«Καμία γυναίκα δεν έρχεται εδώ με το πρώτο χαστούκι. Όλες όσες ζητούν τη βοήθεια της ‘Πρόνοιας’ είναι θύματα για πολλά χρόνια. Και είναι πολύ μικρό το ποσοστό που έρχεται αποφασισμένο να ‘σπάσει’ τον κύκλο βίας. Δυστυχώς, πολλές γυναίκες που αναφέρουν αυτά τα εγκλήματα, μας λένε ότι για χρόνια θεωρούσαν φυσιολογικό φαινόμενο την άσκηση βίας από τον σύζυγο» λέει ο Δημήτρης Μπούρας, κοινωνικός λειτουργός της ‘Πρόνοιας’ που τα τελευταία οκτώ χρόνια βρίσκεται στην πρώτη γραμμή παροχής βοήθειας στις ελληνικής καταγωγής γυναίκες που πέφτουν θύματα οικογενειακής βίας.

«Τα τελευταία τρία χρόνια μας έχουν ζητήσει βοήθεια 135 θύματα, το 91% αυτών είναι γυναίκες και ο δράστης είναι κάποιος άνδρας από το στενό τους οικογενειακό περιβάλλον. Πέρυσι μόνο, σε 26 από αυτές τις περιπτώσεις ο δράστης ήταν ο γιος και το θύμα η μητέρα του. Τα στοιχεία αφορούν την πρώτη γενιά των μεταναστών και ο μέσος όρος ηλικίας του θύματος είναι 68 ετών».

«Μην νομίσεις ότι δεν συμβαίνει το ίδιο και στις τάξεις των νεοφερμένων μεταναστών. Έχω ακούσει τραγικές ιστορίες γυναικών, που οι άνδρες τους τις δέρνουν, τους παίρνουν τους μισθούς τους και τις εκβιάζουν» προσθέτει η κ. Κωνσταντίνα Κουρουτσίδου, που είναι η υπεύθυνη του προγράμματος παροχής υπηρεσιών σε νεοφερμένους μετανάστες.

Η γενική διευθύντρια της ‘Πρόνοιας’ Τίνα Ντούβου, παίρνει το λόγο: «Αυτή είναι η κορυφή του παγόβουνου. Ο αριθμός αυτών που έρχονται για να ‘πουν τον πόνο’ τους και τελικά δεν κάνουν τίποτα, είναι δεκαπλάσιος. Πριν από τέσσερα χρόνια ξεκινήσαμε ένα πρόγραμμα ενημέρωσης για την οικογενειακή βία στο οποίο έλαβαν μέρος 662 γυναίκες συνολικά. Οι 150 από αυτές βρήκαν το θάρρος να μας εκμυστηρευτούν ιδιωτικά ότι είναι θύματα και ότι ζουν ή ζούσαν για χρόνια μέσα στον φόβο. Από αυτές 10 μόνο προχώρησαν στο να υποβάλλουν επίσημη αναφορά και να πάρουν βοήθεια. Είμαι 27 χρόνια στην ‘Πρόνοια’ και τίποτα δεν έχει αλλάξει από τότε που άρχισα να εργάζομαι εδώ όσον αφορά τη συχνότητα του φαινομένου. Αυτό που θέλω να τονίσω είναι ότι η οικογενειακή βία είναι η κρυφή μάστιγα της παροικίας μας, όσο και αν θέλουμε ως κοινότητα να μην το παραδεχθούμε».

Οι στατιστικές σίγουρα σοκάρουν, η Τίνα κάνει λόγο για πάνω από 1.000 γυναίκες-θύματα που μιλούν σε κοινωνικούς λειτουργούς της ‘Πρόνοιας’ κάθε χρόνο, αλλά εκείνο που σοκάρει ακόμα περισσότερο είναι αυτό που κρύβεται πίσω από αυτές. Είναι η κουλτούρα στις διαπροσωπικές σχέσεις πολλών συμπαροίκων που καθορίζεται από την έλλειψη σεβασμού προς την γυναίκα και την υιοθέτηση της βίας ως μέσο ελέγχου και επίδειξης δύναμης εκ μέρους των ανδρών προς την σύντροφό τους και τα παιδιά τους. Και αυτή η κουλτούρα δεν φαίνεται να αλλάζει όπως διαπιστώνουν οι κοινωνικοί λειτουργοί.

«ΟΧΥΡΩΝΑΝ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΓΙΑ

ΝΑ ΜΗΝ ΕΠΙΣΤΡΕΨΕΙ Ο

ΒΙΑΙΟΣ ΠΑΤΕΡΑΣ»

Ζητώ από τον Δημήτρη να μιλήσει συγκεκριμένα.

«Θα σου αναφέρω μία περίπτωση που πραγματικά με σοκάρισε. Είναι μία περίπτωση που δείχνει πώς η οικογενειακή βία καταστρέφει ολόκληρες οικογένειες. Και συνήθως αυτός είναι ο κανόνας. Τα παιδιά που μεγαλώνουν μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον διατρέχουν πολλούς κινδύνους. Εκτός από την ασφάλεια της γυναίκας, απειλείται ανά πάσα στιγμή και η δική τους ασφάλεια. Μελέτες έχουν αποδείξει ότι τα παιδιά που μεγαλώνουν σε βίαιο οικογενειακό περιβάλλον εξελίσσονται τις περισσότερες φορές σε βίαια άτομα όταν γίνουν ενήλικες ή πάσχουν από χρόνιες ψυχικές ασθένειες» λέει και αρχίζει να μιλά για την υπόθεση που τον συγκλόνισε, ξεκαθαρίζοντάς μου ότι μέχρι σήμερα δεν έχει δει κάτι παρόμοιο.

«Είναι η περίπτωση μίας 80χρονης σήμερα γυναίκας, ο σύζυγος της οποίας πέθανε πριν από μερικά χρόνια. Γείτονες μας πληροφόρησαν για το δράμα της πριν από μερικούς μήνες. Ο άνδρας την κακοποιούσε μία ζωή. Κακοποιούσε όχι μόνο αυτή αλλά και τα παιδιά της. Το ξύλο και οι βρισιές ήταν καθημερινό φαινόμενο στο σπίτι. ‘Με έδερνε, έδερνε και τα παιδιά. Γύριζε από τη δουλειά, μας έβριζε και μετά μας έδερνε. Έπιανε τα παιδιά και τα πέταγε πάνω στις πόρτες. Κάθε μέρα’. Έτσι μας είπε όταν τελικά πήγαμε να την δούμε. Η μεταχείρισή του κάλυπτε όλο το φάσμα της κακοποίησης».

Από αριστερά η Κωνσταντίνα Κουρουτσίδου, η Τίνα Ντούβου και ο Δημήτρης Μπούρας στα γραφεία της “Πρόνοιας” 

Ο Δημήτρης κομπιάζει… Μιλά αργά προσέχοντας κάθε λέξη που βγαίνει από το στόμα του. «Από τότε που πέθανε ο πατριάρχης, τα παιδιά άρχισαν να οχυρώνουν το σπίτι. Και όταν λέω παιδιά εννοώ όπως καταλαβαίνεις ενήλικες, 35 χρονών και άνω. Άρχισαν να μαζεύουν οικοδομικά υλικά και να φτιάχνουν τείχη στο σπίτι τους. Ξέρεις γιατί;» με ρωτά και απαντά μόνος του. «Για να προστατέψουν την μητέρα τους και τους εαυτούς τους. Έτσι μας είπαν. Φοβούνται ακόμα ότι κάποια μέρα ο βίαιος πατέρας τους θα επιστρέψει από τον άλλο κόσμο και θα αρχίσει πάλι να τους κάνει κακό. Αυτό κάνει η οικογενειακή βία».

ΓΙΑΤΙ ΤΟ ΚΡΥΒΟΥΝ ΚΑΙ ΓΙΑΤΙ ΤΟ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΟΥΝ ΤΟΣΟ ΑΡΓΑ

«Ο φόβος είναι αυτό το συναίσθημα που εμποδίζει τα θύματα και αυτός ο φόβος δεν είναι μόνο φόβος για την ασφάλειά τους αλλά και φόβος για το νομικό σύστημα, για τις αρχές, τι θα τους συμβεί. Φοβούνται ακόμα και τα καταφύγια που προσφέρει η πολιτεία για την προστασία τους. Προτιμούν δηλαδή να μείνουν μέσα στο σπίτι τους αντί να πάνε να ζήσουν κάπου άλλου, μαζί με άλλες γυναίκες που δεν γνωρίζουν, δεν μπορούν να επικοινωνήσουν μαζί τους γιατί πολλές δεν ξέρουν καλά τη γλώσσα, έστω και αν εκεί θα είναι ασφαλείς» αναφέρει χαρακτηριστικά η γενική διευθύντρια της ‘Πρόνοιας’.

«Όταν μιλάμε με τα θύματα το πρώτο πράγμα που μας λένε είναι ‘εγώ είμαι το πρόβλημα’. Έχουν πειστεί ότι αυτές προκαλούν την συμπεριφορά του δράστη, συνεπώς θεωρούν τους εαυτούς τους υπεύθυνους. Όλες οι γυναίκες που ήρθαν να εκμυστηρευτούν την εμπειρία τους, όταν κάναμε ένα πρόγραμμα για την οικογένεια και τις διαπροσωπικές σχέσεις και ασχοληθήκαμε με την οικογενειακή βία, μας είπαν ότι δεν μπορούν να αλλάξουν τίποτα. Με άλλα λόγια έπρεπε να βρουν την ψυχική δύναμη για να αντέξουν την κατάσταση και το μόνο που μπορούσαν να κάνουν ήταν να δημιουργήσουν ένα ‘προστατευτικό παραπέτασμα’ μεταξύ των εαυτών τους και των παραγόντων που συνέτειναν στη βίαιη συμπεριφορά των συντρόφων τους. Δηλαδή και πάλι αυτό που κάνουν πολλές γυναίκες είναι να θεωρούν ότι η δική τους συμπεριφορά μπορεί να αλλάξει αυτή του συζύγου τους, κάτι που ξέρουμε ότι δεν ισχύει» προσθέτει η Τίνα.

Ο Δημήτρης αναφέρει έναν ακόμα σημαντικό παράγοντα που εξηγεί γιατί πολλές γυναίκες της παροικίας μας ζουν για χρόνια ως θύματα και επιλέγουν να μιλήσουν για τα βασανιστήριά τους όταν πλέον έχουν μπει στην τρίτη ηλικία. «Αφού συνταξιοδοτηθούν βρίσκονται στο σπίτι πολύ περισσότερες ώρες και εκτίθενται στην βίαιη συμπεριφορά των συζύγων πολύ πιο συχνά» λέει και επεμβαίνει η Κωνσταντίνα, προσθέτοντας ότι «η κρατική σύνταξη που λαμβάνουν τις καθιστά πλέον οικονομικά ανεξάρτητες και δεν φοβούνται ότι αν μιλήσουν θα καταλήξουν στο δρόμο αβοήθητες».

Η Τίνα Ντούβου διευκρινίζει… «Όταν αναφερόμαστε στη βία, δεν μιλάμε μόνο για την φυσική κακοποίηση αλλά για άσκηση ψυχολογικής βίας. Και αυτό γιατί ο τύπος της βίας που ασκεί ο δράστης αλλάζει ανάλογα και με την ηλικία του. Μπορεί όταν ήταν νέος να είχε τη μυϊκή δύναμη και να μπορούσε να ασκήσει φυσική βία. Τώρα όμως που οι περισσότεροι δράστες έχουν φτάσει τα 70 τους χρόνια έχουν χάσει αυτήν την δύναμη, Έτσι η βία εκδηλώνεται με άλλους τρόπους φωνές, οικονομικό εκβιασμό, το να ντροπιάζει το θύμα όταν βρίσκονται σε κάποια παρέα και άλλους πολλούς τρόπους. Ο παράγοντας ‘συγγενείς’ παίζει σπουδαίο ρόλο επίσης. Πολλές από τις γυναίκες μπορεί να είχαν ζητήσει βοήθεια από κάποιο δικό τους άνθρωπο στο παρελθόν και να τις είχαν αποπάρει. Συμβαίνει και σήμερα. Τις προάλλες είχαμε την περίπτωση μίας γυναίκας που ήρθε να μας μιλήσει για το δράμα της παρέα με την κόρη της. Όταν τις αναφέραμε, τις επιλογές που είχε στη διάθεσή της και ότι μία από αυτές ήταν να φύγει από το σπίτι αν νοιώθει ότι κινδυνεύει η ζωή της, η ίδια της η κόρη της είπε ότι δεν θα της ξαναμιλούσε αν παρατούσε τον πατέρα της» καταλήγει η Τίνα.

Ο ΚΥΚΛΟΣ ΤΗΣ ΒΙΑΣ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ ΚΑΙ ΣΤΗ ΔΕΥΤΕΡΗ ΓΕΝΙΑ

Δυστυχώς, αυτό που επισημαίνουν και οι τρεις κοινωνικοί λειτουργοί είναι ότι η βία συνεχίζεται και στις οικογένειες της δεύτερης γενιάς.

«Πολλές ηλικιωμένες γυναίκες έρχονται να ζητήσουν βοήθεια και μας αποκαλύπτουν τα βάσανά τους προκειμένου να μοιραστούν μαζί μας την ανησυχία τους για τα εγγόνια τους. Βλέπουν ότι ο κύκλος βίας συνεχίζεται και από τα παιδιά τους».

Και δεν πρόκειται να σπάσει αν ο δράστης δεν λάβει την απαραίτητη βοήθεια. Γιατί το να αναφέρει ένα θύμα το έγκλημα, στην ουσία βοηθά το θύμα να ζήσει μία φυσιολογική ζωή, τίποτα όμως δεν μπορεί να αλλάξει τη συμπεριφορά του δράστη.

«Και εδώ υπάρχει ένα τεράστιο κενό για τον οργανισμό μας» λέει η Τίνα.

«Εκείνο που προσπαθούμε να εξασφαλίσουμε είναι η στήριξη της Πολιτείας προκειμένου τα προγράμματα ενημέρωσης για την οικογενειακή βία να είναι συνεχόμενα. Βλέπουμε ότι όταν θέτουμε σε εφαρμογή κάποιο τέτοιο πρόγραμμα η ανταπόκριση είναι μεγάλη. Και είναι τα θύματα που έρχονται να ενημερωθούν γιατί ακόμα και αν δεν είναι έτοιμες να κάνουν το επόμενο βήμα, οι συμβουλές που παίρνουν για το πώς να αντιμετωπίσουν τον επόμενο καυγά τις βοηθούν στην καθημερινή τους ζωή. Ξέρουν ότι τις καταλαβαίνουμε. Δεν χρειάζεται να μας εξηγήσουν την κατάσταση στο σπίτι τους, καταλαβαίνουμε αυτά που μας λένε. Και μετά από τα θύματα πρέπει να βοηθηθούν και οι δράστες και τα προγράμματα για τους άνδρες είναι λίγα αλλά άκρως απαραίτητα».

Το θέμα της οικογενειακής βίας στην παροικία μας είναι τεράστιο και δεν περιορίζεται, όπως αναφέραμε, στην υφιστάμενη παροικία, αλλά και στις νέες μετανάστριες που ήρθαν από την Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Είναι μία ομάδα της παροικίας μας που αντιμετωπίζει διαφορετικές προκλήσεις. Σε αυτές τις νεαρές μητέρες που νοιώθουν πολλές φορές αβοήθητες αλλά και στις υπηρεσίες που μπορούν να λάβουν από την “Πρόνοια” θα ασχοληθούμε σε επόμενο άρθρο μας.