ΕΙΚΟΣΙ αγγελίες θανάτου δημοσιεύει -κατά μέσο όρο- ο «Νέος Κόσμος» κάθε βδομάδα τον τελευταίο χρόνο.

ΑΥΤΟ σημαίνει, ότι πάνω από 1.000 συμπάροικοι κάθε εβδομάδα πηγαίνουν σε κάποια κηδεία, προκειμένου να τιμήσουν τον νεκρό και να συμπαρασταθούν στους δικούς του ανθρώπους.

ΟΙ κηδείες δεν μας δίνουν μόνο τη δυνατότητα να αποχαιρετίσουμε τoν νεκρό και να συλλυπηθούμε την οικογένειά του, αλλά και να συναντήσουμε ανθρώπους που έχουμε χρόνια να δούμε και ενδεχομένως να μην ξαναδούμε, μέχρι να έλθει η σειρά μας να «φύγουμε» και εμείς.

ΤΗΝ περασμένη Τρίτη λοιπόν, που μαζί με τους συναδέλφους, Σωτήρη Χατζημανώλη και Δημήτρη Τρωαδίτη, πήγαμε στην κηδεία του Διονύση Συκιώτη, συνάντησα γνωστούς και φίλους, που είχα να δω πολλά χρόνια.

ΜΕΤΑΞΥ αυτών και παλιούς συντρόφους από το Κομμουνιστικό Κόμμα Αυστραλίας (KKA), που είχα να δω από τα μέσα της δεκαετίας του 1970 και του 1980.

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ φορά που είχα συναντήσει ορισμένους από αυτούς, ήταν το 1989, λίγο πριν την κατάρρευση του σοσιαλισμού στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.

ΛΙΓΟΥΣ μήνες αργότερα, το ΚΚΑ «κατέβασε ρολά» και χαθήκαμε, όπως χάθηκε και η τελευταία ελπίδα των πιο αισιόδοξων εξ αυτών, να δουν μια μέρα και την Αυστραλία σοσιαλιστική χώρα.

ΜΕΤΑΞΥ αυτών, συνάντησα και τον Mark Taft, γιο του Bernie Taft, που για πάρα πολλά χρόνια υπήρξε γραμματέας του ΚΚΑ στη Βικτώρια και ένα από τα πιο υψηλόβαθμα και ηγετικά στελέχη του.

Ο Mark, ήταν ο μόνος από την εποχή εκείνη που βλέπω συχνότερα και ο άνθρωπος που συστήνοντάς με και σε άλλους συντρόφους, που ήταν στην κηδεία του Διονύση, με ρωτούσε αν τους θυμάμαι…

ΕΠΕΙΔΗ, όμως, έπρεπε να επιστρέψουμε το γρηγορότερο στην εφημερίδα για να συνεχίσουμε τη δουλειά και δεν είχα χρόνο να πάω για τον «καφέ της παρηγοριάς» μετά την τελετή, να πούμε καμιά κουβέντα πάρα πάνω, ο Μark μου υποσχέθηκε να οργανώσει μια νέα συνάντηση.

Η κηδεία του Διονύση ήταν, στην ουσία, μια αποχαιρετιστήρια τελετή, αφού δεν έγινε σε εκκλησία και δεν ακολούθησε η παραδοσιακή ταφή, αλλά σε ένα μικρό χολ δίπλα από το χώρο που γίνεται η καύση των νεκρών.

Ο Διονύσης ήταν, επίσης, ο πρώτος άνθρωπος που είχα γνωρίσει, που είχε αποφασίσει όταν ήταν ακόμα νέος, να τον κάψουν και να μην γίνει η κηδεία του σε εκκλησία.

ΤΟ γιατί είχε επιλέξει από τότε μια αρχαϊκή ταφή δεν ξέρω, αλλά υποθέτω ότι το έκανε γιατί ήταν άθεος και δεν τα πήγαινε καθόλου καλά με την Εκκλησία και τις παραδόσεις της.

ΟΤΑΝ ήταν ακόμα στην Ελλάδα, όπου ήλπιζε να πεθάνει και να ταφεί, είχε αφήσει ρητή εντολή στην οικογένειά του, να μεταφέρουν τη σορό του στη Βουλγαρία και να τον κάψουν, μιας και στην πατρίδα μας απαγορεύεται ακόμα η καύση των νεκρών.

ΜΙΑΣ και αναφερθήκαμε στην καύση των νεκρών, την οποία η Εκκλησία της Ελλάδας δεν μπορεί ακόμα να αποδεχτεί, να τονίσουμε ότι οι αρχαίοι Έλληνες δεν είχαν κανένα πρόβλημα με την καύση, την οποία και αποδέχονταν όπως και την ταφή.

ΟΙ αρχαιολόγοι και ιστορικοί που ασχολήθηκαν σε βάθος με τα έθιμα της ταφής του 6ου και 5ου π.Χ. αιώνα, δεν μπορούν ακόμα να πουν με βεβαιότητα, αν τα σώματα επιφανών ανδρών όπως των Σόλωνα, Περικλή, Αισχύλου, Σοφοκλή, Ευριπίδη, Σωκράτη και Πλάτωνα τάφηκαν ή κάηκαν.

ΟΙ ιστορικοί και συγγραφείς της εποχής εκείνης δεν κάνουν καμιά αναφορά στο έθιμο της ταφής που, ενδεχομένως, είχε επιλεγεί.

ΑΠ’ Ο,ΤΙ ξέρω, ο μόνος που αναφέρεται με λεπτομέρειες στην καύση των νεκρών, ήταν ο Όμηρος στην Ιλιάδα, που σύμφωνα με τους ιστορικούς γράφτηκε τον 8ο π.Χ. αιώνα, ενώ από τον 6ο αιώνα και έπειτα, που διαδόθηκε η γραφή, άρχισε να απαγγέλλεται και να διδάσκεται σε όλα τα σχολεία.

ΣΥΝΕΠΩΣ, όλοι οι επιφανείς που προανέφερα, είχαν επίγνωση του εθίμου της καύσης και μιας και όλοι ήταν επηρεασμένοι από τον Όμηρο δεν αποκλείεται να την είχαν επιλέξει.

ΝΑ προσθέσω εδώ, ότι οι εκπληκτικές περιγραφές του Ομήρου για την καύση των ηρώων που σκοτώνονταν κατά τη διάρκεια του Τρωικού Πόλεμου, είναι από μόνες τους ένα συγγραφικό αριστούργημα.

ΠΕΡΙΓΡΑΦΟΝΤΑΣ τις τελετές που προηγήθηκαν και ακολούθησαν την καύση της σορού του Πάτροκλου, δεν αναφέρει μόνο, ότι ο Αχιλλέας, για να εκδικηθεί το θάνατο του φίλου του ανέστειλε το θυμό του για να σκοτώσει τον Έκτορα, αλλά θυσίασε για χάρη του δέκα παλικάρια της Τροίας που αιχμαλώτισε για τον σκοπό αυτό, δύο άλογα για το ταξίδι του στον Άδη και πέντε σκυλιά να τον φυλάνε…

ΚΑΙ για να τονίσει την παροιμιώδη φιλία του με τον Πάτροκλο, έστειλε τα πρωτοπαλίκαρα των Αχαιών, όπως τον Διομήδη, τον Μενέλαο, τον Ιδομενέα, τον Οδυσσέα και τον Μηριόνη, να πάνε στην Ίδη -το ιερό βουνό της Τροίας- με πολλά μουλάρια και να φέρουν ξύλα για την καύση του σώματος του Πατρόκλου.

ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ, αφού τον έκλαψε μόνος για ένα τριήμερο, όταν τελείωσε η τελετή της ταφής και πριν το συνηθισμένο φαγοπότι, διοργάνωσε μια σειρά από αγώνες στη μνήμη του, στους οποίους και έλαβαν μέρος όλοι οι ανδραγαθήσαντες πολέμαρχοι της εκστρατείας.

ΣΤΗ συνέχεια και αφού του έφτιαξε ο Ήφαιστος (ο ζαβοπόδης…) την φοβερή πανοπλία -μιας και τη δική του την είχε πάρει λάφυρο ο Έκτορας όταν σκότωσε τον Πάτροκλο- ξεκίνησε να σκοτώσει τον ανθρωποφόνο αρχηγό των Τρώων.

ΟΤΑΝ μετά την πρωτοφανή εκείνη μονομαχία, ο Αχιλλέας σκότωσε τον Έκτορα, έδεσε το νεκρό πίσω από το άρμα του και αφού τον περιέφερε τρεις φορές γύρω από τα απόρθητα μέχρι τότε τείχη της Τροίας, τον μετέφερε στο ελληνικό στρατόπεδο για να τον δουν όλοι όσοι τον έτρεμαν, πριν δώσει το σώμα του «άρπαγμα των σκύλων», όπως ήταν τότε και το έθιμο.

ΠΡΙΝ τον πετάξει, όμως, στα σκυλιά, πήγε και τον βρήκε στην σκηνή του, ο Πρίαμος με πολλά δώρα και τον παρακάλεσε να του δώσει το σώμα του γιου του, για να τον μοιρολογήσουν και να τον θάψουν οι Τρώες με τιμές που αρμόζουν σε ένα τέτοιο παλικάρι.

ΤΟ πρώτο παλικάρι της Τροίας και το δεύτερο μετά τον Αχιλλέα, τον κορυφαίο ήρωα του Τρωικού Έπους. Μόνο τον Αίαντα, έβαζε ο Όμηρος σε παλληκαριά και ανδρεία ισάξιο του Έκτορα.

Ο Αχιλλέας πείστηκε τελικά, όχι μόνο να δώσει πίσω το σώμα, του πιο ορκισμένου εχθρού του -από τη στιγμή που σκότωσε τον Πάτροκλο- αλλά και προθεσμία 12 ημερών στους Τρώες να προετοιμάσουν την ταφή και να τον κάψουν, πριν αρχίσουν πάλι οι εχθροπραξίες.

ΟΙ πρώτες 9 μέρες δόθηκαν για να κόψουν ξύλα από την Ίδη και να τα μεταφέρουν στην Τροία για την καύση και τρεις για τις γιορτές που θα ακολουθούσαν προς τιμήν του νεκρού ήρωα.

ΤΕΛΟΣ, ο Όμηρος αναφέρθηκε και πάλι σε καύση νεκρού, στην τελευταία ραψωδία της Οδύσσειας περιγράφοντας την καύση του σώματος του Αχιλλέα.

ΝΑ σημειώσουμε εδώ, ότι η Ιλιάδα τελείωνε με την ένδοξη ταφή του Έκτορα και ο Όμηρος δεν έκανε καμιά αναφορά στον θάνατο του Αχιλλέα, που έλαβε βέβαια χώρα πριν πέσει η Τροία, αφού στην κατάληψη της πρωταγωνίστησε -όπως το ήθελαν οι χρησμοί- ο γιος του Νεοπτόλεμος.

ΣΤΟ μεταξύ, στη «Θηβαΐδα», που περιγράφει την εκστρατεία των «Επτά» κατά της Θήβας και η οποία είχε προηγηθεί του Τρωικού Πολέμου, δεν γίνεται αναφορά σε καύση νεκρών.

Ο Σοφοκλής στην τραγωδία του «Αντιγόνη», που θεωρείται η κορυφαία αρχαιοελληνική τραγωδία, πραγματεύεται τις προσπάθειες και την αγωνία της Αντιγόνης να θάψει το σώμα του αδελφού της Πολυνείκη, μετά την αδελφοκτόνο μονομαχία του με τον Ετεοκλή.

ΤΗΝ ταφή του Πολυνείκη είχε απαγορεύσει ο βασιλιάς Κρέοντας, που είχε διαδεχθεί στο θρόνο τον Οιδίποδα, όταν ο τελευταίος εξορίστηκε από τη Θήβα. Παράλληλα, ο Κρέοντας απαγόρευσε και στους ηττημένους να θάψουν τα σώματα όσων είχαν σκοτωθεί στον πόλεμο εκείνο.

ΧΡΕΙΑΣΤΗΚΕ να εκστρατεύσουν στη Θήβα οι Αθηναίοι, με αρχηγό τον μυθικό Θησέα, και να δώσουν μάχη για να πάρουν και να θάψουν τα σώματα των πεσόντων στη φοβερή μάχη, που ήταν τελικά η αρχή για να καταστραφεί η Θήβα από τους Επιγόνους (τα παιδιά δηλαδή των ηττημένων).

ΚΑΙ εδώ δεν γίνεται καμία αναφορά για καύση νεκρών, πράγμα που κάνει ορισμένους ιστορικούς να αναρωτιούνται, μήπως ο Όμηρος στην Ιλιάδα περιγράφει εικόνες που είχε δει πολύ αργότερα ο ίδιος.

ΚΑΝΕΙΣ δεν μπορεί να αποκλείσει με σιγουριά καμιά εκδοχή, αφού η καύση των νεκρών άρχισε –σύμφωνα με αρχαιολογικά ευρήματα- από την αυγή της πρωτογεωμετρικής εποχής, δηλαδή, από τον 11ο π.χ. αιώνα.

ΜΕ άλλα λόγια, δεν αποκλείεται να συνυπήρχαν για πολλούς αιώνες και τα δύο έθιμα ταφής στον ελληνικό χώρο. Και εδώ μιλάμε για έθιμα διαδεδομένα σε όλον τον κόσμο που υπάρχουν και στις μέρες μας.