Σύσσωμη η κρητική πατριά, μουδιασμένη από το φοβερό μαντάτο. Και αυτό γιατί υπάρχουν άνθρωποι ανάμεσά μας που μας εμπνέουν την αίσθηση ότι «θα είναι πάντα εκεί». Ένας απ’ αυτούς αναμφίβολα, ο Λευτέρης Κωνσταντακάκης. Ο Λευτέρης, κατά κάποιο τρόπο, φαινόταν άτρωτος.
Ένας λεβέντης Κρητικός που εννοούσε ό,τι έλεγε και έλεγε μόνο αυτά που εννοούσε. Που είχε το θάρρος της γνώμης, αλλά και τη γενναιότητα να παραδέχεται τα λάθη του. Που σε κοίταζε πάντα στα μάτια και έλεγε όσα είχε να πει χωρίς περιστροφές και υπονοούμενα.
Η δράση του στα κρητικά σωματεία αρχίζει από το 1972, όταν θα καλεστεί να προσφέρει τις υπηρεσίες του από θέσεις-κλειδιά και θα επηρεάσει αισθητά την πορεία των κρητικών οργανισμών.
Πρόκειται για δεκαετίες αγώνων, τριβών, ζωηρών αντιπαραθέσεων, αλλά και εντυπωσιακής δημιουργικότητας.
Κάνοντας έναν γρήγορο απολογισμό, την τελευταία φορά που μίλησα μαζί του, είπε: «Κονταροχτυπηθήκαμε παλιά. Το πείσμα έκανε τους Κρητικούς και έκαναν ό,τι έκαναν. Δεν πρέπει, όμως, να κοιτάμε πίσω. Δεν πρέπει να είμαστε αιχμάλωτοι του παρελθόντος. Κάναμε λάθη γιατί είμαστε στην ενεργό δράση. Αν δεν είμαστε εκεί, ασφαλώς και δεν θα κάναμε λάθη, αλλά ούτε και θα είχαμε αυτά που έχουμε σήμερα. Όλα αυτά για τα οποία είμαστε τόσο περήφανοι».
ΝΑ ΔΩΣΟΥΜΕ ΤΑ ΧΕΡΙΑ
Στη συνέχεια, με τη λεβεντιά που τον χαρακτήριζε πάντοτε, σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής του, είχε προσθέσει: «Σήμερα έχουμε την ωριμότητα που δεν είχαμε χθες. Τώρα είναι ώρα να βάλουμε τις μαχαίρες στη θήκη και να δώσουμε τα χέρια» είχε πει παραστατικά, για να προσθέσει: «Οι αντιθέσεις δεν βγάζουν πουθενά. Φιλοδοξίες και ατομικά συμφέροντα θα πρέπει να λείψουν. Το συμφέρον των Κρητών είναι να έχουμε μια φωνή. Ο καλός πατριώτης δουλεύει το ίδιο σαν αξιωματικός αλλά και σαν απλός στρατιώτης».
Όταν είχαμε τη συζήτηση αυτή, ο Λευτέρης Κωνσταντακάκης ήταν πάλι στην ενεργό δράση, ως πρόεδρος της Κρητικής Ομοσπονδίας Αυστραλίας και Νέας Ζηλανδίας. Το φλέγον ζήτημα, το ταξίδι Κρητικόπουλων τρίτης γενιάς στην Κρήτη.
«Είναι ευκαιρία να δημιουργηθεί μια γέφυρα ουσιαστικής επικοινωνίας για να μπορούν τα παιδιά τρίτης γενιάς να πηγαίνουν στην Ελλάδα. Να ζήσουν την ελληνική κουλτούρα, να γνωρίσουν τις ρίζες τους και να είναι περήφανοι για την καταγωγή τους. Να φροντίσουμε, δε, να στείλουμε όσο το δυνατόν περισσότερα. Από μας εξαρτάται. Από το πώς θα κινηθούμε σήμερα, όχι αύριο. Πρέπει να έχουμε γερές βάσεις με την Ομοσπονδία, ώστε να μπορούμε να βοηθάμε και τα παιδιά που οι γονείς τους δεν έχουν τη δυνατότητα να τα στείλουν στην Ελλάδα. Αυτό είναι από τα πιο ουσιαστικά και πρωτεύοντα θέματα. Ας μη μας διαφεύγει ότι η συνέχεια βρίσκεται στα χέρια της τρίτης γενιάς».
Αναφερόμενος στην Κρητική Αδελφότητα, είχε πει: «Το ότι είμαστε στη θέση όπου η δεύτερη γενιά έχει πάρει τη σκυτάλη και η τρίτη βρίσκεται σε καλό δρόμο, είναι από μόνο του μεγάλο επίτευγμα».
Η ικανοποίησή του ήταν φανερή και θυμάμαι ότι η εκτίμηση αυτή, είχε παραπέμψει στο ερώτημα «ποιος είναι ή θα πρέπει να είναι, από δω και πέρα, ο ρόλος της πρώτης γενιάς»;
Tον είδα κάπως σκεφτικό, αλλά συνάμα και αισιόδοξο: «Έχει γίνει λόγος για τη δημιουργία ενός συμβουλευτικού σώματος, τύπου ‘Γερουσίας’. Είναι μια ιδέα που έχει αρκετούς υποστηρικτές. Ελπίζω να ευδοκιμήσει» είχε τονίσει.
ΜΟΝΟ Η ΕΝΩΣΗ ΚΑΙ Η ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΘΑ ΜΑΣ ΣΩΣΕΙ
Μ’ όλο το απόθεμα της πείρας που ήταν εμπλουτισμένος, δεκαετίες ολόκληρες στους οργανισμούς, στην «ενεργό δράση», όπως έλεγε ο ίδιος, δεν μπορούσα ν’ αφήσω την ευκαιρία να φύγει, χωρίς να τον ρωτήσω «πώς βλέπει το μέλλον των παροικιακών οργανισμών, γενικά, της τεράστιας αυτής περιουσίας που έχει συσσωρεύσει η πρώτη γενιά, πετραδάκι-πετραδάκι»;
H απάντηση, θυμάμαι, είχε έλθει άμεση, γρήγορη, ζωηρή: «Τα πάντα κρίνονται από το τι θα γίνει τώρα, σήμερα. Μόνο η ένωση και η συνεργασία θα μας σώσουν. Ας κάνουν οι Κρήτες την αρχή. Μετά θα ακολουθήσουν και οι άλλοι. Μπορεί να γίνει κάτι μεγάλο και ποιοτικό. Όλοι θαυμάζουν το Hellenic Club της Καμπέρας. Αν θέλουμε, μπορούμε να δημιουργήσουμε κάτι πολύ πιο μεγάλο και εντυπωσιακό. Μια ιδέα είναι να υπάρχει από ένας πρόεδρος στα νησιά, στην Πελοπόννησο, στη Στερεά Ελλάδα και τη Μακεδονία».
Θα πρέπει να τον είχα κοιτάξει με δυσπιστία, γιατί ο τόνος του είχε γίνει πιο ζωηρός και το βλέμμα του σχεδόν πύρινο: «Αμφιβάλεις; Μπορούμε να το επιτύχουμε. Φτάνει να είμαστε θετικοί και να δούμε την παρούσα κατάσταση με ρεαλισμό. Αν δεν κινηθούμε τώρα, όλα αυτά τα μικρά και μεγάλα κτίρια θα πάνε αύριο στην αυστραλιανή κυβέρνηση. Αυτή είναι η πραγματικότητα που μας κοιτάζει σήμερα κατάματα. Δεν συμφέρει να κάνουμε ότι δεν την προσέξαμε» είχε καταλήξει ο Λευτέρης Κωνσταντακάκης, δίνοντάς μου την εντύπωση ότι αυτά που είπε, απαιτεί να ακουστούν όσο πιο δυνατά και πλατιά γίνεται. Τα επαναλαμβάνω σήμερα που μπορεί να μην είναι πια μαζί μας, όμως η επιρροή, η σοφία και η ντομπροσύνη του θα μας εμπλουτίζουν σήμερα, τώρα, αύριο…
Καλό κατευόδιο Λευτέρη!