Προσπαθώντας να καλύψει τα νώτα του από τους «ανθρακολάγνους» βουλευτές του κόμματός του, αλλά και να κλείσει τα στόματα των πολιτικών του αντιπάλων, που τους τελευταίους μήνες δεν χάνουν ευκαιρία να τον κατηγορούν για «εγκληματική» αναποφασιστικότητα, ο Malcolm Turnbull ανακοίνωσε την ενεργειακή πολιτική που θα ακολουθήσει η κυβέρνησή του, ώστε να εξασφαλίσει τα απαραίτητα αποθέματα για την κάλυψη των αναγκών της Αυστραλίας και να βάλει φρένο στις συνεχόμενες αυξήσεις των τιμών ηλεκτρικού και γκαζιού.
Εγκαταλείποντας τις συστάσεις της έκθεσης του Επικεφαλής Επιστήμονα Dr Alan Finkel, η κυβέρνηση επέλεξε να μην στραφεί προς τη θέσπιση Στόχου Καθαρής Ενέργειας (Clean Energy Target), να σταματήσει τις επιχορηγήσεις σε μονάδες παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και να υιοθετήσει το σχέδιο που προτάθηκε από το Συμβούλιο Ενεργειακής Ασφάλειας (Energy Security Board).
Το σχέδιο που η κυβέρνηση ονόμασε Εθνική Ενεργειακή Εγγύηση (National Energy Guarantee – NEG) θα τεθεί σε εφαρμογή σε δυόμισι χρόνια.
Οι εταιρίες παραγωγής θα είναι υποχρεωμένες να έχουν στη διάθεσή τους αποθέματα ικανά να καλύψουν οποιαδήποτε αύξηση στην κατανάλωση, αποθέματα που θα μπορούν να συσσωρεύσουν στο δίκτυο ανά πάσα στιγμή όταν αυτό τους ζητηθεί. Τα αποθέματα που θα πρέπει να εξασφαλίσουν οι εταιρίες θα είναι διαφορετικά ανά περιοχή και θα καθοριστούν από την Αυστραλιανή Ενεργειακή Ρυθμιστική Αρχή (Australian Energy Regulator).
Όσες εταιρίες παραγωγής δεν συμμορφώνονται με τον «κανονισμό αξιοπιστίας», διακινδυνεύουν να χάσουν ακόμα και τις άδειες λειτουργίας τους.
Παράλληλα η κυβέρνηση θα θέσει στις εταιρίες ένα συγκεκριμένο ποσοστό μείωσης εκπομπών ρύπων άνθρακα, ποσοστό που θα είναι διαφορετικό για την κάθε εταιρία.
Η νέα πολιτική αφήνει στη δικαιοδοσία των εταιριών παραγωγής, τον τρόπο με τον οποίο θα εξασφαλίσουν τα αποθέματα ηλεκτρικής ενέργειας, το αν δηλαδή θα το επιτύχουν καίγοντας άνθρακα, από ανανεώσιμες πηγές ή από υδροηλεκτρικές μονάδες, αρκεί να καταφέρουν να μειώσουν τους ρύπους άνθρακα όσο θα ορίσει η αρμόδια ρυθμιστική αρχή.
Αν οι εταιρίες παραγωγής ξεπεράσουν το ανώτατο όριο ρύπων, προκειμένου να επιτύχουν το στόχο που έχει θέσει η κυβέρνηση θα έχουν τη δυνατότητα να αγοράσουν πιστώσεις άνθρακα από την εγχώρια ή παγκόσμια αγορά. Αυτό σε συνάρτηση με το γεγονός ότι η κυβέρνηση δεν θα επιχορηγεί τις μονάδες παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, σηματοδοτεί και στροφή της προς τον άνθρακα.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση του πρωθυπουργού, Malcolm Turnbull, η νέα ενεργειακή πολιτική θα βοηθήσει και στην ανακούφιση της τσέπης των καταναλωτών καθώς εκτιμάται ότι θα μειώσει το κόστος του ηλεκτρικού κατά $100-$120 τον χρόνο.
ΑΝΤΙΔΡΟΥΝ ΟΙ ΠΟΛΙΤΕΙΕΣ
Το αν η κυβέρνηση θα καταφέρει, όμως, να εφαρμόσει την νέα ενεργειακή της πολιτική, παραμένει άγνωστο, καθώς για να το επιτύχει αυτό, χρειάζεται να εξασφαλίσει την συνεργασία των πολιτειακών κυβερνήσεων κάτι που από τις αρχικές αντιδράσεις των κυβερνήσεων της Βικτώριας, Ν. Αυστραλίας και Κουίνσλαντ, δεν φαίνεται να είναι εύκολη υπόθεση.
Πάντως, η επιχειρηματική κοινότητα του ενεργειακού τομέα τάχθηκε ήδη στο πλευρό του πρωθυπουργού, Malcolm Turnbull, δηλώνοντας ότι η νέα ενεργειακή πολιτική βάζει ένα τέλος στην αβεβαιότητα που ήταν και ο σημαντικότερος παράγοντας που συνέβαλε στην ραγδαία αύξηση των τιμών τα τελευταία χρόνια.
Εν τω μεταξύ, το σχέδιο της κυβέρνησης Turnbull εκτιμάται ότι θα πονοκεφαλιάσει τις Εργατικές πολιτειακές κυβερνήσεις που έχουν ήδη θέσει πολύ ανώτερα όρια μείωσης εκπομπών ρύπων άνθρακα από το 23% που εντός της επόμενης δεκαετίας εκτιμάται ότι θα προβλέπει η ενεργειακή της πολιτική. Αν η Βικτώρια, η Ν. Αυστραλία και το Κουίνσλαντ επιλέξουν να μην συμμορφωθούν με το σχέδιο της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και να διατηρήσουν τα επίπεδα μείωσης ρύπων στο 28-36% όπως τα έθεσαν πρόσφατα, οι τιμές ενέργειας σ’ αυτές τις Πολιτείες θα συνεχίσουν την αυξητική της πορεία, γεγονός που θα έχει και υψηλό πολιτικό κόστος για τις κυβερνήσεις τους.
Παρά τις αρνητικές τους αντιδράσεις οι πολιτειακοί ομόλογοι του υπουργού Eνέργειας Josh Frydenberg ζήτησαν να τους δοθεί μοντέλο λειτουργίας της πολιτικής που ανακοίνωσε η κυβέρνηση, το οποίο σημειωτέον δεν έχει ακόμα καταρτιστεί, προκειμένου να αποφανθούν για το αν θα την υιοθετήσουν.
Τέλος, αξίζει να αναφερθεί ότι στην νέα ενεργειακή πολιτική δεν αντέδρασαν μόνοι οι Εργατικές πολιτειακές κυβερνήσεις, αλλά και ο πρώην πρωθυπουργός Tony Abbott – για διαφορετικούς λόγους βέβαια.
Ο «άσπονδος εχθρός» του πρωθυπουργού “χαϊδεύοντας τα αυτιά” της συντηρητικής παράταξης των Φιλελευθέρων, σε χθεσινή συνέντευξή του ανέφερε, ότι η κυβέρνηση δεν θα έπρεπε να συμπεριλάβει στην πολιτική της όριο μείωσης εκπομπών ρύπων. Μάλιστα έφτασε στο σημείο να πει ότι η κυβέρνηση του Συνασπισμού στο συγκεκριμένο θέμα έκανε ό,τι θα έκανε και το Εργατικό Κόμμα.