Ο αντιδικτατορικός αγώνας στη Μελβούρνη και την Αυστραλία

Σε όλη τη διάρκεια της δικτατορίας, και κυρίως στις κρίσιμες στιγμές, οι Έλληνες της Αυστραλίας δεν έπαψαν να κινητοποιούνται κατά του προδοτικού καθεστώτος και να προσφέρουν ό,τι υπηρεσίες μπορούσαν

Όπως γράφει ο Χρήστος Μουρίκης σε άρθρο του με τίτλο «Αντιδικτατορική δράση στην Αυστραλία»: «Στους απόδημους Έλληνες, που αντιτάχθηκαν στη χουντική δικτατορία, και μάλιστα δυναμικά και από την πρώτη στιγμή, συμπεριλαμβάνονταν και οι Έλληνες της Αυστραλίας. Η είδηση για το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου έφτασε εκεί από τα ξένα πρακτορεία και αργά την ίδια μέρα από τον ντόπιο απογευματινό Τύπο με πηχυαίους πρωτοσέλιδους τίτλους: «Greek Army seizes power» («O Ελληνικός Στρατός πήρε την εξουσία»). Τα μαντάτα έπεσαν σαν κεραυνός στην ελληνική παροικία. Οι νεομετανάστες, που έφταναν εκείνο τον καιρό μαζικά από την Ελλάδα, έφερναν βέβαια μαζί τους το κλίμα που επικρατούσε στη χώρα και ζούσαν με την αγωνία των εξελίξεων. Το ίδιο άλλωστε έκανε και ο παροικιακός Τύπος και κυρίως ο «Νέος Κόσμος» (όργανο, τότε, της ελληνικής αριστεράς στην Αυστραλία). Όπως στην Ελλάδα, λοιπόν, έτσι και σε τούτη τη μακρινή χώρα, οι Έλληνες αγωνιούσαν για την κατάσταση στη γενέτειρα, αλλά τη στρατιωτική δικτατορία δεν την περίμεναν. Σάββατο 22/4, ο δισεβδομαδιαίος «Νέος Κόσμος» κυκλοφορεί έκτακτο παράρτημα, με την είδηση για «στυγνή δικτατορία στην Ελλάδα» και ό,τι πληροφορίες μπόρεσε να συγκεντρώσει για τις εξελίξεις και ιδιαίτερα τις συλλήψεις και την τύχη των πολιτικών ηγετών. Ταυτόχρονα, παρότρυνε πρωτοσέλιδα τον πρεσβευτή και τους προξένους της Ελλάδος να παραιτηθούν σε ένδειξη αφοσίωσης στις αρχές της δημοκρατίας και αλληλεγγύης στον υπόδουλο λαό.

Στο φύλλο του της Δευτέρας, η πρώτη σελίδα καλύπτεται με το τίτλο «8.500 ΠΟΛΙΤΕΣ ΣΤΑ ΜΠΟΥΝΤΡΟΥΜΙΑ» και τις τελευταίες ειδήσεις, που βεβαίως σπάνιζαν λόγω της λογοκρισίας, ενώ παράλληλα καλούσε την παροικία «να συμπαρασταθεί με κάθε τρόπο στα αγωνιζόμενα αδέλφια μας» και να μετάσχει μαζικά στις πρώτες συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας, που θα γίνονταν την ίδια μέρα σε Μελβούρνη, Σίδνεϋ και Αντελάιντ».

Σε όλη τη διάρκεια της δικτατορίας, και κυρίως στις κρίσιμες στιγμές, οι Έλληνες της Αυστραλίας δεν έπαψαν να κινητοποιούνται κατά του προδοτικού καθεστώτος και να προσφέρουν ό,τι υπηρεσίες μπορούσαν.

Η παροικία βρίσκονταν, τότε, σε φάση ανάπτυξης, με την άφιξη χιλιάδων νεοφερμένων κάθε χρόνο. Νέα παιδιά οι περισσότεροι, από το «περίσσευμα» της ελληνικής επαρχίας, πάσχιζαν να σταθούν στα πόδια τους και να βοηθήσουν κι αυτούς που άφηναν πίσω τους. Οι δέκα-δώδεκα χιλιάδες Έλληνες, που ήταν εδώ προπολεμικά, πολλαπλασιάζονταν γρήγορα, ως που έφτασαν τις 250.000, που ήρθαν συνολικά από το 1947 και έπειτα.

Η κυβέρνηση της Καμπέρας αντιμετώπισε υποκριτικά το πραξικόπημα, ότι δήθεν ήταν «εσωτερική» υπόθεση των Ελλήνων, θέση βεβαίως που ευνοούσε τους δικτάτορες. Τα αυστραλιανά μέσα ενημέρωσης πάντως, ακόμα και τα πιο συντηρητικά, βρήκαν διάφορους τρόπους να καυτηριάσουν και να καταδικάσουν τον στραγγαλισμό της δημοκρατίας και αυτό συνεχίστηκε καθ’ όλη την επταετία, γεγονός που ενθάρρυνε και βοήθησε την ανάπτυξη του αντιδικτατορικού κινήματος, καθώς και τη συμμετοχή σ’ αυτό δημοκρατικών Αυστραλών, συνδικαλιστών, πολιτικών, διανοουμένων, φοιτητών και άλλων.

Μετά τις πρώτες «αυθόρμητες» εκδηλώσεις, όπως συγκεντρώσεις, διαδηλώσεις, δημοσιεύσεις, αποκλεισμούς προξενείων κλπ, ακολούθησε η οργάνωση των αναγκαίων φορέων και ο προγραμματισμός δράσεων. Και στις τρεις πόλεις ιδρύθηκαν επιτροπές, με το ίδιο όνομα: «Επιτροπή Αποκατάστασης της Δημοκρατίας στην Ελλάδα» (ΕΑΔΕ) και στα Αγγλικά «Committee for the Restoration of Democracy in Greece»), που γρήγορα έγιναν γνωστές παναυστραλιανά και στις γραμμές τους συγκέντρωσαν κατά τα διαστήματα πολλούς από τους πιο ζωντανούς και δραστήριους ανθρώπους των παροικιών μας.

Τα βασικά στελέχη των επιτροπών προέρχονταν κατά κανόνα από την Αριστερά, χωρίς να λείπουν όμως οι Κεντρώοι και άλλοι.

Πέντε μέρες μετά το πραξικόπημα, και ύστερα από διαβήματα των ΕΑΔΕ, η Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Αυστραλίας (ACTU) απευθυνόταν στο Διεθνές Γραφείο Εργασίας, τον ΟΗΕ και το Συμβούλιο της Ευρώπης, ζητώντας την απελευθέρωση των συλληφθέντων στην Ελλάδα και την αποκατάσταση των ελευθεριών του ελληνικού λαού. Παρόμοια διαβήματα έκαναν, ταυτόχρονα, εργατικά κέντρα, δεκάδες κλαδικές οργανώσεις, με πρωτοπόρες αυτές των λιμενεργατών, ναυτεργατών, οικοδόμων, ανθρακωρύχων, και άλλες. Τον ίδιο καιρό, βουλευτές του Εργατικού κόμματος (αντιπολίτευση) μιλούσαν σε συγκεντρώσεις, έκαναν δηλώσεις στον Τύπο και κατάγγελλαν με κάθε ευκαιρία τη δικτατορία.

*28 Μαΐου 1967, ημέρα που στην Ελλάδα ήταν να γίνουν οι εκλογές, σ’ όλες τις μεγάλες πόλεις έγιναν συγκεντρώσεις με Αυστραλούς και Έλληνες ομιλητές.

*6 Ιουνίου 1967, δέκα από τα μεγαλύτερα συνδικάτα της Μελβούρνης «καταλαμβάνουν» με μέλη τους το χουντικό προξενείο, με αποτέλεσμα ένα νέο κύμα δημοσιεύσεων στον αυστραλέζικο Τύπο και τα άλλα μέσα ενημέρωσης.

*Αύγουστο 1967, συγκεντρώνονται παναυστραλιανά 50.000 υπογραφές για τη σωτηρία των «ομήρων» της Χούντας.

*7 Σεπτεμβρίου 1967, το Συνέδριο της εργατικής συνομοσπονδίας ACTU παίρνει ομόφωνη απόφαση με την οποία εκφράζει την αλληλεγγύη του στον αγωνιζόμενο ελληνικό λαό.

*Τον Οκτώβριο 1967, ο πρόεδρος της ΕΑΔΕ Μελβούρνης, Βίκτωρας Νόλης, ταξιδεύει στην Ευρώπη για επαφή με αντίστοιχες επιτροπές και παράγοντες της αντίστασης.

*Τον Νοέμβριο 1967, προσκαλείται στην Αυστραλία, από τη Ρώμη που ζούσε τότε, ο κεντρώος παράγοντας και συνεργάτης του Γ. Παπανδρέου, Ν. Νικολαϊδης, για να μιλήσει σε συγκεντρώσεις. Η κυβέρνηση της Καμπέρας αρνείται να του δώσει βίζα, με αποτέλεσμα να ξεσηκωθεί θύελλα διαμαρτυριών από Έλληνες και Αυστραλούς. Στις μέρες που ακολούθησαν -εκτός των άλλων αντιδράσεων, γράφτηκαν 12 κύρια άρθρα στις εγκυρότερες αυστραλέζικες εφημερίδες, πολλά από τα οποία έκαναν λόγο πλέον και για την ποιότητα της δημοκρατίας στην Αυστραλία!

Τον Μάρτιο του 1968, με πρωτοβουλία των ΕΑΔΕ, «επιστρατεύεται» ο κορυφαίος Αυστραλός νομικός Φρανκ Γκάλμπαλυ και ταξιδεύει στην Ελλάδα για μια επιτόπια εξέταση της κατάστασης. Η αποστολή του σημειώνει πλήρη επιτυχία, αφού κατάφερε να συναντηθεί με τους Μίκη Θεοδωράκη, Π. Κανελλόπουλο και άλλους, και επιστρέφοντας, με ομιλίες και συνεντεύξεις, κάνει ένα συστηματικό και ανελέητο ξεσκέπασμα του χουντικού καθεστώτος.

Όμως το ίδιο διάστημα και παρά τις αντικειμενικές συνθήκες που ευνοούσαν την ανάπτυξή του, το αντιστασιακό κίνημα δέχθηκε βαρύ χτύπημα με τη διάσπαση του ΚΚΕ. Ωστόσο, στη Μελβούρνη και εν μέρει στο Αντελάιντ, οι ΕΑΔΕ συνέχισαν τη δράση τους πάνω στην κατά το δυνατόν πιο πλατιά ενότητα. Έτσι, όλο το 1968 και ’69, δόθηκε «η μάχη των διαβατηρίων». Συγκεντρώνονταν διαβατήρια από τους πρώην μετανάστες και στέλνονταν στην Ευρώπη, για τη χρησιμοποίησή τους από αντιστασιακούς που μπαινόβγαιναν στην Ελλάδα.

Με την είσοδο του 1970 η πρωτοπόρα Ομοσπονδία Λιμενεργατών Αυστραλίας (WWF), με πολλούς Έλληνες μέλη, κήρυξε «μαύρα» τα ελληνικά καράβια που έφταναν στην Αυστραλία, σε ένδειξη αλληλεγγύης στον ελληνικό λαό. Αυτό σήμαινε ότι τα μέλη της αρνιόνταν να φορτώνουν και να ξεφορτώνουν αυτά τα πλοία (επιβατηγά και εμπορικά) ή και να τα βοηθούν στο πλεύρισμα με ρυμουλκά. Έτσι, τα επιβατηγά για παράδειγμα, όπως το «Πατρίς», «Ελληνίς» και άλλα, έμεναν στ’ ανοιχτά και οι επιβάτες αποβιβάζονταν με βάρκες, γεγονός που «άρεσε» στους τηλεοπτικούς σταθμούς και το είχαν συχνά πρώτη είδηση! Μ’ αυτόν τον τρόπο, ο αντιδικτατορικός αγώνας έπαιρνε τσάμπα διαφήμιση, πράγμα που ούτε οι πλοιοκτήτες (Χανδρής κ.ά.,) ούτε οι ελληνικές προξενικές αρχές μπόρεσαν να το σταματήσουν! Το μπλακ-αουτ, που διήρκεσε μήνες, κόστισε πανάκριβα στους εφοπλιστές και φυσικά έπληξε και τους δικτάτορες.

Τον Μάιο του 1970 ήρθε ο εκπρόσωπος του ΠΑΜ Μεγάλης Βρετανίας, Μάρκος Δραγούμης, και πραγματοποίησε περιοδεία με συγκεντρώσεις σ’ όλη την Αυστραλία, που σημείωσαν τεράστια επιτυχία. Χαρακτηριστικό ήταν το γεγονός ότι, στη διάρκεια της περιοδείας αυτής, από εράνους και άλλες εκδηλώσεις συγκεντρώθηκαν για την αντίσταση περίπου 10.000 δολάρια, ποσό που ισοδυναμούσε τότε με την αξία μιας μονοκατοικίας. Σχεδόν ταυτόχρονα με τον Δραγούμη έφτασε και το στέλεχος του ΚΚΕ Αντώνης Αμπατιέλος.

Τον Μάρτη του 1972, και πάλι με πρωτοβουλία της «Μελβούρνης», ήρθε για συναυλίες σ’ όλη την Αυστραλία ο Μίκης Θεοδωράκης, με τη Μαρία Φαραντούρη και τον Πέτρο Πανδή.

Η τελευταία και μεγάλη κινητοποίηση της παροικίας εναντίον της δικτατορίας έγινε τον Απρίλη του 1974, όταν την Αυστραλία επισκέφθηκε ο αρχηγός του ΠΑΚ Ανδρέας Παπανδρέου. Η επίσκεψή του τυπικά έγινε με πρωτοβουλία των υποστηρικτών του, αλλά οργανωτικά και πρακτικά στηρίχθηκε στις ΕΑΔΕ που ανέλαβαν όλο το βάρος της περιοδείας, με άριστα αποτελέσματα».