Τις τελευταίες δεκαετίες γίνονται όλο και πιο έντονα τα όρια που το φυσικό περιβάλλον θέτει στην οικονομική ανάπτυξη σε παγκόσμια κλίμακα, καθότι η ανάπτυξη από τη μια προϋποθέτει την άντληση και χρήση πρώτων υλών ενέργειας, όπως είναι το πετρέλαιο, οι γαιάνθρακες, το φωταέριο, κτλ., και από την άλλη προξενεί την εκπομπή στην ατμόσφαιρα αερίων του θερμοκηπίου, και την απόρριψη στερεών αποβλήτων στο φυσικό περιβάλλον, όπως είναι τα πλαστικά, τα μη ανακυκλώσιμα βιομηχανικά προϊόντα, κ.ά.

Η ικανότητα όμως του περιβάλλοντος από τη μια να προμηθεύει πρώτες ύλες, και από την άλλη να απορροφά τα συνεχώς αυξανόμενα απόβλητα, δεν είναι απεριόριστη. Εξ ου και η αυξανόμενη διάσταση του περιβαλλοντικού προβλήματος, ιδιαίτερα ενόψει της συνεχούς αύξησης του παγκόσμιου πληθυσμού, παράλληλα με την ανοδική τάση για κατανάλωση φυσικών και βιομηχανικών προϊόντων.

Φυσική συνέπεια των εξελίξεων αυτών είναι η σταδιακή καταστροφή του όζοντος, του αερίου που βρίσκεται στα ανώτερα στρώματα της γήινης ατμόσφαιρας, και το οποίο έχει την ιδιότητα να απορροφά τις βλαβερές υπεριώδεις ακτινοβολίες, με αποτέλεσμα την υπερθέρμανση του Πλανήτη μας, και ως εκ τούτου τον σταδιακό αφανισμό τροπικών δασών και κοραλλιογενών νησιών, καθώς και διαφόρων ζωικών και φυτικών ειδών.

Με άλλα λόγια, η αυξανόμενη θερμοκρασία της ατμόσφαιρας αποτελεί το μεγαλύτερο οικολογικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα, και για τον λόγο αυτόν επείγει η λήψη των απαραίτητων μέτρων για τη μείωση στην αύξησή της, αν θέλουμε να εξασφαλίσουμε το μέλλον των επερχόμενων γενεών.

Στο παρελθόν, στη συζήτηση για το περιβαλλοντικό πρόβλημα συχνά γινόταν αναφορά στον όρο ‘αειφορία’, με την έννοια της οικονομικής ανάπτυξης που θα ικανοποιεί τις ανάγκες του παρόντος, χωρίς να διακυβεύει την ικανότητα των μελλοντικών γενεών να ικανοποιήσουν τις δικές τους βιολογικές ανάγκες.

Όμως στις ημέρες μας οι περιβαλλοντολόγοι εκφράζουν την άποψη πως η ανθρωπότητα έχει φθάσει σε ένα οριακό σημείο για τη λήψη άμεσων μέτρων, ούτως ώστε να αποφευχθούν, στο μέτρο του δυνατού, οι καταστροφικές επιπτώσεις της ανερχόμενης θερμοκρασίας για τις μελλοντικές γενιές. 

Τα τελευταία χρόνια η αύξηση της μέσης θερμοκρασίας της επιφανείας της Γης, η ύψωση του επιπέδου της θάλασσας, η μείωση των αρκτικών θαλάσσιων παγόβουνων, καθώς και τα ακραία καιρικά φαινόμενα, όπως οι πρόσφατοι κυκλώνες που προξένησαν τεράστιες καταστροφές στην Κεντρική Αμερική, αποτελούν αδιαμφισβήτητες ενδείξεις τις οποίες η ανθρωπότητα δεν μπορεί να αγνοήσει. 

Η εφημερίδα The Age, στην έκδοση της 4ης Οκτωβρίου, αναφέρεται σε έρευνα καθηγήτριας του Αυστραλιανού Εθνικού Πανεπιστημίου, σύμφωνα με την οποία, στις επόμενες δύο δεκαετίες η θερμοκρασία στο Σύδνεϋ και στη Μελβούρνη κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού θα φθάσει τους 50 βαθμούς Κελσίου, αν δεν ληφθούν άμεσα και δραστικά μέτρα.

Μέχρι στιγμής, πάλι σύμφωνα με την εν λόγω έρευνα, η υψηλότερη θερμοκρασία που είχε σημειωθεί στο Σύδνεϋ ήταν 45,5 βαθμοί κελσίου τον Ιανουάριο του 2013, και στη Μελβούρνη 46,4 βαθμοί στις 7 Φεβρουαρίου 2009. 

Όπως είναι γνωστό, θερμοκρασίες τέτοιου ύψους προξενούν εκτεταμένες πυρκαγιές σε δασικές, αλλά και σε κατοικημένες, περιοχές. Σκεφτείτε τι θα γίνεται όταν οι θερμοκρασίες φτάσουν τους 50 βαθμούς.

ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΟΠΟΡΙΑ Η ΚΙΝΑ ΣΤΗ ΧΡΗΣΗ

ΑΝΑΝΕΩΣΙΜΩΝ ΠΗΓΩΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

Σε δημοσίευμά της η εφημερίδα The Age το περασμένο Σάββατο, 14 Οκτωβρίου, με τίτλο «China uses iron fist to clear the air» αναφέρεται σε αυστηρά μέτρα που η Κυβέρνηση της Κίνας επιβάλλει για την αντιμετώπιση της αιθαλομίχλης που καλύπτει τις βιομηχανικές της πόλεις, η οποία αναγκάζει τους κατοίκους να κυκλοφορούν με αναπνευστικές μάσκες.

Τα ακόλουθα είναι κάποια από τα μέτρα που επέβαλε η Κυβέρνηση της Κίνας, σύμφωνα με το προαναφερθέν δημοσίευμα:

*Η μεγαλύτερη εταιρεία εξόρυξης λιγνίτη της Κίνας απαγόρευσε την πώληση, μεταφορά και χρήση λιγνίτη από την 1η Οκτωβρίου και για όλη τη διάρκεια του χειμώνα.

*Η παραγωγή μετάλλου, για την οποία χρησιμοποιείται λιγνίτης ως καύσιμο υλικό, θα μειωθεί κατά 50% για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα, για να μειωθούν οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα.

*Τρία εκατομμύρια οικογενειών που χρησιμοποιούν λιγνίτη για θέρμανση θα έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν ηλεκτρισμό και φωταέριο για ένα μακρό χρονικό διάστημα.

*176.000 εργοστάσια που δεν συμμορφώθηκαν με τα μέτρα για τον περιορισμό εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα από την χρήση λιγνίτη αναγκάσθηκαν να κλείσουν από την 1η Οκτωβρίου.

*Η Κίνα θα επενδύσει 486 δισεκατομμύρια δολάρια μέχρι το 2020 για την παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, όπως η ηλιακή και η αιολική, με στόχο τη σταδιακή απεξάρτηση από το λιγνίτη. Ήδη στην Κίνα 3,5 εκατομμύρια άτομα απασχολούνται στην παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές.

*Το Πεκίνο τον περασμένο Μάρτιο έκλεισε την τελευταία μονάδα παραγωγής ενέργειας που χρησιμοποιούσε λιγνίτη, και σύντομα θα αντικαταστήσει το λιγνίτη για θέρμανση κατοικιών με ηλεκτρικό ρεύμα. Η πτώση στη χρήση του λιγνίτη στην Κίνα τα τελευταία χρόνια υπήρξε θεαματική, καθότι από 30 εκατομμύρια τόνους που είχαν χρησιμοποιηθεί το 2005 μειώθηκε στα 9,5 εκατομμύρια τόνους το 2016.

Αναφορικά με τη συνεχώς αυξανόμενη χρήση των ανανεώσιμων, και ως εκ τούτου φιλικών προς την ατμόσφαιρα, πηγών ενέργειας, η Κίνα αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση από άλλες χώρες. Και όμως, ο Donald Trump, Πρόεδρος των ΗΠΑ, έχει πρόσφατα δηλώσει πως η χώρα του δεν δεσμεύεται από τις αποφάσεις της διεθνούς συνόδου για το κλίμα στο Παρίσι το 2015, οι οποίες αφορούν τη σταδιακή μετάβαση από το λιγνίτη στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας

ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΕΣ ΟΙ ΑΚΡΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥ TONY ABBOTT

Ενώ οι ΗΠΑ έχουν τον Πρόεδρο Donald Trump, ο οποίος αρνείται να πεισθεί από τις μελέτες των επιστημόνων πως η ανερχόμενη θερμοκρασία της ατμόσφαιρας αποτελεί τον μεγαλύτερο κίνδυνο για την ανθρωπότητα στις ερχόμενες δεκαετίες, η Αυστραλία έχει τον πρώην Πρωθυπουργό, Tony Abbott, ο οποίος το 2009 είχε κάνει την ακόλουθη προκλητική δήλωση: “The so-called settled science of climate change was “absolute crap”. – “Η αποκαλούμενη επιστημονική άποψη για την κλιματική αλλαγή ήταν ‘απόλυτη ανοησία'”.

Σαν να μην έφθανε η προκλητική, και αντιεπιστημονική εκείνη δήλωση του κ. Abbott, πρόσφατα μίλησε σε συνέδριο του οργανισμού «Global Warming Policy Forum» της Αγγλίας, ο οποίος δεν πιστεύει πως κινδυνεύουμε από την υπερθέρμανση της ατμόσφαιρας.

Η εφημερίδα της Μελβούρνης The Age στο κύριο άρθρο της με τίτλο “We need to talk about Tony” (15/10/17) μεταξύ άλλων γράφει και τα ακόλουθα: 

“His speech adds nothing to an important public policy realm – in fact, it makes a mockery of a seasoned debate, debases the intellectual rigour of science and peddles lies and half-truths for political purpose”. 

Δίνω μια κάπως ελεύθερη μετάφραση του παραπάνω αποσπάσματος:

«Η ομιλία του δεν προσθέτει κάτι το σημαντικό σε ένα θέμα κοινού ενδιαφέροντος – στην πραγματικότητα αποτελεί κοροϊδία μιας σοβαρής συζήτησης, υποβιβάζει την διανοητική ισχύ της επιστήμης, και προβάλλει ψεύδη και μισόλογα για πολιτικούς σκοπούς».

Στο ίδιο κύριο άρθρο της η εφημερίδα αναφέρεται σε κάποια παρατήρηση του Δόκτορα John Hewson ως ακολούθως:

“The Sunday Age agrees with the former Liberal leader Dr John Hewson who says it is time for Mr Malcolm Turnbull to adopt a progressive clean energy target and define a coherent energy policy, effectively reclaiming the party from Mr Abbott”.

Νομίζω πως το παραπάνω απόσπασμα δεν χρειάζεται μετάφραση.

Είναι σημαντικό το ότι η ίδια εφημερίδα στην έκδοση της επόμενης ημέρας (16/10/17), το κύριο άρθρο της το κλείνει με την παρατήρηση πως οι απόψεις του Tony Abbott και οι γελοίες του αμφισβητήσεις για την εγκυρότητα της επιστήμης μπορεί να αποβούν καταστροφικές για το συντηρητικό κόμμα της Αυστραλίας (εννοεί το Liberal Party).

Τα κωλύματα που δημιουργεί ο Tony Abbott στην Αυστραλιανή Κυβέρνηση στο θέμα της κλιματικής αλλαγής συνεχίζονται, κρίνοντας από το πρωτοσέλιδο άρθρο στην εφημερίδα The Age με τίτλο “Coalition power play turns off renewable for ‘reliable” (17/10/17). 

Με τον όρο ‘reliable’ η Κυβέρνηση υπονοεί τη συνεχιζόμενη χρήση λιγνίτη και φωταερίου, και λιγότερη έμφαση στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, όπως η αιολική και η ηλιακή, οι οποίες είναι φιλικές προς το περιβάλλον. 

Θα μπορούσε κάποιος να πει πως ο Πρωθυπουργός, κ. Malcolm Turnbull, μέχρι ένα βαθμό έχει καταστεί ‘όμηρος’ του αντιδραστικού Tony Abbott και των ομοφρόνων του στο τόσο ζωτικό για την Αυστραλία θέμα της κλιματικής αλλαγής, δεδομένου ότι είναι η πιο ξηρή ήπειρος, και ως εκ τούτου θα υποστεί σε μεγαλύτερο βαθμό τις καταστρεπτικές επιπτώσεις από την ανερχόμενη θερμοκρασία της ατμόσφαιρας και των ωκεανών.

Αδιάψευστο παράδειγμα αποτελούν οι αλλοιώσεις στον Μεγάλο Κοραλλιογενή Ύφαλο κατά μήκος των βορειοανατολικών παραλίων της Αυστραλίας.