Τη μάχη με την επάρατη νόσο έχασε πριν λίγες ημέρες, σε ηλικία 85 ετών, ο ομογενής φωτογράφος, Γεώργιος Τσαμαντάνης, ο οποίος είχε αφιερώσει τη ζωή του στην τέχνη της φωτογραφίας και της συγγραφής και είχε αποθανατίσει με το φακό του τις μεγαλύτερες προσωπικότητες του καλλιτεχνικού, πολιτικού και του θρησκευτικού κόσμου της Ελλάδας και της Αυστραλίας, καθώς και τις σημαντικότερες φυσιογνωμίες της ελληνικής παροικίας, ελληνικές εκδηλώσεις και σημαντικά γεγονότα που σημάδεψαν γενιές Ελλήνων μεταναστών τις τελευταίες δεκαετίες.
«Ήμουν πολύ τυχερός που αξιώθηκα να γνωρίσω πολύ σημαντικούς ανθρώπους των τεχνών και των γραμμάτων αλλά και του πολιτικού κόσμου της Ελλάδας και της Αυστραλίας μέσα από την δουλειά μου και νιώθω ευλογημένος για την πορεία μου τόσα χρόνια» είχε πει στις αρχές του χρόνου στον «Νέο Κόσμο» ο 85χρονος φωτογράφος, ο οποίος γεννήθηκε το 1932 στο Μπλάτσι (ή Βλάτσι), ένα από τα γραφικότερα χωριά της Πτολεμαΐδας, και σπούδασε την τέχνη της φωτογραφίας στο στούντιο του Φώτη Νικολαΐδη στην Θεσσαλονίκη, το οποίο θεωρείτο ένα από τα μεγαλύτερα φωτογραφεία της Ελλάδας.
Καλλιτέχνες όπως η Αλίκη Βουγιουκλάκη, η Ρένα Βλαχοπούλου, ο Λευτέρης Πανταζής, πρώην πρωθυπουργοί όπως ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο Κώστας Καραμανλής και ο Don Dunstan καθώς και ελληνικής καταγωγής πολιτικοί όπως ο θησαυροφύλακας Τομ Κουτσαντώνης και ο υπουργός Μετανάστευσης, Νίκος Μπόλκας, έχουν όλοι ποζάρει στον φωτογραφικό φακό του.
Δραστήριος, έξυπνος, λάτρης της γνώσης και της μόρφωσης και έχοντας πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού του να ανοίξει τα φτερά του έξω από τα σύνορα της Ελλάδας, σε πολύ νεαρή ηλικία ο κ. Τσαμαντάνης ξεκίνησε το 1946 να μαθαίνει την Αγγλική γλώσσα και το 1962 το ανήσυχο πνεύμα του φωτογράφου τον έκανε να ερευνήσει μια καινούρια τέχνη στην Ελλάδα, αυτή της έγχρωμης φωτογραφίας, η οποία ήταν άγνωστη έως τότε σε μια μικρή χώρα, πόσο μάλλον στην επαρχία της Πτολεμαΐδας.
Ένα βράδυ γνωρίζει και φιλοξενεί στο σπίτι του έναν Γερμανό τουρίστα, ο οποίος του ανταποδίδει την χάρη λίγα χρόνια αργότερα όταν του ανοίγει τις πόρτες για την Ευρώπη και τον βοηθά να πιάσει δουλειά σε ένα φωτογραφείο της AGFA στην Κολωνία, όπου ο κ. Τσαμαντάνης κατορθώνει να μάθει την τέχνη της έγχρωμης φωτογραφίας.
Επειδή, όμως, όπως και στις ζωές των περισσοτέρων ανθρώπων τα πράγματα δεν έρχονται πάντα όπως τα σχεδιάζουν, ο νεαρός φωτογράφος τελικά συνδέεται δια αλληλογραφίας με την σύζυγο του Φανή –Ελληνίδα από την Αίγυπτο- και το 1962 ήλθε η πρόσκληση να μεταναστεύσει στην Αυστραλία.
Στην αρχή ο Τσαμαντάνης αναγκάστηκε να εργασθεί ως οξυγονοκολλητής και λίγο αργότερα άνοιξε το πρώτο του φωτογραφείο στο κέντρο της πόλης της Αδελαΐδας, στον τότε «ελληνικό» δρόμο, Hindley Street. Εκατοντάδες γάμοι, πορτρέτα, καλλιτέχνες, εκδηλώσεις και ιστορικά γεγονότα που δεν θα χωρούσαν να στοιβαχθούν σε δεκάδες τόμους βιβλίων, κάνουν την ζωή του φωτογράφου να μοιάζει παραμύθι.
Το νήμα της ζωής του ιδιαίτερα αγαπητού και δημοφιλή φωτογράφου, πατέρα και παππού, η οποία ξεκίνησε από ένα μικρό χωριουδάκι της Πτολεμαΐδας, πέρασε από την Γερμανία και κατέληξε στην μακρινή Αυστραλία, κόπηκε στις 13 Οκτωβρίου 2017.
Η κηδεία του θα γίνει αύριο Παρασκευή, 20 Οκτωβρίου, στον ναό Μιχαήλ και Γαβριήλ της Ελληνικής Ορθόδοξης Κοινότητας Νότιας Αυστραλίας.
«Ήταν ένα μοναδικό ταξίδι και είμαι ευγνώμων για την ζωή που έζησα μέσα από τον αγαπημένο μου φωτογραφικό φακό» είχε πει ο αείμνηστος Γιώργος Τσαμαντάνης στην τελευταία του συνέντευξη στην εφημερίδα μας.