ΤΟΝ τελευταίο μήνα η τηλεόραση της SBS προβάλει μια σειρά ντοκιμαντέρ, που αναφέρονται στη διαχρονική διαδρομή λαών και φυλών, που σημάδεψαν την ιστορία και τον ανθρώπινο πολιτισμό.
ΤΑ ντοκιμαντέρ αυτά του βρετανικού BBC, άρχισαν με την ιστορική διαδρομή των Φοινίκων, ακολούθησε η εξιστόρηση της πορείας των γερμανικών φύλων, στη συνέχεια η ιστορία των «άγνωστων» μέχρι πρόσφατα Χετταίων, που ο πολιτισμός τους έφτασε στο απόγειο της δόξας του τη δεύτερη χιλιετία π.Χ., μέχρι να έλθει η σειρά μας.
ΠΑΡΑ το γεγονός, ότι τα τελευταία 30 χρόνια το BBC έχει παράγει πάνω από 50 ντοκιμαντέρ για την αρχαία Ελλάδα και θα έλεγε κανείς ότι έχει εξαντλήσει το θέμα, έκανε μια ακόμα εξαίρεση και αφιέρωσε δύο συνεχόμενα επεισόδια.
ΤΟ πρώτο επεισόδιο αναφερόταν στην προϊστορική και νεολιθική εποχή, τη μυθολογία της θεογονίας και τις ρίζες της θρησκευτικής λατρείας των πρώτων Ελλήνων και τελείωνε με την ακμή και παρακμή του Μινωικού και Μυκηναϊκού Πολιτισμού, που έθεσαν τα θεμέλια για την κοσμογονία που ακολούθησε την πρώτη χιλιετία π.Χ.
ΜΙΑ πρωτοφανής κοσμογονία. Ένας πραγματικός πολιτιστικός σεισμός, όχι μόνο για τον τότε γνωστό κόσμο, αλλά και αυτόν που ακολούθησε και συνεχίζει να υπάρχει μέχρι τις μέρες μας.
ΕΝΑΣ σεισμός, οι μετασεισμικές δονήσεις του οποίου είναι ακόμα αισθητές στις μέρες μας, σύμφωνα με τους διακεκριμένους αρχαιολόγους, ιστορικούς, κοινωνιολόγους και φυσιοδίφες που μιλούσαν στο ντοκιμαντέρ.
ΚΑΙ στο μεγάλο ερώτημα, που συνοψίζεται στο γιατί αυτή η πολιτιστική έκρηξη, που σημάδεψε ανεξίτηλα τον κόσμο, την επιστήμη, τις τέχνες και τα γράμματα, εκδηλώθηκε σε μια πολύ μικρή χώρα σαν την Ελλάδα, οι απαντήσεις των ειδικών ποικίλαν.
ΑΛΛΟΙ υποστήριζαν ότι, έως ένα μεγάλο βαθμό, αυτό οφείλεται στη γεωγραφική θέση της Ελλάδας στη Μεσόγειο Θάλασσα, άλλοι στις ναυτιλιακές γνώσεις, που έδωσαν τη δυνατότητα στους Έλληνες να αναπτύξουν το εμπόριο, άλλοι ότι συνέβαλαν οι επιρροές που είχαν από άλλους λαούς και άλλοι αναφέρθηκαν στον μεταξύ τους ανταγωνισμό για επιβίωση.
ΤΕΛΙΚΑ, όλοι συμφώνησαν ότι η κινητήρια δύναμη και η επικράτηση του ελληνικού πολιτισμού απέναντι όλων των άλλων, οφειλόταν στη γλώσσα τους.
Η γλώσσα είναι αυτή που κράτησε τους Έλληνες ενωμένους ακόμα και στις πιο σκοτεινές περιόδους της ιστορίας τους, ορισμένες από τις οποίες είχαν διάρκεια πολλών αιώνων.
ΤΗ γλώσσα που ομιλείτο πριν την αρχαϊκή εποχή -δηλαδή, πριν το 750 π.Χ.- ασπάζονταν και στη συνέχεια μιλούσαν και τα βόρεια φύλλα που έφθαναν και εγκαθίσταντο σε αυτή την εσχατιά των Βαλκανίων την προηγούμενη χιλιετία.
ΤΟ παράδοξο με την ελληνική γλώσσα, σύμφωνα με πολλούς γλωσσολόγους και ιστορικούς, είναι ότι συνέχισε να μιλιέται και μετά την κατάρρευση του Μυκηναϊκού Πολιτισμού το 1200 π.Χ., πράγμα που δεν συνέβη όταν κατέρρευσαν οι πολιτισμοί άλλων λαών όπως, για παράδειγμα, των Χετταίων και των Φοινίκων.
ΜΙΚΡΕΣ εστίες, όπου ομιλείτο η ελληνική γλώσσα και αναπαράγονταν οι θρύλοι και οι μύθοι του Τρωικού Πολέμου και λατρεύονταν οι Θεοί του Ολύμπου, επέζησαν κατά τη διάρκεια των «σκοτεινών αιώνων» που ακολούθησαν, μέχρι που εμφανίστηκε ο Όμηρος (γύρω στο 800 π.Χ.) οπότε άρχισε και να γράφεται.
ΣΤΟ μεταξύ και παρά τα ευρήματα των τελευταίων αρχαιολογικών ερευνών, συνεχίζουν να παραμένουν αναπάντητα τα ερωτηματικά για το τι ακριβώς συνέβη μετά την κατάρρευση του ακμάζοντα Μυκηναϊκού Πολιτισμού και στους τέσσερις «σκοτεινούς αιώνες» που ακλούθησαν.
ΣΤΟΝ παγκόσμιο χάρτη του τότε γνωστού κόσμου μπήκε πάλι η Ελλάδα από τον 8ο αιώνα, αποκλειστικά και μόνο με την δύναμη και απήχηση της γλώσσας στην οποία ο Όμηρος έγραψε το έπος της Ιλιάδας και την Οδύσσεια.
ΔΥΟ κολοσσιαία έργα που αποτέλεσαν «πρώτη ύλη» και σημείο αναφοράς, όχι μόνο για τους ποιητές, τους τραγωδούς, τους φιλόσοφους και τους καλλιτέχνες του χρυσού αιώνα, αλλά συνέχισαν διαχρονικά να εμπνέουν όσους ασχολούνται ακόμα με την παγκόσμια ποίηση, τη λογοτεχνία, τη φιλοσοφία και, γενικά, με τις τέχνες και τα γράμματα.
ΕΚΑΤΟΝΤΑΔΕΣ φιλοσοφικές διατριβές γράφτηκαν και συνεχίζουν να γράφονται κάθε χρόνο για τον Σωκράτη, τον Ηράκλειτο, τον Πλάτωνα και τον Επίκουρο και άλλα τόσα βιβλία και δοκίμια.
ΣΤΗΝ Ιλιάδα στράφηκε η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία για να «δανειστεί» τον Αινεία ως ιδρυτή της, τον οποίο και είχε υμνήσει ο Όμηρος και τον έκανε από τότε γνωστό στον τότε κόσμο, για την θεϊκή του καταγωγή, το ήθος και τον ηρωισμό του κατά την διάρκεια των επικών μαχών του Τρωικού Πολέμου.
ΣΤΟΝ Όμηρο και τους αρχαίους Έλληνες τραγωδούς, κατέφυγαν και όλοι οι μεγάλοι δραματουργοί, ποιητές και θεατρικοί συγγραφείς, όπως ο Σαίξπηρ, ο Χέλντερλιν, ο Γκαίτε, ο Μπρεχτ και τόσοι άλλοι, από την Αναγέννηση μέχρι σήμερα, να αντλήσουν θέματα.
Η γλώσσα ήταν αυτή που διεύρυνε το εκτόπισμά τους, τους καθιέρωσε σε όλο τον κόσμο και τους έκανε αθάνατους. Είναι μια μεγάλη και διαχρονική δύναμη η γλώσσα και ο πολιτισμός που εμείς εδώ «σνομπάρουμε».
ΑΝΑΦΕΡΟΜΕΝΗ στη γλώσσα, σχολιάστρια του ντοκιμαντέρ που παρακολούθησα, είπε ότι η γλώσσα είναι αυτή που κρατά τους Έλληνες ενωμένους εδώ και τέσσερις χιλιάδες χρόνια.
ΚΑΙ συνέχισε: «Ο πλούτος της γλώσσας, οι διαχρονικές και βαθιές έννοιες που αυτές ήταν φορτισμένες, τους βοήθησαν μετά τους τέσσερις «σκοτεινούς αιώνες» να επανέλθουν με τον Όμηρο στην κορυφή και να κυριαρχήσουν σε όλο τον τότε κόσμο».
ΜΕ άλλα λόγια, ό,τι ήταν η γλώσσα και τα «προϊόντα» της, για την τότε κυριαρχία της αρχαίας Ελλάδας, είναι τα πυρηνικά όπλα και η οικονομική δύναμη για τη σημερινή παγκόσμια κυριαρχία των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.
Ο Όμηρος στους 15.000 στίχους της Ιλιάδας κατάφερε για λογαριασμό της γλώσσας και της ποίησης το μέχρι τότε ακατόρθωτο: από τη μια πλευρά, να συμπυκνώσει στις τελευταίες 51 μέρες ολόκληρο τον δεκάχρονο Τρωικό Πόλεμο και την ελληνική μυθολογία και, από την άλλη, να κάνει τους Θεούς ακόμα πιο ανθρώπινους.
ΕΠΙΣΤΡΑΤΕΥΟΝΤΑΣ τον Θυμό του Αχιλλέα, ο οποίος για την τιμή του και την υστεροφημία της δόξας του, δεν δίστασε να οδηγήσει τους Αχαιούς στις παρυφές του ολέθρου και βάζοντας τους μισούς Θεούς να πολεμούν υπέρ των Ελλήνων και τους άλλους μισούς υπέρ των Τρώων έδειξε ότι και οι Θεοί εμφορούνται από τα ίδια μίση και πάθη.
ΑΝ οι Θεοί είναι μια επινόηση των ανθρώπων για να λύσουν τα υπαρξιακά τους προβλήματα και να απαντήσουν στα αναπάντητα ερωτηματικά τους για το «πού πάνε μετά τον θάνατο», οι αρχαίοι Έλληνες, με το να πλάσουν τους Θεούς «κατ’ εικόνα και ομοίωσή τους», απάντησαν με τον τρόπο τους, ότι και οι Θεοί θα πάνε εκεί που πηγαίνουν οι άνθρωποι: στο πουθενά…
ΕΠΕΙΔΗ, όμως, το «πουθενά» δεν απαντούσε ούτε στις αναζητήσεις της τότε κοινωνίας, καθόρισαν την τιμή, τη δόξα και το ήθος ως προϋποθέσεις της αθανασίας: δηλαδή, ο μόνος τρόπος να παραμείνεις αθάνατος ήταν να πεθάνεις τιμημένος και δοξασμένος. Μόνο έτσι θα σε θυμούνται και θα σε μνημονεύουν και οι γενιές που θα ακολουθήσουν.
ΣΥΜΦΩΝΑ με τον Όμηρο, ο Αχιλλέας είχε –ουσιαστικά- δύο επιλογές όταν τα «έσπασε» με τον Αγαμέμνονα και αποσύρθηκε στη σκηνή του: ή να πεθάνει από γεράματα ξεχασμένος στο πατρικό του σπίτι ή να πεθάνει σαν παλικάρι στην Τροία και να δοξαστεί, όπως του είχε πει και η μητέρα του Θέτιδα, που ήταν Θεά..
ΕΠΕΛΕΞΕ, λοιπόν, τον ηρωικό θάνατο, γιατί ήταν ο μόνος τρόπος να κερδίσει την αθανασία και να τον θυμούνται οι άνθρωποι στους αιώνες των αιώνων.
ΣΤΗ συγκλονιστική αυτή κληρονομιά του Ομήρου κατέφυγαν οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι και τραγωδοί και δεν είναι τυχαίο ότι οι περισσότερες από τις 31 τραγωδίες που έχουν διασωθεί, αντλούν υλικό από την Ιλιάδα.
Ο Αισχύλος είχε πει πως ό,τι έγραψε το οφείλει στα ψίχουλα που απέμειναν από το συμπόσιο του Ομήρου και ήταν ο πρώτος που προχώρησε στην Ορέστεια στην απομυθοποίηση των Θεών, μεταθέτοντας τις ευθύνες για ό,τι συμβαίνει στους ίδιους τους ανθρώπους.
ΣΤΗ συνέχεια, ακολούθησε ο Σοφοκλής, ο οποίος και παρέδωσε τη σκυτάλη στον πιο ανθρώπινο, τραγικό και «άθεο» Ευριπίδη που έκοψε και τον ομφάλιο λώρο που συνέδεε τους ανθρώπους με το θείο.
ΣΤΙΣ τραγωδίες του Ευριπίδη ο Θεός αποσύρεται για να τον επαναφέρει και πάλι στην τελευταία του τραγωδία τις «Βάκχες», περισσότερο ως ανάμνηση παρά ως παρουσία. Μετά τον Ευριπίδη το ρόλο της τραγωδίας αναλαμβάνει η ιστορία: ο Θουκυδίδης…
ΑΥΤΗ την παγκόσμια κληρονομιά άφησε πίσω της η γλώσσα και ο ελληνικός πολιτισμός, τον οποίο και εξέφραζε. Αυτός είναι ο λόγος που ακόμα και σήμερα οι άνθρωποι των γραμμάτων και τεχνών ασχολούνται με τον Όμηρο, τους Έλληνες τραγωδούς και φιλοσόφους…