Τα τελευταία χρόνια η συζήτηση όσον αφορά τη φυγή των πτυχιούχων (νέων) στο εξωτερικό, δείχνει να απασχολεί σημαντικά τόσο την κυβέρνηση όσο και ακαδημαϊκούς. Κατά καιρούς, ο «Νέος Κόσμος» είχε αναφερθεί στο θέμα με άρθρα για τους ‘Ελληνες, νέους, με προσόντα που φεύγουν από την Ελλάδα και πριν από λίγους μήνες, κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του υφυπουργού Εξωτερικών, κ. Τέρενς Kουίκ, στην Αυστραλία, δημοσίευσε τις θέσεις του υφυπουργού γύρω από την ανάγκη χάραξης μιας πολιτικής για την αντιμετώπιση του «brain drain».
Τώρα, φιλοξενούμε τον γενικό γραμματέα Στρατηγικών και Ιδιωτικών Επενδύσεων του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης, κ. Θεολόγο Λαμπριανίδη, καθώς πριν από λίγες βδομάδες εγκαινίασε μια νέα πρωτοβουλία με τίτλο «Επιλέγουμε Ελλάδα χτίζοντας Γέφυρες Γνώσης και Συνεργασίας». Η πρωτοβουλία στοχεύει να δικτυώσει αυτούς που ζουν και εργάζονται στο εξωτερικό με την ελληνική οικονομία για όσο διάστημα θα εξακολουθήσουν να εργάζονται εκτός συνόρων.
Ποια είναι τα γενικά χαρακτηριστικά του και για ποιο λόγο η συζήτηση γύρω από το «brain drain» είναι εντονότερη στις μέρες μας;
Ο όρος “brain drain” αναφέρεται στη μετακίνηση του ανθρώπινου δυναμικού υψηλής εκπαίδευσης σε χώρες του εξωτερικού για μακροχρόνια, συνήθως, επαγγελματική αποκατάσταση σε ερευνητικά, επιστημονικά ιδρύματα και επιχειρήσεις. Πρέπει να σημειωθεί ότι αυτή η διαρροή εγκεφάλων δεν είναι αποκλειστικά ελληνικό φαινόμενο, καθώς αφορά κυρίως λιγότερο αναπτυγμένες χώρες. Οι πιο αναπτυγμένες αντιμετωπίζουν ένα παρόμοιο και όμως ποιοτικά πολύ διαφορετικό φαινόμενο, αυτό του brain circulation δηλαδή της μετακίνησης πτυχιούχων από τη χώρα τους σε μια άλλη χώρα, ενώ παράλληλα υπάρχει και αντίστροφη μετακίνηση, οπότε προκύπτει μια ισορροπία μεταξύ των δυο χωρών και πρακτικά καμία από τις δυο δεν υφίσταται απώλεια. Η διαρκώς αυξανόμενη σημασία των δραστηριοτήτων έντασης γνώσης για την οικονομική, πολιτιστική και πολιτισμική πρόοδο μίας χώρας αποτελεί τον κεντρικό λόγο που υιοθετούνται διεθνώς δράσεις προσέλκυσης επιστημόνων.
Τα σενάρια που οδηγούν στο «brain drain» είναι πολλά. Αρκετοί μιλούν για την υπερπροσφορά των Ελλήνων πτυχιούχων στην αγορά, εσείς, όμως, αμφισβητείτε την συγκεκριμένη θέση και εντοπίζετε τις αιτίες στο μοντέλο παραγωγής και ανάπτυξης της χώρας. Τελικά, για ποιο λόγο υποφέρει η Ελλάδα από το φαινόμενο της μεταναστευτικής διαρροής;
Κατ’ αρχάς, θα ήθελα να σημειώσω ότι το φαινόμενο είναι παλιό, έχοντας λάβει σοβαρές διαστάσεις ήδη από την δεκαετία του 1990. Όμως, αναμφίβολα, παρουσιάζει έξαρση στην περίοδο της κρίσης. Οι αιτίες του είναι πολλές: ανεργία, υποαπασχόληση, ετεροπασχόληση, προσπάθεια εύρεσης εργασίας που να ταιριάζει περισσότερο στις δεξιότητες ή με καλύτερες προοπτικές ή ακόμη και προσπάθεια-επιθυμία να ζήσει κανείς σε διαφορετικό πολιτισμικό περιβάλλον (κοσμοπολιτισμός). Όμως, η βασικότερη αιτία θα έλεγα ότι είναι η διαχρονική αναντιστοιχία προσφοράς και ζήτησης εργασίας πτυχιούχων, η οποία προκύπτει κυρίως από την περιορισμένη ζήτηση της ελληνικής οικονομίας για εξειδικευμένο προσωπικό.
Η αναντιστοιχία αυτή δεν προκύπτει, όπως συνήθως υποστηρίζεται, από τον υποτιθέμενο μεγάλο αριθμό πτυχιούχων και θα αποτελούσε τραγική εξέλιξη μια προσέγγιση που θα επιχειρούσε να θεραπεύσει την απόκλιση αυτή «προς τα κάτω», μειώνοντας δηλαδή τον αριθμό των πτυχιούχων, καθώς αυτό θα σήμαινε την υποβάθμιση της χώρας στον διεθνή καταμερισμό εργασίας με ανυπολόγιστες περαιτέρω αρνητικές συνέπειες. Αποτελεί μύθο ότι η Ελλάδα έχει δυσανάλογα υψηλό ποσοστό πτυχιούχων στον πληθυσμό της, καθώς είναι κάτω από τον μέσο όρο τόσο της Ε.Ε. Υπό αυτή την έννοια, μια σημαντική παράμετρος του ζητήματος αφορά στην δομή της ελληνικής επιχειρηματικότητας, η οποία δεν ήταν τις τελευταίες δεκαετίες προσανατολισμένη σε δραστηριότητες έντασης γνώσης.
Επιπλέον, δεν θα πρέπει να παραγνωρίζεται το γεγονός ότι η μετακίνηση του ανθρώπινου δυναμικού υψηλής εκπαίδευσης αποτελεί ένα διαχρονικό φαινόμενο. Μια τρίτη παράμετρος έχει προφανώς να κάνει με την οικονομική κρίση στην πατρίδα, η οποία συμπίπτει με την διαρκώς αυξανόμενη προσπάθεια άλλων κρατών να προσελκύσουν νέους επιστήμονες, προσπάθεια που συνοδεύεται από πολύ ελκυστικές αμοιβές, προοπτική επαγγελματικής ανέλιξης και καλύτερο επίπεδο ζωής.
Οι μεταναστευτικές ροές δεν είναι εύκολο να εκτιμηθούν, καθώς απουσιάζουν βάσεις δεδομένων, συντονισμός ανάμεσα στις αρμόδιες αρχές κλπ. Ποια είναι τα στατιστικά δεδομένα για το «brain drain»;
Δυστυχώς, δεν είναι δυνατόν να απογραφεί η μετανάστευση του εξειδικευμένου δυναμικού, αλλά εκτιμώ ότι μπορεί να γίνει μια κατά το δυνατόν εκτενής καταγραφή του και αυτό συνιστά έναν από τους βασικούς στόχους της πρωτοβουλίας μας. Με βάση δυο έρευνες που εκπονήσαμε με τον κ. Μανώλη Πρατσινάκη, με την υποτροφία Marie Currie (EUMigre) και για το LSE, υπολογίζουμε ότι σήμερα υπάρχουν περίπου 250.000 Έλληνες επιστήμονες που ζουν και εργάζονται στο εξωτερικό.
Σε πρόσφατες δηλώσεις του ο γενικός γραμματέας Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων του Υπουργείου Εξωτερικών, Γιώργος Τσίπρας, υποστήριξε ότι έχει ξεκινήσει η συστηματική και πλήρης καταγραφή της ομογένειας και της παρουσίας των Ελλήνων στο εξωτερικό. Σε ποια πρωτοβουλία αναφέρεται o γενικός γραμματέας και τι χρειάζεται να γνωρίζουν οι Έλληνες της Αυστραλίας; Από όσο γνωρίζω έχει ξεκινήσει πιλοτικά μια τέτοια καταγραφή. Είμαστε σε συνεχή επαφή με το Υπουργείο Εξωτερικών και θα ενώσουμε τις δυνάμεις μας, ώστε να έχουμε όσο το δυνατόν πληρέστερη καταγραφή. Όσον αφορά τις «Γέφυρες» έχουμε διαμορφώσει ένα ερωτηματολόγιο, το οποίο θα χρησιμεύσει ως ένα πρώτο μέσο τεκμηριωμένης καταγραφής του ελληνικού επιστημονικού δυναμικού της διασποράς.
Μιλήσαμε για τη δυσκολία καταγραφής του μεταναστευτικού πληθυσμού, ωστόσο στο βαθμό που μπορούμε να προσδιορίσουμε το προφίλ των ανθρώπων του φαινομένου «Brain Drain» ποια είναι η εικόνα που έχουμε (φύλο, ηλικία, μορφωτικό επίπεδο, σύνδεσή τους με τη χώρα κτλ); Διαφοροποιείται από το προφίλ της έρευνας που είχατε πραγματοποιήσει το 2010;
Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια μεγάλη διαφοροποίηση, με την έννοια ότι ενώ παλιότερα η μετανάστευση αυτή ήταν ιδιαίτερα επιλεκτική, με βασικούς προορισμούς την Ευρώπη και τις ΗΠΑ, πλέον υπάρχουν ροές κυριολεκτικά παντού. Είναι ενδεικτικό ότι ήδη από τις πρώτες ημέρες λειτουργίας της ιστοσελίδας της πρωτοβουλίας την έχουν επισκεφτεί άτομα από περισσότερες από 100 χώρες. Επίσης, παλιότερα οι ροές κατέληγαν σχεδόν αποκλειστικά στις πρωτεύουσες και στις μεγάλες πόλεις, στοιχείο που έχει πλέον αλλάξει δραματικά. Τέλος, αυξήθηκε πολύ το ποσοστό αυτών που όταν αποφασίζουν να φύγουν, είναι μεγαλύτεροι των 30 ετών.
Σε κάποιο από τα άρθρα σας έχετε ισχυριστεί ότι το φαινόμενο της μεταναστευτικής «διαρροής εγκεφάλων» μπορεί να ωφελήσει τη χώρα αποστολής. Στην αρθρογραφία όμως βλέπουμε ότι οι χώρες που τελικά επωφελούνται από το φαινόμενο είναι οι χώρες υποδοχής, που συνήθως είναι περισσότερο ανεπτυγμένες και σε θέση να αξιοποιήσουν το ειδικευμένο προσωπικό. Μπορείτε να μας αναλύσετε περισσότερο τις θέσεις σας;
Αναμφίβολα αυτοί που επωφελούνται από το φαινόμενο της «διαρροής εγκεφάλων» είναι οι χώρες υποδοχής και γι’ αυτό πολλές αναπτυγμένες χώρες διαθέτουν ενεργές πολιτικές προσέλκυσης «εγκεφάλων». Είναι, μάλιστα, χαρακτηριστικό ότι τα τελευταία χρόνια έχει δημιουργηθεί μεγάλη ανησυχία σε κάποιες χώρες (π.χ. οι ΗΠΑ) από την αυξανόμενη τάση επιστροφής επιστημόνων στις χώρες τους, που πλέον παρουσιάζουν υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, όπως η Ινδία και η Κίνα.
Η «διαρροή εγκεφάλων», όμως, θα μπορούσε να έχει αρκετά θετικά αποτελέσματα και για τη χώρα αποστολής, με την έννοια ότι όταν αυτοί οι επιστήμονες επαναπατρισθούν, θα είναι πλούσιοι σε εμπειρίες ζωής και εργασίας. Επιπλέον, και αυτό είναι κάτι που συνδέεται άμεσα με την πρωτοβουλία μας, όσο εξακολουθούν να εργάζονται έξω αφενός μπορούν να λειτουργήσουν ως «πρεσβευτές» της χώρας μας και αφετέρου συνδεόμενοι με την ελληνική οικονομία μπορούν να συμβάλουν με τις γνώσεις και την εμπειρία τους στην ανάπτυξή της.
Πριν από λίγο καιρό η κυβέρνηση ανακοίνωσε την «Εθνική Αναπτυξιακή Στρατηγική 2021». Στην στρατηγική της προέκρινε την ανάγκη για στροφή προς την «οικονομία της γνώσης». Η σύνδεση του φαινομένου «brain drain» με την Αναπτυξιακή Στρατηγική, μπορεί μελλοντικά να επιλύσει το ζήτημα, καθώς το νέο αναπτυξιακό μοντέλο αξιοποιεί περισσότερο το εξειδικευμένο προσωπικό. Μιλήστε μας πιο αναλυτικά για την Στρατηγική και την αξιοποίησή της για την αντιμετώπιση του «brain drain».
Καθώς το «brain drain» είναι ένα διαρθρωτικό πρόβλημα, απαιτούνται θεμελιακές αλλαγές στο αναπτυξιακό μας υπόδειγμα και ανάπτυξη μιας νέας κοινωνικής νοοτροπίας που θα διαπερνά οριζόντια τους πολιτικούς φορείς, τις παραγωγικές τάξεις, το Δημόσιο κ.λπ. Θα πρέπει η οικονομία μας να παράγει πιο σύνθετα προϊόντα και υπηρεσίες. Αυτό είναι το νέο αναπτυξιακό υπόδειγμα που προτείνει η Εθνική Αναπτυξιακή Στρατηγική 2021. Τα αποτελέσματα της στρατηγικής αυτής θα είναι μεσο-μακροπρόθεσμα. Ωστόσο, για να αμβλυνθεί άμεσα το πρόβλημα που συζητάμε, χρειάζονται, και ήδη ασκούνται, πολιτικές, κυρίως μικρής κλίμακας, που στοχεύουν στη συγκράτηση της διαρροής των νέων επιστημόνων, όπως ενίσχυση της καινοτομίας και της αυτοαπασχόλησης πτυχιούχων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, πρόσληψη στα ΑΕΙ και ΤΕΙ διδακτόρων για απόκτηση ακαδημαϊκής διδακτικής εμπειρίας κ.λπ.
Η υιοθέτηση μιας «Εθνικής Αναπτυξιακής Στρατηγικής 2021» απαιτεί χρόνο. Μιλήστε μας λίγο για το εγχείρημα «Επιλέγουμε Ελλάδα χτίζοντας Γέφυρες Γνώσης και Συνεργασίας» το οποίο φαίνεται να αποτελεί πιο άμεση παρέμβαση στο ζήτημα του «brain drain». Τι πρέπει να γνωρίζουν οι Έλληνες, απόφοιτοι πανεπιστημίων που ζουν και εργάζονται στο εξωτερικό;
Αρκετοί από τους Έλληνες επιστήμονες που ζουν στο εξωτερικό δεν θα θελήσουν/μπορέσουν να επιστρέψουν άμεσα. Πρέπει, λοιπόν, να βρούμε τρόπους συνεργασίας μαζί τους, τόσο στη χώρα στην οποία βρίσκονται, όσο και με τη δημιουργία κατάλληλων συνθηκών για την ανάπτυξη της επιχειρηματικής ή ερευνητικής τους δράσης και στην Ελλάδα. Γι’ αυτό αναπτύξαμε την πρωτοβουλία «Επιλέγουμε Ελλάδα χτίζοντας γέφυρες γνώσης και συνεργασίας» (http://www.knowledgebridges.gr/). Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι διαχρονικά οι Έλληνες έχουμε δημιουργήσει δίκτυα της Διασποράς δραστήρια και με ανοιχτούς ορίζοντες, που περιφρουρούσαν και ενίσχυαν την εθνική συνοχή (ελληνικές κοινότητες από την Αίγυπτο και τη Μέση Ανατολή ως την Αυστρία, το Λονδίνο και την Αυστραλία).
Ιδανικά θέλουμε αυτή η πλατφόρμα να λειτουργήσει ως ένας κόσμος δικτύωσης των Ελλήνων, όπου και αν βρίσκονται. Η επιτυχία της πρωτοβουλίας άλλωστε δεν εξαρτάται από εμάς, αλλά από τους Έλληνες ανά τον κόσμο!
Οι «Γέφυρες» αποτελούν μια εθνική πρωτοβουλία, την οποία προσωπικά πιστεύω πολύ, και από την οποία μόνο οφέλη μπορεί να προκύψουν σε προσωπικό, τοπικό και εθνικό επίπεδο για τους απανταχού Έλληνες. Με την ευκαιρία λοιπόν αυτής της συνέντευξης προσκαλώ τα μέλη της ελληνικής ομογένειας να επισκεφτούν την ιστοσελίδα μας, να την αξιοποιήσουν, να τη διαδώσουν και να τη στηρίξουν. Η συνδρομή τους είναι υπερπολύτιμη, καθώς η επιστροφή στην εθνική ευημερία δεν είναι υπόθεση μόνο συλλογικής ευθύνης, αλλά και αποτέλεσμα της προσωπικής προσπάθειας και της συμμετοχής του καθενός.
*Ο Λόης Λαμπριανίδης είναι οικονομικός γεωγράφος (ΑΠΘ 1977, Sussex 1978, LSE 1983). Είναι καθηγητής του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας και συντονίζει την Ερευνητική Μονάδα Περιφερειακής Ανάπτυξης και Πολιτικής (http://rdpru.uom.gr/). Έχει δημοσιεύσει άρθρα και 11 βιβλία μεταξύ των οποίων: Περιφερειακά πανεπιστήμια στην Ελλάδα (1993), Οικονομική Γεωγραφία (2001), Αλβανοί μετανάστες στη Θεσσαλονίκη (2001), The future of Europe’s rural peripheries (επιμέλεια, 2004), The Moving Frontier: The Changing Geography of Production (επιμέλεια, 2008). Η Θεσσαλονίκη στο μεταίχμιο (συνεπιμέλεια, 2008). Επενδύοντας στη φυγή: Η διαρροή επιστημόνων από την Ελλάδα (2011). Υπήρξε επιστημονικός υπεύθυνος ερευνητικών προγραμμάτων χρηματοδοτούμενων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και από την Ελλάδα.
**H Μαρία Φιλιώ Τριδήμα είναι κοινωνιολόγος. Οι μεταναστευτικές πολιτικές, τα ζητήματα ένταξης και εκπαίδευσης μεταναστών αποτελούν μερικά από τα ενδιαφέροντά της. Έχει κάνει μεταπτυχιακές σπουδές στα Ανθρώπινα Δικαιώματα, στην Ευρωπαϊκή Ένωση και Διεθνείς Σχέσεις και την Εκπαιδευτική πολιτική στα Πανεπιστήμια Warwick (Ηνωμένο Βασίλειο) και Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (Ελλάδα).