Είχα υποσχεθεί ότι τούτη τη φορά θα έγραφα κάτι ευχάριστο, κάποιο διεθνούς εμβέλειας καλαμπούρι για να γελάσουμε, να το ευχαριστηθούμε. Δεν μας βγήκε. Έχουμε πένθος. Τώρα θα μου πείτε, στην πατρίδα μας τη βραδιά που ξενυχτάμε τον δικό μας άνθρωπο, με το φέρετρο στη μέση του μεγάλου δωματίου, σκεπασμένο μ’ ένα κάτασπρο σεντόνι, λέμε και κανένα καλαμπούρι για να γλυκάνουμε τον πόνο των συγγενών. Οι συγγενείς που κλαίνε και πονούν για τον άνθρωπό τους που «έφυγε», δεν ξέρουν για πού ακριβώς… ταξιδεύει και ο πεθαμένος, κατά τη γνώμη μου, κλαίει κι αυτός γιατί ξέρει ότι αφήνει αυτούς που αγαπάει.

Τα παραπάνω τα ανέφερα για να σας πω ότι αν στο διάβα της αναφοράς μου για τον Δημήτρη -αν, λέω αν-, πω κάποιο καλαμπούρι θα είναι χαρισμένο σ’ αυτόν και θα το ευχαριστηθεί και θα γελάσει τρανταχτά, όπως γελούσε όταν του άρεσε κάτι που άκουγε.

Πήγα και τον είδα πριν είκοσι περίπου ημέρες – αξιώθηκα, που λένε. Ήταν καλύτερα. Άρχισε αμέσως τα παράπονα και την γκρίνια: «Δεν ξέρεις κανένα νοσοκομείο που να μιλάνε ελληνικά; Δεν μιλάει κανένας εδώ μέσα τη γλώσσα μας. Τους μιλάω ελληνικά και μου απαντούν αγγλικά».

Τον διέκοψα, λέγοντάς του ότι ο κύριος στο διπλανό κρεβάτι είναι Έλληνας, τον άκουσα που μίλαγε στο τηλέφωνο. Και η απάντησή του: «Μιλάει ελληνικά στον ύπνο του και στο τηλέφωνο. Εγώ δύο φορές τον ρώτησα πώς τον λένε και μου απάντησε με… μουγκρητό».

Είχε ξεπεράσει τη μόλυνση στο στήθος και όλα έδειχναν ότι είχε ξεπεράσει τον κίνδυνο. Όταν πήγε ο Νίκος Σουλάκης με τη σύζυγό του, καλή τους ώρα, να τον δουν, ο Δημήτρης δεν ήταν τόσο στα… χάι του. Ο Νίκος Σουλάκης μου είπε τα σχετικά της κατάστασής του και τη σκέψη του να κάνει κάτι για τον Δημήτρη, κάτι ως αφιέρωμα, με μικρές σκηνές από τα κινηματογραφικά έργα στα οποία συμμετείχε -και μιλάμε για πληθώρα έργων και για αξιόλογους ρόλους-, δίπλα σε μεγάλα ονόματα του ελληνικού κινηματογράφου, όπως Βέγγο, Κωνσταντάρα, Ξανθόπουλο, Βουγιουκλάκη, Βουτσά, Βλαχοπούλου και πολλούς άλλους.

Ο Νίκος Σουλάκης, ο καλλιτέχνης, ο αξιόλογος άνθρωπος, έφτιαξε σε χρόνο-ρεκόρ, ένα πολύ ωραίο DVD, για να το χαρίσει στον Δημήτρη και ίσως μερικά σε λίγους φίλους. Εμένα μου το έστειλε, το έλαβα την περασμένη Δευτέρα το πρωί και τον ευχαριστώ θερμά.

Ο Δημήτρης άφησε την τελευταία του πνοή την Παρασκευή το απόβραδο. Μέσα στο κουτί με το DVD υπήρχε και ένα σημείωμα του Νίκου που έγραφε τα εξής: «Αγαπητέ Κώστα, σου στέλνω το DVD με το αφιέρωμα που έκανα στον Δημήτρη. Κρίμα που δεν θα μπορεί να το δει και ο ίδιος. Εμείς, πάντως, θα τον θυμόμαστε. Περισσότερα όταν με το καλό ανταμώσουμε. Φιλικά Νίκος Σουλάκης».

Έχω μία ιδέα. Δεν ξέρω αν διαβάσατε στην εφημερίδα της Δευτέρας το άρθρο της πρώτης σελίδας για τον Δημήτρη Κατσούλη και στο σημείο που αναφέρει την επιθυμία του να εκδώσει τα ποιήματά του.

Επειδή την γνωρίζουμε την περίπτωση – και λέω την γνωρίζουμε την περίπτωση γιατί σε αυτή την ιστορία είχαμε ανακατευθεί έντονα, τρία άτομα, η κ. Έρμα Βασιλείου, η γνωστή ακαδημαϊκός και λογοτέχνης, ο φίλος και συνάδελφος λογοτέχνης Δημήτρης Τρωαδίτης και η αφεντιά μου. Επειδή δεν ολοκληρώθηκε η προσπάθειά μας, η σκέψη που κάνω είναι να επανέλθουμε στο θέμα της έκδοσης των ποιημάτων του Δημήτρη Κατσούλη, και αφού ζητήσουμε και τη συμμετοχή και συμπαράσταση του Νίκου Σουλάκη, να τα εκδώσουμε, θα το χαρεί ο Κατσούλης εκεί που βρίσκεται.

Επικοινωνούσα με την Κατερίνα, τη συμπαθέστατη γυναίκα του, και μάθαινα την πορεία της κατάστασής του. Κάπου-κάπου επικοινωνούσα και με την κόρη του την Τίνα, για γραφειοκρατικά θέματα και μάθαινα τα δύσκολα.

Θυμάμαι τα γέλια που κάναμε, με τον Δημήτρη, όταν λίγο πριν αρρωστήσει με ρώτησε αν ξέρω κανέναν δικηγόρο ελληνικής καταγωγής, να ετοιμάσει ένα εξώδικο για να κάνει αγωγή στο ΙΚΑ. «Μου φάγανε χιλιάδες ένσημα. Δεν θα τους αφήσω έτσι. Εμένα με λένε Κατσούλη».

Άλλη φορά ετοίμασε γράμμα να το στείλει στο ΙΚΑ και ήθελε να πάει στο Προξενείο να βεβαιώσει το γνήσιο της υπογραφής του, προκειμένου να ξέρει το ΙΚΑ ότι τους γράφει ο Κατσούλης. Για να τον πειράξω του πρότεινα να πάμε στην Αρχιεπισκοπή να μας βεβαιώσουν το γνήσιο της υπογραφής. «Δημήτρη θα κάνουμε τη δουλειά μας αμέσως. Αρχή το Προξενείο, αρχή και η Αρχιεπισκοπή. Θα ζητήσουμε από τον Επίσκοπο να βεβαιώσει το γνήσιο, θα τον ευχαριστήσουμε και τελειώσαμε».

Και η απάντηση του Κατσούλη με σοβαρό ύφος: «Δεν αντιλέγω. Θα τελειώναμε στο άψε-σβήσε στην Αρχιεπισκοπή, αλλά αν ο υπάλληλος του ΙΚΑ που θα το παραλάβει είναι άθεος, θα το θάψει, ενώ το προξενείο είναι ουδέτερο και κοινώς αποδεκτό».

Δημήτρη εκεί που πας, ψάξε για τους καλούς τους φίλους. Έχει πολλά καλά παιδιά ο ουρανός…