Ένας ποδοσφαιριστής και μία ιστορία. Ο λόγος για τον Αντρέα Μποζίκα, ο οποίος μεσουράνησε στα γήπεδα της Βικτώριας και, αργότερα, σε αυτά της Αυστραλίας, με την ομάδα του Μέγα Αλέξανδρου την περίοδο 1974-1982. Μικρή διαδρομή, αλλά τεράστια η φήμη που άφησε ο «κιτρινόμαυρος» ελληνικός σύλλογος του Heidelberg την εποχή εκείνη με τα μεγάλα ποδοσφαιρικά του αστέρια. Μέσα σ’ αυτά ήταν και ο Αντρέας που φόρεσε την κιτρινόμαυρη φανέλα σε 206 αγώνες και πέτυχε 35 τέρματα. Ο Αντρέας, γιος του Σπύρου και της Κωνσταντίνας Μποζίκα, γεννήθηκε στην Πάτρα στις 10 Μαρτίου 1956. Ο θείος του Τζίμης (αδελφός του πατέρα του) είχε έρθει νωρίτερα στην Αυστραλία και έτσι άνοιξε ο δρόμος για τον Σπύρο που έκανε το 1962 με την οικογένεια το υπερατλαντικό ταξίδι στη μακρινή ήπειρο με το πλοίο «Ελληνίς». Πρώτος σταθμός της οικογένειας Μποζίκα το Σίδνεϊ και πέντε χρόνια αργότερα η οικογένεια έρχεται για οριστική παραμονή στη Μελβούρνη. Το μικρόβιο του ποδοσφαίρου το πήρε από τον πατέρα του που ήταν καλός ποδοσφαιριστής στην Πάτρα την δεκαετία του 50′ αγωνιζόμενος με την Παναχαϊκή.
Ο ΤΟΙΧΟΣ, Η ΜΠΑΛΑ ΚΑΙ Ο ΜΙΚΡΟΣ ΑΝΤΡΕΑΣ
Το πρόγραμμα για τον Αντρέα είχε σχολείο και μετά ποδόσφαιρο. Σε έναν τοίχο δίπλα στο σπίτι του στην περιοχή του Collingwood ζωγράφισε με κιμωλίες τέρματα και όταν απέκτησε την πρώτη του μπάλα, έκανε μόνος του προπόνηση για ώρες. Έτσι όπως έκανε και περιγράφει στο βιβλίο του «Walk Alone», o Craig Johnston της Liverpool. Σούταρε την μπάλα στον τοίχο και κάθε φορά που αυτή επέστρεφε, την ξανάστελνε πίσω, πότε με το δεξί πότε με το αριστερό, κοντρόλ με το στήθος, με τον μηρό και πάλι σουτ σε εκείνα τα ζωγραφιστά δοκάρια. Αυτή η ιστορία, όπως λέει, τον έχει σημαδέψει μέχρι σήμερα.
«Γυρίζοντας το μυαλό μου πολλά χρόνια πριν, φέρνω στη σκέψη μου εικόνες από τα παιδικά μου χρόνια και τη γειτονιά που ακόμα μέχρι σήμερα υπάρχουν υπολείμματα κιμωλίας στον τοίχο που ζωγράφισα. Ο τοίχος ήταν ο πρώτος μου προπονητής».
Ο αείμνηστος πρόεδρος του Μέγα, Δημήτρης Μαγκόπουλος, τιμά τον Αντρέα Μποζίκα στην απονομή επάθλων του Μέγα
Την ίδια περίοδο υπήρχε και το κοντινό Clifton Hill Park όπου πήγαινε και έπαιζε μπάλα με τον φίλο του Άθα Ξανθόπουλο. Το 1969 τους συναντά ο προπονητής των Τμημάτων Υποδομής της Ελλάς, Bill Currin, ο οποίος έδειξε θαυμασμό για το ταλέντο των δύο νέων και κάπως έτσι ξεκινά η ιστορία του Αντρέα Μποζίκα.
Όπως λέει, ήταν τυχερός γιατί εκεί συναντά τον Μανώλη Πουλακάκη, ο οποίος την επόμενη χρονιά τον επιλέγει για τις Ακαδημίες της «κυανόλευκης» μαζί με τους Άθα Ξανθόπουλο, Βασίλη Χασάπη, Giovani Batticcioti και Τζίμη Δαπέρη.
Στις 31 Σεπτεμβρίου 1972, ο Αντρέας Μποζίκας αγωνίζεται ως αλλαγή σε αγώνα για το Dockerty Cup κόντρα στην Footscray JUST, ενώ τη χρονιά που η Ελλάς κερδίζει το πέμπτο της πρωτάθλημα Βικτώριας, βρίσκεται σε κάποια παιχνίδια στον πάγκο της ομάδας. Την ίδια χρονιά συμμετέχει μαζί με τον, επίσης, νεαρό Άθα Ξανθόπουλο, την μεικτή Βικτώριας όπου έπαιξε για λίγα λεπτά ως αλλαγή στα 16 του με αντίπαλο την Santos του Πελέ.
Η επόμενη είναι η χρονιά που κάνει το παρθενικό του παιχνίδι στο Wembley Park στις 13 Μαΐου 1973 για την έβδομη αγωνιστική του πολιτειακού πρωταθλήματος κόντρα στην, ιταλική τότε, Box Hill, σημειώνοντας το πρώτο γκολ στο εντυπωσιακό 1-6 της «κυανόλευκης». Όπως λέει ο ίδιος, πέτυχε το πρώτο του γκολ με την πρώτη επαφή που είχε με την μπάλα ενώ το ίδιο συνέβη και ένα χρόνο αργότερα στο βάπτισμα του πυρός που είχε με τον Αλέξανδρο στον αγώνα του Olympic Park με αντίπαλο την Γιουβέντους. Ο Αντρέας Μποζίκας στα 17 του χρόνια παίζει σε 13 αγώνες πρωταθλήματος, πετυχαίνει δύο γκολ ενώ αφήνει καλές υποσχέσεις για το μέλλον.
Η ΜΕΤΑΓΡΑΦΗ ΣΤΟΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟ
Το 1974, μετά την αποτυχημένη απόπειρα του 1971, πηγαίνει στον Αλέξανδρο ο Οδυσσέας Κόκκινος, που μόλις είχε επιστρέψει από την Ελλάδα. Ο κυνηγός-σταρ της εποχής αγωνίζεται στα τρία πρώτα ματς με τα κιτρινόμαυρα αλλά προκύπτει το έντονο ενδιαφέρον της Ελλάς που ήθελε επίμονα την επιστροφή του στο Middle Park. Οι δύο αιώνιοι ήρθαν σε συμφωνία που είχε ως προϋπόθεση την ανταλλαγή με τον νεαρό Αντρέα Μποζίκα, όρο που έθεσε ο προπονητής του Μέγα, Κότης Ξανθόπουλος, που γνώριζε καλά την αξία του παίκτη από τη σχέση που είχε με τον γιο του. Παράλληλα, ο Αλέξανδρος εισπράττει για την συμφωνία και το ποσό των $1,500.
Ουσιαστικά, ο Μποζίκας έρχεται στον Αλέξανδρο στην καλύτερη καμπή της εποχής των «κιτρινόμαυρων». Τον εμπιστεύονται οι προπονητές του Κότης Ξανθόπουλος, Μανώλης Πουλακάκης, Jack Reilly και γίνεται βασικός στην ομάδα. Η λαμπρότερη στιγμή της καριέρας του, όπως λέει, είναι το πρώτο πρωτάθλημα του Αλεξάνδρου το 1975.
«Ήταν μια φανταστική χρονιά για το σωματείο, αλλά και για μένα προσωπικά. Είχαμε πολύ σπουδαία ομάδα τότε με τους Μάρκο Καραμπάτσο, τον Μπούλη Καμπουρόπουλο, τον τερματοφύλακα Jack Reilly, τα αδέλφια Vince και Pat Bannon, τον Νίκο Ρακοβαλή, τον Frank Donachie και όλα τα άλλα παιδιά».
Αργότερα, ο Αντρέας Μποζίκας, με τον Pat Bannon γίνονται οι δύο μοναδικοί παίκτες της γενιάς του State League που συνεχίζουν στο ανώτερο επίπεδο του εθνικού πρωταθλήματος (NSL) που ξεκινά το 1977. Τότε που οι «κιτρινόμαυροι» έφτασαν να έχουν στην εθνική Αυστραλίας επτά διεθνείς παίκτες τους Gary Cole, Jamie Patton, Jimmy Rooney, Θίο Σελεμίδη, Jim Campbell, Jeff Olver, αργότερα τον Τσάρλι Γιάνκο και τον ίδιο τον Αντρέα Μποζίκα, που το 1980 αγωνίστηκε με τα αυστραλιανά χρώματα σε φιλικό των Soccerous με αντίπαλο την ιταλική Milan, που είχε τότε στο ρόστερ της τους Claudio Ranieri και Roberto Antonelli.
Την ίδια χρονιά ο Αλέξανδρος στην πιο σπουδαία –από ιστορικής άποψης- σεζόν στα 17 χρόνια διαδρομής του στο εθνικό πρωτάθλημα, τερματίζει δεύτερος πίσω από την Sydney City την οποία κέρδισε λίγο αργότερα στον τελικό των Play Off Series στο Bruce Stadium της Καμπέρας με το εκκωφαντικό για τελικό σκορ 4-0.
«Ο Αλέξανδρος έγινε η ομάδα της καρδιάς μου» λέει στη συζήτησή μας ο Αντρέας Μποζίκας, ο οποίος στα 18 του ήταν σαστισμένος από την πρόωρη μεταγραφή του. «Τότε το μόνο που με ενδιέφερε ήταν να παίζω ποδόσφαιρο και στον Αλέξανδρο το πέτυχα. Οφείλω πολλά στον Κότη Ξανθόπουλο, τον Μανώλη Πουλακάκη, τον Γιαννέλο Μαργαρίτη και τον Len McKendry που πίστεψαν σε μένα και με βοήθησαν να ολοκληρωθώ ως ποδοσφαιριστής, μου έμαθαν πώς να βλέπω σε όλο το γήπεδο, να βελτιώσω την τεχνική μου και να αφοσιώνομαι στην κάθε μου κίνηση. Θυμάμαι τα λόγια και τις συμβουλές τους τις οποίες και εγώ καθιέρωσα αργότερα στην προπονητική μου διαδρομή. Επίσης, αισθάνομαι υπερηφάνεια και για το γεγονός ότι μου δόθηκε η ευκαιρία να παίξω ως αντίπαλος μεγάλων Βρετανών παικτών της εποχής όπως ο Charlie George που έπαιξε για την St. George Budapest, ο Graeme Souness στην Ελλάς Αδελαίδας, ο Malcolm Ian MacDonald που αγωνίστηκε στην Ελλάς Μελβούρνης και άλλους πολλούς.
Δεν γνωρίζω τι θα γινόταν αν δεν είχα υπογράψει στον Μέγα. Αυτό, όμως, που γνωρίζω και λέω, είναι ότι αυτό που έζησα δεν θα το άλλαζα με τίποτα. Θυμάμαι διάφορα που συνέβησαν και συγκινούμαι. Σε ένα παιχνίδι του Αλεξάνδρου στο Olympic Park προερχόμουν από τραυματισμό και έμεινα για προληπτικούς λόγους εκτός αποστολής. Καθόμουν στις εξέδρες με τον κόσμο να βρίσκεται από νωρίς στο γήπεδο ώσπου μια ώρα πριν την έναρξη, γίνεται αναγγελία από τα μεγάφωνα να πάω στα αποδυτήρια της ομάδας, καθώς την τελευταία στιγμή ο Len McKendry ήθελε να με συμπεριλάβει στην 16άδα. Όταν σηκώθηκα ανάμεσα στο πλήθος ακούστηκε ένα πολύ ζεστό χειροκρότημα και οι επιφυμίες από τον κόσμο του Αλέξανδρου».
Ο Αντρέας Μποζίκας στην ποδοσφαιρική του καριέρα από τότε στα τέλη της δεκαετίας του ’60 μέχρι σήμερα γνώρισε προέδρους και διοικητικούς παράγοντες που γι’ αυτόν υπήρξαν σύμβολα. Ξεχωρίζει, όπως λέει, τον Δημήτρη Μαγκόπουλο, ο οποίος μόλις λίγο μετά τον ερχομό του στον Αλέξανδρο διαδέχθηκε στην προεδρία τον Άθα Νικολαΐδη, ενώ το ίδιο σπουδαία ήταν και η παρουσία του Γιάννη Δήμτση στα διοικητικά του Μέγα. «Ο Μαγκόπουλος με τον Δήμτση έφεραν τον Αλέξανδρο ψηλά. Ήταν καθοριστική η συμβολή τους στη λαμπρή ομάδα του ’80 καθώς με δικές τους ενέργειες ήρθαν τα λαμπρά αστέρια της εποχής.
Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟ STATE LEAGUE
Ο Andy, όπως τον φώναζαν στο γήπεδο οι Αυστραλοί, έπειτα από εννιά χρόνια αποχώρησε από τον Μέγα και συνέχισε σε μικρότερο επίπεδο, επιστρέφοντας στο State League, αγωνιζόμενος με την Fawkner και, αργότερα, με το Bulleen, ομάδες που αν και σε χαμηλές κατηγορίες είχαν υψηλούς στόχους και μεγάλο μπάτζετ. Αρχικά, υπέγραψε στην Fawkner με προπονητή τον Cedo Cirkovic, εκεί όπου έπαιζε ο φίλος του Bruno Sabidussi, ο οποίος παλαιότερα έπαιζε στην Γιουβέντους Μελβούρνης και είχαν γνωριστεί από τη μεικτή Βικτώριας. Αν και η διαδρομή του στον Αλέξανδρο δεν μπορεί να συγκριθεί σε τίποτα με αυτή του State League, ο Μποζίκας είχε σημαντικό ρόλο τόσο στο Fawkner, το οποίο βοήθησε στα μέσα του 1982 να πετύχει την άνοδό του στο μεγάλο VSL, όσο και το 1984 όταν πήγε στο Bulleen που μέσα σε τέσσερα χρόνια βρέθηκε από την SL3 στη μεγάλη κατηγορία της Βικτώριας.
Στις 29 Μαΐου 1989 στα 33 του χρόνια, ο Μποζίκας αγωνίστηκε για τελευταία φορά. Ήταν στην αναμέτρηση του Ross Reserve στο Noble Park στον εκτός έδρας αγώνα του Bulleen με την Springvale City, όπου με δικό του τέρμα στο 88′ χάρισε τη νίκη στην ομάδα του. Λίγο πριν τη λήξη του αγώνα, ο Μποζίκας τραυματίζεται στο γόνατο και κάπως έτσι εγκατέλειψε την ενεργό δράση. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι σκόραρε τόσο στην παρθενική του παρουσία ως ποδοσφαιριστής με την Ελλάς και τον Αλέξανδρο αλλά και στο τελευταίο του παιχνίδι.
Ο ΠΡΟΠΟΝΗΤΗΣ ΑΝΤΡΕΑΣ ΜΠΟΖΙΚΑΣ
Ένα χρόνο αργότερα ξεκίνησε η προπονητική εμπειρία του Αντρέα, ως βοηθός του Alan Gentry, αλλά μετά την παραίτηση του δεύτερου, λίγο πριν το τέλος της σεζόν, ανέλαβε τα ηνία της τεχνικής ηγεσίας του Bulleen.
Το 1991 στην πρώτη του ολοκληρωμένη χρονιά ως τεχνικός, ο Αντρέας Μποζίκας οδηγεί την ιταλική ομάδα στην πρώτη θέση μαζί με την Γιούβε, αλλά χάνει τον τίτλο στη διαφορά τερμάτων. Η πορεία ήταν εξίσου σπουδαία την επόμενη σεζόν, τότε που στην Βικτώρια ξεκίνησαν για πρώτη φορά τα τελικά (play offs) με την ομάδα να τερματίζει στη δεύτερη θέση της κανονικής περιόδου και το Bulleen να φτάνει στους ημιτελικούς. Η πορεία των Ιταλών ήταν σταθερά ανοδική και το 1993 ήρθε το αποκορύφωμα, όταν ο Αντρέας Μποζίκας οδηγεί την ομάδα στην κατάκτηση του «νταμπλ» (Premiership – Championship). Στο Gold Medal Night στα βραβεία του FFV, o Αντρέας Μποζίκας γίνεται ο πρώτος ελληνικής καταγωγής κόουτς που κατακτά τον τιμητικό τίτλο του κορυφαίου προπονητή στη Βικτώρια.
Η συνεισφορά του στο Bulleen θεωρείται μεγάλη και για το γεγονός ότι ανέδειξε επί των ημερών του ποδοσφαιριστές όπως o Damian Mori, που ακολούθησε καριέρα στο NSL με την Adelaide City, o Marco Bresciano που έκανε μεγάλη καριέρα στην Ιταλία με τις Έμπολι, Πάρμα, Παλέρμο, Λάτσιο και έπαιξε για τους Soccerous σε 84 παιχνίδια πετυχαίνοντας 13 φορές και ο Danny Tiatto που έπαιξε στο NSL με τους Knights και έπειτα πέρασε από την αγγλική Premier League με τις Μάντσεστερ Σίτι, Στόουκ Σίτι και Λέστερ, ολοκληρώνοντας την καριέρα του στο A’ League με την Brisbane Roar.
Η μεγάλη επιτυχία τον φέρνει στο πρωτάθλημα NSL και στον πάγκο του Αλέξανδρου, σε μία άσχημη χρονιά, με πολλά οικονομικά προβλήματα και έντονη ανησυχία της αποπομπής (όπως και έγινε) των «κιτρινόμαυρων» από το εθνικό πρωτάθλημα.
Η συνέχεια τον βρίσκει στο λιμάνι, με τη Νέα Ελλάς και, αργότερα, στον Λεωνίδα και τον Πανελλήνιο. Μετέπειτα διετέλεσε τεχνικός διευθυντής του Box Hill, της Richmond και της Diamond Valley. Με την ίδια θέση, αυτή του τεχνικού διευθυντή των Τμημάτων Γυναικών, επέστρεψε και πάλι στον σύλλογο που αγάπησε περισσότερο από οποιοδήποτε άλλον. «Αυτά τα εννιά χρόνια που ήμουν ποδοσφαιριστής του Μέγα ήταν τα πιο σημαντικά της ποδοσφαιρικής μου διαδρομής. Ταυτίστηκα με τον Αλέξανδρο, με τον κόσμο και την ιστορία του και είμαι ευτυχισμένος που είμαι ένα κομμάτι αυτής της και συνεχίζω στα 61 μου χρόνια. Έχω μια δίψα να προσφέρω και θέλω να μεταδώσω τη φλόγα στα νέα παιδιά και όλα αυτά που έμαθα και με έκαναν να είμαι καλύτερος στη ζωή και στο γήπεδο.
Στόχος είναι να δω την γυναικεία ομάδα στο A’ League. Υπάρχει μεγάλη ανάπτυξη στο γυναικείο ποδόσφαιρο. Έχω μεγάλη αισιοδοξία για το μέλλον του Αλέξανδρου και αυτό γιατί μετά από πολλά χρόνια βρίσκονται στον σύλλογο κατάλληλα άτομα όπως τα αδέλφια Στάθης και Χάρης Τσαλικίδης. Όταν βλέπεις τον πρόεδρο με ποδιά στην κουζίνα να σερβίρει τον κόσμο, «you can’t go wrong» όπως λένε οι Αυστραλοί. Ο Στιβ έχει όραμα, είναι στην πρώτη γραμμή, έφερε αξιόλογα άτομα σε όλους τους τομείς που βοηθούν τον Αλέξανδρο και έχει περάσει το ελπιδοφόρο μήνυμα ότι ο Αλέξανδρος θα γίνει ακόμα πιο μεγάλος.
Στον σύλλογο υπάρχουν πολλοί που αγαπούν την ομάδα όπως ο Γιώργος Κατσάκης που είναι κάτι παραπάνω από προπονητής και αποτελεί μαζί με τον τεράστιο Jeff Olver, μεγάλη εγγύηση για το μέλλον. Μεγάλη απόδειξη σε αυτό είναι η φετινή χρονιά με τους άντρες που μεγαλούργησαν, φτάνοντας στην κατάκτηση του NPL Αυστραλίας, του Dockerty Cup και αποκλείοντας την Perth Glory από το FFA Cup».