ. Γκάι με τον φερόμενο από τις αρχές μαφιόζο Μονταφέρι δεν θεωρείται σοβαρό ποινικό αδίκημα, γεγονός που σημαίνει ότι ακόμα και αν ο κ. Γκάι ζήτησε την παραπομπή του στην IBAC, παραμένει υπό αμφισβήτηση το αν τελικά η Επιτροπή θα μπορέσει να ερευνήσει το θέμα.

Σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία η IBAC μπορεί να ξεκινήσει την έρευνα μίας υπόθεσης μόνο εάν έχει διαπραχθεί κάποιο σοβαρό ποινικό αδίκημα.

Εντούτοις ακόμα και αν ο κ. Γκάι αποφύγει την IBAC το σίγουρο είναι ότι δεν μπορεί να αποφύγει τους πολιτικούς του αντιπάλους που μετά τις αποκαλύψεις έσπευσαν να διαβεβαιώσουν τον κ. Γκάι ότι το θέμα δεν θα ξεχαστεί.

«Ο Μάθιου Γκάι ήξερε πολύ καλά τι έκανε, ήξερε ότι αυτό που έκανε δεν ήταν σωστό και πιάστηκε στα ΄πράσα΄» δήλωσε ο υπαρχηγός της κυβέρνησης της Βικτώριας, Τζέιμς Μερλίνο, προσθέτοντας ότι ακόμα και αν παρέπεμψε τον εαυτό του στην IBAC αυτό δεν σημαίνει τίποτα γιατί δεν αλλάζει τον χαρακτήρα του και την ικανότητά του να κρίνει σωστά, κάτι που έδειξε δειπνώντας με ένα άτομο που οι Αρχές θεωρούν ως εγκληματικό στοιχείο.