ΤΟ κλασικό ερώτημα που συνοψίζεται στο «τι γράφουμε πάλι σήμερα», με κυνηγά όπως η σκιά μου, εδώ και κάτι δεκαετίες.
ΑΥΤΗ είναι η αιτία, που κάθε τόσο επανέρχομαι σε αυτό και σας βασανίζω χωρίς λόγο. Για παρηγοριά ψάχνω, να πω σε κάποιους τον πόνο μου…
ΔΕΝ είναι λίγο πράγμα να γράφεις δυο στήλες κάθε βδομάδα και να βρίσκεις θέματα που να ενδιαφέρουν έστω το ένα τέταρτο των αναγνωστών.
ΤΙ να πεις και τι να γράψεις για έναν κόσμο, στην προκειμένη περίπτωση για μια παροικία που «βράζει στο ζουμί της» και κυνηγά την ουρά της σαν τους βαριεστημένους σκύλους;
ΚΑΙ επειδή τα ίδια και τα ίδια –και σχεδόν από τους ίδιους– λέγονται, γράφονται και γίνονται βρέξει χιονίσει, όση φαντασία και να έχεις με τον καιρό εξαντλείται και ό,τι επινοήσεις να γράψεις, δεν μπορείς να αποδράσεις από το να «σερβίρεις» ξαναζεσταμένο το ίδιο φαγητό.
ΦΤΑΝΟΝΑΣ, λοιπόν, χθες το πρωί στο γραφείο για να γράψω το… αραβούργημά μου, άρχισα να ψάχνω για κάποιο ενδιαφέρον και επίκαιρο θέμα που θα «σήκωνε» σχολιασμό και κάποια ανεκτή «μυθοπλασία».
ΛΟΓΩ πνευματικής «ξηρασίας» δεν βρήκα τίποτα, οπότε υποχρεώθηκα πάλι να «επιστρατεύσω» το plan B»: βγήκα ένα σεργιάνι στο γραφείο και ρωτούσα τους συναδέλφους «τι θα σχολιάζατε αν γράφατε εσείς σήμερα τον Αιθεροβάμωνα;».
ΑΝΑΖΗΤΟΥΣΑ ρε παιδί μου κάποια «ιδέα», μια σκέψη, μια λέξη ή έναν «σπινθήρα» που θα πυροδοτούσε τον δικό μου μηχανισμό πνευματικής ανάφλεξης. Τίποτα…
ΜΕΧΡΙ και η «δεξαμενή» ιδεών του Σωτήρη Χατζημανώλη είχε στερέψει, οπότε για να ξεφύγει από το στρίμωγμα μου είπε: «γράψε κάτι για την εθνική Αυστραλίας και τον Άγγελο Ποστέκογλου που θέλουν να τον… φάνε».
ΣΚΕΦΤΗΚΑ την… ιδέα του, αλλά την απέρριψα, όταν ανακάλεσα στη μνήμη μου μια σύντομη επιστολή που μου είχε στείλει ένας αναγνώστης (και φίλος) πριν λίγες εβδομάδες για τα όσα είχα γράψει στη στήλη για την εθνική ομάδα που σέρνεται στο γήπεδο.
ΣΤΗΝ επιστολή, που ήταν για δική μου ενημέρωση και όχι δημοσίευση, μου έγραφε μεταξύ άλλων, ότι είχε επιχειρήσει και αυτός κάποτε να ασχοληθεί με τη μουσική, αλλά εγκατέλειψε την ιδέα όταν του είπε κάποιος που ήξερε, ότι καλά θα κάνει να αφήσει τη μουσική για τους μουσικούς και να ασχοληθεί με κάτι άλλο.
ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ, μου πρότεινε να ακολουθήσω το παραδείγματά του και να κάνω και εγώ το ίδιο με το ποδόσφαιρο. Έτσι, λοιπόν, έχασε η μουσική έναν μουσουργό σαν τον φίλο μου, το ποδόσφαιρο έναν αθλητικογράφο και εγώ θέμα να γράψω.
ΚΑΙ πάνω που «ψαχνόμουν» μου πέρασε από το μυαλό να καταπιαστώ με την κλασική μου θεματολογία: δηλαδή, με τους επιστολογράφους της εφημερίδας, για τους οποίους κατά καιρούς είχα γράψει τόσα και τόσα, με τους καλλιτέχνες μας, τους λογοτέχνες μας και την ξεχασμένη (αλλά αξεπέραστη…) φυλή των ποιητών μας, που μόνο «κακές» κουβέντες έγραφα.
ΕΠΕΙΔΗ, όμως, δεν ήθελα να… πικράνω πάλι την Ιωάννα Λιακάκου και όλους τους άλλους που συνεχίζουν να μοχθούν για την ποιητική και πεζή λογοτεχνική μας καλλιέργεια, είπα να τους αφήσω να χαρούν και να διασκεδάζουν ξοδεύοντας τα κέρδη τους από τις… πωλήσεις των βιβλίων τους.
ΩΣ εκ τούτου, οι μόνοι που απέμεναν απ’ όλο το πιο πάνω σινάφι, ήταν οι γνωμοδότες μας, που κοσμούν με τις… πρωτοποριακές, πολλές φορές, απόψεις τους τη σελίδα της αλληλογραφίας.
ΚΑΙ επειδή θεωρώ, ότι η σελίδα της αλληλογραφίας είναι για τους υπόλοιπους αναγνώστες της εφημερίδας μια κωδικοποιημένη εγκυκλοπαίδεια γνώσεων, είπα να τους τιμήσω πάλι σήμερα.
ΕΤΣΙ άρχισα να ξαναδιαβάζω όλες τις επιστολές, για να επιλέξω ποιες να σχολιάσω. Από τη λίστα του σχολιασμού απέρριψα την αποστολή του Ευάγγελου Καρυώτη, όχι μόνο γιατί αναφέρεται στην κυρία Ιωάννα και τον Μπακούνιν, με τους οποίους έχω… προηγούμενα, αλλά επειδή και ο ίδιος έγραψε ότι: «δεν θυμάμαι αν αυτές τις σκέψεις τις έκανα ενόσω ήμουν ξύπνιος ή έβλεπα όνειρο…».
ΓΙΑ λόγους… πολιτικού ορθολογισμού, αποφάσισα να μην αναφερθώ στην επιστολή της Αγγελικής Βογδάνη για τα «προνόμια των ομοφυλόφιλων ζευγαριών». Η επιστολή της μιλάει από μόνη της για τα ανθρώπινα δικαιώματα, την ισότητα και ποιο θεό πιστεύει. Μην της χαλάσω την μανέστρα…
ΕΠΙΣΗΣ, φοβούμενος ότι οι επιστολές του Χρήστου Βιολάρη θα… αναστήσουν τον Μακάριο, τούτο τον καιρό που το Κυπριακό έχει βρυκολακιάσει, δεν θα ασχοληθώ με το «Μέγα λάθος» του Βιολάρη, ούτε με την απαντητική επιστολή προς αυτόν του Λάκη Βουγά. Στο κάτω-κάτω, επειδή και τον επόμενο αιώνα με το «Κυπριακό πρόβλημα» θα ασχολούμαστε έχουμε καιρό…
ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ, επειδή έχω μεγαλώσει με το «Κυπριακό πρόβλημα» και μια λύση του θα μου δημιουργούσε στερητικό σύνδρομο, δεν θα σχολιάσω ούτε και την επιστολή του Δ. Δημητριάδη που απαντά στον Βουγά μετωπικά και στον Κυριάκο Βαβάκη πλαγίως…
ΑΣΧΟΛΙΑΣΤΕΣ θα αφήσω, επίσης, δύο ακόμα επιστολές για τις οποίες άξιζε να γραφτούν δύο λέξεις: του Χρήστου Χατζηγεωργίου για τον ΟΗΕ και του Βασίλη Μαυραγάνη για την Ελληνική γλώσσα.
ΤΗΝ πρώτη δεν την σχολιάζω για να μην χαλάσω τις σχέσεις μου με τον συνάδελφο Νίκο Φωτάκη και τον Κυριάκο Βαβάκη, μιας και ο επιστολογράφος τους ρωτά να του πουν «γιατί τόσο μίσος κατά της Εκκλησίας κύριοι;» και τη δεύτερη, του Μαυραγάνη, όχι μόνο γιατί με εγκωμιάζει, αλλά γιατί με το θέμα καταπιάστηκα την περασμένη εβδομάδα.
ΤΕΛΙΚΑ, επέλεξα να σχολιάσω την επιστολή του… κόκκινου Πάνου –δηλαδή του αρχαίου Σπαρτιάτη, Π. Σταματόπουλου– ο οποίος περνά γενεές δεκατέσσερις τον Κορνήλιο Καστοριάδη, γιατί θεώρησα ότι τα όσα έγραψε εναντίον του ξεπερνούσαν τα όρια της ύβρεως.
ΘΑ αντιπαρέλθω τις «φιλοσοφικές» απόψεις του επιστολογράφου και θα σταθώ μόνο σε δυο-τρεις παραγράφους του ανιστόρητου και ασεβή κόκκινου Πάνου, που είναι ενδεικτικές των γνώσεων και της… κοσμοθεωρίας του στο όνομα της οποίας πίνει νερό.
ΑΝΑΦΕΡΟΜΕΝΟΣ στον θάνατο του Καστοριάδη το 1997, θεωρεί ευτύχημα για την Ελλάδα το γεγονός ότι δεν θέσπισε καμιά δική του φιλοσοφική νομοθεσία και σημειώνει ότι ο… Ελληναράς αυτός πέθανε στο Παρίσι και όχι σε κάποια πόλη της Ελλάδας!
ΘΕΩΡΩ, λοιπόν, ύβρη το γεγονός ότι ο Σταματόπουλος χαρακτήρισε Ελληναρά –δηλαδή μια εθνικιστική καρικατούρα Νεοέλληνα–, έναν από τους μετρημένους στα δάκτυλα φιλόσοφους και διανοητές του οικουμενικού Ελληνισμού.
ΕΝΟΣ ανθρώπου και φιλοσόφου με παγκόσμια ακτινοβολία, που τίμησε όσο λίγοι την Ελλάδα, τον πολιτισμό της και τα γράμματά της και πέθανε μετά από 52 χρόνια παραμονής του στην Γαλλία στο Παρίσι, στην κατ’ εξοχήν πόλη και πλανητική Μητρόπολη του φωτός, του διαφωτισμού, των τεχνών και τον γραμμάτων.
ΕΝΩ αν είχε πεθάνει για παράδειγμα στο Αγρίνιο ή τη Σπάρτη –την κατεξοχήν πόλη των αρσιβαριστών και μποντιμπιλντεράδων της αρχαίας Ελλάδας, που είχαν αναγάγει το λακωνίζειν σε φιλοσοφία, επειδή δεν είχαν τίποτα να πουν και να γράψουν– θα ήταν Έλληνας και μάλιστα με περικεφαλαία μεγαλύτερη του Κολοκοτρώνη.
ΕΠΕΙΔΗ, όμως, ο… κόκκινος Πάνος, είναι γενικά άσχετος και απαίδευτος -με δυο κουβέντες, ένας αυθεντικός Ελληναράς με την πραγματική έννοια της λέξης και ένας… γνήσιος κομμουνιστής του αφρού και των τσιτάτων, όπως οι περισσότεροι ομοϊδεάτες του- θα τον συμβούλευα να μην ασχολείται και να μην γράφει για πράγματα που δεν σκαμπάζει.
ΩΣ εκ τούτου και επειδή «ψέγει» τον Καστοριάδη που «πέταξε» σε κάποια διάλεξή του ένα αναπάντητο υπονοούμενο «για το πώς θα ήταν η Ελλάδα τον 20ό αιώνα αν στον εμφύλιο είχε κερδίσει ο Δημοκρατικός Στρατό» έχω να του πω το εξής:
ΕΥΤΥΧΩΣ που ο Καστοριάδης πρόλαβε και «έφυγε» νωρίς και δεν έζησε να διαβάσει τη δική σου… φιλοσοφική απάντηση, γιατί θα τραβούσε ακόμα τα… μαλλιά του αν διάβαζε ότι: στο υποθετικό αυτό ερώτημα μια είναι η απάντηση: «αυτό είναι άγνωστο γιατί δεν συνέβη».
ΣΕ πληροφορώ, λοιπόν, ότι ο Καστοριάδης ήταν από τους πρώτους που είχε απαντήσει στο ερώτημα από το 1949 που έληξε ο εμφύλιος και από τους πρώτους που εγκατέλειψε το κόμμα που ακόμα πιστεύεις από το 1942.
ΣΕ αντίθεση με τον Κορνήλιο, εσύ και όσοι σαν εσένα συνεχίζουν να πιστεύουν στην ίδια σέχτα, αν και έχουν περάσει από το τέλος του εμφυλίου 68 χρόνια και έχουν γραφεί και ειπωθεί τόσα και τόσα, δεν μπορείτε να απαντήσετε πώς θα ήταν η Ελλάδα σήμερα αν κέρδιζε η σέχτα σας.
ΜΕ άλλα λόγια, δεν σας δίδαξε τίποτα η κατάρρευση του… υπαρκτού σοσιαλισμού, τα ερείπια, ο σταλινικός εφιάλτης και η κοινωνική ισοπέδωση που άφησε πίσω του. Εσείς ακόμα στην καρακοσμάρα σας και στα αναπάντητα ερωτήματά σας.
ΑΠΑΝΤΩΝΤΑΣ στο ίδιο ερώτημα, δηλαδή «τι θα γινόταν αν…», είχα ακούσει τον Καστοριάδη να λέει μεταξύ άλλων, σε μια διάλεξή του στο Γαλλικό Ινστιτούτο των Αθηνών πριν 30 χρόνια «ρίξτε μια ματιά δίπλα σας στις σοσιαλιστικές χώρες…».
ΕΙΠΕ επίσης και το εξής σημαδιακό: «για το τι συμβαίνει στη Σοβιετική Ένωση και τις υπόλοιπες σοσιαλιστικές χώρες έχουν γραφεί πολλά από το 1945 ακόμα, όχι μόνο από Ρώσους που εγκατέλειψαν, αλλά και από άλλους Ευρωπαίους κομμουνιστές που έζησαν εκεί… »
ΟΙ μόνοι που δεν έχουν ακόμα μιλήσει και δεν έχουν γράψει λέξη, παρά τις διώξεις τους από το σταλινικό καθεστώς και τις μεταξύ τους βίαιες και αιματηρές συγκρούσεις, είναι οι Έλληνες κομμουνιστές, που είτε ζουν ακόμα εκεί είτε εγκατέλειψαν τις σοσιαλιστικές χώρες…».
ΟΠΟΤΕ, Πάνο δεν με εκπλήσσει ότι δεν έχεις ακούσει ή διαβάσει τίποτα για το αν είχε κερδίσει ο Δημοκρατικός Στρατός. Αν σου μένει λίγος χρόνος ρίξε αν θέλεις μια ματιά στο «Ημερολόγιο» του Δημήτρη Βλαντά και «Το κιβώτιο» του Άρη Αλεξάνδρου. Με ανοιχτό μυαλό και προσεκτικά, όμως, αν θέλεις να μάθεις κάτι…