Τον περασμένο μήνα, στο Μουσείο Μετανάστευσης της Βικτώριας, ξεκίνησε μία ακόμη ενδιαφέρουσα έκθεση με τίτλο Game Changers: Diversity in Football. H συγκεκριμένη έκθεση, η οποία θα διαρκέσει έως τον Οκτώβρη, επιδιώκει να δείξει τη δύναμη που έχει το ποδόσφαιρο να καταρρίπτει εθνικά και πολιτισμικά όρια και να προωθεί την αλλαγή, ενώνοντας παίκτες από διαφορετικές εθνικότητες και πολιτισμούς για την ικανοποίηση ενός κοινού σκοπού. Η ιστορία της Ελληνίδας Ελένης Γλουφτσή, γνωστής και ως της πρώτης πιστοποιημένης διαιτητή του αυστραλιανού ποδοσφαίρου, προβάλλεται επίσης στην έκθεση, αφού επιδιώκει να αναδείξει τη δυνατότητα του ποδοσφαίρου να καταρρίπτει στερεότυπα που αφορούν το φύλο.

Η συγκεκριμένη έκθεση, αποτυπώνει μόνο ένα μέρος του πλούτου που βρίσκεται πίσω από τις μεγάλες ξύλινες πόρτες του νεοκλασσικού κτιρίου της οδού Φλίντερς 400. Το Μουσείο Μετανάστευσης, που θα γιορτάσει σε λίγους μήνες τα εικοστά του γενέθλια, έχει σημαντική εμπειρία στη διοργάνωση πολλών εμπνευσμένων εκθέσεων και την υλοποίηση εξαιρετικών εκπαιδευτικών πρωτοβουλιών.

H κ. Jan Molloy, υπεύθυνη για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση πολλών εκπαιδευτικών προγραμμάτων του Μουσείου, μας μιλάει για την αποστολή του Μουσείου, τις εκπαιδευτικές πρωτοβουλίες του και τον εκπαιδευτικό προσανατολισμό του ιδρύματος. Παράλληλα, και με απαράμιλλο σεβασμό στο μεταναστευτικό ταξίδι, βίωμα, ταυτότητα και αφήγημα, αναφέρεται, στο ρόλο που πρέπει να έχουν οι εκπαιδευτικοί στη διαμόρφωση της προσωπικότητας των παιδιών και στην συμβίωση των παιδιών με διαφορετικούς πολιτισμούς.

Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Το 2018 θα σηματοδοτήσει την 20ή επέτειο του Μουσείου Μετανάστευσης. Ποιος ήταν ο σκοπός του Μουσείου και η αποστολή του όταν ιδρύθηκε και ποια είναι η αποστολή του σήμερα; 

«Το Μουσείο Μετανάστευσης της Μελβούρνης άνοιξε το 1998 έχοντας αρχικό στόχο να επαναπροσδιορίσει τη μετανάστευση ως εμπειρία, έτσι όπως βιώνονταν από τις οικογένειες όλων των μη γηγενών Αυστραλών» όπως λέει ο Richard Gillespie. Το 1998 το Μουσείο κοίταξε το μεταναστευτικό παρελθόν, υπό το πρίσμα των προσωπικών αφηγήσεων, για συνδέσει τον επισκέπτη με τις ομοιότητες όλων των μεταναστευτικών εμπειριών, σε όλες τις χρονικές περιόδους και σε όλους τους πολιτισμούς όπως: τα μεταναστευτικά ταξίδια , τις αφίξεις, την εγκατάσταση και τις επανενώσεις. Το 2011 εγκαινιάσαμε στο 2ου όροφο του Μουσείου την πιο πρόσφατη από τις μόνιμες εκθέσεις με τίτλο «Η Ταυτότητα, δική σου, δική μου, δική μας» (Identity: Yours, Mine, Ours).

Η συγκεκριμένη έκθεση στάθηκε αφορμή για να ξεκινήσει μια νέα συζήτηση για την Αυστραλιανή ταυτότητα, αφού η έκθεση ζητούσε από τους επισκέπτες να συλλογιστούν τις προσωπικές ταυτότητές τους και να εξετάσουν τον τρόπο με τον οποίο αυτές συνδέονταν με τους Αυστραλούς. Στην έκθεση αυτή, μέσα από προσωπικές ιστορίες, διερευνήθηκαν θέματα ταυτότητας και «αίσθησης του ανήκειν» σε μια πολύπλοκη κοινωνία.

Το 2018 το Μουσείο θα γιορτάσει τα 20 χρόνια ζωής και η συλλογή του Μουσείου, τα προγράμματα και οι εκθέσεις του θα προσφέρουν ευκαιρίες για να γιορταστεί το κοσμοπολίτικο στοιχείο της πόλης και της κοινωνίας μας.

Το Μουσείο Μετανάστευσης είναι γνωστό για τα καινοτόμα και διαδραστικά εκπαιδευτικά του προγράμματα, καθώς επίσης και για τη χρήση τεχνολογίας, που δίνει στους νέους ανθρώπους νέες ευκαιρίες μάθησης. Με ποιο τρόπο προσεγγίζετε τη μάθηση και ποιοι είναι οι κυβερνητικοί φορείς που υποστηρίζουν τα εκπαιδευτικά σας προγράμματα; 

Γνωρίζουμε τις πρωτοβουλίες που ενθαρρύνονται στις σχολικές αίθουσες από το Υπουργείο Παιδείας της Πολιτείας της Βικτώριας. Επίσης, γνωρίζουμε τον προσανατολισμό του Αυστραλιανού Προγράμματος Σπουδών (Curriculum) γύρω από τη βιωματική μάθηση, τις μαθησιακές διαδικασίες και το αποτέλεσμά τους.

Τα τελευταία 11 χρόνια, από τότε που ξεκίνησα να εργάζομαι στο Μουσείο, ακολουθούμε τις πρωτοβουλίες των αρμόδιων οργάνων της Πολιτείας για τα Αναλυτικά Προγράμματα καθώς επίσης και τη Διακήρυξη της Μελβούρνης για τους Εκπαιδευτικούς Στόχους των Νέων Αυστραλών (2008), που δίνουν έμφαση στην ιδέα ότι πρέπει να προετοιμάζουμε τους μαθητές για τον κόσμο που θα συναντήσουν μόλις τελειώσουν το σχολείο. Δίνουμε πραγματικά έμφαση στην ομαδοσυνεργασία και την συνέργεια για την επίλυση προβλημάτων. Δεν πρέπει να είμαστε καθοδηγητικοί προς τους μαθητές. Έτσι μέσα από τη διερεύνηση των αντικειμένων του Μουσείου, θέλουμε οι μαθητές να εξερεύνουν, να ανακαλύπτουν και να παρουσιάζουν καλές πρακτικές, ώστε να καταλήγουν σε μια ιστορία η οποία σχετίζεται με τους κατόχους των αντικειμένων.

Τα εκπαιδευτικά προγράμματα του Μουσείου κινητοποιούν τους μαθητές, ώστε να σκέφτονται εκ βαθέων τόσο τον κόσμο – του οποίου αποτελούν μέρος – όσο και τα μέσα που μπορούν να χρησιμοποιήσουν για την ερμηνεία του. Τα προγράμματα του Μουσείου τους κινητοποιούν ώστε να αναγνωρίζουν ότι το περιβάλλον τους και τα προϊόντα των ανθρώπινων ανακαλύψεων μπορούν να αξιοποιηθούν για να ενώσουν το παρελθόν με το παρόν τους, και να ξεκινήσουν να σκέφτονται το μέλλον. Οι μαθητές μπορούν να καταλάβουν τον τρόπο με τον οποίο υπάρχουν και ζουν στον κόσμο, στον οποίο ανήκουν, σε σχέση με την έννοια του χρόνου και του τόπου. Ειδικά, το συγκεκριμένο Μουσείο συνδέει τους μαθητές με την κληρονομιά τους ώστε να κατανοήσουν ότι αποτελούν μέρος αυτής της φανταστικής ηπείρου.

Τι είδους προκλήσεις αντιμετωπίζει το Μουσείο στην προσπάθειά του να δημιουργήσει προγράμματα για τα σχολεία και τους νέους; 

Το κτίριο στο οποίο στεγάζεται το Μουσείο είναι διατηρητέο, και έχουμε περιορισμένη χωρητικότητα, γεγονός που εμποδίζει την πραγματοποίηση πολλών εκπαιδευτικών προγραμμάτων. Για να ανταποκριθούμε στις προκλήσεις, έχουμε σχεδιάσει προγράμματα τα οποία μπορούν να πραγματοποιηθούν στα σχολεία, ακολουθώντας τη μεθοδολογία της τάξης, και παρέχουν τη δυνατότητα στους μαθητές να ασχοληθούν με αντικείμενα τέχνης και εκθέματα, και να προβληματιστούν μέσω της έρευνας, των ερωτήσεων, των βιωματικών εμπειριών και της συνεργασίας.

Το πρόγραμμα «Μοιραζόμαστε τις ιστορίες μας» (Sharing Stories) δημιουργήθηκε για να εξυπηρετήσει τον παραπάνω σκοπό και στην παραδοχή ότι κάθε αντικείμενο έχει μια ιστορία, η οποία σε οδηγεί να καταλάβεις περισσότερο την πολυπλοκότητα της κοινωνίας. Προωθούμε το πρόγραμμα στους δασκάλους και ελπίζουμε να αποκτήσουμε περισσότερους υποστηρικτές. Ξέρουμε ότι όταν οι δάσκαλοι επισκέπτονται το Μουσείο, είναι πολύ χρήσιμο και πολύ βοηθητικό, όμως με τα παραπάνω προγράμματα δημιουργούμε περισσότερες ευκαιρίες για να μιλήσουμε στους δασκάλους και να τους δείξουμε τί άλλο είναι δυνατό να επιτευχθεί. Επομένως, το χωροταξικό πρόβλημα είναι λίγο περιοριστικό και αποτελεί προτεραιότητά μας να βρούμε ικανές λύσεις τόσο για τους μαθητές όσο και για τους δασκάλους. Η αλλαγή δεν είναι γρήγορη διαδικασία.

Και υπάρχει στήριξη από την Πολιτεία; 

Τα εκπαιδευτικά μας προγράμματα χρηματοδοτούνται από την κυβέρνηση της Πολιτείας μέσω του Στρατηγικού Σχεδίου Συνεργασίας (Strategic Partnership Project). Στην παρούσα φάση, μόλις αιτηθήκαμε για τα επόμενα τρία χρόνια.

Πριν από μερικούς μήνες «Η Οδύσσειά μας: Οι Ιθακήσιοι της Μελβούρνης», μια έκθεση για τους Ιθακήσιους της Μελβούρνης, πραγματοποιήθηκε στο χώρο της Κοινότητας (Community Gallery) του Μουσείου Μετανάστευσης. Η έκθεση ήταν πολύ πετυχημένη, αλλά αυτό που με εντυπωσίασε ήταν η ιδέα ότι υπάρχει το «δωμάτιο της Κοινότητας». Μπορείτε να μας πείτε περισσότερο γι΄αυτό και το ρόλο του;

Το δωμάτιο της Κοινότητας αποτελεί ζωτικό μέρος του Μουσείου και όλων όσων αντιπροσωπεύει. Από την ίδρυση του Μουσείου, υπήρχε πάντα το λεγόμενο «δωμάτιο της Κοινότητας». Υπήρχε εκεί για τις συνεργασίες μεταξύ των δημιουργών εκθέσεων, των εφόρων που είναι υπεύθυνοι για την συλλογή, και των κοινοτήτων που διαθέτουν τα δικά τους αντικείμενα, εκθέματα και ιστορίες. Τα συγκεκριμένα αντικείμενα στο «δωμάτιο της Κοινότητας», ανήκουν σε συλλογές της κοινότητας. Το συγκεκριμένο «δωμάτιο» δίνει μια μοναδική ευκαιρία ώστε το ευρύτερο κοινό να δει τα αντικείμενα των «κοινοτήτων» σε ένα Πολιτειακό Μουσείο.

Τα τελευταία επτά-οκτώ χρόνια, η Ελλάδα αντιμετωπίζει μια από τις πιο κρίσιμες στιγμές στην ιστορία της, λόγω της δημοσιονομικής κρίσης. Ως αποτέλεσμα, ένας μεγάλος αριθμός Ελλήνων μεταναστεύει στην Αυστραλία για να αναζητήσει κάποιο καλύτερο μέλλον. Τί μπορεί να προσφέρει το Μουσείο στους νεοεισερχόμενους Έλληνες και στα παιδιά τους; 

Αυτό που είναι σημαντικό σε αυτό το Μουσείο είναι ότι δίνει την ευκαιρία στον επισκέπτη να συλλογιστεί τις εμπειρίες όλων εκείνων που μετανάστευσαν από μια χώρα σε μια άλλη. H μετανάστευση αποτελεί από το 1830 μέρος της ιστορίας της Βικτώριας. Στο Μουσείο αυτό προσφέρουμε ευκαιρίες για να μοιραστεί κάποιος την ιστορία του, καθώς πιστεύουμε ότι εάν μοιραζόμαστε (μεταναστευτικές) ιστορίες κτίζουμε δυνατές κοινότητες και σχολικές κοινότητες.

Το Μουσείο Μετανάστευσης κατανοεί ότι κάθε νεοεισερχόμενη οικογένεια μεταναστών ή νεοεισερχόμενος μετανάστης/στρια έχει νιώσει την απώλεια που συνεπάγεται ο αποχωρισμός αλλά και τα οφέλη της χώρας υποδοχής. Το να βάλεις μια οικογένεια που έχει ζήσει εδώ και πολλές γενεές σ΄αυτή την χώρα, να μοιραστεί την ιστορία της με μια νεοεισερχόμενη οικογένεια μεταναστών αποτελεί ένα πολύ ισχυρό σύνδεσμο και σ’αυτό κτίζουμε.

Οι κοινότητες μπορεί να είναι πιο δυνατές όταν υπάρχει η κοινή αίσθηση ότι μοιραζόμαστε εμπειρίες. Αυτοί που έχουν ζήσει εδώ για γενιές, είναι οι επωφελούμενοι των εμπειριών που οι πρόγονοί και οι πατεράδες μας δημιούργησαν. Όλοι όσοι έχουν μόλις φτάσει πρέπει να έχουν την ευκαιρία να δουν ότι είναι πιθανό να προχωρήσεις και να μοιραστείς την εμπειρία. Το να μοιράζεσαι αποτελεί τρόπο για να γίνονται οι άνθρωποι αποδεκτοί και να ανήκουν σε μια κοινότητα. Δεν πρόκειται να επωφεληθούμε υψώνοντας τείχη και κάνοντας τους ανθρώπους να αισθάνονται ότι είναι οι Άλλοι. Είναι σημαντικό να νιώσουμε όλοι μέρος της ιδέας της μετακίνησης, της μετανάστευσης και της κινητικότητας.

Μπορεί το Μουσείο να έχει κάποιο θεραπευτικό χαρακτήρα στη διαχείριση του μεταναστευτικού τραύματος; 

Νομίζω ότι υπάρχει ευκαιρία για αντανάκλαση. Οι επισκέπτες νιώθουν ότι συνδέονται με μια ιστορία που βλέπουν στο Μουσείο και αυτό τους επιτρέπει να κατανοούν ότι τα ταξίδι τους δεν είναι το μοναδικό ταξίδι. Από μια εκπαιδευτική οπτική, τα παιδιά έχουν τη δυνατότητα να δουν τις πολλές διαφορετικές αποχρώσεις που υπάρχουν στα ταξίδια και από τις οικογένειες των συμμαθητών τους στην τάξη τους.

Προβάλλουμε ενταξιακές συμπεριφορές και δίνουμε στα άτομα της κοινότητάς μας το περιθώριο να πουν την ιστορία τους. Από εκπαιδευτική σκοπιά, ο ρόλος της εκπαίδευσης είναι να καθιστά το αόρατο ορατό, δίνοντας τη δυνατότητα στους ανθρώπους να πουν την ιστορία τους. Μια από τις πιο δυνατές εκθέσεις που είχαμε στο Μουσείο είχε τον τίτλο: «Δεν μπορούν να πάρουν τον Ουρανό: Ιστορίες από τα κέντρα υποδοχής των μεταναστών». Aυτή η έκθεση ήταν έμβλημα της ιδέας ότι εάν δώσεις στους ανθρώπους την ευκαιρία να πουν την ιστορία τους, θα αναδυθεί το ανθρώπινο στοιχείο. Ο κόσμος γίνεται πιο πλούσιος, εάν διασφαλίσουμε ότι το ανθρώπινο στοιχείο κάθε ατόμου γίνεται ορατό. Είναι οι ανθρώπινες ιστορίες, που επιτρέπουν να φανερωθεί ο ανθρωπισμός. Χρειάζεται να δώσουμε στους ανθρώπους τη δυνατότητα να γίνουν ορατοί. Μιλώντας για τη δυνατότητα των ανθρώπων να γίνονται όρατοί, δεν αναφερόμαστε μόνο στη δυνανότητά τους να γίνονται όρατοί μέσα από τις μεταναστευτικές εμπειρίες. Εάν κοιτάξουμε την έκθεση του Μουσείου “Game Changers: Diversity in Football»”, η έκθεση αφορά το ποδόσφαιρο, IFL αλλά και το πρωτάθλημα γυναικών.

Πώς αισθάνεστε για την απόφαση της Αυστραλίας να καταστήσει πιο αυστηρά τα γλωσσικά προαπαιτούμενα για την απόκτηση της υπηκότητας, καθώς επίσης, και την συζήτηση γύρω από τις πολιτικές αφομοίωσης;

Είναι δύσκολο να απαντήσω σ’ αυτή την ερώτηση. Είναι πολύ δύσκολη ερώτηση και υπάρχει σημαντικό πρόβλημα. Η γλώσσα είναι ζωτικής σημασίας, καθώς συνδέεται με την κληρονομία μας. Παράλληλα η δυνατότητα των ανθρώπων να μιλούν κάποια άλλη γλώσσα – πέρα από την Αγγλική – στην Αυστραλία, είναι περιορισμένη. Το να έχεις μια οικογένεια η οποία σου δίνει την ευκαιρία να μιλάς τη μητρική σου γλώσσα είναι πολύ θετικό. Ο τρόπος με τον οποίο τα κράτη διαχειρίζονται την εθνική γλώσσα και προωθούν τη διδασκαλία και την εκμάθηση άλλων γλωσσών, ως μέρος του πολιτισμού τους, είναι περίπλοκο ζήτημα. Η αναγέννηση των γλωσσών των Πρώτων Ανθρώπων (First Peoples’ languages), σ’αυτή τη χώρα και το γεγονός ότι ομιλούνταν πάνω από 200 γλώσσες πριν την αποικιοκρατία, δείχνει πόσο περίπλοκο μπορεί να είναι το θέμα που αφορά την προώθηση των γλωσσών.

Eμείς, ως έθνος προσφέρουμε την ευκαιρία, ώστε οι άνθρωποι να μιλούν πολλές γλώσσες και μια γλώσσα (η Αγγλική) μας συνδέει όλους και παρέχει τη δυνατότητα για επικοινωνία και κοινωνική συνοχή. Ωστόσο, δε θα θέλαμε μια γλώσσα να υπερκαλύπτει και να κυριαρχεί, καθώς οι συνέπειες είναι πολύ ακραίες ακόμη και να το σκεφτεί κανείς. Ζούμε σε ένα κόσμο με πολλές γλώσσες. Πρέπει να καταλάβουμε ότι αυτές οι γλώσσες είναι σημαντικές για τη διατήρηση του πολιτισμού, αλλά πρέπει παράλληλα να καταλάβουμε ότι εάν επιλέξουμε ένα τόπο για να ζήσουμε, πρέπει να κάνουμε προσπάθεια να ανήκουμε και να επικοινωνούμε στην lingua franca.

Καθώς είμαστε και οι δύο εκπαιδευτικοί, νιώθω ότι η τελευταία μου ερώτηση πρέπει να αφορά τα παιδιά και το μέλλον. Σε ένα κόσμο που συνεχώς αλλάζει και γίνεται πιο παγκοσμιοποιημένος, αρκετοί υποστηρίζουν ότι η διαπολιτισμική εκπαίδευση χρησιμοποιείται περισσότερο ως σύνθημα, ενώ είναι πολλά περισσότερα. Τι νομίζετε γι’ αυτό; 

Ναι, δεν είναι απλά ένα σύνθημα. Μπορούμε να τη χρησιμοποιήσουμε για να «κτίσουμε» γέφυρες και να πείσουμε τους δασκάλους ως προς την αξιοποιήσή της. Ένα από τα πράγματα που μπορεί να κάνει η διαπολιτισμική εκπαίδευση είναι να προσφέρει στους εκπαιδευτικούς την ευκαιρία να καταλάβουν ότι μπορούν να «διακινδυνεύσουν».

Ως εκπαιδευτικοί, είναι σημαντικό να είμαστε συνεχώς σε επαγρύπνηση, διότι η εκπαίδευση πρέπει να διευρύνει ορίζοντες. Μια σχολική αίθουσα, κατά τη διάρκεια της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, πρέπει να προσφέρει ευκαιρίες για μάθηση, αναζήτηση, άλλους τρόπους σκέψης, ομιλίας και αντίληψης, καθώς έτσι γινόμαστε άνθρωποι ικανοί για να πετύχουμε το καλύτερο. Με τη διαπολιτισμική εκπαίδευση, δημιουργούμε δυνατούς ανθρώπους, που δε φοβούνται το ΄Αλλο, το Άγνωστο, τη διαφορετικότητα και δε φοβούνται το μέλλον. Θέλουμε τα παιδιά να είναι δυνατά και συνειδητοποιημένα ότι δεν υπάρχουν απαραίτητα εύκολες απαντήσεις και ότι μπορείς να μη νιώθεις σίγουρος. Δε θέλουμε οι μαθητές μας να έχουν το φόβο της αποτυχίας. Τους θέλουμε γενναίους και να μπορούν να αναλαμβάνουν προκλήσεις. Μια πρόκληση είναι να αναλαμβάνεις κάτι που δεν το καταλαβαίνεις, για να δεις ότι στην πράξη μπορείς τελικά να το καταλάβεις. Έτσι αν κάποιος μοιάζει διαφορετικός, μπορείς να έχεις την πεποίθηση ότι τελικά η διαφορά μπορεί να ξεπεραστεί.

*H Jan Molloy υπήρξε καθηγήτρια Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης πάνω από 30 χρόνια, διδάσκοντας Ιστορία, Ψυχολογία, Γεωγραφία και Αγγλικά. Το 2006 ξεκίνησε να εργάζεται στο Μουσείο Μετανάστευσης και σήμερα είναι υπεύθυνη Ανθρωπιστικών Προγραμμάτων του Μουσείου. Το 2011 η Jan έλαβε βραβείο από το θεσμό Victorian Multi Cultural Award for Excellence για την συνολική προσφορά της και από το History Teachers Association of Victoria για τη διδασκαλία και εκμάθηση της Ιστορίας. 

**H Μαρία Φιλιώ Τριδήμα είναι κοινωνιολόγος. Οι μεταναστευτικές πολιτικές, τα ζητήματα ένταξης και εκπαίδευσης μεταναστών αποτελούν μερικά από τα ενδιαφέροντά της. Έχει κάνει μεταπτυχιακές σπουδές στα Aνθρώπινα Δικαιώματα, στην Ευρωπαϊκή Ένωση και Διεθνείς Σχέσεις και την Εκπαιδευτική πολιτική στα Πανεπιστήμια Warwick (Ηνωμένο Βασίλειο) και Αθηνών (ΕΚΠΑ). Είναι υπεύθυνη για το σχεδιασμό και την υλοποίηση του εκπαιδευτικού προγράμματος «Μελβούρνη–Αθήνα: Μια διαδρομή Φιλίας», το οποίο πραγματοποιήθηκε από τα Σχολεία Γλώσσας και Πολιτισμού της Ελληνικής Κοινότητας Μελβούρνης σε συνεργασία με το Ελληνοαμερικανικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα (Κολλέγιο Ψυχικού, Αθήνα). Έχει εργαστεί ως εκπαιδευτικός Κοινωνιολογίας και υπεύθυνη συντονισμού πρωτοβουλιών χρηματοδοτούμενων από την Ευρωπαϊκή Ένωση, για την ειδική αγωγή και ένταξη των ατόμων με αναπηρία.