Νέος πονοκέφαλος για την κυβέρνηση Turnbull προέκυψε αυτήν την εβδομάδα, ύστερα από την παραδοχή του Barnaby Joyce ότι είναι κάτοχος διπλής υπηκοότητας, έχοντας εκτός από την αυστραλιανή και την ιθαγένεια της Νέας Ζηλανδίας. Το ζήτημα είχε ανακινηθεί εδώ και εβδομάδες από τα Μέσα Ενημέρωσης, τα οποία επίμονα καλούσαν τον αρχηγό του Εθνικού Κόμματος να διαψεύσει ή να παραδεχθεί το γεγονός, δεδομένου ότι ο πατέρας του ήταν πολίτης Νέας Ζηλανδίας, ο οποίος ήρθε στην Αυστραλία το 1947, ως Βρετανός υπήκοος (όπως, άλλωστε, ήταν όλοι οι πολίτες της Κοινοπολιτείας τότε). Παρ’ ότι δεν είναι εγγεγραμμένος στα μητρώα της χώρας, σύμφωνα με την νομοθεσία της Νέας Ζηλανδίας, η ιθαγένεια περνά αυτομάτως από τον εκάστοτε υπήκοο στους απογόνους του.
Η κυβέρνηση της Νέας Ζηλανδίας επιβεβαίωσε την πληροφορία, προς μεγάλη έκπληξη του ίδιου του αναπληρωτή πρωθυπουργού, ο οποίος γεννήθηκε το 1967 στο Tamworth και δεν είχε διανοηθεί ποτέ ότι είναι υπήκοος άλλου κράτους πλην του Αυστραλιανού. Ο αρχηγός του Εθνικού Κόμματος παραδέχθηκε το γεγονός με δήλωσή του προς το Κοινοβούλιο, με την οποία παραπέμπεται αυτοβούλως στο Ανώτατο Δικαστήριο, ώστε να επιλυθεί εκεί το κατά πόσον η εκλογή του ήταν συνταγματική, δεδομένου ότι το Άρθρο 44 του Συντάγματος της Αυστραλίας, απαγορεύει το δικαίωμα του εκλέγεσθαι σε πολίτες που έχουν διπλή ιθαγένεια.
ΥΠΟ ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗ Η ΑΥΤΟΔΥΝΑΜΙΑ
Μπορεί ο πρωθυπουργός να εξέφρασε χθες τη βεβαιότητα ότι το Ανώτατο Δικαστήριο θα δικαιώσει τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης, ωστόσο πολλοί συνταγματολόγοι συμφωνούν ότι, ύστερα από αυτήν την εξέλιξη, το πολιτικό μέλλον του Barnaby Joyce είναι αβέβαιο. Ο ίδιος ο Joyce εξέφρασε την πρόθεση να συνεχίσει να ασκεί τα καθήκοντα του αναπληρωτή πρωθυπουργού, ύστερα και από την γνωμοδότηση των νομικών συμβούλων της κυβέρνησης που θεωρούν απίθανο να ακυρώσει την εκλογή του το δικαστήριο. Σε περίπτωση που συμβεί κάτι τέτοιο, θα προκηρυχθούν επαναληπτικές εκλογές στην περιφέρεια Νέα Αγγλία της Νέας Νότιας Ουαλίας, κάτι που απειλεί σοβαρά την ήδη εύθραυστη αυτοδυναμία της κυβέρνησης, η οποία στηρίζεται σε μία ισχνή κοινοβουλευτική πλειοψηφία μίας έδρας.
“Αυτήν την στιγμή τίθεται υπό αμφισβήτηση το κατά πόσον έχουμε κυβέρνηση πλειοψηφίας” δήλωσε σχετικά ο βουλευτής του Εργατικού Κόμματος, Tony Burke, επιβεβαιώνοντας ότι αυτήν την στιγμή η κυβέρνηση βαδίζει σε τεντωμένο σκοινί. Μια εκλογική αναμέτρηση αυτήν την στιγμή είναι το τελευταίο πράγμα που επιθυμεί ο κυβερνών Συνασπισμός, δεδομένου ότι η πολιτική συγκυρία κάθε άλλο παρά ευνοϊκή είναι για τα κόμματα που τον απαρτίζουν.
Από την μια, η ίδια η κυβέρνηση φαίνεται αδύναμη να ασκήσει οποιαδήποτε πολιτική – και δη στο πεδίο της οικονομίας, από την άλλη, το ίδιο το Φιλελεύθερο Κόμμα είναι παραδομένο σε μία βαθιά εσωκομματική κρίση με την συντηρητική και ακροδεξιά πτέρυγα να αμφισβητεί ευθέως την φιλελεύθερη και κεντροδεξιά ηγεσία, ενώ και το Εθνικό Κόμμα δύσκολα θα μπορέσει να ορθοποδήσει από αυτήν την κρίση, δεδομένου ότι ο Joyce είναι το πιο προβεβλημένο του στέλεχος, ο κατεξοχήν εκπρόσωπός του.
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ
Αν πάλι, το Ανώτατο Δικαστήριο προκρίνει μία πιο ‘χαλαρή’ ερμηνεία του Άρθρου 44, αυτό θα ανοίξει μία συζήτηση για αναθεώρηση του Συντάγματος – κι εν πάση περιπτώσει, για την ακύρωση κάποιων αναχρονιστικών Άρθρων. Το ζήτημα δεν είναι καθόλου απλό, καθώς για την αλλαγή οποιουδήποτε άρθρου του Συντάγματος απαιτείται δημοψήφισμα, διαδικασία που είναι χρονοβόρα και δαπανηρή, αλλά δεν πρέπει να αποκλεισθεί σ’ αυτήν την φάση. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη και ο βασικός αντίπαλος του Barnaby Joyce στην εκλογική του περιφέρεια, ο πρώην ανεξάρτητος βουλευτής, Tony Windsor, έκανε λόγο για “παραλογισμό” του άρθρου 44, υπό τις παρούσες συνθήκες, ενώ πολλοί κάνουν λόγο για την ειρωνεία να ακυρώσει την διάταξη περί διπλής υπηκοότητας μία κυβέρνηση που έχει κάνει την διπλή ιθαγένεια “σημαία” της μεταναστευτικής της πολιτικής. Αυτό όμως είναι πιθανό να συμβεί, δεδομένου ότι αυτή είναι η πέμπτη περίπτωση μέλους του κοινοβουλίου που αμφισβητείται η συνταγματικότητα της εκλογής του, ύστερα από την περίπτωση του (επίσης μέλους του Εθνικού Κόμματος) Matt Canavan που παραιτήθηκε από το Υπουργικό συμβούλιο (σε αντίθεση με τον Barnaby Joyce), τους Γερουσιαστές των Πρασίνων Scott Ludlam και Larissa Waters και τον Γερουσιαστή του One Nation, Malcolm Roberts.
Το Εργατικό Κόμμα έχει θέσει στο στόχαστρο και την Ελληνο-Αυστραλή βουλευτίνα του Φιλελεύθερου Κόμματος Julia Banks, ενώ ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος των Φιλελεύθερων, Chris Pyne ανταπάντησε στοχοποιώντας με την σειρά του διάφορα μέλη της Αντιπολίτευσης: τον Justin Keay, την Susan Lamb, τον Tony Zappi και την Μαρία Βαμβακινού. Συνολικά, τουλάχιστον δέκα βουλευτές που έχουν γεννηθεί σε άλλη χώρα, ή έχουν γονέα αλλοδαπό, καλούνται να παρουσιάσουν επίσημα έγγραφα που να αποδεικνύει ότι πράγματι δικαιούνται να εκλεγούν.
Εξάλλου, ο πρωθυπουργός Malcolm Turnbull έστειλε επιστολή προς τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Bill Shorten, καλώντας τον να παραπέμψει κι αυτός στο ανώτατο δικαστήριο, τυχόν αμφισβητούμενους βουλευτές του Εργατικού Κόμματος, για να λάβει ως απάντηση μία ευγενική άρνηση και την διαβεβαίωση ότι το κόμμα του ακολουθεί μία αυστηρή και αδιάβλητη διαδικασία ελέγχου που κάνει αδιαμφισβήτητη κάθε έδρα.
ΑΝΤΙΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΣ ΚΑΙ Ο ΞΕΝΟΦΩΝ
Την ίδια διαδικασία ακολούθησε και ο γερουσιαστής της Νότιας Αυστραλίας, Νικ Ξενοφών, ο οποίος, ωστόσο, προχθές παραδέχθηκε δημόσια ότι διατηρεί αμφιβολίες για το κατά πόσον η εκλογή του είναι σύμφωνη με τις επιταγές του Συντάγματος. Παρ’ ότι, όταν ξεκίνησε το γαϊτανάκι των σχετικών αποκαλύψεων, ο ελληνοκυπριακής καταγωγής Γερουσιαστής, βγήκε δημοσίως να δηλώσει ότι δεν έχει υπάρξει ποτέ πολίτης άλλης χώρας, προχθές ομολόγησε ότι δεν διαθέτει έγγραφα που να το επαληθεύουν. “Δεν είχα ποτέ, ούτε ζήτησα, ούτε μου χορηγήθηκε η ιθαγένεια άλλης χώρας, αλλά για να είμαι σίγουρος έγραψα στην πρεσβεία της Ελλάδας και την Ύπατη Αρμοστεία της Κύπρου, λέγοντας ουσιαστικά ότι δεν έχω υπάρξει πολίτης, ούτε θέλω να είμαι, οπότε αν υπάρχει οποιαδήποτε αμφιβολία επ’ αυτού, απομπολώ το σχετικό μου δικαίωμα” δήλωσε ο Νικ Ξενοφών, ομολογώντας ότι δεν έχει λάβει επίσημη απάντηση ούτε από τις ελληνικές ούτε από τις κυπριακές αρχές.
“Δεν ξέρω τι άλλο μπορώ να κάνω” τόνισε ο γερουσιαστής, ο οποίος ηγείται μίας τετραμελούς ομάδας ιδιαίτερα κρίσιμης για την λειτουργία της Γερουσίας. Ο ίδιος επισημαίνει την αναγκαιότητα να υπάρξει ανεξάρτητη διαδικασία ελέγχου όλων των βουλευτών και γερουσιαστών.
ΘΕΩΡΙΕΣ ΣΥΝΟΜΩΣΙΑΣ
Το ενδεχόμενο να χάσει η κυβέρνηση τόσο τον υπαρχηγό της, όσο και την πολύτιμη στήριξη της ομάδας του Νικ Ξενοφώντα (την στιγμή μάλιστα που και ο Bob Katter βγήκε, εν μέσω όλης αυτής της αναταραχής, να τονίσει ότι η κυβέρνηση δεν θα πρέπει πλέον να θεωρεί δεδομένη την δική του στήριξη), έχει προκαλέσει εύλογη ανησυχία και εκνευρισμό στον Συνασπισμό. Είναι χαρακτηριστικό το ότι, μιλώντας στην κοινοβουλευτική ομάδα του κυβερνώντος συνασπισμού, ο πρωθυπουργός, Malcolm Turnbull, προέβη σε μία μάλλον ατυχή δήλωση, κατηγορώντας τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Bill Shorten ότι “θέλει να κλέψει την κυβέρνηση, οργανώνοντας μία συνωμοσία με μία ξένη δύναμη”.
Ο Malcolm Turnbull αναφερόταν στην αποκάλυψη ότι η φημολογία για την ιθαγένεια του Barnaby Joyce ξεκίνησε όταν ο Marcus Ganley προσωπάρχης του πολιτικού γραφείου της υπαρχηγού του Εργατικού Κόμματος, Penny Wong, επικοινώνησε με τον βουλευτή του Εργατικού Κόμματος της Νέας Ζηλανδίας, Chris Hipkins, ο οποίος με την σειρά του έκανε σχετική ερώτηση στην Βουλή της χώρας του. Στην πραγματικότητα όμως, όλο αυτό ξεκίνησε από ρεπορτάζ της Fairfax Media. Σε χθεσινό τους δημοσίευμα, οι εφημερίδες του οργανισμού (The Age, Sydney Morning Herald, κ.ο.κ.) επιβεβαίωσαν ότι υπήρξε ανεπίσημη επικοινωνία του Marcus Ganley – o οποίος κατάγεται από την Νέα Ζηλανδία – με τον Chris Hipkins, στην οποία υπήρξε ανταλλαγή πληροφοριών για την νομοθεσία περί ιθαγένειας, ωστόσο δεν υπήρξε καμία αναφορά στον Barnaby Joyce.
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΟ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ ΜΕ ΤΗΝ ΝΕΑ ΖΗΛΑΝΔΙΑ
Αυτό δεν εμπόδισε την Υπουργό Εξωτερικών, Julie Bishop, να επαναλάβει το ατόπημα, οργανώνοντας συνέντευξη τύπου, στην οποία όχι μόνο κατηγόρησε τον Bill Shorten για “προδοτική” συμπεριφορά, αλλά εν πολλοίς έθεσε σε κίνδυνο τις ίδιες τις σχέσεις της Αυστραλίας με την Νέα Ζηλανδία. “Η Νέα Ζηλανδία ετοιμάζεται για εκλογές”, δήλωσε η Υπουργός Εξωτερικών. “Αν αλλάξει η κυβέρνηση, θα μού είναι πολύ δύσκολο να χτίσω σχέσεις εμπιστοσύνης με εκείνους που εμπλέκονται σε σχέδιο υπονόμευσης της κυβέρνησης της Αυστραλίας”.
Η δήλωση αυτή χαρακτηρίστηκε ως μία στιγμή σπάνιας απερισκεψίας από την συνήθως ιδιαίτερα προσεκτική και ψύχραιμη υπουργό Εξωτερικών, ενώ άμεση ήταν η απάντηση της νέας αρχηγού του Εργατικού Κόμματος της Νέας Ζηλανδίας, Jacinda Ardern. “Θεωρώ πολύ σημαντική την σχέση της Νέας Ζηλανδίας με την αυστραλιανή κυβέρνηση και δεν θα αφήσω ψευδείς ισχυρισμούς να σταθούν εμπόδιο σ’ αυτήν την σχέση”, δήλωσε η Jacinda Ardern, η οποία σε πέντε εβδομάδες μπορεί να είναι η νέα πρωθυπουργός της γειτονικής χώρας, αν κερδίσει τις εκλογές στις 23 Σεπτεμβρίου.
Αλλά η Julie Bishop έλαβε ‘πληρωμένη’ απάντηση στην δήλωσή της και εντός συνόρων, στον χώρο του κοινοβουλίου, δια στόματος Tony Burke: “Αν η Υπουργός Εξωτερικών δεν είναι σε θέση να συνεργαστεί με τους Νεοζηλανδούς, πώς θα συνεργαστεί με τον αναπληρωτή πρωθυπουργό”, ρώτησε ο Βουλευτής, προς μεγάλη θυμηδία των συναδέλφων του στο Εργατικό Κόμμα.